Φάνης Κιρκινέζος: Το νέο αγόρι της Ανθής Σαλαγκούδη

Φάνης Κιρκινέζος: Το νέο αγόρι της Ανθής Σαλαγκούδη

Στην ηλικία που οι συνομήλικοί του στη Μυτιλήνη όπου σπούδασε πάσχιζαν να κλείσουν το πρώτο τους ραντεβού στις τοπικές καφετέριες, εκείνος σχεδίαζε αλλιώς το μέλλον του. Στα 30 του χρόνια σήμερα, ο Θεοφάνης Κιρκινέζος, εκτός από θεατράρχης, θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους στον εγχώριο πολιτισμό, δικαιώνοντας την πίστη του ότι τα όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα - και να αλλάξουν τον κόσμο

Φάνης Κιρκινέζος: Το νέο αγόρι της Ανθής Σαλαγκούδη
Ως φοιτητής είχε πάθος με τη μουσική και στην προσπάθειά του να γνωρίσει από κοντά τα είδωλά του βάλθηκε να οργανώνει φεστιβάλ στον τόπο των σπουδών του, τη Μυτιλήνη. Με φόντο τον ανοιχτό ορίζοντα του Αιγαίου, ο νεαρός Φάνης μάθαινε στους ανθρώπους της περιοχής τι θα πει πολιτιστικό φεστιβάλ - σε εποχές που το μόνο που περιόδευε στα νησιά ήταν περιθωριακοί θίασοι και ηθοποιοί ξεχασμένοι από τη μοίρα. Καμία σημασία δεν είχε που στα 21 του χρόνια το μόνο που γνώριζε, ως φοιτητής Γεωγραφίας, ήταν απομακρυσμένοι τόποι και ανθρωπότυποι. Είχε ένα σπάνιο προσόν που δεν συναγωνιζόταν κανέναν συνομήλικό του: πίστη στα όνειρα ως το μόνο μέσο που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Κάτι που ως φαίνεται πιστεύει ακόμη.

Δεν είναι τυχαίο ότι όταν τον συναντήσεις, φεύγεις από κοντά του με την αίσθηση ότι ο πετυχημένος ήδη επιχειρηματίας του θεάτρου μπορεί να μην άλλαξε τον κόσμο - ωστόσο σε πείθει ότι μπορεί να το κάνει. Μιλάει πάντα για τη δύναμη της ομάδας γιατί ξέρει ότι μόνο έτσι λειτουργεί η ορθή στρατηγική. Ο Διονύσης Σαββόπουλος έλεγε ότι κάθε κίνηση του νεαρού επιχειρηματία είναι συγγνωστή αφού διαθέτει αυτή την ιερή τρέλα που χρειάζεται κάθε άνθρωπος που ποντάρει δυναμικά στην τέχνη. Είναι άλλωστε από τους λίγους επιχειρηματίες που απέκτησαν τον τίτλο του θεατράρχη προτού καν κλείσει τα 30. Αδιαφορώντας για την εμφάνισή του, καθώς το παρουσιαστικό του παραπέμπει μάλλον σε Εβραίο διανοούμενο ή σε κοσμοπολίτη του Μεσοπολέμου, ποτέ δεν θέλησε να αποκτήσει τη στόφα του μοιραίου. Ηξερε άλλωστε ότι τα πάντα είναι τσαγανό και μυαλό. Κι από αυτά διέθετε και με το παραπάνω: στα 22 του, παρασυρμένος από ένα ακόμη πάθος -την αγάπη του για το έντεχνο ελληνικό τραγούδι-, αποφασίζει να φέρει μαζί με μια παρέα ομοϊδεατών και φίλων του -τον Παναγιώτη Τσιλιγιάννη και τον Βαγγέλη Παπαντώνη- τους αγαπημένους τους τραγουδιστές στο νησί όπου φοιτούσαν για να τραγουδήσουν.

Κλείσιμο


Αρχικά πείθουν τον Θάνο Μικρούτσικο που τότε συνέπραττε με τον Χρήστο Θηβαίο να δώσουν στη Μυτιλήνη μια σειρά συναυλιών, κατόπιν τους Πυξ Λαξ, οι οποίοι εμφανίστηκαν στο περίφημο Κάστρο το 2003, περίοδος που το συγκρότημα μεσουρανούσε. Ακολουθούν οι συνεργασίες με τους Ξαρχάκο, Γλυκερία, Σαββόπουλο που εμπιστεύονται στον πιτσιρικά Φάνη τις τύχες των συναυλιών τους, με αποτέλεσμα όταν θα συστήσει δική του εταιρεία για να βγάζει τους αγαπημένους του δίσκους αυτοί να συναινέσουν με χαρά. Το 2005 ο Φάνης Κιρκινέζος έχει μόλις επιστρέψει από την Αγγλία όπου συνέχισε τις σπουδές του και η ιδέα του για την εταιρεία παραγωγής που φέρει το όνομα Sui Generis γίνεται πραγματικότητα. Στην Αθήνα θα ζήσει το όνειρο του πολιτισμού: άνθρωποι με ιστορίες, μέλλον και αξιομνημόνευτες ζωές συχνάζουν στο σπίτι του και οι φίλοι του δεν έχουν πια σχέση με παιδικές παρέες ή το πανεπιστήμιο. Εγκαίρως αντιλαμβάνεται ότι αυτό που λείπει από την Αθήνα είναι ένα μέρος όπου να μπορεί κανείς να απολαμβάνει μουσική και θέατρο, αγαπημένες παραστάσεις και συναυλίες. Κάτι δηλαδή σαν το παλιό «Ακροπόλ»!  

Από το «Ακροπόλ» στις κορυφαίες σκηνές της Αθήνας

Ο διόλου τυχαίος συνειρμός που παρέπεμπε στον ξακουστό «ναό της επιθεώρησης» του γεννά την ιδέα να μετατρέψει το «Ακροπόλ» στο νέο κέντρο της τέχνης, να του ξαναδώσει την παλιά αίγλη που το είχε αναδείξει σε ιστορικό θέατρο της Αθήνας. Μόνο που το εγχείρημα φαντάζει τεράστιο: το θέατρο που είχε δοξάσει την ελληνική επιθεώρηση και δεν είχε πάψει να λειτουργεί ούτε καν στην Κατοχή, λίγο προτού αναλάβει να το μεταμορφώσει ο Φάνης, έχασκε έρημο και εγκαταλειμμένο. Παρουσιάζοντας μια κατάσταση διάλυσης, σε τίποτα δεν θύμιζε το πάλαι ποτέ ένδοξο «Ακροπόλ». Αντιδρώντας γρήγορα, καταλήγει σε χρόνο ρεκόρ σε ένα πολυετές συμβόλαιο που του επιτρέπει την ενοικίαση και την πλήρη ανακαίνισή του από τα καθίσματα έως τις τουαλέτες, ξοδεύοντας συνολικά πάνω από 1 εκατ. ευρώ. Κανείς δεν πίστευε ότι ο άγουρος νέος που δεν είχε κλείσει καν τα 30 θα μπορούσε να αναστήσει ένα τελειωμένο θέατρο.


Με τον Τζίμη Πανούση


Και ποιος σκηνοθέτης θα τον εμπιστευόταν; Η μοναδική γνωριμία του από τον χώρο παραμένει η χορογράφος και σκηνοθέτης Σοφία Σπυράτου, η οποία θα αναλάβει την παιδική σκηνή. Σταδιακά όμως, ο φιλόδοξος επιχειρηματίας έρχεται σε επαφή και με άλλους δημιουργούς, όπως ο Δημήτρης Μαυρίκιος, ο Στάθης Λιβαθινός και ο Νίκος Μαστοράκης. Η χημεία με τον Μαυρίκιο δεν είναι η ιδανική, ίσως γιατί οι κώδικες που έχει αναπτύξει ο Κιρκινέζος είναι πιο αυθόρμητοι. Δέχεται όμως να συνεργαστεί ο γνωστός σκηνοθέτης Μαστοράκης που ανεβάζει στο «Ακροπόλ» ένα από τα πιο δύσκολα και ουσιαστικά του έργα -την «Ιωάννα των σφαγείων»-, όπως αντίστοιχα ο Λιβαθινός δέχεται να σκηνοθετήσει τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι. Σε αυτούς τους δύο προστίθενται και σκηνοθέτες πρώτου μεγέθους, όπως ο Σπύρος Ευαγγελάτος, αλλά και ονομαστοί πρωταγωνιστές - Γιώργος Κιμούλης (με την περίφημη «Μήδεια»), Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Ευγενία Δημητροπούλου, Πέτρος Φιλιππίδης, Γιάννης Ζουγανέλης, Νικήτας Τσακίρογλου, Χρήστος Λούλης και Αμαλία Μουτούση (στον «Πλούτο» με την υπογραφή Σαββόπουλου) είναι μερικοί μόνο από αυτούς.



Από την παράσταση «Ο ηλίθιος»

Ο κύκλος της παρέας του γνωστού θεατράρχη διευρύνεται φτάνοντας μέχρι τον Βορρά: ο φίλος του και εκδότης του Ιανού Νίκος Καρατζάς τον φέρνει σε επαφή με τον τότε διευθυντή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και σημερινό του Εθνικού Θεάτρου Σωτήρη Χατζάκη, με τον οποίο φαίνεται να συμπλέουν. Αποφασίζουν μάλιστα να κάνουν συμπαραγωγή με το ΚΘΒΕ ανεβάζοντας το «Μεγάλο μας τσίρκο» και τους «Ιππής». Παρά τις αντιδράσεις για το πώς ένα κρατικό θέατρο συνεργάζεται με έναν ιδιώτη, οι παραστάσεις έχουν επιτυχία, κάνουν περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και βγάζουν τα έξοδά τους. Αλλά ένας ανήσυχος επιχειρηματίας όπως ο νεαρός Κιρκινέζος δεν σταματά μόνο στο επιτυχημένο εγχείρημα της αναβίωσης του «Ακροπόλ»: σταδιακά επεκτείνεται και σε άλλα θέατρα. Κόντρα στην κρίση προσθέτει στο δυναμικό του το θέατρο «Βασιλάκου». Εκεί μάλιστα ανέβασε πρόσφατα το «Gagarin Way», μια παράσταση κατευθείαν φερμένη από την πρώτη γραμμή της αβάν γκαρντ βρετανικής σκηνής και κάλεσε τον βραβευμένο Αβρανά για να τη σκηνοθετήσει. Παράλληλα επεκτείνεται και σε άλλα εγχειρήματα όπως η δισκογραφική εταιρεία Sui Generis Music -ιδιοκτησίας του- βάζοντας στοίχημα να αναστήσει δοξασμένα βινίλια που είχαν βγει από τη Lyra και πρόκειται να επανακυκλοφορήσουν. Διονύσης Σαββόπουλος, Σταύρος Ξαρχάκος και Τζίμης Πανούσης είναι μερικά μόνο από τα ονόματα που θα δουν δουλειές τους να επανεκδίδονται από την SGM - όπως αντίστοιχα θα ξαναβγεί και ο θρυλικός «Επιβάτης» αλλά και το «Ραντάρ» του Μίκη Θεοδωράκη με τη φωνή της Φωτεινής Δάρρα. Υπό τη σφραγίδα του επίσης τελεί πλέον και το ιστορικό «Gagarin» - πάντα με την καλλιτεχνική διεύθυνση του Νικόλα Τριανταφυλλίδη.

Κάνοντας ένα άλμα στο σκοτάδι και ζώντας μέσα από το συνεχές ρίσκο, ο Κιρκινέζος δείχνει να μη φοβάται να επενδύσει στο θέατρο και τη μουσική - και μάλιστα χωρίς να έχει βοήθεια από πουθενά. Ανοίγει το ρεπερτόριο, επενδύει σε νέους συνεργάτες και αψηφά τη χτεσινή τάξη πραγμάτων. Πρόσφατα αποφάσισε να συμπράξει ώστε να ξανανοίξουν οι πύλες του ιστορικού «Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων», έναν χρόνο ακριβώς μετά τον θάνατο του ιδρυτή και κατεξοχήν ανθρώπου με τον οποίο είχε συνδεθεί το όνομά του, του Λευτέρη Βογιατζή. Εκεί παίζεται αυτές τις μέρες το «Τάβλι», με πρωταγωνιστές δύο κορυφαία ονόματα όπως ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Νίκος Κουρής. Το θέατρο δείχνει να ορίζει για εκείνον αυτό που δεν μπορεί να κάνει η άνυδρη επιχειρηματική ζωή, αλλά και αντικαθιστά τις όποιες δυσκολίες του προσωπικού βίου. Πρόσφατα διαζευγμένος και με έναν γιο, αποφασίζει ότι το καλλιτεχνικό σκηνικό μπορεί να μετατοπιστεί και στη ζωή του, αφού το πανέμορφο σπίτι που νοικιάζει στην καρδιά της Πλάκας έχει θέα στην Ακρόπολη και παραπέμπει σε σκηνικό του Χατζιδάκι. Από εκεί πηγαίνει καθημερινά με τα πόδια στο γραφείο του - ή σε κάποια από τα θέατρά του, ενώ το βράδυ ανηφορίζει στα μόνιμα στέκια του, όπως το «Minnie the Moocher» για το καθιερωμένο ποτό, ενώ προηγουμένως θα κάνει ένα πέρασμα από το δικής του ιδιοκτησίας καφέ που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Βαλαωρίτου και Αμερικής. Κατά καιρούς οι φήμες τον ήθελαν να συνοδεύει τις πιο γοητευτικές πρωταγωνίστριες, όπως τη Δήμητρα Ματσούκα, μια παρεξήγηση που πηγάζει από το γεγονός ότι κατά καιρούς τυγχάνει να συντρώγει με τις πιο γνωστές κυρίες του θεάτρου.



Σκηνή από το θεατρικό «Οι βασιλοπούλες που λιώναν τα γοβάκια τους»

Τελευταία ωστόσο ο φακός τον απαθανατίζει ολοένα και συχνότερα με τη γνωστή δημοσιογράφο και εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενη Ανθή Σαλαγκούδη για χάρη της οποίας ταξιδεύει στη συμπρωτεύουσα. Οπως και να χει, το γεγονός ότι ένας επιχειρηματίας -και μάλιστα του θεατρικού χώρου- αρχίζει να απασχολεί με την προσωπική του ζωή σημαίνει ότι το όνομά του διαφαίνεται στον αστερισμό των επιδραστικών ανθρώπων του πολιτισμού. Εστω κι αν όλα ξεκίνησαν από ένα όνειρο ανάμεσα σε σκονισμένα καθίσματα και σπασμένες καρέκλες - ένας διαυγής και διάφανος οραματισμός ήταν σαφής από τότε: «Θυμάμαι να είμαι μέσο της ανακαίνισης του “Ακροπόλ”, με το θέατρο άδειο και γύρω μου σωρούς από μπάζα. Ενιωθα απελπισμένος. Πίστευα ότι δεν θα τελειώσει ποτέ. Εμεινα στο παλιό γραφείο του Βασίλη Μπουρνέλη συντροφιά με τις φωτογραφίες από τα 70 χρόνια πορείας του θεάτρου. Οταν ξύπνησα ήταν σαν να μου χτύπαγαν όλοι αυτοί οι θεατρίνοι την πλάτη και να μου έλεγαν “προχώρα”», έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξή του. Και ακριβώς αυτό έκανε. Τους άκουσε και προχώρησε.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Δείτε Επίσης