Η πρώτη πτήση του έγινε πραγματικότητα στις 17 Δεκεμβρίου 1935, τριάντα δύο ακριβώς χρόνια μετά το πρώτο πέταγμα του Kitty Hawk των αδελφών Wright. Το ελικοφόρο χαμηλής πτέρυγας DC-3 εξελίχθηκε και κατασκευάστηκε από μια ομάδα ικανότατων μηχανικών με επικεφαλής τον αεροναυπηγό Άρθουρ Ε. Ρέιμοντ. Το αεροπλάνο μπορούσε να μεταφέρει από 21 έως 32 επιβάτες, διέθετε ευκολίες που έδιωχναν τον φόβο κι έκαναν πιο άνετη την παραμονή τους μέσα σε αυτό, όπως οι κουκέτες ύπνου (στις πρώτες του εκδόσεις) και η κουζίνα.
Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι μπορούσε να ενώσει τις δύο ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής σε 17 ώρες και με τρεις μόνο στάσεις ανεφοδιασμού, γεγονός που του έδινε πλεονέκτημα έναντι του ανταγωνιστικού και εξίσου σημαντικού Boeing 247. Mέχρι τότε το ταξίδι από ακτή σε ακτή απαιτούσε σύντομες πτήσεις στη διάρκεια της ημέρας και επιβίβαση στο τρένο μόλις έπεφτε το σκοτάδι και ώσπου να ξημερώσει ξανά.
Οι Αμερικανικές αεροπορικές εταιρίες United, American, TWA και Eastern παρήγγειλαν περισσότερα από 400 DC-3. Αυτός ο στόλος αεροσκαφών άνοιξε το δρόμο για την μοντέρνα βιομηχανία αεροπορικών ταξιδιών, αντικαθιστώντας γρήγορα το τρένο, το οποίο ήταν ο πιο δημοφιλής τρόπος ταξιδιών μεγάλων αποστάσεων στις ΗΠΑ εκείνη την εποχή
Κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου πολλά πολιτικά DC-3 επιτάχθηκαν, ενώ κατασκευάστηκαν περίπου 10.000 στρατιωτικές εκδόσεις του DC-3, φέροντας τις ονομασίες C-47, C-53, R4D και Dakota. Φορτία, στρατιώτες και τραυματίες μεταφέρθηκαν με αυτές από κάθε γωνιά της Γης, δημιουργώντας απλησίαστα ρεκόρ παραγωγής (μόνο το 1944, αναφέρεται η παράδοση 4.855 αεροσκαφών).
Μετά τη λήξη του πολέμου χιλιάδες C-47 τροποποιήθηκαν για πολιτική χρήση και σύντομα το αεροσκάφος αποτέλεσε τη ραχοκοκαλιά σχεδόν όλων των αεροπορικών εταιριών ανά τον κόσμο, παραμένοντας σε υπηρεσία για πολλά χρόνια. Η άμεση διαθεσιμότητα πρώην στρατιωτικών αεροσκαφών, τα οποία ήταν φτηνά, εύκολα στη συντήρηση αλλά και μεγάλα και γρήγορα για τα δεδομένα της εποχής, συνέβαλε στην ανάπτυξη της παγκόσμιας, μεταπολεμικής, βιομηχανίας αερομεταφορών.
Τις επόμενες τρεις δεκαετίες έγιναν πολυάριθμες -ανεπιτυχείς- προσπάθειες να σχεδιαστεί αντικαταστάτης του DC-3, όμως κανένας τύπος δεν μπορούσε να συνδυάσει την προσαρμοστικότητα, την αξιοπιστία και την οικονομία του και έτσι παρέμεινε σε υπηρεσία, παίζοντας σημαντικό ρόλο στις εναέριες μεταφορές μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Το κοινό ρητό ανάμεσα στους ανθρώπους της αεροπορίας και τους πιλότους είναι ότι «ο μόνος αντικαταστάτης ενός DC-3 είναι ένα άλλο DC-3».