"Η ζωή στο νησί"
"Η ζωή στο νησί"
Βρισκόμαστε στο «Νησί» - με Ν κεφαλαίο, δίχως υποκοριστικά και επεξηγήσεις. Ενα μέρος συνάμα ερωτικό και πολιτικό όπου κυριαρχούν οι μνήμες της αρρώστιας και της πέτρας...
Βρισκόμαστε στο «Νησί» - με Ν κεφαλαίο, δίχως υποκοριστικά και επεξηγήσεις. Ενα μέρος συνάμα ερωτικό και πολιτικό όπου κυριαρχούν οι μνήμες της αρρώστιας και της πέτρας, πόθοι και ελπίδες που μπλέκονται ανάκατα με την αγωνία του θανάτου. Εν ολίγοις όλα αυτά που τόσο ανάγλυφα αναπαράστησε η Βικτόρια Χίσλοπ στο ομώνυμο βιβλίο της που διαβάστηκε μανιωδώς σε ολόκληρο τον κόσμο και του τώρα γυρίζεται σε σίριαλ (για το MEGA) στους πραγματικούς τόπους όπου έλαβε χώρα αυτή η φανταστική ιστορία. Ο λόγος για το νησί της Σπιναλόγκας και τις γύρω περιοχές όπου μια τεράστια ομάδα από ξεχωριστούς ηθοποιούς και έμπειρους συντελεστές έχει στήσει τη δική της κοινότητα γυρίζοντας τη μεγαλύτερη παραγωγή που έχει γνωρίσει ποτέ η ελληνική τηλεοπτική ιστορία. Σύμφωνα με το βασισμένο στο βιβλίο σενάριο, όλα ξεκινούν όταν μια νεαρή αρχαιολόγος, η Αλέξις, αρχίζει να ξετυλίγει τα οικογενειακά μυστικά που την οδηγούν στο μακρινό νησί της Σπιναλόγκας όπου συνήθιζαν να απομονώνουν τους χανσενικούς (λεπρούς).
Εκεί, γύρω από αυτά τα μέρη που τα στοιχειώνουν η πέτρα, το υδάτινο στοιχείο και οι άγριοι άνεμοι θα φουντώσουν, σύμφωνα με το σενάριο, οι πιο δυνατοί δεσμοί και σχέσεις ανάμεσα στους ζωντανούς- νεκρούς του νησιού και στους απέναντι, τους κατοίκους της Πλάκας, και των Πάνω χωριών, των τόσο επιβλητικών όσο και αδυσώπητων. Ανηφορίζοντας λοιπόν τις φιδίσιες στροφές προς ένα ακόμη χωριό όπου γίνεται το γύρισμα, το Φουρνί, και χαζεύοντας από ψηλά -και με το στόμα ανοιχτό- το νησί της Σπιναλόγκας και τον όμορφο οικισμό της Πλάκας, σκέφτομαι πως όντως εδώ ο τόπος τελειώνει. Τα κοπάδια με τα ζωντανά που διασχίζουν τα κακοτράχαλα δρομάκια είναι η μοναδική παραφωνία σε ένα βραχώδες τοπίο με λίγες άγριες ελιές και χαρουπιές που το τρώνε η εγκατάλειψη και η σκόνη. Το αγγελοπουλικό σκηνικό συνεχίζεται και στα σοκάκια του χωριού σαν σκηνές από την «Αναπαράσταση» κι είναι συγκινητικό που εδώ σε αυτό τον έρημο τόπο οι κάτοικοι ενθουσιάζονται με τους ηθοποιούς, το ίδιο και εκείνοι.
Ο Στέλιος Μάινας που παίζει τον κεντρικό ρόλο του Γιώργη του βαρκάρη επέμενε να φάω στον Κώστα («Εχει τους καλύτερους χοχλιούς που θα έχεις φάει στη ζωή σου»), που είναι λίγο πιο κάτω από την κεντρική πλατεία όπου κάθονται οι γέροντες οι οποίοι έρχονται ένας-ένας για να χαζέψουν το γύρισμα. Διάφορα κατοικίδια μπλέκονται ευχάριστα στα πόδια των ηθοποιών. «Το φοβερό είναι ότι ξέρουν πού πρέπει να πάνε», επισημαίνει η γλυκιά Ευγενία Δημητροπούλου που έχει τον ρόλο της Αννας. «Αλλο πάει στον ενδυματολόγο, άλλο στον βοηθό. Ξέρει το καθένα τη θέση του», μου λέει γελώντας. Μου αρέσει αυτή η αγαπησιάρικη ατμόσφαιρα στα παιδιά του πλατό που μοιάζουν σαν να είναι φίλοι από παλιά, τα διαρκή πειράγματα, τα καθαρά βλέμματα, η χαλαρή διάθεση και τα Birkenstock στα πόδια. Η δουλειά, ωστόσο, σε αντίθεση με τη χαλαρότητα των ανθρώπων είναι σκληρή με άπειρες ώρες γύρισμα και δύσκολες φυσικές συνθήκες. «Είμαστε ταγμένοι σε αυτό που κάνουμε», μου λέει με αποφασιστικότητα ο Μάινας, και συμπληρώνει: «Τον χειμώνα κρατούσαμε αυστηρό πρόγραμμα, γύρισμα και νωρίς-νωρίς για ύπνο. Κάτι σαν κοσμοκαλόγεροι», και η συμπρωταγωνίστριά του Γιούλικα Σκαφιδά που υποδύεται και στο σίριαλ μια από τις κόρες του -και βασική πρωταγωνίστρια-, τη Μαρία, κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι. «Τελικά μου είναι γραφτό να γίνει κόρη μου», λέει για τη Γιούλικα αστειευόμενος ο Μάινας, θυμίζοντάς μου ότι η ίδια έπαιζε και πάλι τον ρόλο της κόρης του στα «Μαύρα μεσάνυχτα». Μεταξύ τους έχει αναπτυχθεί μια «εσωτερική» σχέση και μια άψογη επαγγελματική επικοινωνία. «Υπάρχουν κοινοί κώδικες», μου λέει και ο Στέλιος, και η Γιούλικα συμφωνεί ότι διαθέτουν την ίδια οπτική των πραγμάτων, δηλαδή να μη βλέπουν τίποτα όπως φαίνεται και να μη λαμβάνουν κάτι ως δεδομένο. Μου εξηγεί τις πολυπλοκότητες του ρόλου της: «Θέλω να αποφύγω το αυτονόητο, δηλαδή να υποδυθώ μια καλή κοπέλα που είναι η πρώτη ανάγνωση του ρόλου». Αλλά και πάλι και οι δυο επιμένουν ότι η μεταξύ τους επικοινωνία εξαπλώνεται και σε όλα τα μέλη της ομάδας - είπαμε, η αρχή της συλλογικότητας διαποτίζει τα πάντα.
Η αίσθηση της ομάδας υπάρχει σε όλους. «Ευτυχώς μεταξύ μας δεν υπάρχουν ντίβες - άνθρωποι που θέλουν να το παίξουν κάπως», συμφωνεί κι ο «γιατρός» της ομάδας Αλέξανδρος Λογοθέτης. «Δεν έχουμε παράπονο, το κλίμα είναι άψογο», συναινεί κι ο Ορφέας Αυγουστίδης, δείχνοντάς μου με νόημα την υπέροχη θέα από το ξενοδοχείο «Πόρτο Ελούντα», όπου είχαμε κάτσει πριν από το γύρισμα για να πιούμε τον καφέ μας - σε αυτό το υπέροχο μέρος κατοικοεδρεύει εδώ και καιρό όλη η ομάδα. «Εχουμε φτιάξει μια τόσο δεμένη παρέα που θα είναι πολύ δύσκολο όταν θα αποχωριστούμε στο τέλος των γυρισμάτων», μου εξομολογείται η Αννίτα Κούλη και συνεχίζει: «Θα μου είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψω στην Αθήνα», ξεσηκώνοντας το χειροκρότημα των υπολοίπων. Η ίδια θυμάται με νοσταλγία τις στιγμές με τα ατέλειωτα γλέντια και τους ντόπιους κομπάρσους να κρύβουν τις ρακές κάτω από τα ρούχα τους και να τους κερνάνε. «Οπου πήγαινα κάποια γιαγιά ήθελε να μου ψήσει καφέ», λέει η Αννίτα, αλλά ο Αλέξανδρος την πειράζει: «Εμένα δεν μου έψησε καφέ ποτέ καμία γιαγιά».
Ο Στέλιος Μάινας επιμένει ότι οι «Κρήτες είναι αναμφίβολα οι πιο φιλόξενοι άνθρωποι στην Ελλάδα. Και ο τόπος μαγικός». Εχουν όλοι γίνει ένα με το νησί και τους ντόπιους, τρώνε όλοι παρέα στο διάλειμμα των γυρισμάτων -κατά τις 8- στα ταβερνάκια της Πλάκας, λατρεύουν τις βουτιές στη θάλασσα και τις καταδύσεις - ο Μάινας και ο Λογοθέτης έχουν φτιάξει ειδική ομάδα παρασύροντας και τους άλλους. Ο ίδιος ο Μάινας δίνει την εξήγηση για το παράλληλο δικό τους σύμπαν στο νησί: «Είναι τόσο καλό το περιβάλλον που δεν έχεις τις ψευδαισθήσεις ότι έχεις να παίξεις. Δεν υπάρχει διασπορά δυνάμεων». Κι όμως η διασπορά δυνάμεων υπάρχει, αλλά προς το καλό. Ξεκινά από την ψυχή της παρέας, τον σκηνοθέτη Θοδωρή Παπαδουλάκη, έναν άψογο επαγγελματία, σύμφωνα με τη δήλωση όλων, που κατάφερε να γυρίσει «σίριαλ με κινηματογραφικά στάνταρντ».
Την επαγγελματική διάσταση του όλου εγχειρήματος μου είχε επισημάνει άλλωστε προηγουμένως και η σεναριογράφος του σίριαλ Μιρέλλα Παπαποικονόμου, η οποία βρισκόταν διαρκώς στα γυρίσματα επεμβαίνοντας στο σενάριο όποτε χρειαζόταν.
Εκεί, γύρω από αυτά τα μέρη που τα στοιχειώνουν η πέτρα, το υδάτινο στοιχείο και οι άγριοι άνεμοι θα φουντώσουν, σύμφωνα με το σενάριο, οι πιο δυνατοί δεσμοί και σχέσεις ανάμεσα στους ζωντανούς- νεκρούς του νησιού και στους απέναντι, τους κατοίκους της Πλάκας, και των Πάνω χωριών, των τόσο επιβλητικών όσο και αδυσώπητων. Ανηφορίζοντας λοιπόν τις φιδίσιες στροφές προς ένα ακόμη χωριό όπου γίνεται το γύρισμα, το Φουρνί, και χαζεύοντας από ψηλά -και με το στόμα ανοιχτό- το νησί της Σπιναλόγκας και τον όμορφο οικισμό της Πλάκας, σκέφτομαι πως όντως εδώ ο τόπος τελειώνει. Τα κοπάδια με τα ζωντανά που διασχίζουν τα κακοτράχαλα δρομάκια είναι η μοναδική παραφωνία σε ένα βραχώδες τοπίο με λίγες άγριες ελιές και χαρουπιές που το τρώνε η εγκατάλειψη και η σκόνη. Το αγγελοπουλικό σκηνικό συνεχίζεται και στα σοκάκια του χωριού σαν σκηνές από την «Αναπαράσταση» κι είναι συγκινητικό που εδώ σε αυτό τον έρημο τόπο οι κάτοικοι ενθουσιάζονται με τους ηθοποιούς, το ίδιο και εκείνοι.
Ο Στέλιος Μάινας που παίζει τον κεντρικό ρόλο του Γιώργη του βαρκάρη επέμενε να φάω στον Κώστα («Εχει τους καλύτερους χοχλιούς που θα έχεις φάει στη ζωή σου»), που είναι λίγο πιο κάτω από την κεντρική πλατεία όπου κάθονται οι γέροντες οι οποίοι έρχονται ένας-ένας για να χαζέψουν το γύρισμα. Διάφορα κατοικίδια μπλέκονται ευχάριστα στα πόδια των ηθοποιών. «Το φοβερό είναι ότι ξέρουν πού πρέπει να πάνε», επισημαίνει η γλυκιά Ευγενία Δημητροπούλου που έχει τον ρόλο της Αννας. «Αλλο πάει στον ενδυματολόγο, άλλο στον βοηθό. Ξέρει το καθένα τη θέση του», μου λέει γελώντας. Μου αρέσει αυτή η αγαπησιάρικη ατμόσφαιρα στα παιδιά του πλατό που μοιάζουν σαν να είναι φίλοι από παλιά, τα διαρκή πειράγματα, τα καθαρά βλέμματα, η χαλαρή διάθεση και τα Birkenstock στα πόδια. Η δουλειά, ωστόσο, σε αντίθεση με τη χαλαρότητα των ανθρώπων είναι σκληρή με άπειρες ώρες γύρισμα και δύσκολες φυσικές συνθήκες. «Είμαστε ταγμένοι σε αυτό που κάνουμε», μου λέει με αποφασιστικότητα ο Μάινας, και συμπληρώνει: «Τον χειμώνα κρατούσαμε αυστηρό πρόγραμμα, γύρισμα και νωρίς-νωρίς για ύπνο. Κάτι σαν κοσμοκαλόγεροι», και η συμπρωταγωνίστριά του Γιούλικα Σκαφιδά που υποδύεται και στο σίριαλ μια από τις κόρες του -και βασική πρωταγωνίστρια-, τη Μαρία, κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι. «Τελικά μου είναι γραφτό να γίνει κόρη μου», λέει για τη Γιούλικα αστειευόμενος ο Μάινας, θυμίζοντάς μου ότι η ίδια έπαιζε και πάλι τον ρόλο της κόρης του στα «Μαύρα μεσάνυχτα». Μεταξύ τους έχει αναπτυχθεί μια «εσωτερική» σχέση και μια άψογη επαγγελματική επικοινωνία. «Υπάρχουν κοινοί κώδικες», μου λέει και ο Στέλιος, και η Γιούλικα συμφωνεί ότι διαθέτουν την ίδια οπτική των πραγμάτων, δηλαδή να μη βλέπουν τίποτα όπως φαίνεται και να μη λαμβάνουν κάτι ως δεδομένο. Μου εξηγεί τις πολυπλοκότητες του ρόλου της: «Θέλω να αποφύγω το αυτονόητο, δηλαδή να υποδυθώ μια καλή κοπέλα που είναι η πρώτη ανάγνωση του ρόλου». Αλλά και πάλι και οι δυο επιμένουν ότι η μεταξύ τους επικοινωνία εξαπλώνεται και σε όλα τα μέλη της ομάδας - είπαμε, η αρχή της συλλογικότητας διαποτίζει τα πάντα.
Η αίσθηση της ομάδας υπάρχει σε όλους. «Ευτυχώς μεταξύ μας δεν υπάρχουν ντίβες - άνθρωποι που θέλουν να το παίξουν κάπως», συμφωνεί κι ο «γιατρός» της ομάδας Αλέξανδρος Λογοθέτης. «Δεν έχουμε παράπονο, το κλίμα είναι άψογο», συναινεί κι ο Ορφέας Αυγουστίδης, δείχνοντάς μου με νόημα την υπέροχη θέα από το ξενοδοχείο «Πόρτο Ελούντα», όπου είχαμε κάτσει πριν από το γύρισμα για να πιούμε τον καφέ μας - σε αυτό το υπέροχο μέρος κατοικοεδρεύει εδώ και καιρό όλη η ομάδα. «Εχουμε φτιάξει μια τόσο δεμένη παρέα που θα είναι πολύ δύσκολο όταν θα αποχωριστούμε στο τέλος των γυρισμάτων», μου εξομολογείται η Αννίτα Κούλη και συνεχίζει: «Θα μου είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψω στην Αθήνα», ξεσηκώνοντας το χειροκρότημα των υπολοίπων. Η ίδια θυμάται με νοσταλγία τις στιγμές με τα ατέλειωτα γλέντια και τους ντόπιους κομπάρσους να κρύβουν τις ρακές κάτω από τα ρούχα τους και να τους κερνάνε. «Οπου πήγαινα κάποια γιαγιά ήθελε να μου ψήσει καφέ», λέει η Αννίτα, αλλά ο Αλέξανδρος την πειράζει: «Εμένα δεν μου έψησε καφέ ποτέ καμία γιαγιά».
Ο Στέλιος Μάινας επιμένει ότι οι «Κρήτες είναι αναμφίβολα οι πιο φιλόξενοι άνθρωποι στην Ελλάδα. Και ο τόπος μαγικός». Εχουν όλοι γίνει ένα με το νησί και τους ντόπιους, τρώνε όλοι παρέα στο διάλειμμα των γυρισμάτων -κατά τις 8- στα ταβερνάκια της Πλάκας, λατρεύουν τις βουτιές στη θάλασσα και τις καταδύσεις - ο Μάινας και ο Λογοθέτης έχουν φτιάξει ειδική ομάδα παρασύροντας και τους άλλους. Ο ίδιος ο Μάινας δίνει την εξήγηση για το παράλληλο δικό τους σύμπαν στο νησί: «Είναι τόσο καλό το περιβάλλον που δεν έχεις τις ψευδαισθήσεις ότι έχεις να παίξεις. Δεν υπάρχει διασπορά δυνάμεων». Κι όμως η διασπορά δυνάμεων υπάρχει, αλλά προς το καλό. Ξεκινά από την ψυχή της παρέας, τον σκηνοθέτη Θοδωρή Παπαδουλάκη, έναν άψογο επαγγελματία, σύμφωνα με τη δήλωση όλων, που κατάφερε να γυρίσει «σίριαλ με κινηματογραφικά στάνταρντ».
Την επαγγελματική διάσταση του όλου εγχειρήματος μου είχε επισημάνει άλλωστε προηγουμένως και η σεναριογράφος του σίριαλ Μιρέλλα Παπαποικονόμου, η οποία βρισκόταν διαρκώς στα γυρίσματα επεμβαίνοντας στο σενάριο όποτε χρειαζόταν.
Μιλώντας μάλιστα και μαζί της μου εξομολογείται πόσο χάρηκε την παρέα με όλο το καστ, «τις αμέτρητες συζητήσεις γύρω από το τζάκι, τις κιθάρες, τα αμέτρητα παιχνίδια». Η ίδια συνεργάστηκε στενά και με τη συγγραφέα του βιβλίου Βικτόρια Χίσλοπ, που τίμησε με τη δική της παρουσία το νησί. Το καλό είναι, μου τονίζουν επανειλημμένα οι ηθοποιοί, ότι το σίριαλ δίνει το τοπικό χρώμα χωρίς να γίνεται φολκλόρ, έντονες στιγμές χωρίς συναισθηματικές ευκολίες, κι όλα αυτά με ρεαλιστικούς διαλόγους και υπέροχη φωτογραφία. «Αλλά ας μη γινόμαστε υπερβολικοί», με επαναφέρει στην πραγματικότητα ο Μάινας, «μια δουλειά είναι κι αυτή όπως οι άλλες. Δεν πρέπει να χάνουμε το μέτρο, ούτε να ξεχνάμε το αυτονόητο. Αυτή θα πρέπει να είναι η κανονική ροή των πραγμάτων κι όχι η εξαίρεση». Ωστόσο η υπερβολή υπάρχει έτσι κι αλλιώς: στις μνήμες που πάνε πίσω στους ανθρώπους με τα χαρακωμένα πρόσωπα και τα ονειροπόλα μάτια μέχρι τη σημερινή υπερανθρώπινη προσπάθεια με τα ανεξάντλητα γυρίσματα -που ξεπερνάνε τις 10 ώρες-, το αμέτρητο καστ, τα τεράστια ποσά που πρέπει να δαπανηθούν σε αυτό το εγχείρημα. Το στοιχείο της υπερβολής γίνεται το πρώτο υλικό μιας προσπάθειας με κοινούς, ταλαντούχους συνενόχους. «Ζούμε τις τελευταίες μέρες της Πομπηίας...», λέει γελώντας ο Αλέξανδρος Λογοθέτης και ο Στέλιος Μάινας συμπληρώνει: «…Και πίσω το ηφαίστειο να βράζει!».
Η στάχτη κρατάει όμως ζωντανό το αίμα, αυτό που έκανε όλους αυτούς τους ανθρώπους να διαμορφώσουν την κοινότητα του νησιού γυρνώντας την πλάτη στον θάνατο, αυτό που τώρα κάνει μια αρμαθιά νέων παθιασμένων ανθρώπων να μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν ξοφλήσαμε ακόμη - ούτε καν η τηλεόρασή μας. ευχαριστούμε το ξενοδοχείο «Porto εlounda De Luxe Resort» για τη φιλοξενία Οσο κι αν τους συνεπαίρνει ο ρυθμός ζωής στη Σπιναλόγκα, οι ηθοποιοί και οι τεχνικοί του σίριαλ παραμένουν άψογοι επαγγελματίες.
Η στάχτη κρατάει όμως ζωντανό το αίμα, αυτό που έκανε όλους αυτούς τους ανθρώπους να διαμορφώσουν την κοινότητα του νησιού γυρνώντας την πλάτη στον θάνατο, αυτό που τώρα κάνει μια αρμαθιά νέων παθιασμένων ανθρώπων να μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν ξοφλήσαμε ακόμη - ούτε καν η τηλεόρασή μας. ευχαριστούμε το ξενοδοχείο «Porto εlounda De Luxe Resort» για τη φιλοξενία Οσο κι αν τους συνεπαίρνει ο ρυθμός ζωής στη Σπιναλόγκα, οι ηθοποιοί και οι τεχνικοί του σίριαλ παραμένουν άψογοι επαγγελματίες.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα