Ερευνητές στις ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων δύο επιστήμονες ελληνικής καταγωγής, ανέπτυξαν για πρώτη φορά μια αιματολογική εξέταση που μπορεί να προβλέψει πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να ανακάμψει η υγεία ενός ασθενούς μετά την εγχείρησή του στο νοσοκομείο. Το τεστ ανιχνεύει τις αφανείς αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος σε κυτταρικό επίπεδο, εκτιμώντας έτσι τον αναμενόμενο χρόνο ανάρρωσης.
Κάθε χρόνο παγκοσμίως γίνονται πάνω από 200 εκατομμύρια εγχειρίσεις. Αν και οι περισσότερες δεν θεωρούνται σοβαρές, παρόλα αυτά συχνά προκαλούν φλεγμονές, με συνέπεια να παρατείνεται η περίοδος ανάρρωσης του ασθενούς. Μέχρι σήμερα, εκατομμύρια ασθενείς σε ολόκληρο τον κόσμο, όταν βγαίνουν από το χειρουργείο, πολύ συχνά δεν γνωρίζουν -ούτε οι γιατροί τους- πόσο γρήγορα θα αναρρώσουν και πότε θα είναι σε θέση να επιστρέψουν στη δουλειά τους και στην οικογένειά τους.
Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη κατανοήσει επαρκώς γιατί μερικοί άνθρωποι ανακάμπτουν γρήγορα (π.χ. μέσα σε μία εβδομάδα), ενώ άλλοι -μετά την ίδια ακριβώς επέμβαση- μπορεί να καθυστερούν για ένα μήνα ή περισσότερους μήνες, έως ότου επανέλθουν στην προηγούμενη κατάστασή τους, αντιμετωπίζοντας στο μεταξύ πόνους, κόπωση, κινητικά προβλήματα κ.α.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή μικροβιολογίας - ανοσολογίας Γκάρι Νόλαν και τον αναισθησιολόγο Μπράις Γκοντιλιέρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Science Translational Medicine», ανέλυσαν δείγματα αίματος από 32 ασθενείς ηλικίας 50 έως 80 ετών, που είχαν κάνει ορθοπεδική εγχείρηση. Οι ερευνητές ανακάλυψαν «σήματα» στα κύτταρα, που έως τώρα είχαν περάσει απαρατήρητα και τα οποία αποτελούν μια καλή ένδειξη για το πόσο γρήγορα θεραπεύεται μια χειρουργημένη περιοχή.
Οι επιστήμονες, όπως ανέφεραν, βρήκαν μια ανοσολογική «υπογραφή» της ανάρρωσης, διαφορετική για κάθε άνθρωπο, που συνίσταται σε μια ομάδα βιοχημικών δεικτών, οι οποίοι μπορούν να μετρηθούν στο αίμα μέσα σε 24 ώρες μετά την χειρουργική επέμβαση. Όταν η δραστηριότητα σε μια συγκεκριμένη ομάδα ανοσο-κυττάρων είναι έντονη, τότε η ανάκαμψη θα είναι αργή, ενώ αντίθετα αν η δραστηριότητα είναι χαμηλή, τότε η ανάρρωση θα είναι ταχεία.
Οι ερευνητές ευελπιστούν, μάλιστα, ότι θα καταφέρουν τελικά να αναπτύξουν ένα τεστ που θα γίνεται όχι μετά, αλλά πριν την εγχείρηση και θα προβλέπει κατά προσέγγιση τον χρόνο ανάκαμψης του ασθενούς μετά την επέμβαση. Με αυτό τον τρόπο, θα εντοπίζονται εκείνοι οι ασθενείς για τους οποίους μια χειρουργική επέμβαση μπορεί να έχει μεγαλύτερους κινδύνους από ό,τι οφέλη.
Από ελληνικής πλευράς, στην ανακάλυψη συμμετείχαν οι ερευνήτριες Γκαμπριέλα Φραγκιαδάκη και Μόνικα Νικολάου του Τμήματος Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.