Η INALAN προσέλκυσε 40 εκατ. ευρώ ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, τριπλασίασε το προσωπικό της σε ένα χρόνο και παρέχει δυνατότητα σύνδεσης γρήγορου internet σε πάνω από 600.000 νοικοκυριά - Κατά 44% αυξήθηκε ο κύκλος εργασιών της.
To δράμα της Αϊτής
Γυρίζουμε και διακρίνουμε μέσα στον κόσμο μια κοπέλα που μας φώναζε. Μια κοπέλα 25 περίπου χρονών με εμφανή τα σημάδια της ταλαιπωρίας...
- Είστε Έλληνες;
- Ναι! Ναι!
Γυρίζουμε και διακρίνουμε μέσα στον κόσμο μια κοπέλα που μας φώναζε. Μια κοπέλα 25 περίπου χρονών με εμφανή τα σημάδια της ταλαιπωρίας που είχε περάσει στο πρόσωπο της, στα ρούχα της παντού. Αλλά τα μάτια της και η φωνή της πρόδιδαν έναν άνθρωπο που είχε το σθένος και τη δύναμη να επιζήσει, να πολεμήσει, να προσφέρει ότι μπορούσε ακόμα - και τον ίδιο της τον εαυτό - για να βοηθήσει αδιάκριτα όλους τους άλλους.
Ήταν η Άσπα Πλακαντωνάκη απεσταλμένη του Ο.Η.Ε. στην Αϊτή από τον περασμένο Ιούνιο για να εποπτεύει την ανθρωπιστική βοήθεια στην χώρα. Θεωρήθηκε νεκρή ή βαριά τραυματισμένη για δύο ημέρες και η Ελληνική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να στείλει αεροσκάφος για την παραλαβή της και τη μεταφορά της πίσω στην πατρίδα. Σώθηκε από ένα θαύμα, από ένα τηλεφώνημα που έγινε όταν κοντοστάθηκε πριν μπει σε ένα σούπερ-μάρκετ για να κάνει τα ψώνια της λίγο μετά τις 5 το απόγευμα στις 12 Ιανουαρίου 2010 λίγο πριν γίνει ο μεγάλος σεισμός των 7.2 R που κατέστρεψε την πρωτεύουσα Port-au-Prince της Αϊτής, αφήνοντας πίσω 250.000 νεκρούς, 400.000 τραυματίες και 3 εκατομμύρια άστεγους. Ένας σεισμός που θα μείνει στην ιστορία των καταστροφών ως ο σεισμός ο οποίος είχε τις μεγαλύτερες κοινωνικές επιπτώσεις από οποιαδήποτε άλλη φυσική καταστροφή στον πλανήτη και αυτό γιατί η χώρα δεν έχει καμία δυνατότητα να ανακάμψει, δεδομένου ότι η οικονομία είναι σε χείριστη κατάσταση, με τεράστιο εξωτερικό χρέος, με μόλις 11 δισεκατομμύρια Α.Ε.Π., με ελάχιστη κοινωνική συνοχή, με πολιτική κατάσταση εξαιρετικά ασταθή εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Στο Port-au-Prince την πρωτεύουσα της Αϊτής συσσωρεύτηκαν εδώ και αρκετά χρόνια 3.000.000 κάτοικοι – αποτέλεσμα της εγκατάλειψης της πτωχής υπαίθρου – οι οποίοι κατοικούσαν σε παραγκουπόλεις που κατασκεύασαν χωρίς τις παραμικρές ανέσεις, κυριολεκτικά την μια πάνω στην άλλη χωρίς νερό, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς αποχέτευση, χωρίς δρόμους και εύκολη πρόσβαση. Σε κάθε 10 με 20 παράγκες αντιστοιχεί μια υποτυπώδης τουαλέτα, ενώ η παρασκευή του φαγητού γίνεται συνήθως κάπου στην ύπαιθρο, όπου υπάρχει έστω και λίγος ελεύθερος χώρος.
Προς το κέντρο κοντά στο Προεδρικό Μέγαρο και νότια στις υπώρειες των βουνών, βρίσκονται κάποιες "πλουσιότερες" συνοικίες, ενώ ξεχωρίζουν μερικά μεγάλα πολυτελή ξενοδοχεία και μικρές συνοικίες με πρεσβείες και αστικά σπίτια.
Στο βόρειο τμήμα της πόλης βρίσκεται το μικρό αεροδρόμιο, ενώ στα δυτικά οι παλιές εγκαταστάσεις του Γαλλικού λιμανιού και δίπλα του ακριβώς οι εγκαταστάσεις του νέου λιμανιού στο οποίο υπάρχουν και οι μεγάλοι αποθηκευτικοί χώροι του.
Τέλος προς τα ανατολικά και σε απόσταση περίπου 40 χιλιομέτρων βρίσκονται τα σύνορα της Αϊτής προς τον Άγιο Δομίνικο, την μοναδική από ξηράς είσοδο, δεδομένου ότι και οι δυο χώρες καταλαμβάνουν το νησί Εσπανιόλα, που για την ιστορία πρώτος είχε ανακαλύψει ο Κολόμβος, λίγο πριν αποβιβαστεί στην Αμερικανική Ήπειρο.
Η χώρα κήρυξε την ανεξαρτησία της το 1804, μετά από μια μεγάλη εξέγερση των μαύρων σκλάβων, που είχαν μεταφέρει 100 χρόνια πριν οι κατακτητές Ισπανοί και Γάλλοι. Ήταν μια χώρα πλούσια γιατί παρήγαγε τα πανάκριβα προϊόντα, το ζαχαροκάλαμο, τον καφέ και τις μπανάνες.
Έκτοτε και εκτός από κάποιες μικρές λαμπρές περιόδους, η χώρα βρισκόταν σε ένα αέναο κύκλο εξεγέρσεων, καταστολών και βίαιης αλλαγής κυβερνήσεων, οι οποίες είχαν τις περισσότερες φορές εξωτερική υποστήριξη και απροκάλυπτη εξωτερική παρέμβαση.
Η διαλυμένη παραγωγική βάση, η οικονομική κατάσταση, η διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, η υψηλότατη εγκληματικότητα, η ανύπαρκτη κοινωνική πρόνοια και προστασία, ήταν τα χαρακτηριστικά της Αϊτής.
Ο σεισμός βρήκε την χώρα σε άσχημη κατάσταση και την οδήγησε σε τραγική. Ήταν μοναδική η αίσθηση να διαβαίνει κανείς στο κέντρο της πόλης - μέσα φυσικά σε θωρακισμένο αυτοκίνητο - και να βλέπει μια μάζα από ερείπια, από τα οποία ξεπρόβαλαν ανθρώπινα μέλη για μέρες εκτεθειμένα στις μεγάλες θερμοκρασίες της εποχής. Οι δρόμοι σπάνια ήταν ανοιχτοί χωρίς ερείπια και σχεδόν πλημμυρισμένοι από παχύρευστο υγρό γεμάτο σκουπίδια και κάθε είδους λύματα. Ο κόσμος, ένα πλήθος να περιφέρεται χωρίς σκοπό με μοναδική επιδίωξη και στόχο να βρει νερό ή κάτι που να τρώγεται, ήταν εχθρικός και επιθετικός σε όποιον είχε κάτι παραπάνω. Ήταν αρκετά επικίνδυνο κάποιος να κρατάει έστω και ένα μικρό μπουκάλι νερό.
Κάποια στιγμή το αυτοκίνητο που μας μετέφερε ακινητοποιήθηκε επειδή στον δρόμο η παχύρευστη μάζα από κάθε είδος σκουπίδια και λύματα είχε ένα ύψος περίπου μισό μέτρο. Το πλήθος, μέσα από τα κλειστά τζάμια, αρχικά μας κοιτούσε διερευνητικά, στη συνέχεια κινήθηκε απειλητικά. Λίγο πριν την επίθεση και παρά την παρουσία δύο οπλισμένων ανδρών μέσα στο αυτοκίνητο, φάνηκε - ευτυχώς - από την άλλη πλευρά ένα τεθωρακισμένο όχημα του Ο.Η.Ε. από τα λίγα που απέμειναν μετά την καταστροφική κατάρρευση των κτηρίων του Ο.Η.Ε., στα οποία βρήκαν τραγικό θάνατο 400 κυανόκρανοι.
Η ίδια εικόνα επικράτησε και έξω από το Προεδρικό Μέγαρο, το οποίο και αυτό κατέρρευσε όπως και η πλειονότητα των δημόσιων κτηρίων, αφανίζοντας έτσι όλους σχεδόν τους υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη την στιγμή μάλιστα που η κατάσταση απαιτούσε πλήρη συστράτευση, ετοιμότητα και δράση όλου του κρατικού μηχανισμού.
Μόνη ελπίδα η άμεση εξωτερική βοήθεια σε διασωστικές ομάδες, ιατρικό προσωπικό, τρόφιμα, ιατροφαρμακευτικό υλικό, είδη πρώτης ανάγκης. Εδώ όμως κορυφώθηκε το δράμα της Αϊτής και των κατοίκων της. Η κακή τους τύχη τούς συνόδευε ακόμα και αυτή την κρίσιμη στιγμή. Οι τρεις κύριες είσοδοι της χώρας, τα σύνορα με τον Άγιο Δομίνικο, το αεροδρόμιο και το λιμάνι έπαθαν σημαντικές ζημιές, με αποτέλεσμα η βοήθεια να παραμένει εκτός χώρας τις πρώτες κρίσιμες ώρες και μέρες μετά το σεισμό. Μια σύμπτωση που πότε δεν πρόκειται να υπάρξει ξανά. Μια σύμπτωση απίθανη στατιστικά, μια σύμπτωση τραγική.
Στο αεροδρόμιο ο πύργος ελέγχου κατέρρευσε, οι κτηριακές υποδομές υπέστησαν σημαντικές βλάβες και η προσγείωση των αεροπλάνων ήταν αδύνατη. Τα στρατιωτικά αμερικανικά αεροπλάνα ήταν τα πρώτα που προσγειώθηκαν στην χώρα τρεις μέρες μετά και οι δυνάμεις των Η.Π.Α εγκαταστάθηκαν στο αεροδρόμιο αποκλείοντας όμως, οποιαδήποτε άλλη χώρα και βοήθεια. Όταν πια μετά από μια εβδομάδα δόθηκε το αεροδρόμιο σε περιορισμένη χρήση, τότε ήταν αδύνατη πια η προσέγγισή του, εξαιτίας των ανυπάρκτων υποδομών.
Στο λιμάνι η κατάσταση ήταν απελπιστική. Φαινόμενα ρευστοποιήσεων και πλευρικών εκτάσεων, κατέστρεψαν όλα τα κρηπιδώματα αλλά και τον υποτυπώδη εξοπλισμό φόρτωση – εκφόρτωσης. Τα μικρά και τα μεγάλα πλοία, νοσοκομειακά και φορτηγά, παρέμειναν αναγκαστικά στα ανοιχτά, με αποτέλεσμα ιατρικό προσωπικό, εξοπλισμός, εφόδια, οχήματα να μην μπορούν να μεταφερθούν στην πόλη. Παράλληλα, χιλιάδες κόσμου είχαν συσσωρευτεί στο λιμάνι με την ελπίδα ότι κάποιο σαπιοκάραβο θα τους μετέφερε κάπου αλλού, οπουδήποτε, μακριά από την καταστροφή.
Αλλά το πιο απίθανο συνέβη στα σύνορα, στο συνοριακό φυλάκιο μεταξύ της Αϊτής και του Άγιου Δομίνικου, από εκεί όπου θα μπορούσε να έρθει οδικώς και σχετικά εύκολα η εξωτερική βοήθεια, μιας που η γειτονική χώρα δεν επηρεάστηκε από τον σεισμό.
Συγκεκριμένα, ο παραλίμνιος δρόμος αλλά και τα κτήρια του τελωνείου, καταστράφηκαν ολοσχερώς από την διέλευση του σεισμικού ρήγματος, το οποίο παράλληλα καταβύθισε το ένα ρηξιτέμαχος, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσουν οι διαβάσεις και να καταστεί αδύνατη η επικοινωνία. Ένα κομβικό σημείο στο οποίο η πιθανότητα εκδήλωσης αυτού του γεωδυναμικού φαινόμενου είναι απειροελάχιστη. Πέρασαν αρκετές μέρες μέχρις ότου αποκατασταθούν οι ζημιές και τα φορτηγά να περάσουν στην άτυχη πραγματικά χώρα και να μεταφέρουν την ανεκτίμητη βοήθεια.
Αποκομμένοι από τον έξω κόσμο με όλες τις υποδομές κατεστραμμένες, η χώρα δεν είχε καμιά τύχη στο να μειωθούν, έστω να μετριαστούν, οι αρχικές επιπτώσεις από την καταστροφή. Το πιο σημαντικό ήταν όμως ότι τα λίγα νοσοκομεία κατέρρευσαν, το ιατρικό προσωπικό αφανίστηκε, οι απομείναντες γιατροί χειρουργούσαν σε υπαίθριους χώρους, βαριά τραυματισμένοι κείτονταν στο χώμα. Σε 20.000 υπολογίστηκαν οι τραυματισμένοι που υπέκυψαν, δημιουργώντας ανά μέρα μαζί με τους υπόλοιπους νεκρούς που δεν ανασυρθήκαν από τα ερείπια, ένα τεράστιο πρόβλημα στους επιζήσαντες. Φορτηγά μετέφεραν πτώματα αδειάζοντας τα σε πρόχειρους ομαδικούς τάφους, που άνοιξαν στα περίχωρα της πόλης.
Η απειλή του θανάτου κάνει τους ανθρώπους επιθετικούς. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης κυριαρχεί. Ένας ανθρώπινος όχλος, μια αγέλη εφορμά σε ό,τι θεωρεί ότι μπορεί να τον σώσει. Προτεραιότητα τα καταστήματα τροφίμων, τα σούπερ μάρκετ, όπου γίνεται πραγματική πάλη μέχρις εσχάτων για την κατοχή μιας μικρής ποσότητας τροφίμων.
Ακολουθούν τα λίγα καταστήματα ηλεκτρικών ειδών, όπου γίνεται πραγματικά μάχη για ένα στερεοφωνικό, μια ηλεκτρική συσκευή, γεγονός βέβαια ακατανόητο, όταν στη χώρα δεν πρόκειται να υπάρξει σύντομα ηλεκτρικό ρεύμα.
Στόχος γίνονται ακόμα και τα φορτηγά που μεταφέρουν βοήθεια του Ο.Η.Ε. τα οποία ακολουθούνται από πλήθη και όταν αυτά ακινητοποιούνται γίνεται πραγματική εφόρμηση και πλιάτσικο. Θα χρειαστούν αρκετές μέρες για να δημιουργηθούν σταθμοί διανομής βοήθειας σε ασφαλή σημεία μέσα στην πόλη και στα περίχωρά της, έτσι ώστε ένα μικρό ποσοστό των κατοίκων τους να τροφοδοτείται στοιχειωδώς.
… Με την Άσπα κατηφορίσαμε τον λόφο στα νότια προάστια της πρωτεύουσας από το ημικατεστραμμένο ξενοδοχείο, όπου βρήκαν καταφύγιο οι δημοσιογράφοι, που είχαν συντρέξει από όλο τον κόσμο προς ένα σημείο, όπου ένα άλλο πολυτελές ξενοδοχείο είχε καταστραφεί ολοσχερώς σκοτώνοντας εκατοντάδες επισκέπτες και τουρίστες.
Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το κατεστραμμένο κτήριο του Ο.Η.Ε., όπου ήταν σε εξέλιξη η ανάσυρση των πτωμάτων και η διαδικασία ταυτοποίησής τους. Συνάδελφοι υπάλληλοι του οργανισμού προσπαθούσαν να ανασύρουν άτυχους συναδέλφους τους. Εικόνες πέρα από κάθε φαντασία που δεν θέλαμε, δεν μπορούσαμε να αποτυπώσουμε στα pixel των φωτογραφικών μηχανών μας.
Αργά το βράδυ αποχαιρετίσαμε την Άσπα. Θέλαμε πολύ να πάμε να δούμε το σπίτι της, εκεί που διέμενε με άλλους συνεργάτες για να δούμε αν ήταν ασφαλές. Είχε τρεις μέρες να κοιμηθεί. Όμως άλλα πράγματα είχαν προτεραιότητα γι’ αυτήν. Την αποχαιρετίσαμε ευχόμενοι καλή της τύχη. Ήταν για μας ο πολύτιμος, ο ανεκτίμητος σύντροφος. Όταν την ρωτήσαμε αν ήθελε κάποια βοήθεια, ή σκεφτόταν να επιστρέψει, η απάντηση της ήταν άμεση: «Πιστεύω να εγκρίνουν την αίτησή μου για να παραμείνω στον οργανισμό άλλα δυο χρόνια. Έχουμε να κάνουμε πάρα πολύ δουλειά εδώ…».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr