Όταν ο Μπέζος συνάντησε τον Μητσοτάκη και μίλησαν για την τάση να γράφουμε βιβλία αντί... να τα διαβάζουμε

Mία αντισυμβατική και εκτός πολιτικής ορθότητας ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τον δημοφιλή ηθοποιό στο Συνέδριο Greece Talks - Η «Ιθάκη» του Τσίπρα, ο ΟΠΕΚΕΠΕ, οι νέοι που δεν ασχολούνται με την πολιτική, το δημογραφικό και τα αναχρονιστικά έθιμα με τα όπλα

Ασυνήθιστη, αντισυμβατική και, όπως αποδείχθηκε, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα υπήρξε η ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Γιάννη Μπέζο. Η, σε πολύ μεγάλο βαθμό, «ανορθόδοξη» έμπνευση των διοργανωτών του Greece Talks να θέσουν τον πρωθυπουργό της χώρας απέναντι σε έναν καταξιωμένο καλλιτέχνη και όχι π.χ. σε έναν ακόμη πολιτικό, εξελίχθηκε σε έναν απολαυστικό διάλογο, πρωτότυπο και εντελώς ελεύθερο.

Μακριά από την προβλέψιμη ατζέντα, η συζήτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Γιάννη Μπέζο, έναν άνθρωπο που φημίζεται για την αποστροφή του προς την πολιτική ορθότητα, εντέλει έθεσε ένα καινούριο υπόδειγμα δημόσιου λόγου. Ενός λόγου χωρίς ξύλινα κλισέ. Ενός διαλόγου ζωντανού και κυριολεκτικά εκτός σεναρίου, τυπικά μη πολιτικού, αλλά με αυθεντική πολιτική ουσία.


Η «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα, αν και κάπως καταχρηστικά σε σχέση με τον θεματικό πυρήνα της ζωντανής συζήτησης ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Γιάννη Μπέζο που ήταν το προφίλ του σύγχρονου Ελληνα, δεν θα μπορούσε να παρακαμφθεί.


Η αντίδραση του πρωθυπουργού στην ερώτηση του συντονιστή Αντώνη Σρόιτερ, για το εάν αδημονεί να εντρυφήσει στο αυτοβιογραφικό πόνημα του προκατόχου του, ήταν εύγλωττη - και αδιόρατα σαρκαστική: «Σίγουρα θα πληροφορηθώ για το περιεχόμενό του, αλλά δεν νομίζω ότι θα ασχοληθώ πολύ περισσότερο. Εξάλλου, έχω σκληρή προσωπική άποψη για τα γεγονότα τα οποία περιγράφονται στο βιβλίο. Νομίζω πως θα αφήσω σε άλλους την αποδόμηση αυτού του ενδιαφέροντος... μυθιστορήματος, καθώς φαίνεται. Εχω ήδη πάρα πολλά βιβλία πάνω στο γραφείο μου, και δεν νομίζω ότι το συγκεκριμένο θα βρει τη θέση του στα προς ανάγνωση».


Στο σημείο αυτό, ο Γιάννης Μπέζος έκλεψε την παράσταση εξαπολύοντας την αυθόρμητη -πλην θανάσιμα εύστοχη- ατάκα: «Στην Ελλάδα έχουμε μία τάση να γράφουμε βιβλία και όχι να διαβάζουμε. Είναι φοβερό. Και αυτό θα πρέπει κάποτε να τελειώνει. Αυτό δεν το λέω για τον κύριο Τσίπρα, το λέω γενικότερα. Γράφουν όλοι, γράφουν, γράφουν, αλλά δεν διαβάζουν τόσο πολύ. Οπότε, καλό θα ήταν να ανοίξουμε και κάνα βιβλίο».


Επιστρέφοντας στην «Ιθάκη» (του κ. Τσίπρα), με την οποία έκλεισε εύθυμα ο διάλογος Μητσοτάκη - Μπέζου, ο πρωθυπουργός παρατήρησε ότι «έχω πάντα μία επιφύλαξη με πολιτικούς οι οποίοι προγραμματίζουν τη διαχείριση της υστεροφημίας τους. Ειδικά όταν αρχίζουν να μιλάνε για τον εαυτό τους στο γ’ πρόσωπο, εκεί είναι που αρχίζω κι ανησυχώ πραγματικά πάρα πολύ. Η ζωή μετά την πολιτική μπορεί να έχει πολλά ενδιαφέροντα κεφάλαια, αλλά θεωρώ πως την ιστορία σου βασικά τη γράφεις την ώρα που είσαι στην πολιτική. Και καλό είναι μετά να σε κρίνουν άλλοι, κι όχι ο εαυτός σου, γιατί πάντα θα είσαι προκατειλημμένος. Αν σε πιάνει ένα φοβερό άγχος να ξαναγράψεις τη δική σου ιστορία, μάλλον κάτι δεν έχεις κάνει καλά».

Η παρέκβαση προς τα πολιτικά απομνημονεύματα του Αλέξη Τσίπρα ήταν το φινάλε της επί σκηνής του Greece Talks ζωντανής συνάντησης Μητσοτάκη - Μπέζου.

ΟΠΕΚΕΠΕ και Μαυρογιαλούροι


Ο διάλογος, ωστόσο, είχε ξεκινήσει προ περίπου μιας ώρας από την κοινή αγάπη των δύο συνομιλητών για το μπάσκετ. Σε αυτό το πνεύμα, οι κύριοι Μητσοτάκης και Μπέζος αξιοποίησαν μια πονηρή «ασίστ» από τον συντονιστή της συζήτησης για να σκιαγραφήσουν το προφίλ του σύγχρονου Ελληνα πολιτικού.


Ουσιαστικά, όμως, το ζήτημα που έθεσε ο Αντώνης Σρόιτερ ήταν η αναχρονιστική και επιζήμια επιβίωση του επάρατου πελατειακού κράτους. Ο πρωθυπουργός δεν δίστασε να αναφερθεί, χωρίς υπεκφυγές, απευθείας στον ΟΠΕΚΕΠΕ, δηλώνοντας ότι «αν καταφέρουμε -που θα το καταφέρουμε- να φτιάξουμε ένα σύστημα απολύτως διαφανές, αντικειμενικό, το οποίο θα συνθέτει όλα τα δεδομένα, έτσι ώστε να πληρώνονται αγρότες και κτηνοτρόφοι αυτά που πραγματικά δικαιούνται, αφενός θα έχουμε αποκαταστήσει τη Δικαιοσύνη. Αφετέρου όμως θα έχουμε στερήσει και από οποιονδήποτε πολιτικό, από οποιοδήποτε κόμμα, τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει ένα στρεβλό σύστημα προς προσωπικό του όφελος. Και οι πολιτικοί οφείλουν να προσαρμοστούν σε αυτό. Η ψηφιακή επανάσταση, η οποία έχει συντελεστεί στη χώρα μας, είναι μια τέτοια τεράστια μεταρρύθμιση. Αν μπορείς να λύσεις το πρόβλημά σου ψηφιακά και να περιορίσεις την ανθρώπινη επαφή, σημαίνει ότι περιορίζεται αυτομάτως και μια δυνητική εστία του παραδοσιακού ρουσφετιού».

Ευκαιρίας δοθείσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μοιράστηκε με το κοινό του Greece Talks κάποιες βαθύτερες και πιο γενικές σκέψεις του σχετικά με το πώς ο ίδιος αντιλαμβάνεται τον ρόλο του ως σύγχρονου πολιτικού. Μια αντίληψη realpolitik βασισμένη στο μετρήσιμο αποτέλεσμα και τον καταλογισμό ευθυνών, ακριβώς όπως θα ίσχυε σε μια μεγάλη επιχείρηση, η οποία θα ασκούσε έλεγχο στον διευθύνοντα σύμβουλό της και τα πεπραγμένα του: «Ως πρωθυπουργός της χώρας, εγώ έχω υπογράψει ένα τετραετές συμβόλαιο με τον ελληνικό λαό. Ο ελληνικός λαός με προσέλαβε, για να κάνω μια συγκεκριμένη δουλειά και ο λαός έχει τη δυνατότητα, είτε να ανανεώσει το συμβόλαιό μας μετά από 4 χρόνια, είτε να με απολύσει και να προσλάβει κάποιον άλλον. Ομως, σίγουρα κάποιον πρέπει να βρει για να με αντικαταστήσει. Διότι το δίλημμα “άποιος ή το κενό’’ δεν υφίσταται στην πολιτική».

Επί του ίδιου θέματος, ο Γιάννης Μπέζος παρατήρησε ότι «σήμερα δεν είμαστε στην εποχή των ταινιών του Λάμπρου Κωνσταντάρα, του πολιτικάντη τύπου “Μαυρογιαλούρου, Γκρούεζα” κ.λπ. Είναι σαν να προσπαθούμε να φτιάξουμε φαγητό με παλιά υλικά. Δεν γίνεται. Θα πρέπει να δούμε τα πράγματα μπροστά. Οι πολιτικοί διαμορφώνονται μέσα στα χρόνια, τους διαμορφώνει η ανάγκη. Μην ξεχνάμε ότι η Ευρώπη ζει 80 χρόνια ειρήνης. Ολους αυτούς τους ηγέτες τους οποίους αναπολούμε, τύπου Ντε Γκολ, Αϊζενχάουερ ή Τσόρτσιλ κ.λπ., ήταν όλοι τους παιδιά του Πολέμου. Οπως και στην Ελλάδα, οι αντίστοιχες προσωπικότητες πολιτεύτηκαν στον απόηχο του Β’ Π.Π. και του Εμφυλίου, ήταν μπαρουτοκαπνισμένοι. Τώρα έχουν αλλάξει οι συνήθειες, έχει αλλάξει ο ρυθμός του κόσμου. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι έχουν αλλάξει τα πράγματα. Μη ζητάμε από τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται όπως πριν από 50 χρόνια. Το παλιό μοντέλο πολιτικού είναι σαν τα παλιά ρούχα στην ντουλάπα: Τα κοιτάμε, μας θυμίζουν κάτι, αλλά δεν τα φοράμε πια. Το να πηγαίνεις συνέχεια προς τα πίσω και να νοσταλγείς είναι κάτι εξαιρετικά οδυνηρό στη ζωή - όπως και στην πολιτική. Το φαινόμενο του ρωσικού επεκτετατισμού, ας πούμε, έχει να κάνει με τη νοσταλγία για αυτοκρατορικά μεγαλεία. Τα ζήσαμε κι εμείς αυτά, με τη Μεγάλη Ιδέα. Και τέλειωσαν με τη Μικρασιατική Καταστροφή, δυστυχώς. Εμείς οι Ελληνες συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε γνήσια απόγονοι του Πλάτωνα, ενώ δεν είμαστε ακριβώς αυτό. Συνορεύουμε με την Τουρκία, συνορεύουμε με την Αφρική, συνορεύουμε με τη Δύση. Είμαστε από όλα και θα πρέπει να μη μας φοβίζουν αυτά».

Μένοντας στο πεδίο της πολιτικής αλλά στην ευρύτερη και πιο ουσιαστική διάστασή της, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι σήμερα παρατηρείται ανησυχητική σπάνις νέων ανθρώπων, οι οποίοι να έχουν τη φιλοδοξία ή έστω τη διάθεση να εμπλακούν στην ενεργό διαχείριση των κοινών. Κατά τον πρωθυπουργό, η αναιμική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού στην Ελλάδα οφείλεται κυρίως στη διάχυτη τοξικότητα των social media, με τα ανώνυμα τρολ που βυσσοδομούν και δολοφονούν χαρακτήρες κ.ο.κ.


Οι νέοι και το Μαξίμου


Υπερθεματίζοντας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν μου αρέσουν οι επαγγελματίες της πολιτικής. Θέλω οι άνθρωποι που ασχολούνται με τα κοινά να έχουν κάνει κάτι στη ζωή τους και να ξέρουν ότι όταν τελειώσει η καριέρα τους θα μπορούν να κάνουν και κάτι άλλο. Εγώ για το επιτελείο μου αναζητώ ανθρώπους μεταξύ 20 και 30 ετών, αν και κυρίως ψάχνω ερεθίσματα. Βλέπω π.χ. μαθητές Α’ Λυκείου στα σχολεία που επισκέπτομαι. Τα παιδιά αυτά θα ψηφίσουν σε δύο χρόνια, άρα πρέπει να μπορούμε να επικοινωνήσουμε μαζί τους, να τα καταλάβουμε - να τα ακούσουμε καταρχάς, να μιλάμε λιγότερο και να ακούμε περισσότερο, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο για εμάς τους πολιτικούς. Ομως, ποιος νέος άνθρωπος θα επιλέξει να πάρει λιγότερα χρήματα, να υποστεί αυτή τη βάσανο της, πολύ συχνά, δημόσιας διαπόμπευσης; Και αυτού του ψεύτικου διαχωρισμού ανάμεσα σε πολιτικούς και τεχνοκράτες; Εγώ θεωρώ ότι είμαι και πολιτικός και τεχνοκράτης. Διότι πιστεύω πως αν δεν είμαστε σε θέση να μετράμε και να ξέρουμε τι μας γίνεται, να αναλύουμε δεδομένα με τον τεχνοκρατικό τρόπο, δεν μπορούμε να κάνουμε πολιτική. Ετσι πορευθήκαμε για κάποιο διάστημα και η χώρα χρεοκόπησε».


Τους προβληματισμούς του κ. Μητσοτάκη για τους νέους ανθρώπους και τον κίνδυνο του χάσματος επικοινωνίας ανάμεσα σε αυτούς και τους πολιτικούς, ο Γιάννης Μπέζος συνέδεσε με τον δικό του τρόπο με την Τεχνητή Νοημοσύνη.

Παρατηρώντας ότι «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το ΑΙ είναι κατασκευή ανθρώπινη. Ο άνθρωπος υπερέχει και θα υπερέχει πάντα, άρα θα χρησιμοποιήσει κι αυτό το τεχνολογικό μέσον προς όφελός του. Βεβαίως, θα υπάρξουν αναταράξεις, αλλά θα το αντιμετωπίσουμε. Δεν θα μας χειριστεί αυτό, θα το χειριστούμε εμείς. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι η νοημοσύνη δεν περιέχει υποχρεωτικά τη συναισθηματική νοημοσύνη, η οποία είναι ανθρώπινη και μόνο ιδιότητα. Αρα και η πολιτική πρέπει να είναι γέννημα ενός καινούριου κόσμου. Με νέο λεξιλόγιο, με νέες εσωτερικές ταχύτητες, γιατί και οι νεότεροι έχουν αλλάξει τον εσωτερικό τους κόσμο, λειτουργούν πιο δυναμικά. Βλέπω ότι έχει αλλάξει ο ρυθμός τους, τον οποίο πολλές φορές δυσκολεύομαι και εγώ να ακολουθήσω».

Η ζοφερή προοπτική τού να εξελιχθεί η Ελλάδα σε ένα έθνος γερόντων εντός των επόμενων δεκαετιών ήταν ένα από τα ζητήματα γύρω από τα οποία κλήθηκαν να εκφέρουν την άποψή τους οι κύριοι Μητσοτάκης και Μπέζος. Ο δεύτερος, μάλιστα, είπε ότι «για το ότι οι νέοι στην Ελλάδα σήμερα δεν κάνουν παιδιά, θέμα δεν είναι μόνο οικονομικό ζήτημα. Είναι αυτή η ανασφάλεια που υπάρχει. Η ζωή τρέχει τόσο γρήγορα, που τους τρομάζει. Από την άλλη, όμως, πιστεύω πως η ζωή δεν σταματά ποτέ. Εφόσον είμαστε καλά, δεν νομίζω ότι πρέπει να σταματάμε. Προσωπικά, αυτή η έννοια του συνταξιούχου που κάθεται και αναπολεί το παρελθόν με τρελαίνει».


Από το Δημογραφικό στα Βορίζια


Ο πρωθυπουργός εισέφερε στον διάλογο περί της εθνικής δημογραφικής απειλής ορισμένα στοιχεία, όπως π.χ. ότι «η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς η πληθυσμιακή συρρίκνωση είναι μάλλον ο κανόνας σε όλο τον Δυτικό κόσμο. Τα νέα παιδιά κάνουν λιγότερα παιδιά, επειδή, όπως εγώ νομίζω, διακατέχονται από μια έμφυτη απαισιοδοξία για τη θέση τους σε έναν κόσμο που αλλάζει τόσο γρήγορα και στον οποίο δεν μπορούν πάντα είτε να τον καταλάβουν, είτε να προσαρμοστούν σε αυτόν. Αλλά φερ’ ειπείν η Νότιος Κορέα, που είναι πολύ πιο πλούσια από την Ελλάδα, έχει δείκτη αναπαραγωγής μόλις 0,8 - δηλαδή γεννιέται λιγότερο από ένα παιδί σε κάθε οικογένεια, άρα το ζήτημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Οι δημογραφικές τάσεις δεν αντιστρέφονται εύκολα. Ομως, αυτό που μπορούμε να κάνουμε άμεσα είναι να διαχειριστούμε μια κοινωνία η οποία εκ των πραγμάτων γερνάει. Αυτό έχει και ένα καλό, διότι βελτιώνεται η περίθαλψη, δεν αυξάνεται μόνο το προσδόκιμο ζωής, αυξάνεται και η ποιότητα ζωής. Γι’ αυτό δίνουμε πολύ μεγάλη σημασία σε όλο το κομμάτι της δημόσιας υγείας και των προληπτικών εξετάσεων. Επίσης, δώσαμε τη δυνατότητα στους συνταξιούχους να δουλεύουν χωρίς να τους κόβουμε τη σύνταξη, κι έτσι σήμερα 250.000 συνταξιούχοι εργάζονται. Πολλοί το κάνουν για οικονομικούς λόγους, αλλά υπάρχουν και πολλοί που το κάνουν γιατί θέλουν να νιώθουν ενεργοί».

Τέλος, σε σχέση με την αδιανόητη αιματοχυσία στα Βορίζια, ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι «εγώ είμαι Κρητικός. Μεγάλωσα με την εμπειρία της χρήσης του όπλου, υποτίθεται για λόγους “διασκέδασης” ή επειδή θα θεωρούνταν τιμητικό όταν πήγαινε ο πατέρας μου κάπου να βγαίνει ένα ολόκληρο οπλοστάσιο, ας το πούμε, και να σείεται ο τόπος. Αυτό πάντα μού προκαλούσε απορία, μου φαινόταν ένα έθιμο λίγο πρωτόγονο. Στην Ελλάδα όμως σήμερα έχουμε ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο για την οπλοκατοχή. Και πρέπει να εφαρμόζεται. Ως προς αυτό, δε, που αποκαλούμε βεντέτα: Ποια βεντέτα; Στυγνή δολοφονία είναι. Και ποιο έγκλημα τιμής; Δολοφονία είναι. Αυτή είναι η ίδια λογική που επέτρεψε στην τρομοκρατία, για κάποιο χρονικό διάστημα, να θεωρεί ότι διαθέτει πολιτική νομιμοποίηση».


Σε τόνο πιο κατηγορηματικό ακόμη και από τον πρωθυπουργό, ο Γιάννης Μπέζος σχολίασε ότι «για τις βεντέτες, με τα πιστόλια και τα κουμπούρια κ.λπ., αν είσαι πραγματικά επαρκής, θα το αποδείξεις με τον λόγο σου και με τη συμπεριφορά σου. Στην Ελλάδα υπάρχει μια ψευδαίσθηση ότι, όταν χρησιμοποιούμε το όπλο, έχουμε μια ηρωική πατίνα πάνω μας. Αντιθέτως, εγώ πιστεύω πως αυτό είναι δείγμα αγραμματοσύνης. Και δειλίας, θα έλεγα. Οταν θες να αντιμετωπίσεις τη ζωή, βάζεις μπροστά το σώμα σου, δεν βάζεις τα σώματα των άλλων».

Φωτογραφίες: William Faithfull, EUROKINISSI


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr