Η σαπουνόπερα με τον Μαραντζίδη
Γιάννης Μακρυγιάννης
Η σαπουνόπερα με τον Μαραντζίδη
Τόσο… κλάμα και τόσο οδυρμό για τη… δημοκρατία, με αφορμή τον ξυλοδαρμό, όπως λέει ο ίδιος, ενός καθηγητή ονόματι Μαραντζίδη δεν έχω ξαναδεί στο διαδίκτυο. Έτσι μου ήρθε να στείλω και γω δυο γάζες και λίγο betadine.
Έχω δει όμως να παίζεται το ίδιο έργο με αφορμή τέτοια βλακώδη περιστατικά: να επιτίθενται όλοι στην αριστερά – μέχρι και ο δήθεν εναλλακτικός μεταμοντέρνος γεροντοέφηβος Μπουτάρης – μπερδεύοντας βούρτσες, μπούτια και ό,τι μπορεί ο καθένας.
Για παράδειγμα, στη ρητορική όσων έσπευσαν να… «συμπαρασταθούν» στον Μαραντζίδη η αριστερά ταυτίζεται με τον αριστερισμό και ο αντιεξουσιαστικός, αναρχικός χώρος πάει κοντά κοντά, αν δεν είναι ίδιος, με τον… ΣΥΡΙΖΑ.
Εδώ και πολλά χρόνια, αλλά ειδικά αυτόν τον καιρό φτιάχνονται πολλές καριέρες με άξονα την αντιαριστερή πολεμική. Φτάνει να πεις «πόσο γελοίοι είναι εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ», ή «δεν μπορεί ο Τσίπρας» και αμέσως γίνεσαι αγαπητός σε πολλούς κύκλους. Όχι κύκλους πλατειών, άλλους «κύκλους» καλούς, ευυπόληπτους και πάνω απ’ όλα ισχυρούς.
Ο Μαραντζίδης το έχει κάνει επάγγελμα το αντιαριστερό εδώ και καιρό. Το λέει «επιστήμη», το λέει «ιστορική έρευνα» θα σας γελάσω, αλλά πάντως του βγήκε σε καλό επαγγελματικά – έγινε και καθηγητής!!! - και κάνει μια χαρά σταδιοδρομία. Μέχρι και στο Ποτάμι έφτασε η χάρη του, καθώς τον πρόσεξε ο Σταύρος Θεοδωράκης και τον πήρε μαζί του – τα μυρίζει τα ταλέντα ο «δια βοής επικεφαλής».
Θα πει κάποιος «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή» και δεν έχω παρά να συμφωνήσω – γιατί αλλιώς η «ιστορική έρευνα» θα με καταδικάσει σε αιώνια αποδοκιμασία, δεν είναι αστεία πράγματα αυτά.
Προφανώς το ξύλο δεν είναι λύση, όσο ανόητος πολιτικά, κοινωνικά και… επιστημονικά να είναι ο άλλος. Κακώς δηλαδή του δώσανε σημασία. Αλλά με την ευκαιρία να θυμίσουμε ποιος είναι ο κύριος.
Για παράδειγμα, στη ρητορική όσων έσπευσαν να… «συμπαρασταθούν» στον Μαραντζίδη η αριστερά ταυτίζεται με τον αριστερισμό και ο αντιεξουσιαστικός, αναρχικός χώρος πάει κοντά κοντά, αν δεν είναι ίδιος, με τον… ΣΥΡΙΖΑ.
Εδώ και πολλά χρόνια, αλλά ειδικά αυτόν τον καιρό φτιάχνονται πολλές καριέρες με άξονα την αντιαριστερή πολεμική. Φτάνει να πεις «πόσο γελοίοι είναι εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ», ή «δεν μπορεί ο Τσίπρας» και αμέσως γίνεσαι αγαπητός σε πολλούς κύκλους. Όχι κύκλους πλατειών, άλλους «κύκλους» καλούς, ευυπόληπτους και πάνω απ’ όλα ισχυρούς.
Ο Μαραντζίδης το έχει κάνει επάγγελμα το αντιαριστερό εδώ και καιρό. Το λέει «επιστήμη», το λέει «ιστορική έρευνα» θα σας γελάσω, αλλά πάντως του βγήκε σε καλό επαγγελματικά – έγινε και καθηγητής!!! - και κάνει μια χαρά σταδιοδρομία. Μέχρι και στο Ποτάμι έφτασε η χάρη του, καθώς τον πρόσεξε ο Σταύρος Θεοδωράκης και τον πήρε μαζί του – τα μυρίζει τα ταλέντα ο «δια βοής επικεφαλής».
Θα πει κάποιος «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή» και δεν έχω παρά να συμφωνήσω – γιατί αλλιώς η «ιστορική έρευνα» θα με καταδικάσει σε αιώνια αποδοκιμασία, δεν είναι αστεία πράγματα αυτά.
Προφανώς το ξύλο δεν είναι λύση, όσο ανόητος πολιτικά, κοινωνικά και… επιστημονικά να είναι ο άλλος. Κακώς δηλαδή του δώσανε σημασία. Αλλά με την ευκαιρία να θυμίσουμε ποιος είναι ο κύριος.
Ο Μαραντζίδης λοιπόν δεν είναι τυχαίος. Έχει προσπαθήσει δεκαετίες τώρα να αναθεωρήσει όλη την ιστορική οπτική για την γερμανική κατοχή και την αντίσταση. Ήτοι να βγάλει λάδι τους γερμανοτσολιάδες και όσους συνεργάστηκαν με τους ναζιστές και έκαναν… αντίσταση στην Αντίσταση. Έγραφε προ καιρού:
«Ώριμη για διερεύνηση είναι πλέον και η ιδέα πως η συνεργασία με τον εχθρό δεν ήταν πραγματικά ελληνικό φαινόμενο, πως μόνο λίγοι ‘‘καιροσκόποι’’ έπαιρναν εντολές από τους Γερμανούς. Το όλο ζήτημα της ελληνικής συνεργασίας θα αποτελέσει αντικείμενο συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι. Είναι σαφές όμως ότι οι Έλληνες εργάστηκαν πλάι στους Γερμανούς για πολλούς λόγους: ένας είναι το κοινό αντικομμουνιστικό μένος, ένας άλλος ο φόβος των Βουλγάρων (στον Βορρά) και ένας τρίτος το μίσος και ο φόβος του EAM/ΕΛΑΣ».
Δηλαδή με άλλα λόγια, είχαν και τα δίκια τους όσοι μπήκαν σε τάγματα ασφαλείας, έγιναν μαυραγορίτες και κάνανε ό,τι κάνανε.
Δικαιολόγησε και όσους βρέθηκαν απέναντι στο ΕΑΜ?ΕΛΑΣ.
«Στον όρο άλλοι καπετάνιοι συμπεριλαμβάνονται όσοι κατά τα χρόνια της Κατοχής ηγούνται κάποιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ένοπλων ανδρών και ήρθαν αντιμέτωποι με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με τη στάση και τη δράση τους. Κάτω από τον τίτλο του αντικομουνιστή ενόπλου παρουσιάζονται τρεις βασικές κατηγορίες καπεταναίων: α) αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις πολεμώντας μέχρι το τέλος της Κατοχής σε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντια στους στρατούς κατοχής και από το 1943 ενάντια στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ β) όσοι συνεργάσθηκαν αμέσως με τις δυνάμεις κατοχής συγκροτώντας ένοπλα σώματα, όπως ο Πούλος και γ) αυτοί που, ξεκινώντας να δημιουργήσουν αντιστασιακές ομάδες, οδηγήθηκαν μέσω της εμφύλιας σύγκρουσης του 1943-1944 σε σταδιακή συνεργασία με τους Γερμανούς, αναγορεύοντας σε σημαντικότερο παράγοντα τον κίνδυνο κυριαρχίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό πολιτικό σκηνικό».
Μετά από αυτά το πονήματα του Μαραντζίδη δεν αντιλαμβάνονται ειλικρινά γιατί τόση φασαρία με λίγη κλωτσοπατινάδα. Όντως είναι κότες όσοι χρησιμοποιούν τη μυϊκή δύναμη, αλλά και πολύ φλώροι όσοι σκούζουν με το παραμικρό «με βαράνε, με βαράνε». Στον πανεπιστημιακό χώρο και μέσα σε μια νεολαία που βράζει από φύση και συνθήκες, ζουν στο κάτω κάτω. Δεν έγινε και τίποτα, ούτε σημαίνει κάτι φοβερό. Εδώ αθώωσε τους συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, που όσο να ‘ναι ρίχναν κάτι περισσότερο από μερικές γροθιές, η αγριάδα σε μια καφετέρια τον πείραξε;
«Ώριμη για διερεύνηση είναι πλέον και η ιδέα πως η συνεργασία με τον εχθρό δεν ήταν πραγματικά ελληνικό φαινόμενο, πως μόνο λίγοι ‘‘καιροσκόποι’’ έπαιρναν εντολές από τους Γερμανούς. Το όλο ζήτημα της ελληνικής συνεργασίας θα αποτελέσει αντικείμενο συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι. Είναι σαφές όμως ότι οι Έλληνες εργάστηκαν πλάι στους Γερμανούς για πολλούς λόγους: ένας είναι το κοινό αντικομμουνιστικό μένος, ένας άλλος ο φόβος των Βουλγάρων (στον Βορρά) και ένας τρίτος το μίσος και ο φόβος του EAM/ΕΛΑΣ».
Δηλαδή με άλλα λόγια, είχαν και τα δίκια τους όσοι μπήκαν σε τάγματα ασφαλείας, έγιναν μαυραγορίτες και κάνανε ό,τι κάνανε.
Δικαιολόγησε και όσους βρέθηκαν απέναντι στο ΕΑΜ?ΕΛΑΣ.
«Στον όρο άλλοι καπετάνιοι συμπεριλαμβάνονται όσοι κατά τα χρόνια της Κατοχής ηγούνται κάποιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ένοπλων ανδρών και ήρθαν αντιμέτωποι με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με τη στάση και τη δράση τους. Κάτω από τον τίτλο του αντικομουνιστή ενόπλου παρουσιάζονται τρεις βασικές κατηγορίες καπεταναίων: α) αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις πολεμώντας μέχρι το τέλος της Κατοχής σε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντια στους στρατούς κατοχής και από το 1943 ενάντια στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ β) όσοι συνεργάσθηκαν αμέσως με τις δυνάμεις κατοχής συγκροτώντας ένοπλα σώματα, όπως ο Πούλος και γ) αυτοί που, ξεκινώντας να δημιουργήσουν αντιστασιακές ομάδες, οδηγήθηκαν μέσω της εμφύλιας σύγκρουσης του 1943-1944 σε σταδιακή συνεργασία με τους Γερμανούς, αναγορεύοντας σε σημαντικότερο παράγοντα τον κίνδυνο κυριαρχίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό πολιτικό σκηνικό».
Μετά από αυτά το πονήματα του Μαραντζίδη δεν αντιλαμβάνονται ειλικρινά γιατί τόση φασαρία με λίγη κλωτσοπατινάδα. Όντως είναι κότες όσοι χρησιμοποιούν τη μυϊκή δύναμη, αλλά και πολύ φλώροι όσοι σκούζουν με το παραμικρό «με βαράνε, με βαράνε». Στον πανεπιστημιακό χώρο και μέσα σε μια νεολαία που βράζει από φύση και συνθήκες, ζουν στο κάτω κάτω. Δεν έγινε και τίποτα, ούτε σημαίνει κάτι φοβερό. Εδώ αθώωσε τους συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, που όσο να ‘ναι ρίχναν κάτι περισσότερο από μερικές γροθιές, η αγριάδα σε μια καφετέρια τον πείραξε;
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα