Λένα Κιτσοπούλου: Η αντιστάρ ηθοποιός που έγινε mainstream

Λένα Κιτσοπούλου: Η αντιστάρ ηθοποιός που έγινε mainstream

Ποιο «Holiday on Ice», ποια Μπολσόι και ποια χριστουγεννιάτικα ορατόρια του Μπαχ; Αμα η Λένα Κιτσοπούλου δεν τραγουδήσει ρεμπέτικα στη μετα-παράσταση της «Αντιγόνης» δεν είναι Χριστούγεννα

Λένα Κιτσοπούλου: Η αντιστάρ ηθοποιός που έγινε mainstream
Μπορεί η Σταχτοπούτα να τηλεφωνεί στην Κοκκινοσκουφίτσα; Μπορεί μια ηρωίδα του «Βυσσινόκηπου» να συνομιλεί επί σκηνής με τον Ηλία τον ελέφαντα και να τραγουδά ρεμπέτικα; Μπορεί το περιεχόμενο μιας πορσελάνινης λεκάνης τουαλέτας να «θρέψει» τους μαθητές μιας σχολής μπαλέτου; Μπορεί ένας καλλιτέχνης να κρατά στο ένα του χέρι τον εγκέφαλό του και να συνομιλεί μαζί του επί σκηνής; Μπορεί μια παρ’ ολίγον σωσίας της Μαρίνας Αμπράμοβιτς σε ξεκάθαρο bad hair day να δίνει το τέμπο μιας παράστασης παίζοντας άτεχνα αρμόνιο;

Κλείσιμο


Οι απαντήσεις είναι μονότονα καταφατικές, όταν μιλάμε για παραστάσεις όπου συμμετέχει ή τις οποίες γράφει και σκηνοθετεί η Λένα Κιτσοπούλου. Δηλαδή μια γυναίκα έξυπνη, ταλαντούχα, δυστυχισμένη, καλή και ψώνιο, όπως έχει αυτοπροσδιοριστεί. Μια σκηνοθέτις που αποδομεί μικροαστισμούς και στερεότυπα αποθεώνοντάς τα στις παραστάσεις της. Ενα κορίτσι που ανατράφηκε με μοντεσοριανή αγωγή και οικογενειακή θαλπωρή.  

Η Λένα Κιτσοπούλου δεν θέλει να την αντιμετωπίζουν ως αιρετική ή καλτ. Το έχει δηλώσει με κάθε τρόπο και σε κάθε τόνο στις συνεντεύξεις της. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει και κανένας σοβαρός λόγος να την προσεγγίζεις ως καινό δαιμόνιο. Τα τελευταία χρόνια οι παραστάσεις της είναι το απόλυτο mainstream - τουλάχιστον σε όρους εμπορικούς και εισπρακτικούς.



Μάρτυράς μας η «Αντιγόνη/Lonely Planet» που ανέβηκε την προηγούμενη Πέμπτη στη Μικρή Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών και θα διαρκέσει έως τις 7 Ιανουαρίου που είναι ήδη sold out. Και φυσικά talk of the town. Και μόνο το γεγονός ότι οι περιοδικίστικοι 90s όροι -τόσο 90s όσο, ας πούμε, οι αγαπημένοι της κόθορνοι- είναι οι καλύτεροι για να περιγράψουν αυτό που συμβαίνει κάθε φορά που η Κιτσοπούλου γράφει, σκηνοθετεί και παίζει στο θέατρο καταδεικνύει την επιδραστικότητά της. Οι παραστάσεις της δεν είναι απλώς θεατρικά δρώμενα. Αλλά events. Κάτι σαν τις ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου. 




Η πιο σταρ των αντι-σταρ
Η μεγαλύτερη επιτυχία της Κιτσοπούλου ίσως είναι ότι μέσα από τα έργα με τα οποία καταπιάνεται μιλά για τα μικρά και τα καθημερινά, γι’ αυτά που άλλοι σνομπάρουν με έναν τρόπο στον οποίο καθένας μπορεί να βρει ταυτίσεις και συνάψεις – έστω κι αν δεν το ομολογεί ούτε στον εαυτό του. Είναι σαν μέσα στη θεατρική σύμβαση να αναπαριστά όχι αληθοφανώς αλλά με αλήθεια τη συνισταμένη των συλλογικών νευρώσεων μιας κοινωνίας και να στήνει μια γιορτή, ένα ανελέητο pole dancing γύρω από τον άξονά της.

Αλλες φορές χρησιμοποιώντας την πρόκληση, άλλες φορές καταφεύγοντας στην αυτοαναφορικότητα, πάντα χωρίς να περνά ασχολίαστη ή απαρατήρητη. Γελάς, κλαις, μένεις με στόμα πιο ανοιχτό κι απ’ του ροφού, ενδεχομένως βρίζεις ή κλαις τα λεφτά των εισιτηρίων σου. Πάντως, κάτι σου συμβαίνει, κάτι πάει να σε σκουντήξει από την comfort zone σου. Οσο χαμηλών τόνων είναι στη ζωή της, τόσο χειμαρρώδη, εμφατικά, ακόμα και μεγαλόστομα μοιάζουν όσα παρουσιάζει επί σκηνής.



Σε κάθε περίπτωση εντυπώνονται στη μνήμη του θεατή, συζητιούνται, απασχολούν. Και αυτό είναι επιτυχία. Η ίδια, πάντως, επιμένει να λέει ότι τα πάντα στη δημιουργία της αρχίζουν και τελειώνουν στα δικά της  υπαρξιακά, στην έσω της διελκυστίνδα ανάμεσα στην αθωότητα του παιδιού και την απογοήτευση της ενηλίκου.

Και ποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι τα Χριστούγεννα δεν τον πιάνουν τα υπαρξιακά του; Ουδείς. Γι’ αυτό και είναι η ιδεώδης στιγμή. Για τους ψυχαναλυτές αλλά και για την Κιτσοπούλου, η οποία παρουσιάζει τη δική της εκδοχή της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή στη Μικρή Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών.

Η πληθωρική αντι-περσόνα, όπως αναφέρεται στο δελτίο Τύπου που συνόδευσε την ανακοίνωση του project, πιστεύει ότι το αρχαίο δράμα (το σοφόκλειο εν προκειμένω) δεν πιάνει μία μπροστά στο καθημερινό δράμα που καθένας από μας ζει - δεν έχει κι άδικο εδώ που τα λέμε. Γι’ αυτό και αποφάσισε να εμβολίσει την πιο «φωτογενή» αρχαία ελληνική τραγωδία οργανώνοντας μια ιδιότυπη διάλεξη επί σκηνής για τις φοβίες, τη μοναξιά, τον έρωτα, τις αποφάσεις που καλείται να πάρει κανείς, αφού πρώτα γεμίζει παγοθήκες με δάκρυα. 



«Δεν αντιμετωπίζω το αρχαίο δράμα ως κάτι το απόκοσμο, ή το δύσκολο, ή ως κάτι φοβιστικό. Νομίζω ότι με εμπεριέχει. Καλλιτεχνικά μου δίνει δυνατότητες να καταπιαστώ με οτιδήποτε και μου κάνει τη χάρη να βρίσκεται οπουδήποτε. Βρίσκεται εξίσου μέσα στο πιο μικρό στιγμιότυπο της καθημερινότητας, όπως επίσης και μέσα στο πιο ακραίο καιρικό φαινόμενο. Είναι συμπυκνωμένη ποίηση και εγώ το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να προσαρμόσω τον μικρής εμβέλειας εαυτό μου μέσα της. Ξέρω όμως ότι έχω θέση εκεί μέσα, ξέρω ότι μιλάει για μένα», εξηγεί στο σημείωμα της παράστασης, στην οποία υπογράφει το σενάριο, τη σκηνοθεσία και πρωταγωνιστεί. 


360ο καλλιτέχνης
Παιδί του Θεάτρου Τέχνης, συγγραφέας διηγημάτων και θεατρικών έργων, σχεδιάστρια κοσμημάτων, κεραμίστρια, σκιτσογράφος, τραγουδίστρια του ρεμπέτικου. Η Κιτσοπούλου δεν είναι ένα πράγμα και δεν μπορεί να εκφράζεται με έναν μόνο τρόπο. Θέλει να έχει τα χέρια της διαρκώς απασχολημένα.

Προφανώς και το μυαλό της. Ακόμα και όταν βρίσκεται στο πολύ προσωπικό αναχωρητήριό της, στη Σαντορίνη, θέλει με κάτι να καταπιάνεται. Δεν είναι από τους τύπους που γουστάρουν να λιάζονται ξέπνοοι σε κάποια παραλία. Δεν είναι αυτός ο τρόπος της να ζει την ομορφιά και την ασχήμια της ζωής. Προτιμά τη δράση. Αν δεν είχε ακολουθήσει την υποκριτική, η οποία της έδειξε κατόπιν τον δρόμο για τη συγγραφή και τη σκηνοθεσία, θα ήταν μάλλον τραγουδίστρια. Λατρεύει το λαϊκό και το ρεμπέτικο τραγούδι. Με πάθος.

Σε παλαιότερες συνεντεύξεις της έχει μιλήσει γι’ αυτή την παράλληλη δραστηριότητά της: «Από το 2006 τραγουδάω και σε πολλά μέρη ούτε που ήξεραν ποια είμαι. Ημουνα η τραγουδίστρια του μαγαζιού. Ούτε η ηθοποιός που τραγουδάει, τίποτα τέτοιο. Εχω τραγουδήσει σε γάμους Ελληνοαμερικάνων, σε συνέδρια Κινέζων και αύριο αν μου πει ο μπουζουξής μου, πάμε στο Λαύριο σε έναν γάμο, το γουστάρω, θα το κάνω». 

Αναγνωρισμένη αλλά και αναγνωρίσιμη, η 46χρονη Κιτσοπούλου επιλέγει να ζει ως ένας κανονικός άνθρωπος. Και σαν τέτοιος να περιγράφει τον γύρω μας ο,τινανισμό. Μια γυναίκα που, όπως έχει πει απαντώντας στο ερωτηματολόγιο του Προυστ για τη LiFO, έχει για ήρωες τη θάλασσα και τον ουρανό, το ξενύχτι, τον Γούντι Αλεν και τον Χάνεκε, τον Ζαμπέτα, τον Παπαδιαμάντη και τον Καβάφη, τη Μοσχολιού, τον πατέρα της, τα ρόδια, το κύμα, τα μωρά, τα σκυλιά, τους ανθρώπους που σφίγγουν το χέρι στη χειραψία και κοιτούν τον άλλο στα μάτια. Τελικά, τι είναι η Κιτσοπούλου;

Μια σύγχρονη επαναστατημένη Αντιγόνη φυλακισμένη σε μια αστική σύμβαση, στο θέατρο. Μια καλλιτέχνις που μπορεί να βρίσκει τη συγκίνηση σε επουσιώδεις πληροφορίες, όπως λόγου χάρη ότι οι τυραννόσαυροι είχαν ατροφικά χέρια, και να είναι συγκινητική ακόμα και όταν αναρωτιέται αν το κοινό καταναλώνει ό,τι σκατό τού σερβίρουν - το έκανε πρόσφατα στην παράσταση «Τυραννόσαυροι Rex» στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Αδικο έχει; Η Κιτσοπούλου είναι το τώρα. Και το ξέρει καλύτερα από τον καθένα. 

Info: Στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, έως τις 7 Ιανουαρίου, www.sgt.gr 
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης