Θετικές οι πρώτες αντιδράσεις για την πρόταση Σάλλα
Θετικές οι πρώτες αντιδράσεις για την πρόταση Σάλλα
Η Τράπεζα Πειραιώς πρότεινε στους εργαζομένους της ένα είδος προσωρινής εθελούσιας εξόδου για να αντιμετωπιστεί η κρίση χωρίς απολύσεις
Θετικές είναι οι πρώτες αντιδράσεις στην πρόταση της διοίκησης της Τράπεζας Πειραιώς περί προσωρινής εθελούσιας εξόδου για τους εργαζομένους, σε ένα ζήτημα η αποκάλυψη του οποίου το Σάββατο από το protothema.gr έχει προκαλέσει αίσθηση.
Ο πρόεδρος του συλλόγου κ. Γιάννης Κακάς, που παρακολουθούσε στενά από την αρχή τη διαμόρφωση της πρότασης, δήλωσε στο protothema.gr ότι "είναι μια θετική εξέλιξη, ένα ισχυρό όπλο απέναντι στις απολύσεις. Οι πρώτες που ενδιαφέρθηκαν είναι μητέρες ανηλίκων παιδιών που θα επιθυμούσαν να απέχουν δύο χρόνια από την αγορά εργασίας χωρίς να χάσουν τα εργασιακά και συνταξιοδοτικά δικαιώματά τους".
Η συγκεκριμένη πρόταση αφορά στην αποχώρηση για ένα, δύο ή και τρία χρόνια των εργαζομένων από τη δουλειά τους, με τις ασφαλιστικές τους εισφορές να καλύπτονται κανονικά κατά την διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου και με τις αμοιβές τους να ορίζονται στο 40%, στο 45% και στο 50% αντιστοίχως των σημερινών τους αποδοχών. Μετά το πέρας του προκαθορισμένου διαστήματος, οι εργαζόμενοι επανέρχονται κανονικά στην δουλειά τους.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, η συγκεκριμένη πρόταση θα μπορούσε να δώσει μια κάποια λύση και στο Δημόσιο και στους οργανισμούς του, οι οποίοι βρίσκονται στο στόχαστρο της Τρόικας για απολύσεις.
Ποια είναι η πρώτη αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων, στην περίπτωση που η κυβέρνηση υιοθετούσε την πρόταση και την εφάρμοζε με την ίδια ή παραπλήσια μορφή και στο Δημόσιο ώστε να μειώσει τις μισθολογικές δαπάνες τα δύο επόμενα δύσκολα χρόνια;
“Θα μπορούσε να εφαρμοστεί υπό προυποθέσεις”, απαντά ο γεν.γραμματέας της ΑΔΕΔΥ κ. Ηλίας Ηλιόπουλος. “ Όταν μια ιδιωτική τράπεζα”, συνεχίζει, “αναλαμβάνει το κόστος καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, δεν επιβαρύνονται τα ταμεία. Με το Δημόσιο όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το ζητούμενο για μάς είναι να συνεχίσει ο κρατικός προϋπολογισμός να καταβάλει τις εισφορές στα επικουρικά και στα ταμεία πρόνοιας τα οποία βρίσκονται στο χείλος του γκρεμού”.
Ο πρόεδρος του συλλόγου κ. Γιάννης Κακάς, που παρακολουθούσε στενά από την αρχή τη διαμόρφωση της πρότασης, δήλωσε στο protothema.gr ότι "είναι μια θετική εξέλιξη, ένα ισχυρό όπλο απέναντι στις απολύσεις. Οι πρώτες που ενδιαφέρθηκαν είναι μητέρες ανηλίκων παιδιών που θα επιθυμούσαν να απέχουν δύο χρόνια από την αγορά εργασίας χωρίς να χάσουν τα εργασιακά και συνταξιοδοτικά δικαιώματά τους".
Η συγκεκριμένη πρόταση αφορά στην αποχώρηση για ένα, δύο ή και τρία χρόνια των εργαζομένων από τη δουλειά τους, με τις ασφαλιστικές τους εισφορές να καλύπτονται κανονικά κατά την διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου και με τις αμοιβές τους να ορίζονται στο 40%, στο 45% και στο 50% αντιστοίχως των σημερινών τους αποδοχών. Μετά το πέρας του προκαθορισμένου διαστήματος, οι εργαζόμενοι επανέρχονται κανονικά στην δουλειά τους.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, η συγκεκριμένη πρόταση θα μπορούσε να δώσει μια κάποια λύση και στο Δημόσιο και στους οργανισμούς του, οι οποίοι βρίσκονται στο στόχαστρο της Τρόικας για απολύσεις.
Ποια είναι η πρώτη αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων, στην περίπτωση που η κυβέρνηση υιοθετούσε την πρόταση και την εφάρμοζε με την ίδια ή παραπλήσια μορφή και στο Δημόσιο ώστε να μειώσει τις μισθολογικές δαπάνες τα δύο επόμενα δύσκολα χρόνια;
“Θα μπορούσε να εφαρμοστεί υπό προυποθέσεις”, απαντά ο γεν.γραμματέας της ΑΔΕΔΥ κ. Ηλίας Ηλιόπουλος. “ Όταν μια ιδιωτική τράπεζα”, συνεχίζει, “αναλαμβάνει το κόστος καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, δεν επιβαρύνονται τα ταμεία. Με το Δημόσιο όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το ζητούμενο για μάς είναι να συνεχίσει ο κρατικός προϋπολογισμός να καταβάλει τις εισφορές στα επικουρικά και στα ταμεία πρόνοιας τα οποία βρίσκονται στο χείλος του γκρεμού”.
Η Τράπεζα Πειραιώς είναι το πρώτο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της χώρας που διατυπώνει τη συγκεκριμένη πρόταση, ενώ έως τώρα οι περικοπές στις τράπεζες αφορούν τα μπόνους, την χρήση πιστωτικών καρτών, τα κινητά τηλέφωνα για τα στελέχη κ.α.
Η απαγόρευση των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου που προβλέπει ο νέος ασφαλιστικός νόμος, στερεί από τις τράπεζες ένα σημαντικό εργαλείο για μείωση του αριθμού των εργαζομένων, που είχε ακολουθηθεί κατά κόρον στο παρελθόν, ιδιαίτερα σε περιόδους εξαγορών και συγχωνεύσεων, με εξαιρετικά υψηλό όμως κόστος.
Στην τρέχουσα περίοδο, το υψηλό κόστος καθιστά απαγορευτική ακόμη και οποιαδήποτε σκέψη περί εθελουσίας εξόδου στις τράπεζες, ακόμη κι αν διέθεταν τη νομική ευχέρεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δύο - τρία τελευταία χρόνια, όπου επιχειρήθηκε να εφαρμοσθεί έστω και περιορισμένα, πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου, είχε εξαιρετικά μικρή ανταπόκριση, λόγω των περιορισμένων σε σχέση με το παρελθόν, οικονομικών κινήτρων. Δεδομένου όμως ότι το μισθολογικό κόστος αποτελεί έχει την υψηλότερη ποσοστιαία συμμετοχή στο λειτουργικό κόστος, οι τράπεζες από την αρχή της κρίσης εστίασαν σε ενέργειες που θα απέφεραν οικονομίες κλίμακας έστω και περιορισμένες.
Η μεγαλύτερη εξοικονόμηση μέχρι στιγμής προέκυψε από τη μη καταβολή bonus στα στελέχη των τραπεζών, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να φορολογήσει με 90% τις παροχές αυτές, με το σκεπτικό ότι σε εποχή τόσο μεγάλης κρίσης αποτελούν πρόκληση για την κοινωνία τα bonus των «golden boys». Η περικοπή αυτή μείωσε το κόστος, όχι όμως σε ικανοποιητικό βαθμό, το δε όφελος εξανεμίζεται όσο διαρκεί και βαθαίνει η κρίση στην οικονομία.
Πέραν αυτών οι τράπεζες όχι μόνον δεν προχωρούν σε προσλήψεις, πλην ελαχίστων περιπτώσεων εξειδικευμένων στελεχών, αλλά αντίθετα είναι από τις πρώτες που προσπάθησαν να περιορίσουν το μισθολογικό κόστος, χωρίς να προσφύγουν σε απολύσεις, αλλά ακολουθώντας πιο ήπιες μορφές, όπως η μη ανανέωση συμβάσεων που λήγουν. Επιπλέον πολλές τράπεζες προχώρησαν ακόμη και σε μειώσεις αποδοχών είτε ευθέως, κόβοντας ένα ποσοστό επί του μηνιαίου μισθού, είτε εμμέσως περιορίζοντας σημαντικά την αξία άλλων παροχών όπως τα όρια των εταιρικών πιστωτικών καρτών, το σημαντικό περιορισμό εξόδων παράστασης, μετακινήσεων κ.λ.π. Σημαντική εξοικονόμηση προσπαθούν επίσης να πετύχουν οι τράπεζες με τον δραστικότατο περιορισμό της διαφημιστικής δαπάνης.
Παρ’ όλα αυτά η διατήρηση της αβεβαιότητας για την πορεία της οικονομίας, η έλλειψη ρευστότητας και η πλήρης σχεδόν εξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ, οι αυξανόμενες επισφάλειες και οι αυστηροί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και κυρίως η ύφεση που απομακρύνει την ανάπτυξη συνεπώς και στην κατανάλωση, φέρνει τις τράπεζες ολοένα και πιο κοντά σε ζημίες και καθιστά επιτακτική την ανάγκη εξοικονομήσεων και περιορισμού του κόστους. Εστω κι αν κανείς δεν τολμά να το ομολογήσει, οι τραπεζίτες «φλερτάρουν» με την ιδέα των απολύσεων ως αναπόφευκτη εξέλιξη.
Δεδομένου ότι ο τραπεζικός κλάδος είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας, μετά ο δημόσιο και απασχολεί συνολικά περισσότερους από 60.000 υπαλλήλους και με ισχυρά ακόμη συνδικαλιστικά σωματεία, οποιαδήποτε προσπάθεια μείωσης του προσωπικού μέσω απολύσεων, κινδυνεύει να δημιουργήσει εκρηκτικές έως και ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Κι αυτό είναι το τελευταίο που θα ήθελαν σήμερα οι τράπεζες. Η προσπάθεια της τράπεζας Πειραιώς, παρ’ όλο που κανείς άλλος δεν είναι προετοιμασμένος να ακολουθήσει, δεν αποκλείεται να αποτελέσει μια ικανοποιητική διέξοδο. Σύμφωνα με ορισμένες πρώτες εκτιμήσεις, η χρήση του προγράμματος της προαιρετικής μακροχρόνιας άδειας, από ένα ικανό αριθμό υπαλλήλων, της τάξεως π.χ. των 1000 εργαζομένων, μπορεί να επιφέρει μείωση του μισθολογικού κόστους της τάξεως του 10% περίπου σε μια διετία, ποσοστό αρκετά σημαντικό, αν μάλιστα συνοδεύεται και από γενικότερες οικονομίες και με την ελπίδα ότι μέσα στην προσεχή τριετία, η κατάσταση θα εμφανίσει σαφή βελτίωση και η οικονομία θα επανέλθει σταδιακά σε αναπτυξιακή τροχιά.
Η απαγόρευση των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου που προβλέπει ο νέος ασφαλιστικός νόμος, στερεί από τις τράπεζες ένα σημαντικό εργαλείο για μείωση του αριθμού των εργαζομένων, που είχε ακολουθηθεί κατά κόρον στο παρελθόν, ιδιαίτερα σε περιόδους εξαγορών και συγχωνεύσεων, με εξαιρετικά υψηλό όμως κόστος.
Στην τρέχουσα περίοδο, το υψηλό κόστος καθιστά απαγορευτική ακόμη και οποιαδήποτε σκέψη περί εθελουσίας εξόδου στις τράπεζες, ακόμη κι αν διέθεταν τη νομική ευχέρεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα δύο - τρία τελευταία χρόνια, όπου επιχειρήθηκε να εφαρμοσθεί έστω και περιορισμένα, πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου, είχε εξαιρετικά μικρή ανταπόκριση, λόγω των περιορισμένων σε σχέση με το παρελθόν, οικονομικών κινήτρων. Δεδομένου όμως ότι το μισθολογικό κόστος αποτελεί έχει την υψηλότερη ποσοστιαία συμμετοχή στο λειτουργικό κόστος, οι τράπεζες από την αρχή της κρίσης εστίασαν σε ενέργειες που θα απέφεραν οικονομίες κλίμακας έστω και περιορισμένες.
Η μεγαλύτερη εξοικονόμηση μέχρι στιγμής προέκυψε από τη μη καταβολή bonus στα στελέχη των τραπεζών, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να φορολογήσει με 90% τις παροχές αυτές, με το σκεπτικό ότι σε εποχή τόσο μεγάλης κρίσης αποτελούν πρόκληση για την κοινωνία τα bonus των «golden boys». Η περικοπή αυτή μείωσε το κόστος, όχι όμως σε ικανοποιητικό βαθμό, το δε όφελος εξανεμίζεται όσο διαρκεί και βαθαίνει η κρίση στην οικονομία.
Πέραν αυτών οι τράπεζες όχι μόνον δεν προχωρούν σε προσλήψεις, πλην ελαχίστων περιπτώσεων εξειδικευμένων στελεχών, αλλά αντίθετα είναι από τις πρώτες που προσπάθησαν να περιορίσουν το μισθολογικό κόστος, χωρίς να προσφύγουν σε απολύσεις, αλλά ακολουθώντας πιο ήπιες μορφές, όπως η μη ανανέωση συμβάσεων που λήγουν. Επιπλέον πολλές τράπεζες προχώρησαν ακόμη και σε μειώσεις αποδοχών είτε ευθέως, κόβοντας ένα ποσοστό επί του μηνιαίου μισθού, είτε εμμέσως περιορίζοντας σημαντικά την αξία άλλων παροχών όπως τα όρια των εταιρικών πιστωτικών καρτών, το σημαντικό περιορισμό εξόδων παράστασης, μετακινήσεων κ.λ.π. Σημαντική εξοικονόμηση προσπαθούν επίσης να πετύχουν οι τράπεζες με τον δραστικότατο περιορισμό της διαφημιστικής δαπάνης.
Παρ’ όλα αυτά η διατήρηση της αβεβαιότητας για την πορεία της οικονομίας, η έλλειψη ρευστότητας και η πλήρης σχεδόν εξάρτηση των τραπεζών από την ΕΚΤ, οι αυξανόμενες επισφάλειες και οι αυστηροί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και κυρίως η ύφεση που απομακρύνει την ανάπτυξη συνεπώς και στην κατανάλωση, φέρνει τις τράπεζες ολοένα και πιο κοντά σε ζημίες και καθιστά επιτακτική την ανάγκη εξοικονομήσεων και περιορισμού του κόστους. Εστω κι αν κανείς δεν τολμά να το ομολογήσει, οι τραπεζίτες «φλερτάρουν» με την ιδέα των απολύσεων ως αναπόφευκτη εξέλιξη.
Δεδομένου ότι ο τραπεζικός κλάδος είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας, μετά ο δημόσιο και απασχολεί συνολικά περισσότερους από 60.000 υπαλλήλους και με ισχυρά ακόμη συνδικαλιστικά σωματεία, οποιαδήποτε προσπάθεια μείωσης του προσωπικού μέσω απολύσεων, κινδυνεύει να δημιουργήσει εκρηκτικές έως και ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Κι αυτό είναι το τελευταίο που θα ήθελαν σήμερα οι τράπεζες. Η προσπάθεια της τράπεζας Πειραιώς, παρ’ όλο που κανείς άλλος δεν είναι προετοιμασμένος να ακολουθήσει, δεν αποκλείεται να αποτελέσει μια ικανοποιητική διέξοδο. Σύμφωνα με ορισμένες πρώτες εκτιμήσεις, η χρήση του προγράμματος της προαιρετικής μακροχρόνιας άδειας, από ένα ικανό αριθμό υπαλλήλων, της τάξεως π.χ. των 1000 εργαζομένων, μπορεί να επιφέρει μείωση του μισθολογικού κόστους της τάξεως του 10% περίπου σε μια διετία, ποσοστό αρκετά σημαντικό, αν μάλιστα συνοδεύεται και από γενικότερες οικονομίες και με την ελπίδα ότι μέσα στην προσεχή τριετία, η κατάσταση θα εμφανίσει σαφή βελτίωση και η οικονομία θα επανέλθει σταδιακά σε αναπτυξιακή τροχιά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα