Η Τζίνα Φωτεινοπούλου μιλάει στο Πρώτο Θέμα

Η Τζίνα Φωτεινοπούλου μιλάει στο Πρώτο Θέμα

Από τις βόλτες της Λυρικής στην Αθήνα μέχρι το Μουσείο της Ακρόπολης οι οπερέτες ακούγονται σε κάθε άκρη της πόλης - και όχι μόνο. Η πραγματικότητα φαίνεται λιγότερο γκρίζα με τα φρου φρου και τα ανάλαφρα βαλσάκια μιας όμορφης οπερέτας

Η Τζίνα Φωτεινοπούλου μιλάει στο Πρώτο Θέμα
Ήταν να μη γίνει η αρχή: τέλη του καλοκαιριού και παρά την ανυπόφορη ζέστη, οι ερμηνευτές της Λυρικής Σκηνής βγήκαν παγανιά σε διάφορα σημεία της πόλης. Λυρικά ακούσματα στη μέση της Πανεπιστημίου, χαρμόσυνες μουσικές στην καρδιά της Κυψέλης, αναμνήσεις και χρώματα στον πολύπαθο Αγιο Παντελεήμονα.

Η απλή αυτή ιδέα να έρθει η Λυρική κοντά στον κόσμο είχε συνέχεια με τις απανωτές sold out παραστάσεις που ακολούθησαν ολόκληρη τη χρονιά («Χορός των μεταμφιεσμένων», «Το ελιξίριο του έρωτα», «Εύθυμη χήρα»). Αλλά δεν ήταν μόνο η Λυρική που προτίμησε τις οπερέτες. Αλλοτινές νοσταλγικές εποχές ξαναζωντάνεψαν με το «Αναζητώντας τον Αττίκ» που συνεχίζεται ακόμη στο θέατρο Badminton, ενώ στο ίδιο θέατρο αναμένεται το «Variete»... με τη συνοδεία τσαγιού και τρεις σοπράνο να τραγουδούν μελωδίες αγαπημένες. Οπερέτες ακούστηκαν ζωντανά ακόμη και μέσα στο Μουσείο της Ακρόπολης, αλλά και στο πολύ ασυμβίβαστο με αυτό το είδος Φεστιβάλ Αθηνών.

Παραστάσεις που δεν σταμάτησαν να κόβουν εισιτήρια, κάνοντας το ελληνικό κοινό να τραγουδάει βιεννέζικα βαλσάκια και να χειροκροτά τα ξεσηκωτικά τραγούδια του Αττίκ. Εικόνες γεμάτες φρου φρου κι αρώματα παρέα με σοπράνο που κλείνουν συνωμοτικά το μάτι στο κοινό, περιχαρείς γιαγιάδες που διασκεδάζουν αγκαλιά με τα έκπληκτα εγγόνια τους.

Τι είναι όμως αυτό που κάνει το ελληνικό κοινό να επιστρέφει στις οπερέτες; Ποια... οπερατική δύναμη ανάγκασε τον κόσμο που γέμισε το Μουσείο της Ακρόπολης να καθηλωθεί με τις πόλκες και τις μαζούρκες... μπροστά από το αέτωμα του Εκατόμπεδου; Προφανώς δεν είναι μόνο ο Πουτσίνι ούτε ο Στράους, αλλά μάλλον η ανάγκη για πιο συμπαθητικά, γλυκά και ανάλαφρα ακούσματα που προσφέρονται ως ιδανική παρηγοριά στον ζόφο των ημερών.

Αν η οπερέτα άνθισε στον Μεσοπόλεμο, ανάμεσα σε οικογένειες που θρηνούσαν απώλειες και έπρεπε να τα βγάλουν πέρα σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες, για τους ίδιους λόγους είναι που ξεπουλάει σήμερα. Τα νοσταλγικά ακούσματα από την εποχή της μπελ επόκ, οι εικόνες από την όμορφη Αθήνα με τις καντάδες, οι φωτογραφίες από τα μπεν μιξ και τα ρετρό κουστούμια είναι μια όμορφη και πιασάρικη συνταγή για πάσης φύσεως πικραμένους.
Κλείσιμο

Η νοσταλγία για οτιδήποτε ξεχασμένο και όμορφο που χαρακτηρίζει τις ημέρες μας είναι αυτή που κάνει το κοινό να μαγεύεται από τα φανταχτερά ομπρελίνα και τα ρομαντικά κόρτε επί σκηνής. Ακόμη όμως και το κοινό που παρακολουθεί τις εντυπωσιακές παραστάσεις, φέρνει στον νου ένα μυθιστορηματικό σκηνικό κατευθείαν εντοπισμένο στην καθημερινότητα: κυρίες με φουντωτά μαλλιά, κοστουμαρισμένοι μεσήλικες -πού αλλού να βάλεις το κουστούμι τη σήμερον ημέρα;-, μικρές κοπέλες με γυαλιστερές φούστες και αγοράκια μαγεμένα από το υπερθέαμα (η οπερέτα βάζει κάτω το καλύτερο Χόλιγουντ). Οι σημερινές παραγωγές της Λυρικής κατακτούν με τα πλούσια ελέη τους όλες τις ηλικίες, με αποτέλεσμα η οπερέτα να μετατρέπεται στο απόλυτο family entertainment: με ένα φτηνό σχετικά εισιτήριο μπορεί μια οικογένεια να παρακολουθήσει μια μεγάλη, εντυπωσιακή παραγωγή, φτιαγμένη για όλα τα γούστα και όλες τις ηλικίες, και να ταξιδέψει σε άλλους κόσμους - πιο μελωδικούς και σαφώς πιο ονειρεμένους.

Η «Εύθυμη χήρα» και η Τζίνα Φωτεινοπούλου
«Το στόρι στις οπερέτες είναι χαρούμενο και μπορεί να γίνει κατανοητό από όλους», μας εξηγεί η Τζίνα Φωτεινοπούλου, μία από τις ξεχωριστές πρωταγωνίστριες στη sold out παραγωγή της Λυρικής «Εύθυμη χήρα». Πρόκειται για μια αντιπροσωπευτική οπερέτα διά χειρός Φραντς Λέχαρ, ακριβώς όπως φαντάζεται κανείς τα έργα αυτού του είδους: εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια, υπέροχες μελωδίες με ανάκατα πιασάρικα ακούσματα - από βιεννέζικα βαλς μέχρι χορούς καν-καν, αλλά και μια ερωτική και ανάλαφρη διάθεση να διαπερνά όλο το έργο. Στην εντυπωσιακή μεταφορά της Λυρικής Σκηνής, που συνεχίζεται στο θέατρο «Ολύμπιον», ο Δημήτρης Λιγνάδης έχει βάλει το ευλογημένο θεατρικό χεράκι του ώστε να αποδοθεί όσο πιο θεατρικά και παραστατικά γίνεται η βιεννέζικη ατμόσφαιρα, η παρισινή νυχτερινή ζωή του τέλους του 19ου αιώνα στο διάσημο «Μαξίμ», αλλά και οι φολκλορικοί χοροί των Βαλκανίων σε ένα εντυπωσιακό κοκκινόμαυρο σκηνικό. Μια περιήγηση στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, η οποία ενισχύεται από την ίδια τη δράση καθώς οι κεντρικοί πρωταγωνιστές είναι διπλωμάτες.

Η Τζίνα Φωτεινοπούλου ομολογουμένως κερδίζει τις εντυπώσεις ως Βαλεντίνη, γεμάτη ζωντάνια, μπρίο, ενώ ξεχωρίζει για την εξαιρετική φωνητική της απόδοση. «Η ηρωίδα μου είναι παρεξηγήσιμη, καθώς στην πραγματικότητα δεν θέλει να απατήσει τον άνδρα της αλλά απλώς να τον ταρακουνήσει. Του μένει άλλωστε πιστή μέχρι το τέλος», μας εξηγεί μιλώντας παθιασμένα για τον ρόλο της στην «Εύθυμη χήρα» η Φωτεινοπούλου, όπως και για τη συμμετοχή της στο «Μαγικό βιολί», όπου παίζει μια πριγκιποπούλα η οποία με τη δύναμη της μουσικής μπορεί και μεταμορφώνει την γκρίζα πόλη και τον αυστηρό βασιλιά. Στην Τζίνα Φωτεινοπούλου αρέσουν αυτές οι ιστορίες, οι γεμάτες θετικό οίστρο όπως η ίδια, και μια δύναμη να μετασχηματίζουν την άσχημη καθημερινότητα σε ένα αστείρευτο παραμύθι. «Μπορεί να με πουν ρομαντική, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να αγαπάς με πάθος και να επιμένεις σε αυτό που κάνεις. Αν δεν πρεσβεύεις ένα καλύτερο μέλλον, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Πρέπει κάπου να πιστεύεις ότι μπορείς να κινήσεις μόνος σου το σύμπαν, ώστε να μπορέσει αυτό να σου επιστρέψει όλη τη θετική, καθολική ενέργεια».

Δεν το λέει μεταφυσικά, κάθε άλλο: το δηλώνει με την πίστη ενός ανθρώπου που θέλει να ανατρέψει την αρνητική ροή των πραγμάτων - και η οπερέτα είναι σίγουρα ένα τέτοιο όμορφο όπλο. «Σε μια περίοδο κρίσης πρέπει να μπούμε πίσω από το όχημα που βαλτώνει και να το σπρώξουμε με τη δύναμη που διαθέτει ο καθένας. Αν δεν το κάνουμε, δεν υπάρχει περίπτωση να βγει ποτέ από τον βάλτο». Μας μιλάει με τον πιο αγαπησιάρικο τρόπο για το τωρινό «σπίτι» της, τη Λυρική, αλλά και τα σχέδιά της για το μέλλον, τη μεγάλη της αγάπη για τις τέχνες και τη μουσική. Μεγαλωμένη σε οικογένεια που αγαπούσε ανέκαθεν το διάβασμα και τα όμορφα ακούσματα -ο μπαμπάς της είχε ιδιαίτερη αδυναμία στην τζαζ-, έδειξε από μικρή ότι μπορεί να καταπιάνεται με άνεση με οτιδήποτε της κινούσε τη φαντασία: τη μουσική, την υποκριτική, τον χορό και το τραγούδι. Παράλληλα ή και ταυτόχρονα.

Ηταν επομένως φυσικό το ότι πέρασε στη Φιλοσοφική Αθηνών, τελείωσε με άριστα το Ωδείο Αθηνών - η ίδια ομολογεί ότι οφείλει πολλά στη δασκάλα της κυρία Κική Μορφονιού. Τα προσόντα και η κατάρτισή της την οδήγησαν στο Middlesex, από όπου πήρε πτυχίο στα BA Honors Performing Arts, κάτι που δικαιολογεί και τον αναλυτικό και παρατηρητικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει το εκάστοτε έργο. Είχε επίσης την τύχη να βρεθεί στη φημισμένη Royal Academy of Arts για να πάρει τα φώτα της Αντζελα Ελιοτ. Ωστόσο δεν το μετανιώνει που γύρισε στην Ελλάδα: «Τώρα είναι η εποχή όπου όλοι πρέπει να βάλουμε τα δυνατά μας για τη χώρα, όπως μπορεί ο καθένας. Ας αντλήσουμε δύναμη από παντού: τη φαντασία, τη δημιουργία, τον έρωτα. Ο έρωτας άλλωστε είναι η κινητήριος δύναμη όλων», μου λέει με τη θετική δύναμη ενός ανθρώπου που ακόμη πιστεύει στην ευαισθησία και την ομορφιά. Ακριβώς δηλαδή όπως μια οπερέτα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης