Το ASUS ExpertBook P5 έρχεται με τεχνολογίες που ενισχύουν την ασφάλεια και την παραγωγικότητα.
Πάνος Κοκκινόπουλος: Φώτα, Κάμερα, Πάμε
Πάνος Κοκκινόπουλος: Φώτα, Κάμερα, Πάμε
Επέστρεψε στα τηλεοπτικά πράγματα, τα οποία θέλει να βλέπει πάντα με κινηματογραφική ματιά, αντιμετωπίζει σκωπτικά την ελληνική πραγματικότητα, δεν πιστεύει ότι η οικονομική κρίση φταίει για όλα και θεωρεί ότι το μεγαλύτερο βραβείο είναι η εμπιστοσύνη των θεατρικών ηθοποιών
Ο Πάνος Κοκκινόπουλος επέστρεψε μετά από τέσσερα χρόνια στην τηλεόραση με τη «Δέκατη Εντολή». Επιμένει να χρησιμοποιεί κινηματογραφικούς όρους όταν αναφέρεται στις τηλεοπτικές παραγωγές, βλέπει συστηματικά ξένα σίριαλ και όταν μιλά για κινηματογράφο θυμάται τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και τις ολονύχτιες βόλτες τους στο Παρίσι. Περιγράφει την Ελλάδα του σήμερα ως τον τόπο της ξεφτίλας και του σκυλάδικου. Πιστεύει ότι το μυαλό μας στέγνωσε όχι από την οικονομική κρίση, αλλά γιατί μάθαμε στα εύκολα.
Στη διαπίστωση ότι παρά τα οκτώ χρόνια που πέρασαν από την προβολή του προηγούμενου κύκλου της «Δέκατης Εντολής» (ενώ μεσολάβησαν για εκείνον τα «Μαύρα μεσάνυχτα» στο MEGA), λόγω των επαναλήψεων στον ALPHA (και μέσω του YouTube) υπάρχει η αίσθηση της συνέχειας, έχει να πει ότι αυτό είναι και καλό και κακό: «Το κακό είναι ότι ακόμα κι εγώ δεν μπορώ να δω για 25η φορά ένα επεισόδιο που γύρισα πριν από δέκα χρόνια, γιατί βλέπω μόνο λάθη. Το καλό είναι πως μέσα από τη διαδικασία δημιουργήθηκαν νέες γενιές θεατών. Αν και κάποιοι περιμένουν να δουν αυτό που ήδη γνωρίζουν. Αυτό που κάνουμε τώρα δεν είναι η παλιά “Δέκατη Εντολή”. Δεν θα μπορούσε να είναι. Εχουν αλλάξει πολλά μετά από τόσα χρόνια. Κι εγώ έχω αλλάξει. Και δεν με ενδιαφέρει να κάνω μια από τα ίδια. Δοκιμάζουμε κάτι άλλο».
Πώς θα περιέγραφε σήμερα τη συνέχεια της πετυχημένης τηλεοπτικής σειράς; «Η “Δέκατη Εντολή” δεν είναι ούτε αστυνομικό, ούτε θρίλερ. Είναι ψυχογραφήματα δολοφόνων. Ανθρώπων που ξεπερνούν τα όριά τους».
Η Λένα Παπαληγούρα, σύντροφος του Πάνου Κοκκινόπουλου, συμμετέχει στο νέο κύκλο της «Δέκατης Εντολής»
Στη διαπίστωση ότι παρά τα οκτώ χρόνια που πέρασαν από την προβολή του προηγούμενου κύκλου της «Δέκατης Εντολής» (ενώ μεσολάβησαν για εκείνον τα «Μαύρα μεσάνυχτα» στο MEGA), λόγω των επαναλήψεων στον ALPHA (και μέσω του YouTube) υπάρχει η αίσθηση της συνέχειας, έχει να πει ότι αυτό είναι και καλό και κακό: «Το κακό είναι ότι ακόμα κι εγώ δεν μπορώ να δω για 25η φορά ένα επεισόδιο που γύρισα πριν από δέκα χρόνια, γιατί βλέπω μόνο λάθη. Το καλό είναι πως μέσα από τη διαδικασία δημιουργήθηκαν νέες γενιές θεατών. Αν και κάποιοι περιμένουν να δουν αυτό που ήδη γνωρίζουν. Αυτό που κάνουμε τώρα δεν είναι η παλιά “Δέκατη Εντολή”. Δεν θα μπορούσε να είναι. Εχουν αλλάξει πολλά μετά από τόσα χρόνια. Κι εγώ έχω αλλάξει. Και δεν με ενδιαφέρει να κάνω μια από τα ίδια. Δοκιμάζουμε κάτι άλλο».
Πώς θα περιέγραφε σήμερα τη συνέχεια της πετυχημένης τηλεοπτικής σειράς; «Η “Δέκατη Εντολή” δεν είναι ούτε αστυνομικό, ούτε θρίλερ. Είναι ψυχογραφήματα δολοφόνων. Ανθρώπων που ξεπερνούν τα όριά τους».
Η Λένα Παπαληγούρα, σύντροφος του Πάνου Κοκκινόπουλου, συμμετέχει στο νέο κύκλο της «Δέκατης Εντολής»
Μιλάμε για το διάστημα της αποχής, την οικονομική κρίση και το πόσο επηρέασε τη δημιουργία ελληνικών σειρών. «Δεν φταίει μόνο η οικονομική κρίση. Παλιά κάναμε 45 σίριαλ τον χρόνο και τα περισσότερα ήταν πατάτες», απαντά κοφτά και συνεχίζει: «Η τηλεόραση είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης αυτού που είμαστε. Οπως είναι η πολιτική, το ποδόσφαιρο, η καθημερινή ζωή. Ετσι κάνουμε και τηλεόραση. Ενα μάτσο χάλια. Είμαστε ο τόπος της ξεφτίλας, του σκυλάδικου, τελεία. Οι ικανοί δημιουργοί δεν έχουν εκλείψει. Απλά δεν ασχολούνται, οπότε, ναι, λείπουν καλλιτεχνικά. Φτώχεια στην κοινωνία υπήρχε και το ’50 και το ’60. Μεγαλύτερη από τη σημερινή. Υπήρχε όμως πνευματικό κεφάλαιο. Ηρθε, μετά, τη δεκαετία του ’80, η πασοκική λαίλαπα και τα ανέτρεψε όλα. Φτάσαμε σε ένα σημείο όπου το μόνο που ενδιέφερε τους ανθρώπους ήταν πώς θα κονομήσουν τα περισσότερα δουλεύοντας λιγότερο. Το φαίνεσθαι έγινε τρόπος ζωής. Και η λογική "εγώ να είμαι καλά και όλοι οι άλλοι να πάνε να..." έγινε κυρίαρχη. Αυτό εισπράττουμε τώρα. Είμαστε όλοι για την πάρτη μας. Δεν υπάρχει συλλογικότητα. Οταν λέει η Νάντια Βαλαβάνη πως είναι πατριωτικό καθήκον να πληρώσεις την Εφορία, συγγνώμη αλλά εγώ γελάω. Το πατριωτικό καθήκον του Ελληνα σήμερα είναι πώς θα γλιτώσει την Εφορία. Ετσι έχουμε μάθει. Μάθαμε μόνο πώς να κονομάμε. Ο τόπος της ξεφτίλας, ο τόπος του σκυλάδικου, ο δικός μας τόπος. Στέγνωσε το μυαλό. Ποιος να δημιουργήσει, γιατί να δημιουργήσει, τι να δημιουργήσει; Το θέμα είναι το εύκολο χρήμα. Και όλο αυτό ξεκινάει από την Παιδεία. Κοιτάξτε πώς έχει ξεφτιλιστεί η Παιδεία. Είναι πανεπιστήμια αυτά που έχουμε όπως λειτουργούν; Οπου οι φοιτητές εκβιάζουν τους καθηγητές;».
Στην επισήμανση ότι πολλοί θα διαφωνήσουν, μιλά για γιαλαντζί επαναστάτες: «Για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλω να πω περισσότερα. Μακάρι να πάει καλά. Δεν μπορώ, όμως, να ακούω ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι χώρος διαλόγου. Μεγάλωσα και σπούδασα στη Γαλλία. Δεν έχει καμία σχέση η Παιδεία εκεί με την εδώ. Γιατί, είναι λιγότερο επαναστάτες οι νεαροί Γάλλοι από τους νεαρούς Ελληνες;».
Αφήνουμε την πολιτική. Μιλάμε για τηλεόραση, τις ξένες σειρές που του αρέσει να παρακολουθεί. Τον ρωτάω για το «House of Cards», με τον Κέβιν Σπέισι στον ρόλο του δολοπλόκου πολιτικού με φόντο τον Λευκό Οίκο. Βρίσκει ότι η τρίτη του σεζόν -που βγήκε πριν από έναν μήνα στο Netflix- έχει γίνει... σαπούνι. «Το βρετανικό είναι πολύ καλύτερο. Προτιμώ άλλες σειρές. Θεωρώ ότι οι κορυφαίες στο είδος τους είναι οι δανέζικες και οι αγγλικές. Το “The Killing”, το δανέζικο, είναι για μένα η κορυφαία αστυνομική σειρά. Το “The Bridge” και το “Borgen” επίσης. Αυτοί οι άνθρωποι που θεωρούνται οι πιο ευτυχισμένοι του κόσμου κάνουν τα πιο μαύρα πράγματα. Ισως επειδή σκέφτονται ότι δεν μπορούν να ευτυχίσουν άλλο και αυτό τους κάνει δυστυχισμένους. Στους Αγγλους μού αρέσει ότι κάνουν δουλειές στην τηλεόραση με κινηματογραφικό περίβλημα, μικρής διάρκειας, τέσσερα-έξι επεισόδια σε μια σεζόν. Από τις αμερικανικές θεωρώ ότι οι κορυφαίες του είδους ήταν το “Sopranos” και το “The Wire”, το οποίο είναι ό,τι πιο μαύρο έχει γίνει ποτέ στην αμερικανική τηλεόραση και παραμένει σημείο αναφοράς, αν και όταν προβλήθηκε τότε δεν έκανε μεγάλα νούμερα. Από τα πιο πρόσφατα θα ξεχώριζα το “True Detective”. Οι Αμερικανοί όταν μιλάνε για αστυνομικό ή θρίλερ, το πρώτο που τους ενδιαφέρει είναι η πλοκή. Οι χαρακτήρες ακολουθούν. Στήνουν τον χαρακτήρα στις πρώτες σελίδες του σεναρίου και μετά πάνε στην πλοκή. Η πρώτη φορά που η αμερικανική τηλεόραση έκανε μια σειρά βασισμένη στους χαρακτήρες και όχι στην πλοκή είναι το “True Detective”».
Ο Πάνος Κοκκινόπουλος στα γυρίσματα, καθοδηγώντας τους ηθοποιούς
Γιατί όμως στη χώρα μας, αν και έχουν το δικό τους φανατικό κοινό, οι περισσότερες από αυτές τις σειρές δεν πάνε καλά όταν βγουν στον τηλεοπτικό αέρα; «Ο τηλεθεατής στην Ελλάδα έχει συνηθίσει να ακούει ελληνικά. Οταν δεν υπάρχει ελληνικός ήχος ή τούρκικος τελευταία ο άλλος δεν το βλέπει», λέει και συνεχίζει: «Και τα τούρκικα ήρθαν γιατί δεν υπήρχαν για κάποια χρόνια καθημερινές ελληνικές σειρές. Τα οποία τούρκικα αν τα δει κανείς, πέρα από το γεγονός ότι είναι γελοίες οι ιστορίες τους, η εικόνα τους, η αισθητική τους είναι πολύ καλύτερη ακόμα και από τα περισσότερα εβδομαδιαία ελληνικά. Στην Τουρκία έχτισαν μια βιομηχανία παραγωγής τηλεοπτικών σειρών που τους αποφέρει μεγάλα έσοδα και τρελή προβολή της χώρας τους».
Τονίζει, πάντως, ότι δεν του αρέσει να διαχωρίζει τα πράγματα σε ποιοτικά και μη: «Καθετί έχει την ποιότητά του. Και μια ταινία του Χίτσκοκ, που είναι εμπορική, είναι αριστούργημα και μια ταινία του Αγγελόπουλου επίσης. Ο Αγγελόπουλος ήταν ο σπουδαιότερος σκηνοθέτης στην Ελλάδα - γιατί ένας σκηνοθέτης είναι τόσο καλύτερος όσο μικρότερη είναι η απόσταση μεταξύ του οράματός του και της πραγμάτωσης του. Ο Αγγελόπουλος αυτό που ονειρευόταν το έκανε. Και μπορεί να μην έκανε το σινεμά που μου αρέσει, αλλά δεν μπορώ παρά να του βγάλω το καπέλο. Δηλαδή τι; Μόνο ό,τι μας αρέσει είναι καλό; Με τον Θόδωρο είχα κάνει τις ωραιότερες συζητήσεις πάνω στο σινεμά. Περπατώντας ολονύχτια κάτω από τις γέφυρες του Παρισιού. Ηταν παθιασμένος με τον κινηματογράφο και με τα όνειρά του. Και αυτό μου το μετέδωσε. Του χρωστάω πάρα πολλά. Είχα υπάρξει βοηθός του. Εχω παίξει στις “Ημέρες του ’36” και τον “Θίασο”».
Παρατηρώ ότι από τις σειρές του έχει περάσει το μισό ελληνικό θέατρο. «Σχεδόν όλο θα έλεγα», με διορθώνει γελώντας και συνεχίζει: «Πολλοί θεατρικοί ηθοποιοί αποφεύγουν να κάνουν τηλεόραση γιατί όταν παίζεις σε ένα καθημερινό σίριαλ και λες 20 σελίδες κείμενο την ημέρα, βλακωδώς θα τα πεις. Θα γίνεις κακός. Και επειδή πιστεύω ότι είμαστε αυτό που κάνουμε και όχι αυτό που ονειρευόμαστε, αν καθημερινά κάνεις μέτρια πράγματα, δεν μπορείς μετά να ανέβεις στη σκηνή και να δώσεις μια εξαιρετική παράσταση. Στην Ελλάδα υπάρχουν σπουδαίοι ηθοποιοί, όποιος πάει στο θέατρο το βλέπει. Και είναι πολύ τιμητικό όταν με ένα τηλεφώνημα έρχεται ένας ηθοποιός να παίξει ακόμα και κάτι μικρό. Αυτό έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη. Με τον τρόπο δουλειάς. Κάνουμε πρόβες, προετοιμαζόμαστε. Επίσης, τους δίνεται η ευκαιρία να ερμηνεύσουν ακραίους ρόλους. Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε με τη Μαρία Ναυπλιώτου, τον Θάνο Τοκάκη, κάναμε ένα επεισόδιο με τη Λυδία Φωτοπούλου, η οποία είχε να κάνει τηλεόραση από το ’94, από την “Ανατομία ενός Εγκλήματος”, με τον Αργύρη Ξάφη, τη Νένα Μεντή, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Η Κόρα Καρβούνη, η Λένα Παπαληγούρα και άλλοι δεν παίζουν στην τηλεόραση γιατί δεν θέλουν. Εδώ μαζί μας αισθάνονται ότι κάνουν κάτι δημιουργικό. Οταν ένας πολύ καλός ηθοποιός παίζει τον ρόλο ενός κομπάρσου αμέσως ανεβαίνει η σκηνή, βοηθάει τον άλλο να παίξει καλύτερα. Για μένα το μεγαλύτερο βραβείο είναι αυτό: ηθοποιοί που δεν κάνουν τηλεόραση έρχονται και παίζουν μαζί μας».
Προσοχή στις λεπτομέρειες, ειδικά όταν πρόκειται για την αναπαράσταση σκηνών εγκλήματος
Μιλάμε για την πρώτη, πρόσφατη εμπλοκή του με το θέατρο, πριν από δύο χρόνια με το «Frozen». «Το θέατρο είναι μια άλλη τέχνη. Στο θέατρο ποτέ δεν ξέρεις τι κοιτάει ο θεατής. Εχει μπροστά του ένα γενικό πλάνο. Στο σινεμά κοιτάει αυτό που θες εσύ -ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος- να κοιτάξει. Ο κινηματογράφος δεν είναι απόγονος του θεάτρου. Είναι απόγονος της όπερας, που είναι εικόνα και ήχος. Το θέατρο είναι λόγος. Στο θέατρο ο ηθοποιός οδηγεί την παράσταση. Απαιτεί μια γραμμική αφήγηση. Στον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης πρέπει να βοηθήσει τον ηθοποιό να μπει στην κατάσταση που απαιτεί η κάθε σκηνή, ενώ ακόμα μπορεί να μην έχει γυριστεί η προηγούμενη».
Εχει περάσει σχεδόν μία ώρα κουβέντας, συνεχίζει να απολαμβάνει το πούρο του, είναι βράδυ Παρασκευής, στο τέλος μιας δύσκολης, γεμάτης εβδομάδας. Βρίσκω το θάρρος να τον ρωτήσω για την προσωπική του ζωή και πόσο εύκολο είναι κατά καιρούς να συνεργάζεται και να σκηνοθετεί ηθοποιούς με τις οποίες σχετίζεται και ερωτικά. «Το γεγονός ότι, ας πούμε, με την Παναγιώτα Βλαντή συνεχίζουμε να δουλεύουμε μαζί δεν επηρεάζεται από την προηγούμενη σχέση μας. Ο έρωτας τελειώνει, η αγάπη μένει. Τη νιώθω οικογένειά μου. Με την Μπέσσυ Βουδούρη είμαστε συνεταίροι. Χωρίσαμε ως ζευγάρι πριν από 20 χρόνια, όμως παραμένουμε κοντά. Η δουλειά είναι δουλειά και το σπίτι είναι σπίτι. Ποτέ δεν θα πάρω έναν άνθρωπο στη δουλειά επειδή έχω σχέση μαζί του. Ετσι θα εξέθετα κι εμένα κι εκείνον», απαντά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα