Ζητείται κουλτούρα συνεργασίας
Γρηγόρης Τζιοβάρας
Ζητείται κουλτούρα συνεργασίας
Δύο βουλευτές που εκλέγονται στην ίδια εκλογική και συστεγάζονται στο ίδιο κόμμα κατέθεσαν αυτές τις μέρες μια τροπολογία στη Βουλή για ένα θέμα της περιοχής του
Ο αρμόδιος υπουργός, που είχε οδηγία από υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια να την κάνει δεκτή, ήρθε σε δύσκολη θέση γιατί η τροπολογία, αν και είχε όμοιο περιεχόμενο, είχε κατατεθεί εις διπλούν.
Ο έχων την αρχική πρωτοβουλία κυβερνητικός βουλευτής είχε ζητήσει την προσυπογραφή της δικής του τροπολογίας από συντοπίτη του βουλευτή άλλου κόμματος. Ο έτερος κυβερνητικός βουλευτής, μη βρίσκοντας άλλον διαθέσιμο από την περιφέρεια τους, ζήτησε να του συνυπογράψει το δικό του κείμενο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, ο οποίος εξεπλάγη όταν αργότερα πληροφορήθηκε ότι υπήρχε ήδη κατατεθειμένη πανομοιότυπη τροπολογία.
Ο υπουργός είπε στους κοινοβουλευτικούς ιθύνοντες να καλέσουν τους δύο βουλευτές για να συνεννοηθούν μεταξύ τους ώστε να αποσυρθεί η μια από τις δυο τροπολογίες και να υπογράψουν από κοινού μια άλλη, αλλά η απάντηση που πήρε ήταν: «Είναι αδύνατο αυτό που ζητάτε. Οι δύο βουλευτές δεν μιλιούνται μεταξύ τους…».
Το απολύτως πραγματικό αυτό περιστατικό –τα ονόματα των πρωταγωνιστών παρέλκουν γιατί δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία…- είναι αποκαλυπτικό για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ελληνική πολιτική ζωή. Δύο βουλευτές από την ίδια παράταξη και την ίδια εκλογική περιφέρεια αδυνατούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και συμπεριφέρονται ως… ανταγωνιστικές συμμαθήτριες που διεκδικούν το ίδιο… αγόρι και η μια πεισμώνει με την άλλη και δεν της μιλάει.
Το φαινόμενο της αδυναμίας συνεννόησης του εγχώριου πολιτικού προσωπικού δεν περιορίζεται στους ανταγωνιζόμενους βουλευτές στο πλαίσιο της τοπικής ψηφοθηρικής διαμάχης. Έχει, δυστυχώς, ευρύτερες διαστάσεις και διατρέχει οριζοντίως και καθέτως το πολιτικό σύστημα, το οποίο φαίνεται να πάσχει από χρόνια έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας.
Είναι η «ασθένεια» που εμποδίζει τον διάλογο ανάμεσα στις βασικές πολιτικές δυνάμεις. Παλαιότερα ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στο ΠΑΣΟΚ. Και τα τελευταία χρόνια μεταξύ της συγκυβέρνησης ανάγκης που συνήψαν οι άλλοτε «αιώνιοι» αντιπάλοι και του ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί την κύρια πολιτική δύναμη της αντιπολίτευσης.
Ο έχων την αρχική πρωτοβουλία κυβερνητικός βουλευτής είχε ζητήσει την προσυπογραφή της δικής του τροπολογίας από συντοπίτη του βουλευτή άλλου κόμματος. Ο έτερος κυβερνητικός βουλευτής, μη βρίσκοντας άλλον διαθέσιμο από την περιφέρεια τους, ζήτησε να του συνυπογράψει το δικό του κείμενο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, ο οποίος εξεπλάγη όταν αργότερα πληροφορήθηκε ότι υπήρχε ήδη κατατεθειμένη πανομοιότυπη τροπολογία.
Ο υπουργός είπε στους κοινοβουλευτικούς ιθύνοντες να καλέσουν τους δύο βουλευτές για να συνεννοηθούν μεταξύ τους ώστε να αποσυρθεί η μια από τις δυο τροπολογίες και να υπογράψουν από κοινού μια άλλη, αλλά η απάντηση που πήρε ήταν: «Είναι αδύνατο αυτό που ζητάτε. Οι δύο βουλευτές δεν μιλιούνται μεταξύ τους…».
Το απολύτως πραγματικό αυτό περιστατικό –τα ονόματα των πρωταγωνιστών παρέλκουν γιατί δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία…- είναι αποκαλυπτικό για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ελληνική πολιτική ζωή. Δύο βουλευτές από την ίδια παράταξη και την ίδια εκλογική περιφέρεια αδυνατούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και συμπεριφέρονται ως… ανταγωνιστικές συμμαθήτριες που διεκδικούν το ίδιο… αγόρι και η μια πεισμώνει με την άλλη και δεν της μιλάει.
Το φαινόμενο της αδυναμίας συνεννόησης του εγχώριου πολιτικού προσωπικού δεν περιορίζεται στους ανταγωνιζόμενους βουλευτές στο πλαίσιο της τοπικής ψηφοθηρικής διαμάχης. Έχει, δυστυχώς, ευρύτερες διαστάσεις και διατρέχει οριζοντίως και καθέτως το πολιτικό σύστημα, το οποίο φαίνεται να πάσχει από χρόνια έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας.
Είναι η «ασθένεια» που εμποδίζει τον διάλογο ανάμεσα στις βασικές πολιτικές δυνάμεις. Παλαιότερα ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στο ΠΑΣΟΚ. Και τα τελευταία χρόνια μεταξύ της συγκυβέρνησης ανάγκης που συνήψαν οι άλλοτε «αιώνιοι» αντιπάλοι και του ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί την κύρια πολιτική δύναμη της αντιπολίτευσης.
Είναι η «παθογένεια» που δεν επιτρέπει να υπάρχει δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, οι οποίοι δεν ανταλλάσσουν ούτε χειραψία, ακόμη και στις σπάνιες κοινές εκδηλώσεις που συνευρίσκονται, όπως κατά την πρόσφατη εκδήλωση για τα σαραντάχρονα από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Έκφανση του ίδιου φαινομένου είναι, εξάλλου, ο προβληματικός τρόπος με τον οποίο πορεύεται η δικομματική κυβέρνηση που δεν καταφέρνει να τηρήσει ούτε τη στοιχειώδη και τόσο γενικόλογη προγραμματική συμφωνία που συναποφάσισε. Με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κάθε τρεις και λίγο τριβές ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους για ζητήματα που δεν άπτονται των ιδεολογικών διαφορών που τους χωρίζουν.
Στον ίδιο καμβά, επίσης, διαγράφεται ο προσχηματικός και απολύτως υποκριτικός τρόπος με τον οποίο –υποτίθεται ότι- ξεκίνησε ο διάλογος για την Κεντροαριστερά όταν είναι φανερό ότι καμία από τις εμπλεκόμενες πλευρές –είτε πρόκειται για τη ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ, είτε για την ΔΗΜΑΡ και τον ΣΥΡΙΖΑ- δεν έχει ειλικρινή βούληση να προχωρήσει αυτή η διαδικασία.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με την απόλυτη επικράτηση της νοοτροπίας που θέλει τους πολιτικούς αντιπάλους –εσωκομματικούς και μη- να αντιμετωπίζονται ως «εχθροί», η επαγγελλόμενη επιστροφή της χώρας στην ευρωπαϊκή «κανονικότητα» δεν μπορεί παρά να ηχεί παράταιρα. Και, σε κάθε περίπτωση, δύσκολα μπορεί να καλύψει τις ένθεν κακείθεν παρωχημένες εμφυλιοπολεμικές κραυγές που δίνουν τον τόνο στον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση.
Κακά τα ψέματα, χωρίς εμπεδωμένη κουλτούρα συνεργασίας τόσο μέσα στα ίδια τα κόμματα όσο και στον αναγκαίο για τη λειτουργία των θεσμών διάλογο μεταξύ των αντιπάλων πολιτικών δυνάμεων, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει, ακόμη και στη μεταμνημονιακή -οψέποτε αυτή έρθει…- εποχή να είναι ένας ευρωπαϊκός «παρίας».
Έκφανση του ίδιου φαινομένου είναι, εξάλλου, ο προβληματικός τρόπος με τον οποίο πορεύεται η δικομματική κυβέρνηση που δεν καταφέρνει να τηρήσει ούτε τη στοιχειώδη και τόσο γενικόλογη προγραμματική συμφωνία που συναποφάσισε. Με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κάθε τρεις και λίγο τριβές ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους για ζητήματα που δεν άπτονται των ιδεολογικών διαφορών που τους χωρίζουν.
Στον ίδιο καμβά, επίσης, διαγράφεται ο προσχηματικός και απολύτως υποκριτικός τρόπος με τον οποίο –υποτίθεται ότι- ξεκίνησε ο διάλογος για την Κεντροαριστερά όταν είναι φανερό ότι καμία από τις εμπλεκόμενες πλευρές –είτε πρόκειται για τη ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ, είτε για την ΔΗΜΑΡ και τον ΣΥΡΙΖΑ- δεν έχει ειλικρινή βούληση να προχωρήσει αυτή η διαδικασία.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με την απόλυτη επικράτηση της νοοτροπίας που θέλει τους πολιτικούς αντιπάλους –εσωκομματικούς και μη- να αντιμετωπίζονται ως «εχθροί», η επαγγελλόμενη επιστροφή της χώρας στην ευρωπαϊκή «κανονικότητα» δεν μπορεί παρά να ηχεί παράταιρα. Και, σε κάθε περίπτωση, δύσκολα μπορεί να καλύψει τις ένθεν κακείθεν παρωχημένες εμφυλιοπολεμικές κραυγές που δίνουν τον τόνο στον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση.
Κακά τα ψέματα, χωρίς εμπεδωμένη κουλτούρα συνεργασίας τόσο μέσα στα ίδια τα κόμματα όσο και στον αναγκαίο για τη λειτουργία των θεσμών διάλογο μεταξύ των αντιπάλων πολιτικών δυνάμεων, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει, ακόμη και στη μεταμνημονιακή -οψέποτε αυτή έρθει…- εποχή να είναι ένας ευρωπαϊκός «παρίας».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα