Μένουνε αγανακτισμένοι. Μένουμε στον δρόμο του εκσυγχρονισμού
dimitris_p_swtiropoulos

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος

Μένουνε αγανακτισμένοι. Μένουμε στον δρόμο του εκσυγχρονισμού

Η πρόσφατη συζήτηση στη βουλή για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης δεν μας έκανε σοφότερους για το οτιδήποτε, και τούτο διότι δεν υπήρξε ποτέ αυτό η πρόθεση κυβερνώντων και αντιπολιτευόμενων, εξαρχής. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε. Οι πολιτικοί συσχετισμοί έχουν παγιωθεί και, με μικρές αυξομειώσεις, δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά μετά τις εκλογές του 2019, όπως προκύπτει από σχεδόν όλες τις σοβαρές έρευνες κοινής γνώμης που βλέπουν ανά καιρούς το φως της επικαιρότητας

Σε όλο αυτό το διάστημα, υπήρξαν μόνο δύο στιγμές που έθεσαν υπό αμφισβήτηση την παγίωση αυτών των συσχετισμών: η αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, στα τέλη του 2021, μετά τον πρόωρο θάνατο της Φώφης Γεννηματά, και η υπόθεση των παρακολουθήσεων από τον περασμένο Αύγουστο και μετά. Ωστόσο, πέρα από πρόσκαιρες μικρές μετατοπίσεις της κοινής γνώμης, καμία από τις δύο αυτές εξελίξεις δεν φάνηκε να αλλάζει δραματικά τις πολιτικές ισορροπίες. Το ΠΑΣΟΚ, μετά τον αρχικό ενθουσιασμό που προέκυψε από την επικράτηση του Νίκου Ανδρουλάκη στις εσωκομματικές εκλογές και την διόλου ευκαταφρόνητη δημοσκοπική του ενίσχυση, φαίνεται πλέον να έχει υποχωρήσει σε οριακά διψήφιο ποσοστό, με τάση περαιτέρω συρρίκνωσής του αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική. Η δε υπόθεση των παρακολουθήσεων για ποικίλους λόγους που έχουν να κάνουν τόσο με την επικρατούσα ελληνική πολιτική κουλτούρα όσο κυρίως με τις επείγουσες ανάγκες, τους προβληματισμούς και τις προσδοκίες της κοινωνίας (οικονομικές, μεταρρυθμιστικές, γεωπολιτικές κλπ) δεν φάνηκε ποτέ να επηρεάζει καταλυτικά την εκλογική της συμπεριφορά.

Για να το θέσουμε απλά, καλώς ή κακώς, οι θεσμικές ευαισθησίες δεν είναι για την ελληνική κοινωνία όσο ψηλά είναι αυτή τη στιγμή τα άγχη και οι φόβοι της ως προς το οικονομικό της μέλλον καθώς και ως προς την εθνική της ασφάλεια, σε έναν κόσμο διαρκών κρίσεων και ειδικά σε μια πολύ ασταθή γειτονιά όπως η δική μας. Και αυτό είναι μάλλον αναμενόμενο για μια χώρα που βρέθηκε την προηγούμενη δεκαετία χρεοκοπημένη, με χαμένο το ¼ του πλούτου της και πολλαπλά απαξιωμένη διεθνώς. Εξ ου και το σταθερό αίτημα του εκλογικού σώματος για διαχειριστική αποτελεσματικότητα από την πλευρά των κυβερνώντων, τομέα στον οποίο φαίνεται επίσης σε όλες τις έρευνες, επικρατεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης επί των αντιπάλων του, σταθερά και με διαφορά.

Ο κλεφτοπόλεμος και η πολιτική τοξικότητα

Συνεπώς, σε ένα τέτοιο παγιωμένο σκηνικό, τη θέση των μεγάλων στρατηγικών αποφάσεων παίρνουν αναγκαστικά οι τακτικισμοί και ο κλεφτοπόλεμος, οδηγώντας σε αυτήν την απογοητευτική εικόνα που βλέπουμε τον τελευταίο καιρό στη δημόσια αντιπαράθεση. Τοξικό κλίμα, δολοφονίες χαρακτήρων, κιτρινισμοί, χυδαία υπονοούμενα για πρόσωπα, απίθανες υπερβολές στις ρητορικές αντεγκλήσεις σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, απώλεια ηθικών ορίων στις κατηγορίες που εκτοξεύονται από τις διάφορες πλευρές. Το κλίμα αυτό θεωρητικά ευνοεί πρωτίστως το ΣΥΡΙΖΑ γι' αυτό και κάνει ό,τι μπορεί για να το συντηρήσει. Ο σκοπός προφανής: να παρουσιαστεί το κυβερνών κόμμα της ΝΔ ως αυταρχικό, διεφθαρμένο και καταστροφικό, ενώ ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης ως ο αρχιτέκτονας ενός αντιφιλελεύθερου (ακόμη και “ολοκληρωτικού”) καθεστώτος και ως “Όρμπαν της Μεσογείου”. Η προχθεσινή απόφαση του Αλ. Τσίπρα να απέχει το κόμμα του από όλες τις συνεδριάσεις της Βουλής ως τις εκλογές είναι ένας τέτοιος εντυπωσιοθηρικός ανταρτοπόλεμος.

Η τακτική της πλήρους απαξίωσης του αντιπάλου έχει αφενός στόχο το φλερτ με μια μερίδα του κεντρώου ακροατηρίου που είναι εξ ορισμού ευαίσθητο με τα ζητήματα δημοκρατίας, αφετέρου τη ναρκοθέτηση των μετεκλογικών συνεργασιών που τυχόν θα απαιτούνταν σε περίπτωση που η ΝΔ δεν επιτύγχανε αυτοδυναμία. Αν κάτι ωστόσο, στέκεται ως τώρα εμπόδιο σε αυτήν τακτική είναι κυρίως το βεβαρημένο παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ και οι δικές του μεγάλες αμαρτίες αναφορικά με θέματα Κράτους Δικαίου, όσο ήταν στην κυβέρνηση. Ένα κόμμα που βαρύνεται με ένα αχρείαστο και καταστροφικό δημοψήφισμα, τη σκευωρία της Novartis ή την προσπάθεια χειραγώγησης του Τύπου και της Δικαιοσύνης θα έχει πάντα μεγάλη δυσκολία να πείσει για τις καλές προθέσεις του, κάθε φορά που θα εμφανίζεται ως ηθικός κατήγορος των αντιπάλων του.

Το Σχέδιο Μάρσαλ της γενιάς μας

Κλείσιμο
Ασφαλώς, η σαφής δυσκολία της αξιωματικής αντιπολίτευσης “δια να ομιλεί”, είναι σημαντικός σύμμαχος του κυβερνώντος κόμματος της ΝΔ. Αλλά το δικό της πλεονέκτημα δεν μπορεί να είναι απλώς ότι οι άλλοι είναι χειρότεροι. Οι καιροί απαιτούν περισσότερα. Η δική της επένδυση πρέπει να είναι στην προβολή του μέχρι τώρα έργου της και στην επεξεργασία και παρουσίαση του προεκλογικού της προγράμματος. Παρά την περίπλοκη διεθνή συγκυρία, οι προοπτικές και οι προσφερόμενες ευκαιρίες της χώρας ως το 2030 είναι πολλές και ευοίωνες, από ποικίλες απόψεις. Στην πρώτη τετραετία της -με όλες τις τεράστιες ανατροπές της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία- έριξε μεγάλο βάρος στην οικονομική ανάκαμψη, την έξοδο από την ενισχυμένη ξένη εποπτεία στα δημοσιονομικά, στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών, στην ανάσχεση του τουρκικού κινδύνου, στην πέρα από κάθε προσδοκία ψηφιοποίηση του κράτους που ήταν και το μεγάλο της success story, σε κοινωνικές πολιτικές στήριξης των πιο αδύναμων και σε άλλες μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες στα εργασιακά, στην επίλυση του χρόνιου αίσχους των καθυστερημένων συντάξεων, στην εκπαίδευση κλπ. Η εκτόξευση του τουρισμού λειτούργησε επίσης ως ψήφος εμπιστοσύνης ενώ η διεθνής εκπροσώπηση της χώρας αποκαταστάθηκε, το κύρος της στα διεθνή φόρα ενισχύθηκε, και οι ξένοι μιλούσαν συχνά για το οικονομικό θαύμα της ανάκαμψής της.

Αλλά υπάρχει ακόμη δρόμος για τον εκσυγχρονισμό του κράτους σε πολλούς τομείς, με πρώτη την Δικαιοσύνη, την Υγεία, τους ΟΤΑ, το Περιβάλλον κ.ά. Οι πλουσιοπάροχοι πόροι του Ταμείου Ανάκμαψης που ήδη έχουν αρχίσει να εισπράττονται, δημιουργούν ευκαιρίες ανάλογες ενός Σχεδίου Μάρσαλ. Το κράτος έχει την ευκαιρία να μεταμορφωθεί, η οικονομία να οργανωθεί σε ένα πιο υγιές και ανταγωνιστικό παραγωγικό μοντέλο, και η κοινωνία να βελτιώσει την ποιότητα ζωής της και να γίνει πιο συμπεριληπτική με τους διαφορετικούς, και πιο ευαίσθητη με τους πιο αδύναμους.

Εντέλει, εκείνο που φαίνεται ότι θα αντιπαρατεθεί στις προσεχείς εκλογές θα είναι από τη μία ο κόσμος της μόνιμης “αγανάκτησης” και της “αντίστασης” στους “άλλους” ακόμη και με αμφιλεγόμενα μέσα, και από την άλλη ο κόσμος της αέναης εκσυγχρονιστικής προσπάθειας του κράτους προκειμένου να προλάβει τις διεθνείς εξελίξεις και να μείνει στο κλαμπ των ισχυρών του πλανήτη, εν μέσω 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Είναι φυσικά μια παλιά, βαθιά διαχωριστική γραμμή στην πολιτική ζωή της χώρας, που παίζεται με διαφορετικούς πρωταγωνιστές κάθε φορά. Απομένει το ΠΑΣΟΚ, που φοβάμαι ότι σε ένα τέτοιο σκηνικό πόλωσης αλλά κυρίως χωρίς επεξεργασμένη πρόταση για το που θέλει να πάει την επόμενη μέρα, το μόνο που θα κάνει είναι να παρατείνει όσο μπορεί το βιολογικό του τέλος, συμπληρώνοντας περιστασιακά ένα κομματικό σύστημα των 2,5 κομμάτων - με το ΚΚΕ όπως πάντα στον ουτοπικό κόσμο του, και τα κόμματα των “ψεκασμένων” στη δυστοπική κοσμάρα τους.


Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ