Επίθεση Καλογήρου στον Μητσοτάκη: Ούτε λέξη για την ταμπακιέρα
Επίθεση Καλογήρου στον Μητσοτάκη: Ούτε λέξη για την ταμπακιέρα
Ο υπουργός Δικαιοσύνης αποφεύγει να απαντήσει στον πυρήνα του θέματος που έχει ανακύψει, εάν δηλαδή το υπουργικό συμβούλιο θα προχωρήσει στις τοποθετήσεις νέων προσώπων τόσο στον Άρειο Πάγο όσο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αρκείται σε φράσεις εντυπωσιασμού
Για την ταμπακιέρα δεν γίνεται καμία κουβέντα στην απαντητική επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου στην άρνηση της Νέας Δημοκρατίας να συναίνεσει στην επιλογή της ηγεσίας του Αρείου Πάγου.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης επί της ουσίας δεν απαντά στο πυρήνα του θέματος που έχει ανακύψει δηλαδή, εάν το υπουργικό συμβούλιο θα προχωρήσει στις τοποθετήσεις νέων προσώπων τόσο στον Άρειο Πάγο όσο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αρκείται σε φράσεις εντυπωσιασμού.
Ο κ. Καλογήρου αναφερόμενος στην επιστολή που απέστειλε σήμερα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη καλώντας τον να συναινέσει στις επιλογές που είχε ήδη προαποφασίσει το κυβερνών κόμμα –πρόταση τη οποία απέκρουσε η ΝΔ- αναφέρει ότι η ενέργεια του αυτή αποσκοπούσε στο να πάψει να δίνεται η εικόνα ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «προίκα» της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας για την οποία διαγκωνίζονται μεταξύ τους τα κόμματα».
Ακόμη, ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «αντί, λοιπόν, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να συγκλίνει στην αναγκαία από τα πράγματα συνεννόηση, επέλεξε, δια του τομεάρχη Δικαιοσύνης του κόμματός του κ. Παναγιωτόπουλου, να απαντήσει με τρόπο απαξιωτικό για τον Ελληνικό λαό και τους θεσμούς της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας».
Δεν διστάζει ο κ. Καλογήρου να αποδώσει στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη ότι αντιμετωπίζει τις προαγωγές των δικαστών σαν να επρόκειτο για δημοσίους υπαλλήλους, που σύμφωνα με την νομοθεσία απαγορεύονται οι διορισμοί τους κατά την προεκλογική περίοδο.
Μάλιστα, ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «δυστυχώς, το προσκλητήριο ωριμότητας που απηύθυνα σήμερα στην αξιωματική αντιπολίτευση απορρίφθηκε και προσθέτει: «Διαψεύδονται έτσι οι ελπίδες του νομικού κόσμου και των δικαστικών ενώσεων, που φάνηκε να το επικροτούν, από την αλαζονεία της ΝΔ που συμπεριφέρεται λες και έχουν ήδη διενεργηθεί και έχουν ήδη κερδηθεί οι επερχόμενες εθνικές εκλογές, προσβάλλοντας εντέλει τον ίδιο τον ελληνικό λαό».
Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωσης του υπουργού Δικαιοσύνης έχει ως εξής:
«Είναι γνωστό ότι σήμερα το πρωί απέστειλα επιστολή στον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας αναφορικά με τον ορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων.
Με την κίνηση αυτή δεν αμφισβητούνταν η εξουσία της κυβέρνησης να ορίσει η ίδια όπως προβλέπεται ρητά στο Σύνταγμα την ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά γινόταν μια ύστατη προσπάθεια κατασίγασης των παθών και θεσμικής νηφαλιότητας γύρω από το σχετικό ζήτημα. Κι αυτό προκειμένου να πάψει να δίνεται η εικόνα ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «προίκα» της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας για την οποία διαγκωνίζονται μεταξύ τους τα κόμματα.
Αντί, λοιπόν, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να συγκλίνει στην αναγκαία από τα πράγματα συνεννόηση, επέλεξε, δια του Τομεάρχη Δικαιοσύνης του κόμματός του κ. Παναγιωτόπουλου, να απαντήσει με τρόπο απαξιωτικό για τον ελληνικό λαό και τους θεσμούς της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας.
Η ΝΔ φαίνεται να παραγνωρίζει την ειδική συνταγματική πρόβλεψη για την επιλογή της ηγεσίας των δικαστηρίων και επιλέγει να αντιμετωπίζει αυτήν σαν να υπάγεται σε διατάξεις που αφορούν τους δημόσιους υπαλλήλους, θεωρώντας ότι εφαρμόζεται εν προκειμένω ο νόμος 2190/1994, που απαγορεύει τους διορισμούς σε προεκλογική περίοδο. Παρόλα αυτά, ήδη από το πρωί έχουμε επισημάνει το νομικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται ότι η διαδικασία προεπιλογής των δικαστών που μπορούν να οριστούν στην κορυφή των ανωτάτων δικαστηρίων από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής μπορεί να παραλειφθεί όταν η τελευταία αδυνατεί να συνεδριάσει επειδή έχει διαλυθεί η Βουλή. Αν λοιπόν θα μπορούσε η ηγεσία της Δικαιοσύνης να οριστεί χωρίς άλλο ουδέν ενώ η Βουλή θα είχε διαλυθεί, τότε δεν αμφισβητείται ότι αυτό μπορεί να γίνει τώρα από μια κυβέρνηση που εξακολουθεί να κυβερνά έχοντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Όμως, με την απάντησή του ο κ. Μητσοτάκης αποκαλύπτεται, αφού δεν διστάζει να προδικάσει μελλοντικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας στην περίπτωση που θα ερχόταν ενώπιον αυτού αίτηση ακύρωσης των Προεδρικών Διαταγμάτων περί ορισμού της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων, προσβάλλοντας περαιτέρω την ελευθεροφροσύνη των δικαστικών λειτουργών της χώρας.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης επί της ουσίας δεν απαντά στο πυρήνα του θέματος που έχει ανακύψει δηλαδή, εάν το υπουργικό συμβούλιο θα προχωρήσει στις τοποθετήσεις νέων προσώπων τόσο στον Άρειο Πάγο όσο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αρκείται σε φράσεις εντυπωσιασμού.
Ο κ. Καλογήρου αναφερόμενος στην επιστολή που απέστειλε σήμερα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη καλώντας τον να συναινέσει στις επιλογές που είχε ήδη προαποφασίσει το κυβερνών κόμμα –πρόταση τη οποία απέκρουσε η ΝΔ- αναφέρει ότι η ενέργεια του αυτή αποσκοπούσε στο να πάψει να δίνεται η εικόνα ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «προίκα» της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας για την οποία διαγκωνίζονται μεταξύ τους τα κόμματα».
Ακόμη, ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «αντί, λοιπόν, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να συγκλίνει στην αναγκαία από τα πράγματα συνεννόηση, επέλεξε, δια του τομεάρχη Δικαιοσύνης του κόμματός του κ. Παναγιωτόπουλου, να απαντήσει με τρόπο απαξιωτικό για τον Ελληνικό λαό και τους θεσμούς της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας».
Δεν διστάζει ο κ. Καλογήρου να αποδώσει στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη ότι αντιμετωπίζει τις προαγωγές των δικαστών σαν να επρόκειτο για δημοσίους υπαλλήλους, που σύμφωνα με την νομοθεσία απαγορεύονται οι διορισμοί τους κατά την προεκλογική περίοδο.
Μάλιστα, ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «δυστυχώς, το προσκλητήριο ωριμότητας που απηύθυνα σήμερα στην αξιωματική αντιπολίτευση απορρίφθηκε και προσθέτει: «Διαψεύδονται έτσι οι ελπίδες του νομικού κόσμου και των δικαστικών ενώσεων, που φάνηκε να το επικροτούν, από την αλαζονεία της ΝΔ που συμπεριφέρεται λες και έχουν ήδη διενεργηθεί και έχουν ήδη κερδηθεί οι επερχόμενες εθνικές εκλογές, προσβάλλοντας εντέλει τον ίδιο τον ελληνικό λαό».
Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωσης του υπουργού Δικαιοσύνης έχει ως εξής:
«Είναι γνωστό ότι σήμερα το πρωί απέστειλα επιστολή στον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας αναφορικά με τον ορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων.
Με την κίνηση αυτή δεν αμφισβητούνταν η εξουσία της κυβέρνησης να ορίσει η ίδια όπως προβλέπεται ρητά στο Σύνταγμα την ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά γινόταν μια ύστατη προσπάθεια κατασίγασης των παθών και θεσμικής νηφαλιότητας γύρω από το σχετικό ζήτημα. Κι αυτό προκειμένου να πάψει να δίνεται η εικόνα ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «προίκα» της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας για την οποία διαγκωνίζονται μεταξύ τους τα κόμματα.
Αντί, λοιπόν, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να συγκλίνει στην αναγκαία από τα πράγματα συνεννόηση, επέλεξε, δια του Τομεάρχη Δικαιοσύνης του κόμματός του κ. Παναγιωτόπουλου, να απαντήσει με τρόπο απαξιωτικό για τον ελληνικό λαό και τους θεσμούς της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας.
Η ΝΔ φαίνεται να παραγνωρίζει την ειδική συνταγματική πρόβλεψη για την επιλογή της ηγεσίας των δικαστηρίων και επιλέγει να αντιμετωπίζει αυτήν σαν να υπάγεται σε διατάξεις που αφορούν τους δημόσιους υπαλλήλους, θεωρώντας ότι εφαρμόζεται εν προκειμένω ο νόμος 2190/1994, που απαγορεύει τους διορισμούς σε προεκλογική περίοδο. Παρόλα αυτά, ήδη από το πρωί έχουμε επισημάνει το νομικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται ότι η διαδικασία προεπιλογής των δικαστών που μπορούν να οριστούν στην κορυφή των ανωτάτων δικαστηρίων από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής μπορεί να παραλειφθεί όταν η τελευταία αδυνατεί να συνεδριάσει επειδή έχει διαλυθεί η Βουλή. Αν λοιπόν θα μπορούσε η ηγεσία της Δικαιοσύνης να οριστεί χωρίς άλλο ουδέν ενώ η Βουλή θα είχε διαλυθεί, τότε δεν αμφισβητείται ότι αυτό μπορεί να γίνει τώρα από μια κυβέρνηση που εξακολουθεί να κυβερνά έχοντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Όμως, με την απάντησή του ο κ. Μητσοτάκης αποκαλύπτεται, αφού δεν διστάζει να προδικάσει μελλοντικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας στην περίπτωση που θα ερχόταν ενώπιον αυτού αίτηση ακύρωσης των Προεδρικών Διαταγμάτων περί ορισμού της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων, προσβάλλοντας περαιτέρω την ελευθεροφροσύνη των δικαστικών λειτουργών της χώρας.
Δυστυχώς, το προσκλητήριο ωριμότητας που απηύθυνα σήμερα στην αξιωματική αντιπολίτευση απορρίφθηκε. Διαψεύδονται έτσι οι ελπίδες του νομικού κόσμου και των δικαστικών ενώσεων, που φάνηκε να το επικροτούν, από την αλαζονεία της ΝΔ που συμπεριφέρεται λες και έχουν ήδη διενεργηθεί και έχουν ήδη κερδηθεί οι επερχόμενες εθνικές εκλογές, προσβάλλοντας εντέλει τον ίδιο τον ελληνικό λαό».
Καλογήρου: Ο Πρωθυπουργός και το υπουργικό συμβούλιο θα αποφασίσει για τις προαγωγές στον Άρειο Πάγο
Το ζήτημα της επιλογής των δικαστών που θα τοποθετηθούν στην ηγεσία του Αρείου Πάγου θα αξιολογηθεί από τον Πρωθυπουργό και το υπουργικό συμβούλιο ανέφερε λίγο αργότερα ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου σε συνέντευξη που παραχώρησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης του Άλφα.
Τμήματα των όσο ελέγχθηκαν κατά την επίμαχη συνέντευξη αποτέλεσαν περιεχόμενο ανακοίνωσης του υπουργείου Δικαιοσύνης που έγινε γνωστή νωρίτερα και παρατίθεται παραπάνω.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, μεταξύ των άλλων, ανέφερε στην εν λόγω συνέντευξη:
«Η απάντηση του τομεάρχη Δικαιοσύνης της ΝΔ στην επιστολή μας, η οποία επιδιώκει μια θεσμική απάντηση συναίνεσης του πολιτικού συστήματος απέναντι στη Δικαιοσύνη, είναι αποκαλυπτική των προθέσεων της ΝΔ.Με μία φράση: οι μάσκες έπεσαν. Η ΝΔ χρησιμοποιεί τα εξής επιχειρήματα για να μας απαντήσει στα ζητήματα που έχουν τεθεί:
Πρώτον ότι η Κυβέρνηση λειτουργεί ως υπηρεσιακή Κυβέρνηση. Αυτή δεν είναι μια υπηρεσιακή Κυβέρνηση. Είναι μια κανονική κυβέρνηση η οποία ασκεί τα προβλεπόμενα από το Σύνταγμα καθήκοντά της. Υπενθυμίζω επίσης ότι η Βουλή δεν έχει διαλυθεί. Συνεχίζουν κανονικά τα καθήκοντά τους το Υπουργικό Συμβούλιο, η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός.
Δεύτερον επικαλείται τονΝόμο περί δημοσίων υπαλλήλων 2190/94, λέγοντας ότι δεν μπορούμε να προβούμε σε προαγωγές δικαστικών λειτουργών. Αυτό είναι ένα σοβαρό θεσμικό ατόπημα από πλευράς ΝΔ, γιατί οφείλουν να γνωρίζουν ότι οι δικαστικοί λειτουργοί δεν υπάγονται στο νόμο που αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. Υπάρχουν οι προβλέψεις του Συντάγματος και του λεγόμενου Νόμου Καστανίδη. Συνεπώς δεν συντρέχει ούτε αυτό το επιχείρημα.
Με την ανακοίνωσή της η ΝΔ προδικάζει ότι το Προεδρικό Διάταγμα θα πέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Προδικάζει κάτι το οποίο δεν έχει επισυμβεί. Αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Την τελευταία φορά που το έκανε αυτό η ΝΔ ήταν στη Βουλή για τον ενοχλητικό για εκείνη Νόμο για το Πόθεν Έσχες, κάτι το οποίο δε συνέβη. Είναι αποκαλυπτικό των προθέσεών της γιατί η ΝΔ εκτιμά μικροπολιτικά ότι οι δικαστές και η Δικαιοσύνη γίνονται εργαλείο στα χέρια οποιασδήποτε κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τον Νόμο Καστανίδη, ακόμη και σε περίπτωση διάλυσης της Βουλής συνεχίζεται κανονικά η διαδικασία επιλογής της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων. Η απόφαση για το αν θα προχωρήσουμε στη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, θα ληφθεί από τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο θα συνεδριάσει μετά από τα τελευταία δεδομένα που έχουν ανακύψει. Η όλη διαδικασία έχει ξεκινήσει σύμφωνα με τον Νόμο από τις 30 Απριλίου. Είκοσι δύο δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι εμφανίστηκαν στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής αξιολογήθηκαν, ψηφίστηκαν διακομματικά και αυτή τη στιγμή εμφανίζονται όμηροι μιας διαδικασίας η οποία προηγήθηκε και αντικείμενο μιας πολιτικής αντιπαράθεσης.Το ζήτημα το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι ξεκάθαρο τόσο συνταγματικά, όσο και νομικά αλλά και πολιτικά θα αξιολογηθεί όπως οφείλουμε να το κάνουμε από τον Πρωθυπουργό και το συλλογικό μας όργανο το Υπουργικό Συμβούλιο».
Όσον αφορά δημοσιεύματα που αφορούν τη στάση του Προέδρου της Δημοκρατίας:
«Δε σχολιάζω διαρροές ή ρεπορτάζ που αφορούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα οποία μάλιστα διαβάζω ότι διαψεύδονται. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εγγυητής της Δημοκρατίας και του Συντάγματος σε αυτή τη χώρα. Έχει δε την πολιτική εμπειρία και ξέρει να κρατά τις δέουσες αποστάσεις, ειδικά σε θέματα που δημιουργούν ένα πλαίσιο αντιπαράθεσης».
Σε ερώτηση για το αν πρόκειται να ζητηθεί η παραίτηση του Προέδρου και της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου νωρίτερα ο κ. Καλογήρου τόνισε:
«Ασφαλώς και όχι. Αυτό το ζοφερό κλίμα που έχει δημιουργηθεί, προσπάθησα και με την επιστολή μου σήμερα να διακοπεί αμέσως, γιατί δεν ωφελεί κανέναν. Εμφανίζονται δημοσιεύματα των οποίων τη σκοπιμότητα αντιλαμβάνομαι και θεωρώ ότι είναι επικίνδυνα και αποκρουστικά. Δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα. Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε την ηγεσία του Αρείου Πάγου ως εργαλεία της Κυβέρνησης.Οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών κενώνονται την 30ηΙουνίου. Σε ένα διάστημα που θα πρέπει οι δικαστικοί λειτουργοί να είναι στη θέση τους γιατί κανείς δεν είναι σε θέση να προδικάσει ούτε το αποτέλεσμα των εκλογών ούτε το χρόνο που θα απαιτηθεί για τη συγκρότηση της επόμενης Κυβέρνησης. Τόσο ο Άρειος Πάγος όσο και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου παίζουν ενεργό ρόλο με βάση τα καθήκοντά τους στη διενέργεια των εκλογών. Για αυτό και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτές οι θέσεις να μένουν κενές. Θεωρώ ότι αυτή η επιστολή ήταν ένα θετικό αποτύπωμα σε μια δύσκολη και έντονη περίοδο προεκλογικά, προκειμένου να δείξει το πολιτικό σύστημα ότι μπορεί και οφείλει να επιτυγχάνει συναίνεση ως προς αυτά τα ζητήματα. Το να εμφανίζουμε τους δικαστές όργανα με την εκάστοτε Κυβέρνηση αποκαλύπτουν τις προθέσεις».
Καλογήρου: Ο Πρωθυπουργός και το υπουργικό συμβούλιο θα αποφασίσει για τις προαγωγές στον Άρειο Πάγο
Το ζήτημα της επιλογής των δικαστών που θα τοποθετηθούν στην ηγεσία του Αρείου Πάγου θα αξιολογηθεί από τον Πρωθυπουργό και το υπουργικό συμβούλιο ανέφερε λίγο αργότερα ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου σε συνέντευξη που παραχώρησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης του Άλφα.
Τμήματα των όσο ελέγχθηκαν κατά την επίμαχη συνέντευξη αποτέλεσαν περιεχόμενο ανακοίνωσης του υπουργείου Δικαιοσύνης που έγινε γνωστή νωρίτερα και παρατίθεται παραπάνω.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, μεταξύ των άλλων, ανέφερε στην εν λόγω συνέντευξη:
«Η απάντηση του τομεάρχη Δικαιοσύνης της ΝΔ στην επιστολή μας, η οποία επιδιώκει μια θεσμική απάντηση συναίνεσης του πολιτικού συστήματος απέναντι στη Δικαιοσύνη, είναι αποκαλυπτική των προθέσεων της ΝΔ.Με μία φράση: οι μάσκες έπεσαν. Η ΝΔ χρησιμοποιεί τα εξής επιχειρήματα για να μας απαντήσει στα ζητήματα που έχουν τεθεί:
Πρώτον ότι η Κυβέρνηση λειτουργεί ως υπηρεσιακή Κυβέρνηση. Αυτή δεν είναι μια υπηρεσιακή Κυβέρνηση. Είναι μια κανονική κυβέρνηση η οποία ασκεί τα προβλεπόμενα από το Σύνταγμα καθήκοντά της. Υπενθυμίζω επίσης ότι η Βουλή δεν έχει διαλυθεί. Συνεχίζουν κανονικά τα καθήκοντά τους το Υπουργικό Συμβούλιο, η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός.
Δεύτερον επικαλείται τονΝόμο περί δημοσίων υπαλλήλων 2190/94, λέγοντας ότι δεν μπορούμε να προβούμε σε προαγωγές δικαστικών λειτουργών. Αυτό είναι ένα σοβαρό θεσμικό ατόπημα από πλευράς ΝΔ, γιατί οφείλουν να γνωρίζουν ότι οι δικαστικοί λειτουργοί δεν υπάγονται στο νόμο που αφορά τους δημοσίους υπαλλήλους. Υπάρχουν οι προβλέψεις του Συντάγματος και του λεγόμενου Νόμου Καστανίδη. Συνεπώς δεν συντρέχει ούτε αυτό το επιχείρημα.
Με την ανακοίνωσή της η ΝΔ προδικάζει ότι το Προεδρικό Διάταγμα θα πέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Προδικάζει κάτι το οποίο δεν έχει επισυμβεί. Αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Την τελευταία φορά που το έκανε αυτό η ΝΔ ήταν στη Βουλή για τον ενοχλητικό για εκείνη Νόμο για το Πόθεν Έσχες, κάτι το οποίο δε συνέβη. Είναι αποκαλυπτικό των προθέσεών της γιατί η ΝΔ εκτιμά μικροπολιτικά ότι οι δικαστές και η Δικαιοσύνη γίνονται εργαλείο στα χέρια οποιασδήποτε κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τον Νόμο Καστανίδη, ακόμη και σε περίπτωση διάλυσης της Βουλής συνεχίζεται κανονικά η διαδικασία επιλογής της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων. Η απόφαση για το αν θα προχωρήσουμε στη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, θα ληφθεί από τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο θα συνεδριάσει μετά από τα τελευταία δεδομένα που έχουν ανακύψει. Η όλη διαδικασία έχει ξεκινήσει σύμφωνα με τον Νόμο από τις 30 Απριλίου. Είκοσι δύο δικαστικοί λειτουργοί οι οποίοι εμφανίστηκαν στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής αξιολογήθηκαν, ψηφίστηκαν διακομματικά και αυτή τη στιγμή εμφανίζονται όμηροι μιας διαδικασίας η οποία προηγήθηκε και αντικείμενο μιας πολιτικής αντιπαράθεσης.Το ζήτημα το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι ξεκάθαρο τόσο συνταγματικά, όσο και νομικά αλλά και πολιτικά θα αξιολογηθεί όπως οφείλουμε να το κάνουμε από τον Πρωθυπουργό και το συλλογικό μας όργανο το Υπουργικό Συμβούλιο».
Όσον αφορά δημοσιεύματα που αφορούν τη στάση του Προέδρου της Δημοκρατίας:
«Δε σχολιάζω διαρροές ή ρεπορτάζ που αφορούν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα οποία μάλιστα διαβάζω ότι διαψεύδονται. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εγγυητής της Δημοκρατίας και του Συντάγματος σε αυτή τη χώρα. Έχει δε την πολιτική εμπειρία και ξέρει να κρατά τις δέουσες αποστάσεις, ειδικά σε θέματα που δημιουργούν ένα πλαίσιο αντιπαράθεσης».
Σε ερώτηση για το αν πρόκειται να ζητηθεί η παραίτηση του Προέδρου και της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου νωρίτερα ο κ. Καλογήρου τόνισε:
«Ασφαλώς και όχι. Αυτό το ζοφερό κλίμα που έχει δημιουργηθεί, προσπάθησα και με την επιστολή μου σήμερα να διακοπεί αμέσως, γιατί δεν ωφελεί κανέναν. Εμφανίζονται δημοσιεύματα των οποίων τη σκοπιμότητα αντιλαμβάνομαι και θεωρώ ότι είναι επικίνδυνα και αποκρουστικά. Δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα. Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε την ηγεσία του Αρείου Πάγου ως εργαλεία της Κυβέρνησης.Οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών κενώνονται την 30ηΙουνίου. Σε ένα διάστημα που θα πρέπει οι δικαστικοί λειτουργοί να είναι στη θέση τους γιατί κανείς δεν είναι σε θέση να προδικάσει ούτε το αποτέλεσμα των εκλογών ούτε το χρόνο που θα απαιτηθεί για τη συγκρότηση της επόμενης Κυβέρνησης. Τόσο ο Άρειος Πάγος όσο και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου παίζουν ενεργό ρόλο με βάση τα καθήκοντά τους στη διενέργεια των εκλογών. Για αυτό και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτές οι θέσεις να μένουν κενές. Θεωρώ ότι αυτή η επιστολή ήταν ένα θετικό αποτύπωμα σε μια δύσκολη και έντονη περίοδο προεκλογικά, προκειμένου να δείξει το πολιτικό σύστημα ότι μπορεί και οφείλει να επιτυγχάνει συναίνεση ως προς αυτά τα ζητήματα. Το να εμφανίζουμε τους δικαστές όργανα με την εκάστοτε Κυβέρνηση αποκαλύπτουν τις προθέσεις».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα