Γερμανία:Το «θρίλερ» με τους χαμένους πίνακες των Ναζί

“Συνταγή” για ταινία του Χόλιγουντ: στα χέρια 79χρονου μια “βλάσφημη” συλλογή έργων τέχνης με πίνακες που υποτίθεται ότι είχαν καταστραφεί ήδη από το 1937 με διαταγή του Γκέμπελς – Πώς τους βρήκαν οι Γερμανοί το 2011 και γιατί αποσιώπησαν το γεγονός – Ποιός είναι ο “άνθρωπος χωρίς ιδιότητες” που κατέχει σήμερα τα επίμαχα έργα

Ένα θρίλερ που ξεπερνά κάθε φαντασία εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες στη Γερμανία με πρωταγωνιστές έναν ηλικιωμένο Γερμανό, τις αρχές ασφαλείας της χώρας, αλλά και δεκάδες δημοσιογράφους απ' όλο τον κόσμο που αναζητούν την άκρη του νήματος σε μια ιστορία που χρονολογείται πριν καν το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Μια ιστορία που διόλου δεν τιμά το παρελθόν της Γερμανίας, ούτε όμως και τους χειρισμούς της κυβέρνησης Μέρκελ, η οποία αίφνης “απειλείται” από ένα σκάνδαλο που προφανώς δεν υπολόγιζε σε κανένα από τα προεκλογικά ή μετεκλογικά σχέδιά της.



Το τελευταίο “επεισόδιο” σε αυτή την απίθανη ιστορία παίχτηκε την Δευτέρα 11 Νοεμβρίου, όταν το γαλλικό περιοδικό Paris Match δημοσιοποίησε μια φωτογραφία ενός ηλικιωμένου άνδρα, τον οποίο οι δημοσιογράφοι του περιοδικού κατονομάζουν ως τον Κορνήλιο Γκούρλιτ, τον 79χρονο Γερμανό, ο οποίος είχε στην κατοχή του περισσότερους από 1.400 πίνακες διάσημων ζωγράφων που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο!
Η φωτογραφία έκανε άμεσα το γύρο του Διαδικτύου, δίνοντας νέα τροπή στην ιστορία των ... “βλάσφημων “ πινάκων και νέους πονοκεφάλους στην κυρία Μέρκελ.



Την ίδια ώρα εξάλλου και το γερμανικό Spiegel ανέφερε ότι δέχθηκε επιστολή από τον συγκεκριμένο άνδρα με την οποία αυτός ζητά να μην γίνει άλλη αναφορά στο όνομά του σε άρθρα του περιοδικού.



Οι δύο δημοσιογράφοι του γαλλικού περιοδικού υποστηρίζουν ότι φωτογράφισαν τον Γκούρλιτ να κυκλοφορεί κοντά στο διαμέρισμά του στο Μόναχο και συγκεκριμένα σε εμπορικό κέντρο όπου έκανε τα ψώνια του. Αυτός ο ισχυρισμός διαψεύδει τα σενάρια που κυκλοφορούσαν στη Γερμανία το τελευταίο διάστημα, σύμφωνα με τα οποία ο Γκούρλιτ είχε πεθάνει κάποια στιγμή μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2011, ενώ απαντά και στις γερμανικές εισαγγελικές αρχές οι οποίες, σε συνέντευξη Τύπου στις 5 Νοεμβρίου, ανέφεραν ότι αγνοούν πού βρίσκεται ο 79χρονος.

Το “θρίλερ” των χαμένων πινάκων


Η άκρη του νήματος σε αυτή ιστορία, που μοιάζει με κατασκοπευτικό θρίλερ, ξεκίνησε να ξετυλίγεται στα γερμανοελβετικά σύνορα τον Σεπτέμβρη του 2010, όταν, σε έναν τυπικό έλεγχο των τελωνειακών αρχών στους επιβάτες του συρμού που εκτελούσε το δρομολόγιο Ζυρίχη-Μόναχο - έναν έλεγχο που πραγματοποιείται τακτικά καθώς πολλοί είναι οι πλούσιοι που αποπειρώνται να περάσουν από την Ελβετία στη Γερμανία διάφορους θησαυρούς παράνομα - προέκυψε το εξής αναπάντεχο: ο άνθρωπος που έλεγχαν οι τελωνειακοί έδειχνε να μην υπάρχει πουθενά! 



Σωστότερα, ο Κορνήλιος Γκούρλιτ έμοιαζε ως ο «άνθρωπος χωρίς Ιδιότητες», όπως αποκαλείται το έργο του συμπατριώτη του, Αυστριακού Ρόμπερτ Μούζιλ, καθώς δεν διέθετε ούτε επάγγελμα, ούτε αριθμό φορολογικού μητρώου, ούτε καν φαινόταν να λαμβάνει κάποια σύνταξη, όπως θα δικαιολογούσε η ηλικία του. 

Ο ηλικιωμένος άνδρας με το όνομα Κορνήλιος Γκούρλιτ, γιος ενός από τους πιο γνωστούς συλλέκτες στην Ιστορία, φάνηκε ιδιαίτερα νευρικός στους ελεγκτές κινώντας τους την υποψία. Δεν τους έπεισε όταν δήλωσε ότι ταξίδευε «για δουλειά» στην Ελβετία επισκεπτόμενος την γκαλερί Κόρνφελντ στη Βέρνη, αφού αδυνατούσε να αντιπαραβάλει τόπο εργασίας στην πόλη μόνιμης διαμονής του - το Σάλτσμπουργκ, όπως είχε τότε υποστηρίξει. Ακόμη πιο παράξενα, όμως, φάνηκαν στις Αρχές τα 9.000 ευρώ που είχε στην κατοχή του ο ηλικιωμένος άνδρας, μοιρασμένα σε πεντακοσάευρα, ένα ασυνήθιστα μεγάλο ποσό για ανεπάγγελτο. Αμέσως σήμανε συναγερμός και έκτοτε οι Αρχές έθεσαν τον Ρολφ Νικόλαο-Κορνήλιο Γκούρλιτ υπό στενή παρακολούθηση.



Οι έρευνες έδειξαν καταρχάς ότι ο Αυστριακός δεν ζούσε στο Σάλτσμπουργκ αλλά σε ένα προάστιο του Μονάχου, κάτι που δεν είχε δηλώσει στις τοπικές αρχές. Κάποιους μήνες αργότερα, και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2011, αστυνομικοί μπήκαν στο σπίτι του, όπου ανακάλυψαν το ανήκουστο: πίσω από πλαστικές σακούλες και τόνους από ληγμένες κονσέρβες -πολλές από τις οποίες είχαν ημερομηνία λήξης μερικές δεκαετίες πριν-ανακάλυψαν μια αποθήκη γεμάτη θησαυρούς. Εκατοντάδες έργα τέχνης τεράστιας αξίας, πολλά από τα οποία είχαν φιλοτεχνηθεί από διάσημους ζωγράφους όπως οι Πάμπλο Πικάσο, Ανρί Ματίς, Πιερ Ρενουάρ, Μαξ Μπέκμαν, Οσκαρ Κοκόσκα, Καναλέτο, Πολ Κλέε, έργα δηλαδή καλλιτεχνών που είχαν εκδιωχθεί από τους ναζί, κείτονταν στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο, κάτω από σκουπίδια. Τα περισσότερα από τα 1.400 έργα που βρέθηκαν στο αχούρι του Γκούρλιτ θεωρούνταν ότι είχαν καταστραφεί στους βομβαρδισμούς της Δρέσδης ή ότι είχαν καεί από το χιτλερικό καθεστώς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.



Τα έργα αυτά είχαν θεωρηθεί απαγορευμένα από τον Χίτλερ καθώς κατά τη γνώμη του ήταν απεχθώς «μοντέρνα», ζωγραφισμένα ως επί το πλείστον από Εβραίους και καλλιτέχνες-φορείς «ελεύθερων» ιδεών. Την καμπάνια καταστροφής τους μάλιστα είχε αναλάβει ο ίδιος ο Γκέμπελς διοργανώνοντας μια τεράστια έκθεση και «στρατολογώντας» διάφορους ειδήμονες που θα μπορούσαν να εντοπίσουν τα απαγορευμένα καλλιτεχνήματα. Ενας από αυτούς ήταν και ο πατέρας του Γκούρλιτ, Χίλντεμπραντ Γκούρλιτ, ο οποίος είχε διοριστεί από τον ίδιο τον Γκέμπελς για να βρει και να καταστρέψει τα έργα αυτά. Μόνο που εκείνος φρόντισε αντί να καταστρέψει τους συγκεκριμένους θησαυρούς να τους οικειοποιηθεί κρύβοντάς τους σε απάτητα μέρη, τα οποία φαίνεται πως κρατούσε ως επτασφράγιστο μυστικό ο γιος του, εκποιώντας μέρος τους όποτε βρισκόταν σε ανάγκη. 



Η ύπαρξη πολλών εκ των έργων αγνοούνταν, ενώ άλλα έχουν περάσει στην αιωνιότητα ως μέρος από τα περίφημα έργα τέχνης που είχαν εκτεθεί στην έκθεση «Entartete Kunst» («Εκφυλισμένη Τέχνη») που είχε διοργανωθεί τον Ιούνιο του 1937 με σκοπό να καταδείξει αυτά που ο Χίτλερ θεωρούσε αποτρόπαια και απαγορευμένα για την αισθητική του ναζιστικού καθεστώτος. Ωστόσο η έκθεση είχε το αντίθετο αποτέλεσμα, καθώς οι εκφραστές της «Εκφυλισμένης Τέχνης» θεωρούνται σήμερα μερικοί από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του κινήματος της σύγχρονης τέχνης - φορείς του γερμανικού εξπρεσιονισμού, της αφηρημένης τέχνης κλπ. Ανάμεσά τους βρίσκουμε ονόματα όπως Νόλντε, Κίρχνερ, Μπέκμαν, Σαγκάλ, Ματίς, Πικάσο και Βαν Γκογκ. Σκόπιμα, δε, ο Χίτλερ είχε φροντίσει να κακοφωτίσει τους πίνακες και να τους κρεμάσει πρόχειρα με σπάγκο, χωρίς καν κορνίζες, αλλά και να τους συνοδέψει με διάφορα προσβλητικά μηνύματα προκειμένου να μειώσει την επίδρασή τους στο φιλότεχνο κοινό. Συνέβη όμως εντελώς το αντίθετο, μια και κατ’ αυτόν τον τρόπο οι πίνακες συνδέθηκαν με ό,τι τους κατηγορούσαν: την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης. Μέσα από τους τίτλους που είχε αποδώσει ο Χίτλερ και η παρέα του στα δωμάτια που φιλοξενούσαν τα έργα της έκθεσης ουσιαστικά αναδεικνυόταν η ανατρεπτική δύναμη που είχαν τα έργα αυτά, τα οποία κατηγορούσαν για «καλλιτεχνική αναρχία», «θρησκευτική βλασφημία», «καθαρή παράνοια». Τα περισσότερα κατόπιν εκποιήθηκαν στην περίφημη δημοπρασία της Λουκέρνης το 1939, κάποια δωρίστηκαν από Εβραίους συλλέκτες σε Γερμανούς αξιωματούχους με αντάλλαγμα τη ζωή τους και άλλα περιήλθαν στην κατοχή συνεργατών του Χίτλερ, όπως ήταν ο πατέρας του Γκούρλιτ. Κάποια, επίσης, θεωρούνταν κατεστραμμένα ή καμένα μετά τον βομβαρδισμό της Δρέσδης. 

Το σκάνδαλο απειλεί τη Μέρκελ


Το μεγάλο ωστόσο και εν πολλοίς αναπάντητο ερώτημα είναι για ποιον λόγο η γερμανική κυβέρνηση αποσιώπησε μια τέτοια ιστορία, μια αποκάλυψη μυθιστορηματικής φύσεως, για πίνακες που θεωρούνταν κατεστραμμένοι εδώ και χρόνια. Αν το ερευνητικό περιοδικό «Focus» δεν έβγαζε λεπτομέρειες της υπόθεσης στο φως, η ύπαρξη του σπιτιού ενδεχομένως να παρέμενε άγνωστη και να μην ανάγκαζε τις γερμανικές αρχές να οργανώσουν συνέντευξη Τύπου. Λογικό ήταν επομένως οι αντιπολιτευτικές εφημερίδες να ξεσπαθώσουν μιλώντας για «σκάνδαλο Μέρκελ», καθώς η κυβέρνηση γνώριζε αλλά δεν αποκάλυπτε την υπόθεση, κάτι που βρέθηκε τελικά να παραδέχεται και ο εκπρόσωπος Τύπου της Καγκελαρίου, Στέφεν Ζάιμπερτ. Οι Αρχές, δε, ισχυρίζονται ότι ο λόγος που προτίμησαν να αποσιωπήσουν την ύπαρξη τόσο σπουδαίων έργων τέχνης είναι ακριβώς... για τον φόβο των Ιουδαίων, ήτοι των Εβραίων κληρονόμων που θα έσπευδαν μαζικά να διεκδικήσουν τη χαμένη περιουσία τους. Είναι μάλιστα τόσοι πολλοί εκείνοι που θα θελήσουν να πάρουν πίσω τα πολύτιμα απολεσθέντα που πιθανόν να μπλοκάρουν τις χρονοβόρες έρευνες πιστοποίησης των έργων αυτών. Τουλάχιστον αυτή είναι η επίσημη εξήγηση που δίνει η πλευρά της γερμανικής κυβέρνησης, προτιμώντας να κρατήσει κρυφές τις λεπτομέρειες γύρω από τον ανεκτίμητο θησαυρό. Ειδικοί έχουν κληθεί ήδη από διάφορα μέσα για να δώσουν μια πρώτη εκτίμηση για τα έργα τονίζοντας τη σπάνια σπουδαιότητα και σημασία τους. 

Η ιστορικός Τέχνης Μάικε Χόφμαν του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου που εκλήθη να εξετάσει τα έργα από τις Αρχές κάνει λόγο για «θησαυρό» και για έργα που έχουν γράψει ιστορία, όπως ένας πίνακας του Ματίς που χρονολογείται από το 1920, μια αυτοπροσωπογραφία του Οτο Ντιξ που κανείς δεν ήξερε ότι υπάρχει, αλλά και ένα πορτρέτο του Σαγκάλ που οι ιστορικοί τέχνης θεωρούσαν ότι είχε καταστραφεί στον βομβαρδισμό της Δρέσδης το 1945. Προβληματικό, ωστόσο, παραμένει το γεγονός ότι τα έργα αυτά δεν φυλάσσονταν στις καλύτερες συνθήκες, με αποτέλεσμα να μην είναι σίγουρο σε τι κατάσταση βρίσκονται. Στην αρχή οι φήμες ανέφεραν ότι τα έργα έχουν υποστεί φθορές λόγω των μεγάλων θερμοκρασιών που επικρατούσαν την αποθήκη, κατόπιν όμως οι πληροφορίες αυτές διαψεύστηκαν. Οι γείτονες πάντως που ερωτήθηκαν δεν είχαν τίποτε να αναφέρουν όσον αφορά στη μεταφορά πινάκων ή να καταθέσουν κάτι για τον γείτονά τους που ενδεχομένως να τους προξενούσε την προσοχή ως εξεζητημένος συλλέκτης ή άνθρωπος της τέχνης. Αντ’ αυτού παρακολουθούσαν έναν ηλικιωμένο να σέρνει αβοήθητος ένα καρότσι με ψώνια ή να κουβαλάει αμέτρητες σακούλες. Ποιος να ’ξερε ότι ανάμεσα στα σκουπίδια βρίσκονταν τα μυστικά της σύγχρονης τέχνης;
Ανάμεσα στα κλεμμένα και ο Ματίς της Αν Σινκλέρ.



Το πιο εντυπωσιακό από όλα τα ευρήματα δεν είναι μόνο αυτή καθαυτή η ποιότητα και η σπουδαιότητά τους, αλλά η κρυμμένη ιστορία τους. Μία από αυτές έχει να κάνει με την καταγωγή του πίνακα του Ματίς «Πορτρέτο μιας άγνωστης γυναίκας», που αποδίδεται στον παππού της εν διαστάσει συζύγου του πρώην διευθύνοντος του Νομισματικού Ταμείου Ντομινίκ Στρος-Καν, Πολ Ρόζενμπεργκ. Ο παππούς της Αν Σινκλέρ είχε στην κατοχή του μια σειρά από διάσημα έργα από την περίφημη «εκφυλισμένη» τέχνη των ναζί, μεταξύ των οποίων και το «Πορτρέτο μιας κυρίας» του Ματίς. Οπως αναφέρει η ίδια η Σινκλέρ στο βιβλίο της που εκδόθηκε πέρυσι και γνώρισε ανέλπιστη επιτυχία, ο παππούς της τής είχε εκμυστηρευτεί ότι είχε αποκτήσει τον πίνακα από τον ίδιο τον Ματίς στη Νίκαια, λίγες μόλις βδομάδες μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ρόζενμπεργκ δεν ήταν απλώς ένας περίοπτος συλλέκτης, αλλά προσωπικός φίλος του Ματίς, του Πικάσο και του Μπρακ και άνθρωπος του πνεύματος. 



Ομως μετά την εισβολή που είχαν κάνει στο σπίτι του στο Μπορντό οι ναζί, δύο μόλις χρόνια αργότερα -τον Σεπτέμβρη του 1941-, ο πίνακας εξαφανίστηκε. Στο Μπορντό ο συλλέκτης είχε κρύψει 160 έργα τα οποία και κατέγραψε ως απολεσθέντα και αναζήτησε τα περισσότερα, μάταια ωστόσο, αμέσως μετά τον πόλεμο. Οπως εικάζεται, ο πίνακας διασώθηκε από τον πατέρα του Γκούρλιτ, Χίλντεμπραντ, ο οποίος είχε φροντίσει να αποσπάσει πολλούς από τους πίνακες από διάφορους κατατρεγμένους Εβραίους συλλέκτες. Ο Χίλντεμπραντ Γκούρλιτ έφυγε νωρίς από τη ζωή -σκοτώθηκε σε τροχαίο-, αφήνοντας τη σπουδαία περιουσία του στον γιο του, ο οποίος έκανε ό,τι μπορούσε για να την κρατήσει κρυφή από τις Αρχές και από άλλους συλλέκτες. Μέχρι που ένα τυχαίο γεγονός έφερε στο φως μια ιστορία που θα μπορούσε κάλλιστα να βγαίνει από σελίδες συναρπαστικού αστυνομικού μυθιστορήματος ή καλογυρισμένης ταινίας, αν ο γέρος δεν προδιδόταν τόσο εύκολα. Elementary, my dear Γκούρλιτ, όπως θα έλεγε κι ένας παλιός γνώριμος.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr