Aπό τα κιμπούτς στο Χόλιγουντ (με μια στάση στο Χάρβαντ)
Aπό τα κιμπούτς στο Χόλιγουντ (με μια στάση στο Χάρβαντ)
ο Χόλιγουντ αγαπάει τα παραμύθια. Αγαπάει όμως ακόμα περισσότερο εκείνους που μπορούν να τα ενσαρκώσουν. Και πάνω απ’ (λέμε τώρα) ασχημόπαπο γίνει ένας πραγματικός κύκνος.
ο Χόλιγουντ αγαπάει τα παραμύθια. Αγαπάει όμως ακόμα περισσότερο εκείνους που μπορούν να τα ενσαρκώσουν. Και πάνω απ’ (λέμε τώρα) ασχημόπαπο γίνει ένας πραγματικός κύκνος.
Το αποφασισμένο βλέμμα της Νάταλι Πόρτμαν είδε για πρώτη φορά τον κόσμο λουσμένο από το ισραηλινό φως της Ιερουσαλήμ. Η οικογένεια Χέρσλαγκ, όπως είναι το πραγματικό επίθετό της, με πατέρα έναν αυστηρό γιατρό και μητέρα νοικοκυρά, μετακόμισε στην Αμερική όταν η μικρή Νάταλι ήταν τριών ετών και ήδη, όπως όλες οι πριγκίπισσες των παραμυθιών, ήξερε τι ήθελε να κάνει όταν μεγαλώσει.
Από τα 4 χρόνια της έκανε μαθήματα υποκριτικής και χορού με ευλαβική συνέπεια και αρνήθηκε προτάσεις για να γίνει «παιδί-μοντέλο», αφού, όπως λέει η ίδια, «πάντα ήξερα τι ήθελα και δούλευα πολύ σκληρά για να το πετύχω». Γι’ αυτό και δεν την πείραζε να περιμένει όσο χρειαστεί, μέχρι τα 11 της δηλαδή, όταν ο φακός του Λικ Μπεσόν τής χάρισε μια αιώνια θέση λολίτας στην κινηματογραφική μυθολογία μέσα από τον ρόλο της Ματίλντα στον κλασικό «Λεόν» του 1994.
Εκεί υιοθέτησε και το πατρικό επίθετο της γιαγιάς της, Πόρτμαν, γιατί φοβόταν ότι, αν δεν είναι καλή στον ρόλο, θα κάνει ρεζίλι τους γονείς της.
Παράλληλα με τα πρώτα της κινηματογραφικά βήματα, παρακολούθησε τα μαθήματα ενός εβραϊκού σχολείου στη Νέα Υόρκη, έχοντας το προφητικό παρατσούκλι «παπάκι». Και συνέχισε ακάθεκτη το κυνήγι των φιλοδοξιών της, στο οποίο δεν είχε θέση μόνο ο κινηματογράφος, αλλά και η ακαδημαϊκή μόρφωση εφόσον, όπως έλεγε, προτιμούσε να είναι έξυπνη παρά μια σταρ του σινεμά. Η Πόρτμαν κατάφερε με ευκολία να συνδυάσει τον ρόλο της πρώιμης σταρ με εκείνον της άριστης μαθήτριας που το 2003 αποφοίτησε από το Τμήμα Ψυχολογίας του Χάρβαρντ. Συνέχισε τις σπουδές της επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, μέρος το οποίο αποκαλεί πραγματικό της σπίτι, ενώ ταυτόχρονα δούλευε σε κιμπούτς. Εμεινε συνολικά τέσσερα χρόνια μακριά από τα στούντιο, αλλά ο κινηματογράφος είχε ήδη αγαπήσει αυτό το μικροκαμωμένο κορίτσι που έκτοτε χαρακτήριζαν ως «νέα Οντρεϊ Χέπμπορν» και, παρά την απουσία της από τον χώρο, οι προτάσεις έπεφταν βροχή.
Ακολούθησαν πολλές ταινίες.
Το θρυλικό «Heat», το «Ολοι λένε σ’αγαπώ» του Γούντι Αλεν και δυστυχώς ή ευτυχώς η τριλογία που την έχρισε διαγαλαξιακό ζαπονέ κομμωτικό ατύχημα, τα καινούρια «Star Wars», με την ίδια στον ρόλο της άλλα ’ντ’ άλλα πριγκίπισσας Αμιντάλα.
Μαλλί παγόδα, από το οποίο για να εξιλεωθεί, ξυρίστηκε γουλί στο ανατρεπτικό «V for Vendetta» επαναφορτίζοντας τη σχέση της με το βασίλειο των εναλλακτικών και εκλεκτικών, οι οποίοι προτιμούν μάλλον να ξεχάσουν για το καλό όλων το ανεκδιήγητο «The Other Boleyn Girl», με την ίδια στον ρόλο της Αννας Μπολέιν να καταφέρνει με ρουά ματ να εξοστρακίσει ερμηνευτικά αλλά και θηλυκά στο χαράκωμα της αδιαφορίας τη συμπρωταγωνίστριά της Σκάρλετ Γιόχανσον.
Το αποφασισμένο βλέμμα της Νάταλι Πόρτμαν είδε για πρώτη φορά τον κόσμο λουσμένο από το ισραηλινό φως της Ιερουσαλήμ. Η οικογένεια Χέρσλαγκ, όπως είναι το πραγματικό επίθετό της, με πατέρα έναν αυστηρό γιατρό και μητέρα νοικοκυρά, μετακόμισε στην Αμερική όταν η μικρή Νάταλι ήταν τριών ετών και ήδη, όπως όλες οι πριγκίπισσες των παραμυθιών, ήξερε τι ήθελε να κάνει όταν μεγαλώσει.
Από τα 4 χρόνια της έκανε μαθήματα υποκριτικής και χορού με ευλαβική συνέπεια και αρνήθηκε προτάσεις για να γίνει «παιδί-μοντέλο», αφού, όπως λέει η ίδια, «πάντα ήξερα τι ήθελα και δούλευα πολύ σκληρά για να το πετύχω». Γι’ αυτό και δεν την πείραζε να περιμένει όσο χρειαστεί, μέχρι τα 11 της δηλαδή, όταν ο φακός του Λικ Μπεσόν τής χάρισε μια αιώνια θέση λολίτας στην κινηματογραφική μυθολογία μέσα από τον ρόλο της Ματίλντα στον κλασικό «Λεόν» του 1994.
Εκεί υιοθέτησε και το πατρικό επίθετο της γιαγιάς της, Πόρτμαν, γιατί φοβόταν ότι, αν δεν είναι καλή στον ρόλο, θα κάνει ρεζίλι τους γονείς της.
Παράλληλα με τα πρώτα της κινηματογραφικά βήματα, παρακολούθησε τα μαθήματα ενός εβραϊκού σχολείου στη Νέα Υόρκη, έχοντας το προφητικό παρατσούκλι «παπάκι». Και συνέχισε ακάθεκτη το κυνήγι των φιλοδοξιών της, στο οποίο δεν είχε θέση μόνο ο κινηματογράφος, αλλά και η ακαδημαϊκή μόρφωση εφόσον, όπως έλεγε, προτιμούσε να είναι έξυπνη παρά μια σταρ του σινεμά. Η Πόρτμαν κατάφερε με ευκολία να συνδυάσει τον ρόλο της πρώιμης σταρ με εκείνον της άριστης μαθήτριας που το 2003 αποφοίτησε από το Τμήμα Ψυχολογίας του Χάρβαρντ. Συνέχισε τις σπουδές της επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, μέρος το οποίο αποκαλεί πραγματικό της σπίτι, ενώ ταυτόχρονα δούλευε σε κιμπούτς. Εμεινε συνολικά τέσσερα χρόνια μακριά από τα στούντιο, αλλά ο κινηματογράφος είχε ήδη αγαπήσει αυτό το μικροκαμωμένο κορίτσι που έκτοτε χαρακτήριζαν ως «νέα Οντρεϊ Χέπμπορν» και, παρά την απουσία της από τον χώρο, οι προτάσεις έπεφταν βροχή.
Ακολούθησαν πολλές ταινίες.
Το θρυλικό «Heat», το «Ολοι λένε σ’αγαπώ» του Γούντι Αλεν και δυστυχώς ή ευτυχώς η τριλογία που την έχρισε διαγαλαξιακό ζαπονέ κομμωτικό ατύχημα, τα καινούρια «Star Wars», με την ίδια στον ρόλο της άλλα ’ντ’ άλλα πριγκίπισσας Αμιντάλα.
Μαλλί παγόδα, από το οποίο για να εξιλεωθεί, ξυρίστηκε γουλί στο ανατρεπτικό «V for Vendetta» επαναφορτίζοντας τη σχέση της με το βασίλειο των εναλλακτικών και εκλεκτικών, οι οποίοι προτιμούν μάλλον να ξεχάσουν για το καλό όλων το ανεκδιήγητο «The Other Boleyn Girl», με την ίδια στον ρόλο της Αννας Μπολέιν να καταφέρνει με ρουά ματ να εξοστρακίσει ερμηνευτικά αλλά και θηλυκά στο χαράκωμα της αδιαφορίας τη συμπρωταγωνίστριά της Σκάρλετ Γιόχανσον.
Θηλυκότητα σε κατ’ οίκον εβραϊκό ηθικό περιορισμό βέβαια, μια και η Πόρτμαν δεν έκανε ποτέ δράμι επιλογής χωρίς το άγρυπνο βλέμμα του μπαμπά και της μαμάς, η οποία διατελεί και χρέη μάνατζερ. Ο βαθμός αγνότητας ήταν τέτοιος που η ίδια η Σούζαν Σάραντον υποτίθεται πως ζήτησε να κοπούν οι γυμνές σκηνές από την ταινία «Αnywhere but here», ώστε να επιτραπεί στη μικρή να παίξει μαζί της. Το 2004 στην ταινία του μετρ Μάικ Νίκολς η Πόρτμαν παίρνει το βάπτισμα του πυρός στην ενήλικη ζωή της, υποδυόμενη μια στριπτιζέζ στο «Closer», κερδίζει μια υποψηφιότητα για Οσκαρ, κάνει τα πατώματα να στενάζουν και αποκτάει το πολύ καλό συνήθειο για όλους εμάς να γδύνεται όλο και πιο συχνά.
Δυο χρόνια μετά μεγαλουργεί στην πρώτη της πραγματικά γυμνή σκηνή για την ταινία «Τα φαντάσματα του Γκόγια». Ο διπλός της ρόλος ως αγνής κόρης πλούσιου Ισπανού και πόρνης στη Μαδρίτη έκαναν τον Ντάρεν Αρονόφσκι να την προσέξει. Και από εκεί και πέρα, πυροτεχνήματα. Σε μία
από τις καλύτερες και με διαφορά ταινίες της φετινής χρονιάς, τον «Μαύρο Κύκνο», με την Πόρτμαν να αφήνει τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό μέσα από την ερμηνευτική της ωρίμανση, τη χορευτική της δεινότητα και την εκρηκτική ενέργειά της με την οποία βάζει φωτιά στην οθόνη στον ρόλο μιας διαταραγμένης μπαλαρίνας.
Σε μια ταινία που αποκλείεται να μη βρεθεί στην οσκαρική δεκάδα των φετινών υποψηφιοτήτων Καλύτερης Ταινίας και φυσικά με την ίδια φαβορί στην πεντάδα των υποψηφιοτήτων Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας.
Η «Αμιντάλα» ήξερε από προσωπική εμπειρία τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια χορεύτρια εφόσον έκανε μπαλέτο από τα 4 μέχρι και τα 13 της χρόνια. «Οταν ξεκίνησα τον ‘‘Μαύρο Κύκνο’’ ήμουν 28. Είχα 15 χρόνια διακοπής από το μπαλέτο, μέσα στα οποία το σώμα μου “γέρασε”. Είχα ξεχάσει τις θυσίες που απαιτούνται αν θέλει κανείς να γίνει επαγγελματίας χορευτής», λέει η ίδια για το δυσκολότερο ρόλο της ζωής της, τον οποίο τη βοήθησε τα μέγιστα (λόγω ψυχικού κοκομπλόκο της ηρωίδας) να προσεγγίσει το πτυχίο Ψυχολογίας της από το Χάρβαρντ.
«Πάντα θέλω να κάνω πράγματα που με ωθούν να ξεπεράσω τα όριά μου. Είναι σίγουρα ο πιο απαιτητικός ρόλος όσον αφορά στο σώμα μου. Ξεκίνησα να προπονούμαι ως μπαλαρίνα έναν χρόνο πριν ξεκινήσουμε γυρίσματα και συνέχισα την προπόνηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, χορός γύρω στις 16 ώρες την ημέρα. Εφτασα στα άκρα.
Αλλά αγαπώ τον Ντάρεν και τη δουλειά του και η ταινία αυτή ήταν εμπειρία που έπρεπε να τη ζήσω στο απόλυτο.
Προκάλεσα τον εαυτό μου σωματικά και ψυχικά και δούλεψα με εκπληκτικούς συνεργάτες. Ολοι ανησυχούσαν για το ποιος πραγματικά θα ενδιαφερθεί να δει μια ταινία θρίλερ με μπαλέτο. Πώς πείθεις τους άντρες να δούνε μπαλέτο; Πώς πείθεις τα κορίτσια να δούνε ένα ψυχολογικό θρίλερ;» αναρωτιέται. Πιθανότατα, με την προσθήκη μιας λεσβιακής σκηνής ανάμεσα στην ίδια και τη Μίλα Κούνις, θα προσθέσει ο κάθε λογικός άνθρωπος και η Νάταλι θα απαντήσει «ναι, όλοι θα θέλανε να δούνε κάτι τέτοιο».
Η Πόρτμαν διάβασε σχεδόν όλες τις βιογραφίες των μεγάλων χορευτών και για έναν χρόνο συνεργάστηκε με καθηγητές του New York Ballet, ανάμεσα στους οποίους βρήκε τον έρωτα. Ανέκαθεν οι φήμες γύρω από την προσωπική της ζωή οργίαζαν, αλλά η Νάταλι μεγαλώνοντας σε ένα αυστηρό σπίτι έμαθε να προστατεύει τις ιδιωτικές της στιγμές. Κατά καιρούς υπήρξε ερωτευμένη και είχε σχέση με πολλούς διάσημους άντρες όπως ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, ο Τζέικ Τζίλενχαλ, ο Moby και ο εκατομμυριούχος Νέιθαν Ροθτσάιλντ.
Συμπρωταγωνιστής της και χορογράφος της ταινίας, όπως επίσης και κύριος συντελεστής του New York City Ballet, o Μπέντζαμιν Μίλιπιντ, φαίνεται πως είχε όλα αυτά που δεν είχαν οι προηγούμενοι, ώστε να κατακτήσει την καρδιά της, μολονότι η Πόρτμαν ήταν ιδιαίτερα φειδωλή όσον αφορά το ζήτημα - μέχρι τις Χρυσές Σφαίρες, όπου και τον ευχαρίστησε δημοσίως και αναφέρθηκε σε μια σκηνή της ταινίας, στην οποία ο Μίλιπιντ λέει ότι δεν θα ήθελε να κοιμηθεί μαζί της.
«Είναι τόσο καλός ηθοποιός, γιατί η αλήθεια είναι ότι θέλει να κοιμηθεί μαζί μου κι έχω αποδείξεις», είπε παραλαμβάνοντας την Σφαίρα και εννοώντας ως «αποδείξεις» την φουσκωμένη κοιλίτσα της. Με την κοιλίτσα πιο φουσκωμένη, και τον πατέρα του παιδιού της αγκαζέ, θα τη δούμε να περπατάει σαν κύκνος στο κόκκινο χαλί των Οσκαρ στις 27 Φεβρουαρίου προκειμένου (ευχόμαστε) να παραλάβει το μεγαλύτερο κινηματογραφικό βραβείο, που μάλλον δικαιωματικά της αξίζει.
Δυο χρόνια μετά μεγαλουργεί στην πρώτη της πραγματικά γυμνή σκηνή για την ταινία «Τα φαντάσματα του Γκόγια». Ο διπλός της ρόλος ως αγνής κόρης πλούσιου Ισπανού και πόρνης στη Μαδρίτη έκαναν τον Ντάρεν Αρονόφσκι να την προσέξει. Και από εκεί και πέρα, πυροτεχνήματα. Σε μία
από τις καλύτερες και με διαφορά ταινίες της φετινής χρονιάς, τον «Μαύρο Κύκνο», με την Πόρτμαν να αφήνει τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό μέσα από την ερμηνευτική της ωρίμανση, τη χορευτική της δεινότητα και την εκρηκτική ενέργειά της με την οποία βάζει φωτιά στην οθόνη στον ρόλο μιας διαταραγμένης μπαλαρίνας.
Σε μια ταινία που αποκλείεται να μη βρεθεί στην οσκαρική δεκάδα των φετινών υποψηφιοτήτων Καλύτερης Ταινίας και φυσικά με την ίδια φαβορί στην πεντάδα των υποψηφιοτήτων Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας.
Η «Αμιντάλα» ήξερε από προσωπική εμπειρία τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια χορεύτρια εφόσον έκανε μπαλέτο από τα 4 μέχρι και τα 13 της χρόνια. «Οταν ξεκίνησα τον ‘‘Μαύρο Κύκνο’’ ήμουν 28. Είχα 15 χρόνια διακοπής από το μπαλέτο, μέσα στα οποία το σώμα μου “γέρασε”. Είχα ξεχάσει τις θυσίες που απαιτούνται αν θέλει κανείς να γίνει επαγγελματίας χορευτής», λέει η ίδια για το δυσκολότερο ρόλο της ζωής της, τον οποίο τη βοήθησε τα μέγιστα (λόγω ψυχικού κοκομπλόκο της ηρωίδας) να προσεγγίσει το πτυχίο Ψυχολογίας της από το Χάρβαρντ.
«Πάντα θέλω να κάνω πράγματα που με ωθούν να ξεπεράσω τα όριά μου. Είναι σίγουρα ο πιο απαιτητικός ρόλος όσον αφορά στο σώμα μου. Ξεκίνησα να προπονούμαι ως μπαλαρίνα έναν χρόνο πριν ξεκινήσουμε γυρίσματα και συνέχισα την προπόνηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, χορός γύρω στις 16 ώρες την ημέρα. Εφτασα στα άκρα.
Αλλά αγαπώ τον Ντάρεν και τη δουλειά του και η ταινία αυτή ήταν εμπειρία που έπρεπε να τη ζήσω στο απόλυτο.
Προκάλεσα τον εαυτό μου σωματικά και ψυχικά και δούλεψα με εκπληκτικούς συνεργάτες. Ολοι ανησυχούσαν για το ποιος πραγματικά θα ενδιαφερθεί να δει μια ταινία θρίλερ με μπαλέτο. Πώς πείθεις τους άντρες να δούνε μπαλέτο; Πώς πείθεις τα κορίτσια να δούνε ένα ψυχολογικό θρίλερ;» αναρωτιέται. Πιθανότατα, με την προσθήκη μιας λεσβιακής σκηνής ανάμεσα στην ίδια και τη Μίλα Κούνις, θα προσθέσει ο κάθε λογικός άνθρωπος και η Νάταλι θα απαντήσει «ναι, όλοι θα θέλανε να δούνε κάτι τέτοιο».
Η Πόρτμαν διάβασε σχεδόν όλες τις βιογραφίες των μεγάλων χορευτών και για έναν χρόνο συνεργάστηκε με καθηγητές του New York Ballet, ανάμεσα στους οποίους βρήκε τον έρωτα. Ανέκαθεν οι φήμες γύρω από την προσωπική της ζωή οργίαζαν, αλλά η Νάταλι μεγαλώνοντας σε ένα αυστηρό σπίτι έμαθε να προστατεύει τις ιδιωτικές της στιγμές. Κατά καιρούς υπήρξε ερωτευμένη και είχε σχέση με πολλούς διάσημους άντρες όπως ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, ο Τζέικ Τζίλενχαλ, ο Moby και ο εκατομμυριούχος Νέιθαν Ροθτσάιλντ.
Συμπρωταγωνιστής της και χορογράφος της ταινίας, όπως επίσης και κύριος συντελεστής του New York City Ballet, o Μπέντζαμιν Μίλιπιντ, φαίνεται πως είχε όλα αυτά που δεν είχαν οι προηγούμενοι, ώστε να κατακτήσει την καρδιά της, μολονότι η Πόρτμαν ήταν ιδιαίτερα φειδωλή όσον αφορά το ζήτημα - μέχρι τις Χρυσές Σφαίρες, όπου και τον ευχαρίστησε δημοσίως και αναφέρθηκε σε μια σκηνή της ταινίας, στην οποία ο Μίλιπιντ λέει ότι δεν θα ήθελε να κοιμηθεί μαζί της.
«Είναι τόσο καλός ηθοποιός, γιατί η αλήθεια είναι ότι θέλει να κοιμηθεί μαζί μου κι έχω αποδείξεις», είπε παραλαμβάνοντας την Σφαίρα και εννοώντας ως «αποδείξεις» την φουσκωμένη κοιλίτσα της. Με την κοιλίτσα πιο φουσκωμένη, και τον πατέρα του παιδιού της αγκαζέ, θα τη δούμε να περπατάει σαν κύκνος στο κόκκινο χαλί των Οσκαρ στις 27 Φεβρουαρίου προκειμένου (ευχόμαστε) να παραλάβει το μεγαλύτερο κινηματογραφικό βραβείο, που μάλλον δικαιωματικά της αξίζει.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα