Το fēnix 8 της Garmin είναι το απόλυτο εργαλείο που θα σε βοηθήσει να ανταπεξέλθεις στην πολυάσχολη και απαιτητική καθημερινότητά σου.
Ελίνα Ψύκου: Ψάχνω να βρω τη μαγεία
Ελίνα Ψύκου: Ψάχνω να βρω τη μαγεία
Η σκηνοθέτης ενώνει την πραγματικότητα με τον κόσμο του φανταστικού στη νέα της ταινία «Ο γιος της Σοφίας»
Μετά από μια φοβερή πορεία στα διεθνή φεστιβάλ και έχοντας κερδίσει το Βραβείο Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας στο Φεστιβάλ της Τραϊμπέκα, όπου και έκανε την πρεμιέρα του, «Ο γιος της Σοφίας» έρχεται επιτέλους στην Ελλάδα. Η σκηνοθέτις Ελίνα Ψύκου έχει αποδείξει ήδη από την πρώτη της μεγάλου μήκους μυθοπλασίας («Η αιώνια επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά») και το ταλέντο αλλά και τις δυνατότητες της φαντασίας της. Στην ιστορία ενός νεαρού αγοριού που έρχεται από τη Ρωσία στην Ελλάδα για να συναντήσει μετά από χρόνια τη μητέρα του, αλλά συνειδητοποιεί πως εκείνη έχει παντρευτεί έναν ηλικιωμένο Έλληνα, η Ψύκου επιστρατεύει αυτήν τη φαντασία για να δημιουργήσει ένα σύμπαν ιδωμένο μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Μας μιλάει για την παιδική εμπειρία που τόσο γρήγορα ξεχνάμε, τη μαγεία της καθημερινότητας και το πώς είναι να παραλαμβάνεις βραβείο από τον Γουίλεμ Νταφό!
Τι σε προσέλκυσε στην ιστορία του Μίσα;
Ήθελα να πω μια ιστορία για όλο αυτό που είναι παιδική ηλικία και το ξεχνάμε μεγαλώνοντας. Για τις φοβίες, τις προσδοκίες, τις ματαιώσεις, τις απορρίψεις, όλα αυτά που στο κεφάλι μας γίνονται τεράστια όταν είμαστε παιδιά. Και μετά όταν μεγαλώνουμε και γινόμαστε εμείς γονείς, το έχουμε ξεχάσει αυτό και συμπεριφερόμαστε πολλές φορές στα παιδιά μας με έναν τρόπο πιο... ενήλικο, έχοντας ξεχάσει τις θυσίες και την ψυχολογική κατάστασή της, τις διεργασίες τις ψυχολογικές που γίνονται μέσα σ’ ένα παιδί. Ήθελα να πω τι σημαίνει να είσαι παιδί, και τι γίνεται στο μυαλό σου όταν είσαι παιδί, προσπαθώντας έτσι να θυμηθώ πως είναι να είσαι παιδί.
Τι σε προσέλκυσε στην ιστορία του Μίσα;
Ήθελα να πω μια ιστορία για όλο αυτό που είναι παιδική ηλικία και το ξεχνάμε μεγαλώνοντας. Για τις φοβίες, τις προσδοκίες, τις ματαιώσεις, τις απορρίψεις, όλα αυτά που στο κεφάλι μας γίνονται τεράστια όταν είμαστε παιδιά. Και μετά όταν μεγαλώνουμε και γινόμαστε εμείς γονείς, το έχουμε ξεχάσει αυτό και συμπεριφερόμαστε πολλές φορές στα παιδιά μας με έναν τρόπο πιο... ενήλικο, έχοντας ξεχάσει τις θυσίες και την ψυχολογική κατάστασή της, τις διεργασίες τις ψυχολογικές που γίνονται μέσα σ’ ένα παιδί. Ήθελα να πω τι σημαίνει να είσαι παιδί, και τι γίνεται στο μυαλό σου όταν είσαι παιδί, προσπαθώντας έτσι να θυμηθώ πως είναι να είσαι παιδί.
Είχες τέτοια φαντασία όταν ήσουνπαιδί; «Ξέφευγες» σε άλλες πραγματικότητες;
Νομίζω πως ναι. Το έχω ακόμα και τώρα κάπως που είμαι μεγάλη (γελάει). Πολλές φορές κάθομαι και φαντασιώνομαι. Φτιάχνω ιστορίες στο μυαλό μου. Το έκανα και σαν παιδί. Είχα και φανταστικούς φίλους. Αλλά πιο πολύ θυμάμαι έντονα το πώς βίωνα τα πράγματα που συνέβαιναν γύρω μου. Το πόσο τραγικά μπορεί να βίωνα κάποια πράγματα. Το πόσο έγραφαν μέσα μου κάποιες συμπεριφορές των μεγάλων. Πιθανώς οι μεγάλοι να μην μπορούσαν να το αφουγκραστούν αυτό. Θυμάμαι πολύ να είσαι παιδί και να νιώθεις μόνος σου και να μην μπορείς όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα σου και που σκέφτεται το μυαλουδάκι σου να τα επικοινωνείς και να τα εξηγήσεις και να τα πεις στους άλλους.Έχουν μια άλλη βαρύτητα στο μυαλό των παιδιών τα πράγματα.
Η ταινία ανήκει στην παράδοση του μαγικού ρεαλισμού. Είναι κάτι που το νιώθεις κοντά σου; Υπάρχει μαγεία στην καθημερινότητα;
Μπορεί να υπάρξει μαγεία στην καθημερινότητα αρκεί να είμαστε κάπως πιο χαλαροί και να μπορούμε να τη δούμε. Είναι κάτι το οποίο θα ήθελα να υπάρχει (γελάει). Πολλές φορές είναι και κάτι που ψάχνω, ψάχνω να βρω αυτή τη μαγεία.
Βρήκες όμως ενός άλλου είδους μαγεία, τους δυο πρωταγωνιστές σου. Θέλω να μου μιλήσεις λίγο για τους πρωταγωνιστές σου: τη φοβερή Ρωσίδα Βάλερι Τσεπλάνοβα και τον καταπληκτικό πιτσιρίκο Βίκτορα Κόμουτ.
Και με τους δυο ένιωσα ένα σκίρτημα όταν τους πρωτοείδα. Τον Βίκτορα, το νεαρό Μίσα, τον συνάντησα πρώτη φορά στο προαύλιο του σχολείου του, όπου είχα πάει με τη συνεργάτιδά μου στο κάστινγκ, την Αρασέλι Λαιμού. Πηγαίναμε σε διάφορα διαπολιτισμικά σχολεία. Είχαμε ραντεβού με τη διευθύντρια του σχολείου του κι έτσι όπως χάζευα τα παιδιά στο προαύλιο τον είδα και γύρισα και είπα στην Αρασέλι, «Α, αυτός μ’ αρέσει!». Για καλή μου τύχη είναι και ρωσόφωνος! Απ’ όλα τα παιδιά που είχα δει, αυτό μου είχε κάτσει στο μυαλό. Το βλέμμα του με μαγνήτιζε πολύ. Θυμάμαι στην οντισιόν αν θέλει να παίξει στην ταινία και είπε ένα βαθύ «ναι», από το βάθος της καρδιάς του.
Αντίστοιχα και με τη Βάλερι, ενώ είχαμε πάει για κάστινγκ στη Ρωσία κι είχαμε επισκεφθεί μερικές σπουδαίες ηθοποιούς εκεί, όταν μου πρότειναν τη συγκεκριμένη, πήγα αυθημερόν στο Μόναχο που ζει για να τη συναντήσω. Ήπιαμε έναν καφέ και το ένιωσα εκείνη τη στιγμή επίσης. Αυτό που με συγκίνησε και στις δυο περιπτώσεις ήταν ότι κουβαλούσαν κι οι δυο τις δικές τους εμπειρίες, τις οποίες ο καθένας με διαφορετικό τρόπο μπορούσαν να βάλουν στους χαρακτήρες τους. Και η Βάλερι ήταν μετανάστης στη Γερμανία από 8 χρονών και είχε παρόμοιρες εμπειρίες, τον πατέρα της είχε να τον δει πολλά χρόνια, είχε μείνει εκείνος στη Ρωσία.
Η πραγματικότητα του Μίσα είναι σκληρή από τη μία πλευρά, αλλά από την άλλη έχει πολλή αγάπη. Είναι κάπως γλυκόπικρο, οι τρόποι που αγαπάμε κι αγαπιόμαστε, πολλές χαμένες ευκαιρίες, πολλές παρεξηγήσεις.
Χαίρομαι που λες για γλυκόπικρο γιατί ακριβώς έτσι ήθελα να βγει. Πολλές φορές είναι όλα εκεί, αλλά κάτι δε λειτουργεί.
Τι πιστεύεις ότι μπορεί να έκανε λίγο πιο εύκολα τα πράγματα;
Πιο εύκολα, στην επικοινωνία των ανθρώπων;Το μόνο που το κάνει πιο εύκολο είναι ταυτόχρονα το πιο δύσκολο από μόνο του: να εκφράζουμε αυτό που αισθάνομαστε. Έτσι γίνονται όλα πιο εύκολα. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να το καταφέρουμε. Και υποτίθεται ότι αυτό είναι και η ταινία. Αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να εκφραστούν, άρα δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Γιατί όλοι, και ο κύριος Νίκος ακόμα, θεωρώ ότι έχουν πολύ καλές προθέσεις, ο καθένας από την πλευρά του. Απλά δεν ξέρουν πώς να τις επικοινωνήσουν, να τις δείξουν.
Η ταινία μιλά και για την έννοια της οικογένειας. Όχι μόνο μέσω των τριών τους, αλλά και μέσω του νεαρού Ουκρανού που νιώθει πιο κοντά στον Μίσα απ’ ό,τι στη δική του οικογένεια.
Όλη αυτή η ιστορία της οικογένειας, μιας γενικότερης οικογένειας που να μην έχει απαραίτητα να κάνει με το αίμα - θα ήμασταν όλοι πολύ πιο χαρούμενοι αν μπορούσαμε να την αντιμετωπίσουμε και να τη χειριστούμε. Όλοι ψάχνουμε να βρούμε μια οικογένεια. Ο κύριος Νίκος θέλει να νιώσει το Μίσα παιδί του γιατί θέλει να νιώσει τη σύνδεση. Όλοι επομένως προσπαθούμε να συνδεθούμε. Πολλές φορές αυτό δεν το καταφέρνουμε μέσα στην οικογένειά μας, πολλές φορές δεν το καταφέρνουμε πουθενά. Ενώ ακούγεται τόσο απλό, είναι τόσο δύσκολο.
Πώς ήταν η εμπειρία στην Τραϊμπέκα;
Δεν είχα ξαναπάει στη Νέα Υόρκη και αυτό από μόνο του ήταν κάτι. Ο συνδυασμός με το ότι βρισκόμουν εκεί για την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας έκανε τα πράγματα πολύ αγχωτικά. Είναι διαφορετικό να κάνεις πρεμιέρα στην Ευρώπη απ΄ό,τι στην Αμερική. Ακόμα και η αίθουσα του σινεμά είναι διαφορετική. Τα καθίσματα μόνο πιάνουν διπλάσιο χώρο απ’ αυτά εδώ. Ήταν τεράστια.
Όμως ήρθε το βραβείο, το οποίο εξάλειψε όλα τα άγχη και τις φοβίες και ήταν πολύ ωραία. Δε μας το είχαν πει από το φεστιβάλ οπότε ήταν έκπληξη, κι αυτό βοήθησε πολύ στο να είναι η στιγμή πολύ πιο άμεση, ειλικρινής και συγκινητική.
Ήταν κι αυτός ο πολύ ωραίος κύριος που λέγεται Γουίλεμ Νταφό. Ήταν πολύ ζεστός και όμορφος, κάπως η χαρά της ζωής. Είχε αυτό το υπέροχο χαμόγελο, αλλά ταυτόχρονα αυτό το σκαμμένο πρόσωπο που έκανε αυτήν την πολύ ωραία αντίθεση. Και ήταν πραγματικά συγκινημένος κι αυτός από την ταινία και χάρηκα πολύ που στην πρώτη της εμφάνιση είχε αυτήν την αποδοχή. Ταυτόχρονα ένιωσα ότι είχαν καταλάβει αυτοί οι άνθρωποι αυτό που είχα εγώ στο μυαλό, κάτι που δεν είναι πάντα δεδομένο ότι θα συμβεί. Όποτε τελικά ήταν πολύ ωραία. Κάτι που ξεκίνησε πολύ αγχωτικά, τελείωσε πολύ ωραία και γλυκά.
Νομίζω πως ναι. Το έχω ακόμα και τώρα κάπως που είμαι μεγάλη (γελάει). Πολλές φορές κάθομαι και φαντασιώνομαι. Φτιάχνω ιστορίες στο μυαλό μου. Το έκανα και σαν παιδί. Είχα και φανταστικούς φίλους. Αλλά πιο πολύ θυμάμαι έντονα το πώς βίωνα τα πράγματα που συνέβαιναν γύρω μου. Το πόσο τραγικά μπορεί να βίωνα κάποια πράγματα. Το πόσο έγραφαν μέσα μου κάποιες συμπεριφορές των μεγάλων. Πιθανώς οι μεγάλοι να μην μπορούσαν να το αφουγκραστούν αυτό. Θυμάμαι πολύ να είσαι παιδί και να νιώθεις μόνος σου και να μην μπορείς όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα σου και που σκέφτεται το μυαλουδάκι σου να τα επικοινωνείς και να τα εξηγήσεις και να τα πεις στους άλλους.Έχουν μια άλλη βαρύτητα στο μυαλό των παιδιών τα πράγματα.
Η ταινία ανήκει στην παράδοση του μαγικού ρεαλισμού. Είναι κάτι που το νιώθεις κοντά σου; Υπάρχει μαγεία στην καθημερινότητα;
Μπορεί να υπάρξει μαγεία στην καθημερινότητα αρκεί να είμαστε κάπως πιο χαλαροί και να μπορούμε να τη δούμε. Είναι κάτι το οποίο θα ήθελα να υπάρχει (γελάει). Πολλές φορές είναι και κάτι που ψάχνω, ψάχνω να βρω αυτή τη μαγεία.
Βρήκες όμως ενός άλλου είδους μαγεία, τους δυο πρωταγωνιστές σου. Θέλω να μου μιλήσεις λίγο για τους πρωταγωνιστές σου: τη φοβερή Ρωσίδα Βάλερι Τσεπλάνοβα και τον καταπληκτικό πιτσιρίκο Βίκτορα Κόμουτ.
Και με τους δυο ένιωσα ένα σκίρτημα όταν τους πρωτοείδα. Τον Βίκτορα, το νεαρό Μίσα, τον συνάντησα πρώτη φορά στο προαύλιο του σχολείου του, όπου είχα πάει με τη συνεργάτιδά μου στο κάστινγκ, την Αρασέλι Λαιμού. Πηγαίναμε σε διάφορα διαπολιτισμικά σχολεία. Είχαμε ραντεβού με τη διευθύντρια του σχολείου του κι έτσι όπως χάζευα τα παιδιά στο προαύλιο τον είδα και γύρισα και είπα στην Αρασέλι, «Α, αυτός μ’ αρέσει!». Για καλή μου τύχη είναι και ρωσόφωνος! Απ’ όλα τα παιδιά που είχα δει, αυτό μου είχε κάτσει στο μυαλό. Το βλέμμα του με μαγνήτιζε πολύ. Θυμάμαι στην οντισιόν αν θέλει να παίξει στην ταινία και είπε ένα βαθύ «ναι», από το βάθος της καρδιάς του.
Αντίστοιχα και με τη Βάλερι, ενώ είχαμε πάει για κάστινγκ στη Ρωσία κι είχαμε επισκεφθεί μερικές σπουδαίες ηθοποιούς εκεί, όταν μου πρότειναν τη συγκεκριμένη, πήγα αυθημερόν στο Μόναχο που ζει για να τη συναντήσω. Ήπιαμε έναν καφέ και το ένιωσα εκείνη τη στιγμή επίσης. Αυτό που με συγκίνησε και στις δυο περιπτώσεις ήταν ότι κουβαλούσαν κι οι δυο τις δικές τους εμπειρίες, τις οποίες ο καθένας με διαφορετικό τρόπο μπορούσαν να βάλουν στους χαρακτήρες τους. Και η Βάλερι ήταν μετανάστης στη Γερμανία από 8 χρονών και είχε παρόμοιρες εμπειρίες, τον πατέρα της είχε να τον δει πολλά χρόνια, είχε μείνει εκείνος στη Ρωσία.
Η πραγματικότητα του Μίσα είναι σκληρή από τη μία πλευρά, αλλά από την άλλη έχει πολλή αγάπη. Είναι κάπως γλυκόπικρο, οι τρόποι που αγαπάμε κι αγαπιόμαστε, πολλές χαμένες ευκαιρίες, πολλές παρεξηγήσεις.
Χαίρομαι που λες για γλυκόπικρο γιατί ακριβώς έτσι ήθελα να βγει. Πολλές φορές είναι όλα εκεί, αλλά κάτι δε λειτουργεί.
Τι πιστεύεις ότι μπορεί να έκανε λίγο πιο εύκολα τα πράγματα;
Πιο εύκολα, στην επικοινωνία των ανθρώπων;Το μόνο που το κάνει πιο εύκολο είναι ταυτόχρονα το πιο δύσκολο από μόνο του: να εκφράζουμε αυτό που αισθάνομαστε. Έτσι γίνονται όλα πιο εύκολα. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να το καταφέρουμε. Και υποτίθεται ότι αυτό είναι και η ταινία. Αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να εκφραστούν, άρα δεν μπορούν να επικοινωνήσουν. Γιατί όλοι, και ο κύριος Νίκος ακόμα, θεωρώ ότι έχουν πολύ καλές προθέσεις, ο καθένας από την πλευρά του. Απλά δεν ξέρουν πώς να τις επικοινωνήσουν, να τις δείξουν.
Η ταινία μιλά και για την έννοια της οικογένειας. Όχι μόνο μέσω των τριών τους, αλλά και μέσω του νεαρού Ουκρανού που νιώθει πιο κοντά στον Μίσα απ’ ό,τι στη δική του οικογένεια.
Όλη αυτή η ιστορία της οικογένειας, μιας γενικότερης οικογένειας που να μην έχει απαραίτητα να κάνει με το αίμα - θα ήμασταν όλοι πολύ πιο χαρούμενοι αν μπορούσαμε να την αντιμετωπίσουμε και να τη χειριστούμε. Όλοι ψάχνουμε να βρούμε μια οικογένεια. Ο κύριος Νίκος θέλει να νιώσει το Μίσα παιδί του γιατί θέλει να νιώσει τη σύνδεση. Όλοι επομένως προσπαθούμε να συνδεθούμε. Πολλές φορές αυτό δεν το καταφέρνουμε μέσα στην οικογένειά μας, πολλές φορές δεν το καταφέρνουμε πουθενά. Ενώ ακούγεται τόσο απλό, είναι τόσο δύσκολο.
Πώς ήταν η εμπειρία στην Τραϊμπέκα;
Δεν είχα ξαναπάει στη Νέα Υόρκη και αυτό από μόνο του ήταν κάτι. Ο συνδυασμός με το ότι βρισκόμουν εκεί για την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας έκανε τα πράγματα πολύ αγχωτικά. Είναι διαφορετικό να κάνεις πρεμιέρα στην Ευρώπη απ΄ό,τι στην Αμερική. Ακόμα και η αίθουσα του σινεμά είναι διαφορετική. Τα καθίσματα μόνο πιάνουν διπλάσιο χώρο απ’ αυτά εδώ. Ήταν τεράστια.
Όμως ήρθε το βραβείο, το οποίο εξάλειψε όλα τα άγχη και τις φοβίες και ήταν πολύ ωραία. Δε μας το είχαν πει από το φεστιβάλ οπότε ήταν έκπληξη, κι αυτό βοήθησε πολύ στο να είναι η στιγμή πολύ πιο άμεση, ειλικρινής και συγκινητική.
Ήταν κι αυτός ο πολύ ωραίος κύριος που λέγεται Γουίλεμ Νταφό. Ήταν πολύ ζεστός και όμορφος, κάπως η χαρά της ζωής. Είχε αυτό το υπέροχο χαμόγελο, αλλά ταυτόχρονα αυτό το σκαμμένο πρόσωπο που έκανε αυτήν την πολύ ωραία αντίθεση. Και ήταν πραγματικά συγκινημένος κι αυτός από την ταινία και χάρηκα πολύ που στην πρώτη της εμφάνιση είχε αυτήν την αποδοχή. Ταυτόχρονα ένιωσα ότι είχαν καταλάβει αυτοί οι άνθρωποι αυτό που είχα εγώ στο μυαλό, κάτι που δεν είναι πάντα δεδομένο ότι θα συμβεί. Όποτε τελικά ήταν πολύ ωραία. Κάτι που ξεκίνησε πολύ αγχωτικά, τελείωσε πολύ ωραία και γλυκά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα