27 Ιανουαρίου: Ο κόσμος θυμάται και τιμά τα θύματα του Ολοκαυτώματος

27 Ιανουαρίου: Ο κόσμος θυμάται και τιμά τα θύματα του Ολοκαυτώματος

Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο τίμημα πλήρωσε η Θεσσαλονίκη - Στις 27 Ιανουαρίου 1945 τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς - Μια διασωθείσα της εποχής θυμάται...

27 Ιανουαρίου: Ο κόσμος θυμάται και τιμά τα θύματα του Ολοκαυτώματος
Έντεκα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την ημέρα που Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποφάσισε να ανακηρύξει την 27η Ιανουαρίου Διεθνή Ημέρα μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος από το ναζιστικό καθεστώς κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είχε προηγηθεί ένα χρόνο πριν, το 2004, η απόφαση της Βουλής των Ελλήνων να καθιερώσει την 27η Ιανουαρίου ως ημέρα μνήμης και τιμής για τους Έλληνες Εβραίους που έχασαν τη ζωή τους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά και για όσους με θάρρος και αυταπάρνηση έσωσαν συμπολίτες τους από βέβαιο θάνατο. 

Κλείσιμο
Η ημερομηνία επιλέχθηκε επειδή ήταν στις 27 Ιανουαρίου 1945 όταν τα προελαύνοντα τότε σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς - Μπίρκεναου στην Πολωνία.

Το σχέδιο της απόφασης υπέβαλε το 2005 το Ισραήλ και υποστήριξαν 89 χώρες. Στο κείμενο αναφέρεται ότι «καλεί τα κράτη - μέλη να επεξεργαστούν προγράμματα εκπαίδευσης που θα μεταδώσουν στις μελλοντικές γενεές τα διδάγματα του Ολοκαυτώματος και να βοηθήσουν να προλαμβάνονται πράξεις γενοκτονίας».

H είσοδος του Άουσβιτς όπως είναι σήμερα




Βαρύς ο φόρος αίματος στη Θεσσαλονίκη

Στην Ελλάδα το βαρύτερο φόρο αίματος πλήρωσε η Θεσσαλονίκη καθώς περίπου 50.000 γηγενείς Έλληνες εβραίοι της ανθηρής, σε κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική ζωή, εβραϊκής παροικίας της πόλης, που μετρούσε ήδη τοπική ιστορία περίπου μισής χιλιετηρίδας, οδηγήθηκαν από τον Μάρτιο έως τον Αύγουστο του 1943 στα κρεματόρια, με δεκαεννιά σιδηροδρομικές αποστολές θανάτου, από τον παλιό σταθμό της πόλης.

Λιγότεροι από 2.000 εξ αυτών κατόρθωσαν να επιβιώσουν και μεταπολεμικά να επιστρέψουν (1.000 από τα στρατόπεδα και οι υπόλοιποι από την ύπαιθρο, όπου είχαν κρυφτεί) σε μια πόλη που ελάχιστα έμοιαζε με εκείνη που είχαν αφήσει πίσω τους.

Περιουσίες καταστράφηκαν, ή λεηλατήθηκαν, σπίτια και καταστήματα είχαν αλλάξει χέρια, η πληθυσμιακή σύνθεση της Θεσσαλονίκης είχε αλλάξει δραματικά, ακόμη κι ένα σημαντικό μέρος των αναπτυξιακών και παραγωγικών δυνατοτήτων της πόλης είχε υπονομευτεί για πολλά επόμενα χρόνια. Σχεδόν στο σύνολό τους, οι επιβιώσαντες εβραίοι είχαν χάσει από τη ναζιστική λαίλαπα, οικογένειες, συγγενείς και φίλους και παρότι είχαν καταφέρει να γλιτώσουν τον θάνατο, η επανένταξή τους στον κοινωνικό ιστό της πόλης ήταν, τουλάχιστον κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ένα ακόμη σοβαρό εμπόδιο που θα έπρεπε να υπερβούν.

Η συγκέντρωση των εβραίων της Θεσσαλονίκης το 1943




Η Ελλαδα θέσπισε νόμους για την επιστροφή των περιουσιών

Το ελληνικό κράτος της εποχής -μάλιστα σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για τα ελληνικά πράγματα, μετά τον πόλεμο και πριν τον εμφύλιο- ήταν από τα πρώτα στην Ευρώπη, που θέσπισε νόμους για την επιστροφή των περιουσιών που είχαν απομείνει, αλλά και αυτό στην πράξη αποδείχθηκε «Γολγοθάς», με πολλούς εβραίους δικαιούχους, νόμιμους ιδιοκτήτες, να πασχίζουν για χρόνια στα δικαστήρια για να αποδείξουν ότι τους ανήκει η περιουσία τους, καθώς είχαν χαθεί ή καταστραφεί οι τίτλοι ιδιοκτησίας, ή ακόμη είχαν πεθάνει συγγενείς, γνωστοί, γείτονες, φίλοι, μάρτυρες για να επιβεβαιώσουν την κυριότητα της περιουσίας.

«Η πρώτη νομοθεσία για τη διαχείριση και επιστροφή των εβραϊκών περιουσιών στους νόμιμους κατόχους τους, είναι ο νόμος 2 της 26ης Οκτωβρίου 1944, της πρώτης μεταπολεμικής κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου. Σκεφτείτε, είναι πριν τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα και πριν ακόμη την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στις 30 Οκτωβρίου 1944 με την αποχώρηση των ναζιστικών στρατευμάτων και την είσοδο των δυνάμεων ΕΛΑΣ» λέει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η διδάκτωρ Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Μαρία Καβάλα, και συνεχίζει: «Επίσης, είναι η πρώτη κυβέρνηση Σοφούλη που εισάγει μια πολύ σημαντική ρύθμιση, τον αναγκαστικό νόμο 846/22.1.1946 με τον οποίο καταργείται αποκλειστικά για τις περιουσίες των Ελλήνων εβραίων η πρόβλεψη, ότι ελλείψει κληρονόμων η περιουσία περνά στο ελληνικό Δημόσιο. Είναι πολύ σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία γιατί έτσι αρχίζει η διεκδίκηση από τους δικαιούχους. Η διαδικασία ουσιαστικά άρχισε τρία χρόνια μετά. Όταν δημοσιεύτηκε στις 29 Μαρτίου 1949 το βασιλικό διάταγμα, με το οποίο συγκροτούνταν ο ΟΠΑΙΕ για την απόδοση των περιουσιών».

Εξαθλιωμένοι εργάτες στο Άουσβιτς



Οι Έλληνες εβραίοι της Θεσσαλονίκης δεν το έβαλαν κάτω, παρά τις δυσκολίες. Θρήνησαν για τους νεκρούς τους, τους τίμησαν, στάθηκαν και πάλι στα πόδια τους και κατάφεραν στις επόμενες δεκαετίες να αναστήσουν μέσα από τις... στάχτες» τους, τους τόπους λατρείας τους, την κοινότητα τους, την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και τα ιδρύματά της, το Εβραϊκό Μουσείο και το Γηροκομείο «Σαούλ Μοδιάνο» και σήμερα να γιορτάζουν μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, την «Ημέρα Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος», που θέσπισε, παμψηφεί, με το νόμο 3218/2004 (ΦΕΚ Α' 12), η ελληνική Βουλή.

 
Ηχηρό μήνυμα κατά του αντισημιτισμού

«Είναι σημαντική αυτή η μέρα, γιατί με τέτοιες εκδηλώσεις τασσόμαστε ενάντια στη μισαλλοδοξία, τον αντισημιτισμό και τον ρατσισμό και δίνουμε μηνύματα στη νέα γενιά. Η σημερινή μέρα δεν είναι μόνο για τους εβραίους. Είναι για τα διδάγματα που βγήκαν από το Ολοκαύτωμα. Δε πρέπει να ξεχνάμε πως έγινε αυτό το πράγμα -η Ελλάδα είναι από τα κράτη τα οποία μελετούν τη μνήμη- δεν πρέπει να ξεχνάμε, πρέπει να βγάζουμε συμπεράσματα, για να μην ξαναγίνει» δήλωσε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Δαβίδ Σαλτιέλ.

Γυναίκες εργάτριες στο Άουσβιτς



Η Θεσσαλονίκη, με την τεράστια συνεισφορά αίματος των εβραίων πολιτών της στη ναζιστική μηχανή, έχει ανακηρυχθεί και επίσημα, από το 2012, «μαρτυρική πόλη» και έχει ενταχθεί στο «Δίκτυο Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών της Ελλάδος».

Ελάχιστοι, ωστόσο, είναι οι επιζήσαντες των κρεματορίων που βρίσκονται πλέον στη ζωή. Οι μνήμες, όμως, είναι ακόμη ζωντανές μέσα από τις διηγήσεις όσων επέζησαν στους δικούς τους, αλλά και στα μέσα ενημέρωσης και σε ειδικούς επιστήμονες που μελετούν εκείνη την περίοδο. Εκτός από εκείνους που επιβίωσαν από τη ναζιστική θηριωδία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, υπήρξαν και πολλές περιπτώσεις εβραίων που κατάφεραν να αποφύγουν τον σχεδόν βέβαιο θάνατο, εξαιτίας πράξεων, δράσεων αλληλεγγύης, σε βαθμό αυτοθυσίας, πολλών χριστιανών ομοεθνών συμπολιτών τους που στάθηκαν στο πλευρό τους, τους έκρυψαν, τους φιλοξένησαν με κίνδυνο της ζωής τους και που έγιναν «δεύτερα» αδέλφια, γονείς και συγγενείς, στη θέση όσων είχαν χαθεί οριστικά στο ολοκαύτωμα. 


Μια διασωθείσα εβραιοπούλα της κατοχής θυμάται…

«Ντο να φτάω; Αρέσει κι αρέσει αβούτο είμαι» (Τι να κάνω; Αρέσει δεν αρέσει αυτό είμαι) μας χαιρετά με χαμόγελο η Στερίνα Ταμπώχ, απαντώντας στο αστείο μας, ότι μετά από όσα έζησε στην κατοχή, κοντά στην ποντιακή οικογένεια που την έσωσε και την περιέθαλψε, είναι πλέον μια «εβραία… ποντία»...

Άλλωστε, αν και αυτό ήταν το πραγματικό της όνομα που της έδωσαν η Εστρέα και ο Ζαχαρίας Πίντο, εκείνη στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής ήταν γνωστή ως «Μαρίκα Γρηγοριάδου», το όνομα που της έδωσαν οι «δεύτεροι γονείς» της, η Σοφία και ο Γιάννης Γρηγοριαδης, οι οποίοι την πήραν κοντά τους για να τη σώσουν από το ολοκαύτωμα, από σχεδόν βέβαιο θάνατο, τον οποίο δυστυχώς δεν απέφυγαν και τα επτά της αδέλφια, ούτε και οι φυσικοί γονείς της, που ελάχιστα γνώρισε…

Η 83χρονη σήμερα Στερίνα (Εσθήρ) Ταμπώχ έχει μόνο τα καλύτερα λόγια για το ζευγάρι που την πήρε κοντά της στην κατοχή και της έδωσε άσυλο και θαλπωρή. Ήταν μόλις δέκα χρονών, όταν μια οικογενειακή φίλη των Πίντο, μια εβραία από τη Βέροια, την πήρε μαζί της για βόλτα στην πόλη της, την εποχή που άρχιζαν ήδη οι διώξεις και οι περιορισμοί των εβραίων.

«Πήγα στη Βέροια για λίγο, αλλά την επόμενη μέρα έγινε η απαγόρευση της κυκλοφορίας των εβραίων και δεν μπορούσα να ξαναγυρίσω στη Θεσσαλονίκη…» θυμάται η Στερίνα και συνεχίζει:

«Με αυτόν τον τρόπο και επειδή και τη φίλη μας στη Βέροια και την οικογένειά της την κυνηγούσαν και έπρεπε όλοι να φύγουν για το βουνό, εμένα έτσι όπως ήμουν αδύνατη, ήμουν δέκα χρονών και έμοιαζα για έξι, με είδαν και με συμπόνεσαν ο Γιάννης και η Σοφία Γρηγοριάδου… Πού θα πάει αυτό το παιδί; Δεν θα αντέξει είπαν στη φίλη μας και με κράτησαν μαζί τους… Με αγαπούσαν παθολογικά, ήμουν για αυτούς μια κανονική κόρη. Όταν εγώ ήμουν στεναχωρημένη έκλαιγα και η μαμά μου, η Σοφία, δίπλα μου μοιρολογούσε… Στην απελευθέρωση όταν επέστρεψε η φίλη μας από το βουνό και με ζήτησε γιατί κανένας από τους δικούς μου δεν είχε γυρίσει, εγώ δεν ήθελα να φύγω ήθελα να μείνω με την ποντιακή μου οικογένεια…».

Οι σκηνές μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς



Μέσα στο δράμα της η μικρή τότε Στερίνα στάθηκε «τυχερή», όσο μπορεί αυτός ο όρος να αποδώσει την κατάσταση. Οι νέοι γονείς της δεν δείλιασαν από τον κίνδυνο που διέτρεχαν εάν αποκαλύπτονταν ότι ήταν εβραία και την κράτησαν κοντά τους σαν να ήταν δική τους κόρη. Απέναντι, από το σπίτι στρατωνίζονταν γερμανικές δυνάμεις, οι Γερμανοί ερχόταν στο σπίτι της προσφυγικής οικογένειας να πάρουν γάλα, ψωμί και ότι άλλο υπήρχε και έβλεπαν το μικρό κοριτσάκι να παίζει πολλές φορές στην αυλή. Η ποντιακή οικογένεια έλεγε ότι ήταν το ανεψάκι μιας ξαδέλφης τους από τη Θεσσαλονίκη, που ήταν πολύ φτωχή και δεν μπορούσε να το κρατήσει και τους το έδωσε να το μεγαλώσουν. Με αυτόν τον τρόπο η Στερίνα γλύτωσε τα χειρότερα, τις αποστολές θανάτου στο Άουσβιτς - Μπιρκενάου.

«Όλα μου τα αδέλφια χάθηκαν. Δεν γύρισε ούτε ένα. Μόνο εγώ έζησα χάρη σε αυτούς τους ανθρώπους με τους οποίους έμεινα μέχρι που παντρεύτηκα τον Ισαάκ (Ταμπώχ). Ο πατέρας μου, ο Γιάννης, με παρέδωσε στον μέλλοντα σύζυγό μου, στο γάμο μου. Μέχρι να παντρευτώ, η μαμά Σοφία όταν πήγαινε στην αγορά, επέστρεφε πάντοτε με πακέτα και όταν τη ρωτούσα τι είναι, μου απαντούσε ότι είναι για την προίκα μου. Ήταν το 1954 που παντρεύτηκα. Γλέντια, τραπέζια, δεν μπορείτε να φανταστείτε τι χαρές έκαναν οι θετοί μου γονείς που ήταν σαν πραγματικοί γονείς μου, ήμασταν μια οικογένεια. Και χορούς ποντιακούς έμαθα κοντά τους, ήμουν κανονική κόρη τους. Έμαθα να είμαι πόντια, να μιλάω την ποντιακή γλώσσα, να μαγειρεύω ποντιακά φαγητά, και να είμαι περήφανη για την ποντιακή οικογένειά μου. Εγώ εξ αρχής μόλις άκουσα το όνομα του Ισαάκ, που ήταν και το όνομα του αγαπημένου μου μεγάλου αδελφού, είπα ότι αυτό είναι το τυχερό μου. Παντρευτήκαμε και δεν μαλώσαμε ποτέ σαν ζευγάρι, ήμασταν πάντα αγαπημένοι, μεγαλώσαμε τρία παιδιά και τώρα έχω και εγγόνια…».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

BEST OF NETWORK

Δείτε Επίσης