«Οι Απάχηδες των Αθηνών»: Tα θρυλικά αλάνια του '30 χρειάστηκαν 121.000 ευρώ για να «ζωντανέψουν» ξανά στη Λυρική Σκηνή

«Οι Απάχηδες των Αθηνών»: Tα θρυλικά αλάνια του '30 χρειάστηκαν 121.000 ευρώ για να «ζωντανέψουν» ξανά στη Λυρική Σκηνή

Η πρώτη «άδουσα και ηχητική» ελληνική ταινία του Δημήτρη Γαζιάδη που είχε χαθεί, βρέθηκε πριν 4 χρόνια στη Γαλλία, αποκαταστάθηκε ψηφιακά και θα προβληθεί  με ζωντανή ορχήστρα και ελεύθερη είσοδο το Σάββατο 15 Φεβρουαρίου στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος - Η πολυδάπανη αποκατάστασή της, αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, κόστισε 121.000 ευρώ 

pol
Ένα ανεπανάληπτο ασπρόμαυρο ταξίδι πίσω στον χρόνο, στις γειτονιές της μεσοπολεμικής Αθήνας, επιφυλάσσουν «Οι Απάχηδες των Αθηνών» (1930) του Δημήτρη Γαζιάδη που αποτελούν και την πρώτη κινηματογραφική μεταφορά της ομότιτλης τρίπρακτης οπερέτας των Νίκου Χατζηαποστόλου και Γιάννη Πρινέα (1921). Η θρυλική ταινία θεωρούνταν χαμένη, μέχρι που εντοπίστηκε τέσσερα χρόνια πριν στη Γαλλική Ταινιοθήκη οπότε και ξεκίνησε η πολυδάπανη ψηφιακή αποκατάστασή της, με αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ).


Κάπως έτσι ξεκίνησε ο δεύτερος κύκλος της ζωής της.
Η Εθνική Λυρική Σκηνή και η Ταινιοθήκη της Ελλάδος παρουσιάζουν την πρώτη προβολή της αποκατεστημένης κόπιας, το Σάββατο 15 Φεβρουαρίου στις 20.00 στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ, με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ και Μονωδούς της ΕΛΣ. Διευθύνει ο Αναστάσιος Συμεωνίδης.

Η είσοδος θα είναι ελεύθερη για το κοινό, με δελτία προτεραιότητας που θα δοθούν δύο ώρες πριν την έναρξη της εκδήλωσης από τα ταμεία της ΕΛΣ.

0001
0002__1_
0003
0004

«Απάχης» σημαίνει αλάνι
Η λέξη προέρχεται από τη γαλλική λέξη apache και σημαίνει ο άνθρωπος του περιθωρίου, το αλάνι. Η φημισμένη οπερέτα των Νίκου Χατζηαποστόλου και Γιάννη Πρινέα, την περίοδο 1921-22 είχε δώσει 600 παραστάσεις στην Αθήνα, κόβοντας πάνω από 400.000 εισιτήρια σε μια εποχή που η Αθήνα είχε πληθυσμό 300.00 κατοίκων.

Στο λιμπρέτο της Α΄Πράξης της τρίπρακτης οπερέτας μεταφερόμαστε στο εξοχικό οινοπωλείο του Μπάρμπα-Ανδρέα στα Πατήσια, όπου συχνάζουν οι Απάχηδες των Αθηνών: ο Κώστας -γνωστός με το ψευδώνυμο «Πρίγκιπας» λόγω μίας φήμης περί ευγενικής καταγωγής του- και το κωμικό δίδυμο Καρούμπα – Καρκαλέτσου, αφοσιωμένοι φίλοι του «Πρίγκιπα». Η όμορφη αλλά φτωχή Τιτίκα είναι η αρραβωνιαστικιά του Κώστα, η οποία πουλά λουλούδια για να επιβιώσει. Όμως ο «Πρίγκιπας» γοητεύεται από μία άλλη νεαρή γυναίκα, τη Βέρα Παραλή -θυγατέρα του εύπορου αριστοκράτη Ξενοφώντος Παραλή. Ύστερα από πολλές περιπέτειες, ανατροπές αλλά και μία δελεαστική προικοδοσία που του προτείνει ο υποψήφιος πλούσιος πεθερός του, Ξενοφών Παραλής, ο «Πρίγκιπας» τελικά ακολουθεί τη συνείδησή του καθώς θεωρεί υποχρέωσή του να αποκαταστήσει το φτωχό κορίτσι που του έχει αφοσιωθεί με όλη του την καρδιά. Η οπερέτα απαρτίζεται από τρεις πράξεις και η ομώνυμη κινηματογραφική ταινία από έξι μέρη, χωρίς να υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.


0005
0006
0007
0008

Εικόνες της Αθήνας του ’30 που δεν έχουμε ξαναδεί
Στα τέλη Απριλίου 1930, οι κάτοικοι της πόλης σπεύδουν στο κινηματοθέατρο «Αττικόν» για να παρακολουθήσουν την ταινία «Οι Απάχηδες των Αθηνών» μια αθηναϊκή ηθογραφία «με ολόκληρον την μουσικήν της ομωνύμου οπερέττας και νέα τραγούδια του μουσουργού Νίκου Χατζηαποστόλου». Η απήχηση της ταινίας είναι εντυπωσιακή και τα σχόλια της κριτικής ευνοϊκά. Η ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούν θρυλικές μορφές της ελληνικής οπερέτας όπως ο Πέτρος Κυριακός, η Μαίρη Σαγιάνου, ο Πέτρος Επιτροπάκης, ο Γιάννης Πρινέας -λιμπρετίστας μαζί με τον Νίκο Χαζτηαποστόλου της ομώνυμης οπερέττας, όπως και σεναριογράφος της ταινίας- αποτελεί έναν σημαντικό, χαμένο μέχρι σήμερα, κρίκο στην ιστορία του πρώιμου ελληνικού κινηματογράφου, μια θαυμαστή ηθογραφική αναπαράσταση της μεσοπολεμικής Αθήνας και των ανθρώπων της πόλης. Με υψηλή αισθητική κινηματογράφησης καταγράφει έξοχα ορισμένα από τα σημαντικότερα τοπόσημα της Αθήνας και των περιχώρων, και συλλαμβάνει την καθημερινότητα του 1930 στην Πλάκα, στου Ψυρρή, στην Αγορά, στο Θησείο, στο Γκάζι, στα Χαυτεία, στην Πλατεία Συντάγματος, στην Ομόνοια, στην οδό Σταδίου, στην Πανεπιστημίου, αλλά και στα Ανάκτορα του Τατοΐου.

Η πρώτη "άδουσα και ηχητική" ελληνική ταινία
Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Γαζιάδης επιστρέφει στην Ελλάδα από τη Γερμανία, έχοντας την πολύτιμη θητεία του πλάι στους μυθικούς Georg W. Pabst και Fritz Lang. Μαζί με τον αδελφό του μετατρέπουν την οικογενειακή εταιρεία Dag Film σε εταιρεία παραγωγής ταινιών μεγάλου μήκους, με δεδομένη την εμπειρία που έχουν αποκτήσει στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α.
«Οι Απάχηδες των Αθηνών» διαφημίζονται από τα έντυπα Μέσα της εποχής ως η «πρώτη ηχητική και άδουσα ταινία». Όπως και η ταινία-οπερέτα της Dag Film, «Φίλησέ με Μαρίτσα», η οποία γυρίζεται και κυκλοφορεί την ίδια χρονιά με τους Απάχηδες, προβάλλονται με τη συνοδεία μουσικής, η οποία αναπαράγεται από πλάκες γραμμοφώνου. Στο μεταξύ, η μετάβαση από τον βωβό στον ηχητικό και ομιλούντα κινηματογράφο γίνεται πραγματικότητα.



0009_N
Κλείσιμο

Το ιστορικό της αποκατάστασης
Μια κόπια από την ταινία σε θετικό –αντίγραφο δηλαδή του αρχικού αρνητικού– πολύ κακής ποιότητας και δίχως μουσική επένδυση, βρέθηκε πριν τέσσερα χρόνια στην Ταινιοθήκη της Βρετάνης, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό καθώς πρόκειται για την πρώτη ελληνική ταινία η οποία συνοδευόταν από συγχρονισμένη ηχογράφηση της μουσικής και των τραγουδιών. Το υλικό που βρέθηκε ήταν μια κόπια προβολής, αρκετά ταλαιπωρημένη, με αρκετές κολλήσεις, σκουπίδια, γραμμές και με γαλλικούς μεσότιτλους. Όταν ενημερώθηκε η Ταινιοθήκη της Γαλλίας αντέδρασε άμεσα και την μετέφερε στο Παρίσι. Ο Κώστας Γαβράς ενημέρωσε την Ταινιοθήκη της Ελλάδος και έθεσε το όλο εγχείρημα υπό την αιγίδα του. Έπρεπε όμως να λυθεί το ζήτημα της χρηματοδότησης της ταινίας, γιατί η Γαλλική Ταινιοθήκη δεν μπορούσε να την εντάξει στο δικό της χρηματοδοτικό πρόγραμμα. Το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ανταποκρίθηκε θερμά στο αίτημα της Ταινιοθήκης και αποφάσισε να γίνει ο αποκλειστικός δωρητής αυτής της σπουδαίας αποκατάστασης.«Χρειάστηκαν 121.000 ευρώ για να γίνει η αποκατάσταση της ταινίας. Τόσα ζητήσαμε από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και τόσα πήραμε» εξηγεί η υπεύθυνη για την αποκατάσταση της ταινίας, Ηλέκτρα Βενάκη. Και συμπληρώνει: «Είναι πολύ σπάνιο να βρεθούν κόπιες ελληνικών ταινιών σε καλή κατάσταση, καθώς, όπως και σε όλες τις μικρές χώρες, κατά τη διάρκεια του πολέμου και λόγω πείνας, τις πουλούσαν ως υλικό».

Η αποκατάσταση της εικόνας πραγματοποιήθηκε, για λογαριασμό της Ταινιοθήκης της Ελλάδος, σε συνεργασία με την Σελίν Ρουιβό της Γαλλικής Ταινιοθήκης, στο εργαστήριο L’Immagine Ritrovata στην Μπολόνια από αυτή τη μοναδική κόπια, σε βάση νιτρικής κυτταρίνης με γαλλικούς μεσότιτλους.
Μάλιστα, αποφασίστηκε να διατηρηθούν τα χρώματα στην αρχή και στο τέλος της ταινίας -προς το κίτρινο/σέπια στην αρχή και προς το μπλε στο τέλος της ταινίας-μια πρακτική που συνηθιζόταν στις προβολές της εποχής.
Σε κλειστή προβολή που έγινε στη Μπολόνια τον περασμένο Ιούνιο, οι εμπλεκόμενοι φορείς έμειναν εντυπωσιασμένοι, καθώς η καλλιτεχνική ποιότητα της ταινίας ήταν πέρα από κάθε προσδοκία. Κατά κοινή ομολογία, το να μπορεί μια μικρή χώρα να παράξει το 1930 μια ταινία τέτοιας αισθητικής και τεχνικής αρτιότητας είναι εξαιρετικά σπάνιο.



0011_N
0013_N



0015_N
0017_N

Σε πόσα καρέ γυρίστηκε η ταινία;
Ένα πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπιστεί στη διάρκεια της ψηφιοποίησης αφορούσε τα καρέ της ταινίας. Εκείνη την εποχή, στο πέρασμα από τον βωβό κινηματογράφο στον ομιλούντα, οι ταινίες γυρίζονταν και παίζονταν σε διαφορετικά καρέ. Δηλαδή, μια ταινία μπορούσε να γυριστεί, αλλά κυρίως να προβληθεί από 18 έως 24 καρέ το δευτερόλεπτο, με το τελευταίο να καθιερώνεται ως διεθνές στάνταρ με τον ομιλούντα κινηματογράφο. Αυτή η διαφορά ταχύτητας εξηγεί γιατί βλέπουμε ακόμα και σήμερα, μερικές φορές, στις ταινίες του Σαρλώ για παράδειγμα, τους ηθοποιούς να «τρέχουν» λίγο παράξενα.
Έγιναν πολλά τεστ με το εργαστήριο της Μπολόνια και του Παρισιού, παρουσία εκπροσώπων της Γαλλικής και της Ελληνικής Ταινιοθήκης, μέχρι να καταλήξουν στα σωστά καρέ με τα οποία γυρίστηκε η ταινία και με τα οποία πρέπει να προβληθεί ώστε να μην «τρέχουν» οι ηθοποιοί.


Η απαιτητική έρευνα για τη χαμένη μουσική της ταινίας
Η ηχητική μπάντα της ταινίας παραμένει χαμένη, άρα αναζητήθηκαν οι αρχειακές πηγές που θα επέτρεπαν την ανασύνθεσή της. Την ανασύσταση της μουσικής που συνόδευε την ταινία ανέλαβε το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής. «Ντύσαμε την ταινία με την μουσική της οπερέτας του Νίκου Χατζηαποστόλου, δημιουργώντας ουσιαστικά ένα νέο soundtrack που θα ταίριαζε με τα καρέ της ταινίας» εξηγεί ο Γιάννης Τσελίκας που ανέλαβε την επιμέλεια και προσαρμογή της μουσικής επένδυσης. «Δεν ήταν καθόλου απλό, δεδομένου πως στον συνθέτη ζητήθηκε να γράψει επιπλέον κομμάτια για την ταινία, και πως οπερέτα και ταινία έχουν τελικά πολύ μικρή σχέση» τονίζει ο Γιάννης Σαμπροβαλάκης, υπεύθυνος για τη μουσικολογική έρευνα.
Η αποκατεστημένη κόπια σε 4Κ και 35mm θα παρουσιαστεί με ζωντανή μουσική, σε μια προσπάθεια να ανασυσταθεί η αρχική -οριστικά χαμένη- ηχητική μπάντα του έργου, ενώ η ηχογραφημένη εκδοχή της συγκεκριμένης ζωντανής εκτέλεσης θα ενσωματωθεί στο ψηφιακό αρχείο για τις επόμενες προβολές. Μετά την πρώτη της παρουσίαση στην Εθνική Λυρική Σκηνή, θα ταξιδέψει σε σημαντικά φεστιβάλ πρώιμου κινηματογράφου ανά τον κόσμο.

0019_N

Τo φωτογραφικό υλικό  είναι από το αρχείο του Στάθη Αρφάνη.

Δείτε ένα μικρό συλλεκτικό  απόσπασμα από την ψηφιακά αποκατεστημένη κόπια «Οι Απάχηδες των Αθηνών» του Δημήτρη Γαζιάδη.


Οι Απάχηδες των Αθηνών | Η αποκατάσταση της ταινίας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης