Κατά τη διάρκεια της φωτογράφησης χαμογελάει συνεχώς. Είναι -και δείχνει- χαρούμενη, κάποιες στιγμές, όσο ετοιμάζεται, συγκινείται στέλνοντας μηνύματα από το κινητό της, ενώ ταυτόχρονα λέει στη μακιγιέζ «μυστικά για νόστιμα κανελόνια». Με ξαφνιάζει. Το ίδιο έκανε και κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας. Η Σάσα δεν είναι πια το κορίτσι που απαντά σε ό,τι τη ρωτήσεις αυθόρμητα, χωρίς στρογγυλοποιήσεις και δεύτερες σκέψεις. Σήμερα είναι αυστηρή στις εκφράσεις της, δεν θέλει να μιλάει πολύ, προσέχει την κάθε της πρόταση, αποδεικνύοντας ότι πράγματι κάτι άλλαξε σε εκείνη τα τελευταία χρόνια: κυρίως εικόνες, παραστάσεις και άνθρωποι που είναι δίπλα της, κάτι σαν φύλακες άγγελοί της. Είναι χαρακτηριστικό πως τίποτα δεν γίνεται πια -επιλογή τραγουδιών, εμφανίσεις και χειρισμός της δημόσιας εικόνας της- χωρίς τον τελικό λόγο μιας πολύ στενής ομάδας συνεργατών της, η οποία αποτελείται κυρίως από τους δημιουργούς μεγάλων επιτυχιών στο τραγούδι, τους Χριστόδουλο Σιγανό και Valentino (σύντροφό της τα τελευταία χρόνια, μουσικό παραγωγό, dj, στιχουργό και διευθυντή προγράμματος του Sfera 102.2). Συγχρόνως, η Σάσα απολαμβάνει την επιτυχία που γνωρίζει σήμερα στο τραγούδι -που πάντα αγαπούσε- και τις πολύ επιτυχημένες εμφανίσεις της σε όλη την Ελλάδα. Και χαίρεται πολύ, όπως μου αναφέρει πολλές φορές κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας, γι’ αυτά που έχει καταφέρει! Θέλει να μου μιλήσει καταρχάς για την πιο ευτυχισμένη της επαγγελματικά στιγμή μέχρι τώρα.
«Φυσικά ήταν η συνεργασία μου με τον Valentino, έναν άνθρωπο που έχει αφήσει εποχή με τις μαγικές διασκευές του στην Ελλάδα»
, ξεκινά να λέει.
«Ημουν πολύ τυχερή που “άγγιξε” κι εμένα και κάναμε το “Μου ’μαθες έρωτα”
.
Valentino σημαίνει επιτυχία», συνεχίζει καθώς πίνει μια ακόμη γουλιά από τον φρέσκο χυμό πορτοκάλι που έχει μπροστά της.
«Θέλω επίσης, προτού αρχίσουμε τη συνέντευξή μας, να γράψεις τα πολλά “ευχαριστώ” μου, πάνω απ’ όλους, στον Χριστόδουλο Σιγανό που οδηγεί την όλη κατάσταση -ξέρει αυτός-, στον Στέλιο Μαρμαρά για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε, καθώς και σε όλους τους ανθρώπους που με βοήθησαν στα πρώτα μου βήματα». Αγγίζει με τα δάχτυλά της τις άκρες των μαλλιών της, παίζει για λίγο με το καλαμάκι που είναι μέσα στο ποτήρι και με ρωτάει, με την ίδια αθώα χροιά της φωνής της, όπως παλιά: «Λοιπόν; Τι θες να μάθεις για μένα;».