«Δεν αντέχω τη μοναξιά»

«Δεν αντέχω τη μοναξιά»

Mε τη Δούκισσα συναντιόμαστε πρώτη φορά σχεδόν αχάραγα στο λιμάνι του Πειραιά. Ψηλή, ξανθιά, αέρινη, σχεδόν ζεν, με φιλάει στα μάγουλα για το «χαίρω πολύ» -όχι δήθεν, στον αέρα, κανονικά- και με ρωτά με απορία: «Μαγιό έφερες;».

«Δεν αντέχω τη μοναξιά»
Mε τη Δούκισσα συναντιόμαστε πρώτη φορά σχεδόν αχάραγα στο λιμάνι του Πειραιά. Ψηλή, ξανθιά, αέρινη, σχεδόν ζεν, με φιλάει στα μάγουλα για το «χαίρω πολύ» -όχι δήθεν, στον αέρα, κανονικά- και με ρωτά με απορία: «Μαγιό έφερες;». Στη διαδρομή για την Υδρα δεν αφήνει το «έξυπνο» κινητό της ούτε στιγμή από τα χέρια της. Μόλις θα ελλιμενιστούμε θα κάνει το πρώτο της πρωινό tweet, από την Υδρα πια. «Το Twitter», μου λέει, «έχει χαβαλέ». Της φαίνεται εντελώς ακατανόητο που όλοι οι υπόλοιποι αναζητάμε με μανία τυμβωρύχου για το Αγιο Δισκοπότηρο το κλισέ δίπτυχο «καφές και τσιγάρο». Μου αντιτείνει το προσωπικό διατροφικό φετίχ της, μια μπάρα δημητριακών «Fitness», για να με αποτρέψει από την ατασθαλία. Μία βδομάδα αργότερα, όταν συναντιόμαστε για τη συνέντευξη στην «έδρα της» στη Βουλιαγμένη, θα μου πει πως δεν της αρέσει καθόλου να έχει εξαρτήσεις. Με εξαίρεση βέβαια τον έρωτα: «Δε μου αρέσει να ζω μέτρια. Και οι έρωτές μου δεν θέλω να είναι μέτριοι. Μ’ αρέσει να δένομαι με έναν άνθρωπο και να ’χουμε μια σχέση τύπου “σ’ έχω ανάγκη”», ομολογεί. Αβαφτη, ντυμένη άκρως καλοκαιρινά και αφού με έχει επιπλήξει που μέσα στον καύσωνα φοράω σκουρόχρωμο μπλουζάκι, τρώει το γλυκό περγαμόντο που της προσφέρει ο σερβιτόρος μ’ εκείνη τη σιγουριά και την αυτοματοποίηση των κινήσεων που φέρνει η γνώση των συνηθειών του παλιού, καλού πελάτη. Η Δούκισσα γεννήθηκε στον Πειραιά, μεγάλωσε και μένει στα νότια προάστια της Αθήνας, δίπλα στη θάλασσα. «Η θάλασσα είναι η συντροφιά μου, το παυσίπονό μου όταν δεν είμαι καλά. Ακόμη και τον χειμώνα, μ’ αρέσει να κατεβαίνω στην παραλία και να τη χαζεύω ανεμοδαρμένη. Ενδεχομένως να το έχω πάρει αυτό από τον πατέρα μου που πριν γίνει τραγουδιστής ήταν καπετάνιος». Μπορεί η γεωγραφική της θέση να της προσφέρει «ασφάλεια» και απόσταση από το κέντρο της Αθήνας, που «βράζει» αυτόν τον καιρό, όμως, όπως μου λέει, η ίδια νιώθει σαν ένα από τα κορίτσια των 20 και κάτι χρόνων που της στέλνουν μηνύματα και επικοινωνούν μαζί της στην απογευματινή ραδιοφωνική εκπομπή που έχει ξεκινήσει εδώ και τρεις βδομάδες. Αραγε νιώθει και «αγανακτισμένη», όπως πολλά από τα κορίτσια με τα οποία ταυτίζεται; «Εχω κατέβει στο Σύνταγμα. Δεν υπάρχει όμως λόγος να το διαλαλώ. Είναι κάτι αυθόρμητο, που το νιώθεις και το κάνεις». Μου λέει πως όλοι έχουμε φτάσει στο «μη παρέκει», πως στη δουλειά της τα πράγματα δεν είναι μόνο εφήμερα, αλλά περισσότερο αβέβαια από ποτέ, ωστόσο αρνείται πεισματικά να χάσει την ελπίδα και την αισιοδοξία της. Για εκείνους που ίσως δεν το γνωρίζουν, η Δούκισσα, εκτός από γνωστό μοντέλο, πρώην Σταρ Ελλάς, τηλεπαρουσιάστρια, ραδιοφωνική παραγωγός και εκ των ων ουκ άνευ θέμα των εβδομαδιαίων lifestyle περιοδικών χάρη στη διαφιλονικούμενη σχέση της με τον Χρήστο Χολίδη, είναι και απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ. Αριστούχος μάλιστα. Παρότι μικρή, μου λέει επί λέξει, ήθελε να γίνει «η δασκάλα με τα ξανθιά μαλλιά» κι ακόμη και σήμερα αναρωτιέται πολλές φορές γιατί δεν έγινε δασκάλα, η απουσιολόγος στο σχολείο Δούκισσα τελικά ακολούθησε τα χνάρια του κατά έναν χρόνο μεγαλύτερου αδελφού της. Θυμάται ακόμη πως στην τελευταία τάξη του Λυκείου διάβαζε κρυφά τα πανεπιστημιακά συγγράμματά του και πως έναν χρόνο μετά βρέθηκε στα έδρανα του Οικονομικού Πανεπιστημίου. «Το καλοκαίρι που τελείωσα το σχολείο ήθελα να δουλέψω, να βγάλω το δικό μου χαρτζιλίκι. Ενιωθα ότι έπρεπε να αναλάβω κάποιες ευθύνες, να πάρω τα πράγματα πάνω μου. Ηθελα απεγνωσμένα να κάνω κάτι. Οπότε πήγα σε μια καφετέρια που βρίσκεται κάτω από το πατρικό μου και τους λέω ‘‘μήπως χρειάζεστε κάποιον να δουλέψει στο μαγαζί;’’». Μπορεί τα πουρμπουάρ που εισέπραττε χάριν τσαχπινιάς, όπως μου λέει, να ήταν κάτι παραπάνω από δελεαστικά, όμως οι νέες της υποχρεώσεις στο πανεπιστήμιο δεν της επέτρεπαν να συνεχίσει. Η γνωριμία του πατέρα της, Νίκου Νομικού, με την Κρίστη θα βάλει τη Δούκισσα στο μονοπάτι του μόντελινγκ. Για το χαρτζιλίκι, όπως θυμάται: «Δεν ήμουν ποτέ τρελή με τη μόδα. Ούτε τώρα είμαι. Ποτέ δεν υπήρξα το κολλημένο κοριτσάκι που ήθελε να κάνει καριέρα στο μόντελινγκ».



Η Δούκισσα δεν μεγάλωσε με προδιαγραφές Barbie. «Μπορώ να σου πω ότι ήμουν αγοροκόριτσο. Θυμάμαι τα καλοκαίρια στη Σχοινούσα που έπαιζα ποδόσφαιρο με τα αγόρια. Ημουν πάντα τερματοφύλακας. Και το ’χα δει με πάθος… Επεφτα από δω, έπεφτα από κει… Αν δεις κάτι σημαδάκια που έχω στα πόδια μου, από τότε είναι». Μου λέει πως εμφανισιακά αισθανόταν τότε ένα φυσιολογικό κορίτσι, δεν ένιωθε η θεά: «Οταν ήμουν μικρή θεωρούσα πως ήμουν όμορφο κοριτσάκι. Τώρα που βλέπω παλιές φωτογραφίες μου, λέω “εντάξει, τελικά δεν ήμουν και το πιο όμορφο κορίτσι”». Της λείπει η αγνότητα, η αθωότητα των παιδικών της καλοκαιριών. Τότε που σκαρφάλωνε σε μια ξένη συκιά για να κλέψει σύκα και έπαιζε εξαντλητικό «κρυφό» με τα ξαδέλφια της από το πρωί ως το βράδυ στη Σχοινούσα. Οταν αναφέρεται στα παιδικά της χρόνια, το πρόσωπό της φωτίζεται. Από τότε έχει κρατήσει μια παλιά απαράβατη συνήθεια. Το ημερολόγιό της. «Εχω ένα τετράδιο και γράφω εδώ και περίπου 15 χρόνια. Οποτε νιώθω ένταση, πίεση, ακόμη και μεγάλη χαρά το εκφράζω γράφοντάς το. Είναι σαν να το λέω στον εαυτό μου». Ισως είναι και η μόνη στιγμή μέσα στη μέρα που της αρέσει να είναι μόνη της, αφού μου λέει πως η μοναξιά τη φοβίζει. Αυτός είναι και ο λόγος που επιμένει να ζει στο πατρικό της, μαζί με την οικογένειά της, η οποία, μου λέει, είναι το πρότυπό της: «Υπάρχει μια αδυναμία μεταξύ μπαμπά - κόρης. Ομως και με τη μητέρα μου είμαι πάρα πολύ δεμένη. Η μαμά μου είναι πολύ νέα, δεν έχουμε μεγάλη διαφορά ηλικίας. Κάνουμε παρέα, πάμε γυμναστήριο, για ψώνια, για μπάνιο. Η μητέρα μου άφησε τα πάντα στη Γερμανία και ήρθε εδώ για χάρη του μπαμπά μου. Τη θαυμάζω σε όλα της. Ο,τι και να κάνει, τα καταφέρνει πολύ καλά. Θεέ μου… Κάνω ερωτική εξομολόγηση στη μητέρα μου», αφηγείται γελώντας. «Ομως κι ο μπαμπάς μου είναι ο καλύτερος άνθρωπος που υπάρχει. Και δουλεύει και σ’ αυτό τον χώρο. Τόσο αγνή ψυχή σαν του πατέρα μου δεν έχω γνωρίσει ξανά. Είναι ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος, η πιο ευγενική ψυχή και ο πιο φιλότιμος», καταλήγει μεταξύ συγκίνησης και περηφάνιας. Η Δούκισσα είναι από τα κορίτσια εκείνα που δεν μπορούν να κρύψουν τα συναισθήματά τους. Στη διάρκεια της κουβέντας μας τη βλέπω να κοκκινίζει, να αναπολεί, να ενθουσιάζεται. Κι όλα να διαγράφονται στο πρόσωπό της. Ενα πρόσωπο φωτεινό, με βλέμμα καθαρό και ματιά αλώβητη από τα φώτα και τα φλας. Η Δούκισσα κοιμάται και ξυπνάει ευγνώμων για όσα ζει, ξέρει να λέει στον εαυτό της «συγκεντρώσου!» και -πιστέψτε με- το μόνο που μπορεί να την πανικοβάλει είναι καμιά περαστική κατσαρίδα από το μπαλκόνι του σπιτιού της. Αν μένετε στα νότια προάστια και ακούσετε φωνές, τώρα πια ξέρετε!

Ευχαριστούμε το ξενοδοχείο «Miranda» στην Υδρα για τη φιλοξενία, τον Μάκη Αντύπα για την πολύτιμη βοήθειά του και τον Παντελή για την παραχώρηση της βάρκας του.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης