Ο ταλαντούχος κ. Άντριου Σκοτ
andrew-scott-arthrou

Ο ταλαντούχος κ. Άντριου Σκοτ

Μετά τον Αλέν Ντελόν και τον Ματ Ντέιμον έρχεται η σειρά του Ιρλανδού ηθοποιού να μετρήσει το μπόι του με τον πιο γοητευτικό κακό της λογοτεχνίας, τον κύριο Ρίπλεϊ

Η απόφαση να μεταφέρει κανείς στη μικρή οθόνη την ιστορία του Τομ Ρίπλεϊ, ενός αναντίρρητα ευφυούς, ως το μεδούλι δολοπλόκου και διαστροφικού αλλά διαχρονικά γοητευτικού αντιήρωα που γεννήθηκε το 1955 στο μυαλό της Πατρίτσια Χάισμιθ και τη συνόδευσε για 36 χρόνια πρωταγωνιστώντας σε πέντε συνολικά βιβλία της, κάθε άλλο παρά εύκολο ή απλό είναι να τη λάβει κανείς.



Αλλά ακόμα κι αν αποδεχτεί τελικά την πρόκληση να αναμετρηθεί με έναν χαρακτήρα που αποκρυσταλλώθηκε στο συλλογικό ασυνείδητο μέσα από το φιλμ του 1999 «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ», όπως δηλαδή έκανε ο Στίβεν Ζέλιαν, γνωστός, μεταξύ άλλων, για τις ταινίες «The Irishman» και «Moneyball», αλλά και για τη σειρά «The Night Of», θα βρεθεί αυτοστιγμεί μπροστά σε μια δυσβάσταχτη ερώτηση. Μετά τον Ματ Ντέιμον, ο οποίος ενσάρκωσε με μαστοριά τον Ρίπλεϊ στην ταινία του Αντονι Μιγκέλα και δημιούργησε ένα αξεπέραστο δίπολο με τον Τζουντ Λο (στον ρόλο του πλούσιου, άσωτου και ερωτύλου Ντίκι Γκρίνλιφ), ποιος;



Ποιος θα μπορούσε να υποδυθεί έναν κενόδοξο, αδίστακτο και αμοραλιστή ήρωα που δεν σκοτώνει παρά μόνο όταν κρίνεται -φυσικά αποκλειστικά και μόνο από τον ίδιο- απολύτως απαραίτητο, χωρίς να μοιάζει αρχετυπικά κενόδοξος, αδίστακτος και αμοραλιστής;

Μα εκείνος που έδωσε σάρκα, οστά και virality στον πιο αποπλανητικό κακό της πρόσφατης τηλεοπτικής ιστορίας, τον καθηγητή Τζιμ Μοριάρτι στη σειρά «Σέρλοκ» του BBC. Δηλαδή ο Αντριου Σκοτ. Για να θυμηθεί (ή να αντιληφθεί) κανείς πόσο καλός ήταν ο Ιρλανδός ηθοποιός ως νέμεσις του Σέρλοκ Χολμς, φτάνει να ανατρέξει στη δήλωση του Μαρκ Γκάτις, εκ των δημιουργών της σειράς: «Τον σκοτώσαμε (σ.σ.: στο τελευταίο επεισόδιο του δεύτερου κύκλου) κι εκείνος εξακολουθούσε να μας στοιχειώνει». Μάρτυράς του το βραβείο BAFTA που απέσπασε ο ηθοποιός.



Ο Σκοτ ήταν ήδη έμπειρος και γνωστός στο σινάφι του όταν συναντήθηκε με τον Μοριάρτι. Επρόκειτο, όμως, για ένα από κάθε άποψη σημαδιακό συναπάντημα, αφού έκτοτε το αστέρι του άρχισε να ακτινοβολεί ολοένα πιο εκθαμβωτικό σε ρόλους όπως του σέξι ιερέα στο «Fleabag» της Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ, του C στο «Spectre» της εποποιίας Τζέιμς Μποντ -κι ας είπε κατόπιν πως προτιμά χαρακτήρες με περισσότερο περιεχόμενο και βάθος- ή του κατασκόπου Βίκτορ Κοσλόφ στο φιλμ «Legacy». Μάλιστα, στην περίπτωση του τελευταίου αποδείχτηκε εξαιρετικός στην ομιλία αγγλικών με ρωσική προφορά, πράγμα που πέτυχε μελετώντας για βραχύ διάστημα την εκφορά λόγου του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ripley | Official Trailer | Netflix


Μετάνιωσε για την επιλογή του όταν ο Ρώσος πρόεδρος αποφάσισε να φορέσει την πανοπλία του σταυροφόρου κατά των ομοφυλόφιλων και συνέχισε τα μαθήματα ομιλίας με μπούσουλα τα βίντεο του Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ. Με αυτόν τον τόσο απροσποίητο και φυσικό τρόπο ο Σκοτ κοινοποίησε εμμέσως σε συνέντευξή του το 2013 το γεγονός πως και ο ίδιος είναι ομοφυλόφιλος. Ακριβώς τη στιγμή που το όνομά του γιγαντώνονταν και η καριέρα του είχε τροχοδρομήσει προς απογείωση. Κυρίως την ώρα που πολλοί -διάσημοι και επιδραστικοί- συνάδελφοί του τον απέτρεπαν να το πράξει. «Ευτυχώς, στις μέρες μας το να είναι κανείς γκέι δεν είναι μειονέκτημα. Αλλά ούτε και αρετή, όπως ας πούμε η καλοσύνη ή το ταλέντο. Είναι απλά πραγματικότητα», έλεγε τότε, εξηγώντας, μεταξύ άλλων, και την ειδοποιό διαφορά μεταξύ της ιδιωτικότητας και της μυστικοπάθειας. Ο ίδιος ένιωθε πάντα ότι δεν είχε να κρύψει κάτι κάτω από το χαλί.



Ακούγεται γενναίο για έναν άνθρωπο που γαλουχήθηκε και μεγάλωσε στα μέσα των 80s, δηλαδή σε μία από τις πλέον ενοχοποιητικές για τους ομοφυλόφιλους άνδρες περιόδους λόγω της επιδημίας του AIDS, στο συντηρητικό καθολικό περιβάλλον της Ιρλανδίας. Ωστόσο, περισσότερο και από το να μιλά τότε για τη σεξουαλική ταυτότητά του, εκείνα που του έλειψαν ήταν το φλερτ, η αυθόρμητη προσέγγιση σε έναν άλλο άνδρα και η αγωνία για το εάν εκείνος θα ανταποκρινόταν.

Για όλα αυτά τα εφηβικά βιώματά του, για την προσωπική συνειδητοποίηση, την καταπίεση, αλλά και τον λόγο που δεν έχει νόημα να τοποθετεί κανείς το επίρρημα «ανοιχτά» πριν από τη λέξη «ομοφυλόφιλος», ο 47χρονος Σκοτ είχε την ευκαιρία να μιλήσει με αφορμή τον ρόλο του στο πρόσφατο και πολυσυζητημένο φιλμ «All of us strangers» - μάλλον τον καλύτερο στην καριέρα του μέχρι στιγμής ή έστω μέχρι τον Ρίπλεϊ. Σε πολλές στιγμές των γυρισμάτων, μάλιστα, ένιωσε ότι δεν χρειαζόταν να υποδυθεί τον χαρακτήρα του, ήθελε απλώς να είναι ο εαυτός του, σαν με έναν τρόπο να ανέτρεχε μαζί με τον ήρωά του στα δικά του νεανικά χρόνια, μετρώντας τα κέρδη και τις απώλειες.

Για τον ρόλο του Ανταμ ο Σκοτ έφτασε φέτος μέχρι την υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, η οποία -δυστυχώς για το πιστό κοινό του- δεν του απονεμήθηκε. Πιθανότατα, όμως, του χρόνου τέτοιες ημέρες θα βρεθεί ξανά στην ίδια θέση. Αυτή τη φορά για την αναμέτρησή του με τον Τομ Ρίπλεϊ στη σειρά που κάνει πρεμιέρα στο Netflix στις 4 Απριλίου.



Πώς είναι να πρωταγωνιστείς σε έναν δεύτερο -ή μάλλον τρίτο, αν αθροίσει κανείς και την πρόσφατη ερμηνεία του «Θείου Βάνια» του Αντον Τσέχοφ στο National Theatre- απαιτητικό αλλά αβανταδόρικο ρόλο μέσα σε λίγους μήνες; Μάλλον απίστευτο ακόμα και για τον ίδιο τον Σκοτ. Ειδικά όταν θυμάται πως στα πρώτα του ξεκινήματα, τότε που αναζητούσε το μερτικό του στη θεατρική πιάτσα της Αγγλίας -παρεμπιπτόντως τιμήθηκε με το βραβείο Λόρενς Ολίβιε το 2019-, πηγαινοερχόταν αυθημερόν από το Δουβλίνο στο Λονδίνο με πτήσεις της Ryanair.

Ευτυχώς, για εκείνον δεν ψήλωσε παραπάνω από τα 173 εκατοστά, πράγμα που μάλλον έκανε κατά τι πιο ανεκτή τη μετακίνηση με τον low cost αερομεταφορέα. Η αλήθεια, πάντως, είναι πως δεν υπήρξε εσκεμμένη προσπάθεια ώστε το «All of us strangers» και ο «Ripley» να προβληθούν με διαφορά λίγων εβδομάδων. Αλλωστε η τηλεοπτική μεταφορά των διηγημάτων της Χάισμιθ ξεκίνησε το 2020 και έπεσε πολλάκις θύμα των αναχωμάτων που έθεσε η πανδημία. Τελικά η παραγωγή πέρασε από το δίκτυο Showtime στο Netflix και μόλις πριν από λίγους μήνες ο Σκοτ πληροφορήθηκε πως κοντοζυγώνει η ώρα που το κοινό θα τον απολαύσει (και θα μετρήσει το μπόι του) σε έναν ρόλο, η αχλή του οποίου δεν έχει ξεθωριάσει ούτε στο ελάχιστο εδώ και 70 χρόνια.



Ο Ιρλανδός ήταν μία από τις πρώτες και πολύ στέρεες επιλογές του Ζέλιαν - τον Ντίκι Γκρίνλιφ θα υποδυθεί ο Τζον Φλιν και τη Μαρτζ Σέργουντ η Ντακότα Φάνινγκ. Εξαρχής δεδηλωμένη ήταν, επίσης, η πρόθεση του δημιουργού η σειρά των οκτώ επεισοδίων να είναι ασπρόμαυρη, όπως ακριβώς η φωτογραφία στο εξώφυλλο του βιβλίου της Χάισμιθ που λειτούργησε ως ερέθισμα για να καταπιαστεί με τον Ρίπλεϊ. Οσο για τη -λίγο πολύ αναμενόμενη- σύγκριση ανάμεσα στο φιλμ του ’99 και τη σειρά του ’24;

Ο Σκοτ είναι βέβαιος πως θα συμβεί. Εδώ που τα λέμε, όμως, δεν έχει λόγο να καρδιοχτυπά. Αν ο Ντέιμον αποτυπώθηκε ως ιδανικός Ρίπλεϊ για τους σημερινούς Millennials, ο Ιρλανδός συνάδελφός του έχει -λόγω ταλέντου, προσέγγισης και υποκριτικής δεινότητας- σοβαρές πιθανότητες να πετύχει το αυτό για τις γενιές Z και Alpha.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα

Best of Network