Οι δοκιμάστριες του Χίτλερ: 15 γυναίκες δοκίμαζαν το φαγητό του Φύρερ, για να μην τον δηλητηριάσουν - Η πραγματική ιστορία
01.12.202517:51
Τίνα Μανδηλαρά
Το βιβλίο της Ροζέλα Ποστορίνο έγινε ταινία, προβλήθηκε στο 66ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και περιγράφει με λεπτομέρεια την καθημερινότητα των γυναικών - Η Μάργκοτ Βολκ, η μοναδική επιζήσασα, συμμετέχει στο φιλμ
Είναι οι γυναίκες που τέσταραν το φαγητό του Χίτλερ σε περίπτωση που κάποιος επιχειρούσε να τον δηλητηριάσει. Μάλιστα δοκίμαζαν τα χορτοφαγικά πιάτα του υπό την απειλή όπλων στο αρχηγείο του, τη διαβόητη «Φωλιά του λύκου».
Πρόκειται για την πραγματική ιστορία που αφηγήθηκε η μοναδική επιζήσασα της ομάδας αυτών των γυναικών, Μάργκοτ Βολκ, όταν αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή της στα 95 της χρόνια προκαλώντας σάλο στη Γερμανία. Αυτή είναι που ενέπνευσε και το σχετικό βιβλίο «Οι Δοκιμάστριες» της Ροζέλα Ποστορίνο (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα), το οποίο αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τη νέα ταινία του σημαντικότερου εν ζωή Ιταλού σκηνοθέτη Σίλβιο Σολντίνι, ο οποίος έδωσε το «παρών» στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκηςαποκαλύπτοντάς μας τα μυστικά της ταινίας, η οποία αναμένεται να κυκλοφορήσει στις κινηματογραφικές αίθουσες τον Μάρτιο από τη Rosebud.21.
Τα φαγητά που σκοτώνουν
Hδη από την πρώτη σκηνή μπαίνουμε στο κλίμα που επικρατούσε την εποχή που εκλήθησαν οι γευσιγνώστριες στο αρχηγείο του Χίτλερ για να δοκιμάζουν κάθε του γεύμα. Γερμανίδες που είτε βρίσκονταν σε χηρεία, είτε είχαν κάποιον άνθρωπο στο μέτωπο, καλούνταν να συνευρεθούν στο ίδιο τραπέζι, συγκεκριμένες ώρες της ημέρας και σε καθεστώς ύψιστης εμπιστευτικότητας, για να δοκιμάζουν το φαγητό του Φύρερ (μετά την απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ θα μείνουν μέσα στο αρχηγείο).
Πρωταγωνίστρια είναι η νεαρή Ρόζα Ζάουερ (υποδειγματική ερμηνεία από την Ελίζα Σολτ), ένας χαρακτήρας εμπνευσμένος από την πραγματική ιστορία της Μάργκοτ Βολτ, η οποία αφού αφήνει το βομβαρδισμένο σπίτι της στο Βερολίνο, βρίσκει καταφύγιο στο Γκρος Παρτς της Πρωσίας, που σήμερα ανήκει στην Πολωνία. Πρόκειται για την αρχή της αντίστροφης μέτρησης για την υποτιθέμενα θριαμβευτική επικράτηση του Φύρερ, αφού είχε υποστεί τεράστια ήττα στη μάχη του Στάλινγκραντ.
Οι σύμμαχοι είχαν αρχίσει να βομβαρδίζουν τις πόλεις της Γερμανίας και η κάμψη είχε κάνει τον Χίτλερ και τους στρατηγούς του να είναι πιο σκληροί (ήταν τότε που στην Ελλάδα άρχισαν να σημειώνονται οι σκληρότερες σφαγές). Η φτώχεια είχε αρχίσει να χτυπάει τους κατοίκους της Γερμανίας και αυτό είναι εμφανές από την παρουσία των απελπισμένων γυναικών που εκλήθησαν να δοκιμάζουν το φαγητό στο στρατηγείο του.
«Συμβόλαιο θανάτου»
Η κάμερα παρακολουθεί στενά την πρωταγωνίστρια καθώς αδυνατεί να πιστέψει ότι θα νικήσει την πείνα της βλέποντας το άφθονο φαγητό που στολίζει το τραπέζι του Χίτλερ: πολύ γρήγορα, όμως, η χαρά που μπορεί και δοκιμάζει ψωμί θα μετατραπεί σε απελπισία. Ταυτόχρονα, η Ρόζα δεν ζει σε συνθήκες που την κάνουν να ελπίζει: ο άντρας της πολεμά στην Ουκρανία, ενώ η ίδια είναι αναγκασμένη να ζει με τα πεθερικά της στη συντηρητική Πρωσία. Προς έκπληξή της μια ομάδα των SS σχεδόν την απαγάγει και αφού τη βάζουν να καθίσει μαζί με 14 νεαρές κοπέλες σε ένα πλούσιο τραπέζι με ωραία μαχαιροπίρουνα, της ανακοινώνουν ότι αν το φαγητό είναι δηλητηριασμένο, αυτές θα πεθάνουν αλλά ο Χίτλερ όχι. Ουσιαστικά θα θυσιαστούν για τον Φύρερ, τη στιγμή που η απόλυτη πίστη σε αυτόν έχει αρχίσει να κλονίζεται και τα πρώτα σημάδια ότι η Γερμανία δεν θα κερδίσει τον πόλεμο είναι ήδη εμφανή.
Η κάμερα του Σολντίνι παρακολουθεί κάθε λεπτομέρεια της χαράς που γίνεται απελπισία, του προνομίου να έχουν πρόσβαση στο πολυτελές τραπέζι του Χίτλερ να μετατρέπεται άμεσα σε κατάρα. Πολλές φορές οι ίδιες είχαν την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά, άλλες ότι πρέπει να κάνουν την τελευταία τους ευχή πριν από κάθε γεύμα, ενώ κάποια δηλητηριώδης αντίδραση που βρέθηκε στο φαγητό του Γερμανού δικτάτορα τους έκανε να το πληρώσουν σχεδόν με τη ζωή τους. Σύμφωνα με το κυρίαρχο σχέδιο, οι δοκιμάστριες έπρεπε να κάθονται όλες στο ίδιο τραπέζι, να δοκιμάζουν όλα τα πιάτα και να περιμένουν για μία ώρα για να δουν αν όλα πάνε καλά. Κάθε λεπτό που περνούσε έμοιαζε με αιωνιότητα. Στην αρχή όλες υποπτεύονταν η μία την άλλη και η Ρόζα, καθώς αδυνατούσε να αναπτύξει φιλίες με τις άλλες δοκιμάστριες, καταλάβαινε ότι πρέπει να χαράξει τον δικό της δρόμο. Η απελπισία της μοιάζει να είναι απόλυτη όταν μαθαίνει πως ο άντρας της είναι νεκρός στο μέτωπο - και αυτή πλέον μόνη, σε σύγκρουση με τις υπόλοιπες δοκιμάστριες.
«Οι Δοκιμάστριες» περιγράφουν το καθεστώς απειλής και τρόμου που βίωναν 15 γυναίκες που αναγκάζονταν να τεστάρουν καθημερινά αν το φαγητό του Χίτλερ ήταν δηλητηριασμένο
Κάθε ζοφερή μέρα που συνομιλεί άμεσα με τον θάνατο μοιάζει με αιωνιότητα και σε αυτή τη συνθήκη, στο πλαίσιο μιας σαρκικής επιβεβαίωσης ότι είναι ζωντανή, τα μπλέκει με έναν από τους δυνάμει βασανιστές της, τον υπολοχαγό των SS, Ζίνγκλερ. Η σχέση εξουσίας αποκτά άλλες προεκτάσεις και στην ταινία παρακολουθούμε όλα τα στάδια της ανθρώπινης απόγνωσης: το ερωτικό πάθος, το άγχος του θανάτου, την αρρωστημένη ατμόσφαιρα της εποχής. «Είναι αλήθεια ότι αυτή η ταινία προκαλεί πολλές ανθρώπινες αντιδράσεις και αισθήματα, και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το τι συνέβαινε τότε», εξηγεί ο σκηνοθέτης, που παραδέχεται πως πρόθεσή του δεν ήταν να κάνει μια ταινία εποχής, αλλά να μιλήσει για όλες αυτές τις αποχρώσεις των ανθρώπινων αντιδράσεων στη σημερινή εποχή, όπου επικρατούν η παράνοια και η βία.
Αναγωγή στο σήμερα
«Ουσιαστικά η ταινία αναφέρεται σε αυτό που συμβαίνει σήμερα σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και με αναφορά στα ανθρώπινα ένστικτα, στο πώς αντιδρούν οι άνθρωποι στις ακραίες αυτές συνθήκες: ακριβώς αυτό το αίσθημα επιβίωσης καταλαμβάνει τη Ρόζα όταν αποφασίζει να ανταποκριθεί στο ερωτικό κάλεσμα του Ζίνγκλερ. Και τα ερωτήματα είναι πολλαπλά: το κάνει γιατί φοβάται ή γιατί αυτό προστάζει μια βαθιά επιθυμία;».
Ολες οι απαντήσεις είναι μέσα στο πρόγραμμα, και αυτό είναι κάτι που τονίζει με το παραπάνω η ταινία «Δοκιμάστριες», μια ιταλο-βελγο-ελβετική παραγωγή με γερμανικό καστ που, όπως μας λέει ο Ιταλός σκηνοθέτης, μπορεί να είναι μια γλώσσα που δεν γνωρίζει, «αλλά σε ποια άλλη γλώσσα θα μπορούσα να γυρίσω μια ταινία που αφηγείται μια ιστορία που διαδραματίζεται το 1943 στη Γερμανία;.
Για να μπορέσω να μεταφέρω όλα όσα ακραία περιγράφει το βιβλίο, έπρεπε να νιώσω οικεία με αυτές τις ιστορίες, να νιώσω μια γοητεία. Να βρω δηλαδή ένα μέρος του εαυτού μου που θα μπορούσε να ταυτιστεί με όλα όσα περιγράφει η ιστορία, με τις αντιδράσεις και τα συναισθήματα όλων αυτών των ανθρώπων». Και τα κατάφερε φτιάχνοντας μια συνθήκη που μοιάζει μεν κλειστοφοβική, αλλά αναδεικνύει τόσο έντονα αισθήματα και αποδίδει επακριβώς την γκρίζα ατμόσφαιρα του τοπίου.
Θύματα των αξιωματικών
Τα περισσότερα από όσα περιγράφονται στην ταινία, παρότι βασίζονται στο μυθιστόρημα της Ποστορίνο, είναι σε μεγάλο βαθμό πραγματικά και εμπνέονται από όσα αποκάλυψε η Μάργκοτ Βελτ τον Δεκέμβριο του 2012. Η μοναδική επιζήσασα από τις δοκιμάστριες του Χίτλερ αφηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο που εξανάγκαζαν αυτήν και άλλες δεκατέσσερις γυναίκες, από το 1942 και μετά, να δοκιμάζουν το φαγητό του Φύρερ: όλες οι περιγραφές, το κλίμα της απόγνωσης και της απελπισίας, η αγωνία για κάθε μπουκιά που έτρωγαν, περιγράφονται με ακρίβεια στο βιβλίο και την ταινία.
Πραγματική είναι και η εκδοχή ότι ένας αξιωματικός την έβαλε σε ένα τρένο για το Βερολίνο το 1944 σώζοντάς την από τις μονάδες του Κόκκινου Στρατού που είχαν εισβάλει στην περιοχή, κάτι που ενέπνευσε και την ερωτική ιστορία που περιγράφεται στην ταινία. Στην πραγματικότητα, όμως, η Βελτ είχε πει ότι είχε βιαστεί πολλές φορές από έναν αξιωματικό των SS και άλλες τόσες από τους αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού όταν επέστρεψε στο Βερολίνο, όπου η ατμόσφαιρα ήταν ακόμα ζοφερή για τις Γερμανίδες. Θύματα των αξιωματικών του Κόκκινου Στρατού υπήρξαν και οι υπόλοιπες δοκιμάστριες, με αποτέλεσμα αυτή να φέρεται ως η μόνη επιζήσασα της ομάδας. Επίσης, όπως είχε πει η ίδια στη συγγραφέα Ποστορίνο, ο αγνοούμενος άνδρας της δεν είχε πεθάνει τελικά, αλλά βρέθηκε ζωντανός και κατάφερε να τον ξανασυναντήσει μετά το τέλος του πολέμου, αν και βαριά τραυματισμένο. Οσο για τα γεύματα που δοκίμαζαν, έμοιαζαν σαν πολυτέλεια και απειλή: «Το φαγητό ήταν υπέροχο, μόνο τα καλύτερα λαχανικά και πάντα μια μερίδα ζυμαρικά ή ρύζι δοκιμάζαμε», είχε αφηγηθεί στους δημοσιογράφους, «αλλά είχαμε έναν μόνιμο φόβο καθώς υπήρχαν πάντα οι φήμες ότι ήθελαν να τον δηλητηριάσουν και δεν μπορούσαμε να το απολαύσουμε».
Τι έδειξε η έρευνα
Οι αφηγήσεις συμπεριλήφθηκαν και σε ντοκιμαντέρ, όπου ωστόσο περιγράφεται και η άλλη όψη της ιστορίας, που αμφισβητεί τα όσα περιέγραφε η Βολτ. Ο ιστορικός Σβεν Φέλιξ Κέλερχοφ είχε εκφράσει έντονο σκεπτικισμό για τις δοκιμάστριες του Χίτλερ, λέγοντας πως ακολουθούσε ειδική διατροφή που του ετοίμαζε αποκλειστικά ο μάγειράς του σε ξεχωριστή κουζίνα στον χώρο ασφαλείας με τον κωδικό «Sperrkreis 1». Ωστόσο, επειδή στο αρχηγείο εργάζονταν πάνω από δύο χιλιάδες άτομα, κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει τι ακριβώς συνέβαινε σε αυτόν τον περίκλειστο χώρο. Ακόμα και οι ιστορικοί που ερεύνησαν όλα τα αρχεία, όπως ο Φέλιξ Μπορ, δεν είναι σίγουροι, αφού δεν βρήκαν καμία πηγή που να μιλάει για τις δοκιμάστριες, αλλά ούτε και κάποιο έγγραφο που να περιγράφει το αντίθετο. Σε σχετική ερώτηση προς τον σκηνοθέτη αν έχει ελέγξει τις λεπτομέρειες της πραγματικής ιστορίας, η απάντησή του είναι ότι αυτό που τον ενέπνευσε ήταν όσα περιγράφει το βιβλίο - που δεν αποκαλείται τυχαία μυθιστόρημα.
«Αυτό που έχει σημασία είναι η συναισθηματική αλήθεια και η επικαιρότητα της ταινίας, αφού μιλάει για ανελεύθερες γυναίκες υπό καθεστώς βίας», υποστηρίζει, καταλήγοντας πως «πολλές γυναίκες και πολλοί άνθρωποι βιώνουν ακόμα και σήμερα μια αντίστοιχα υποβόσκουσα βία, ακόμα και αν φαίνεται ότι απολαμβάνουν προνόμια».
Ο Ιταλός σκηνοθέτης Σίλβιο Σολντίνι λέει ότι η ταινία είναι επίκαιρη: «Αρκεί να αλλάξετε τις στολές που φορούν οι στρατιώτες για να φανούν πόσες αναλογίες υπάρχουν με το σήμερα»
Επιχείρηση «Βαλκυρία»
Αλλά η επικαιρότητα της ταινίας εκφράζεται στην αναλογία του σήμερα με τα γεγονότα του τότε, όταν σημειώθηκε η απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ στις 20 Ιουλίου του 1944, που περιγράφεται στην ταινία ως η «Επιχείρηση “Βαλκυρία”».
Καθώς ο Χίτλερ κατάφερε να ζήσει, εξέλαβε το γεγονός ότι σώθηκε ως μεταφυσικό θαύμα. Είχε δηλώσει στο ραδιόφωνο ότι αυτή είναι μια επιβεβαίωση της μοίρας ότι έπρεπε να ζήσει για να εκτελέσει τον μεγάλο στόχο που είχε για τη Γερμανία, δηλώσεις αντίστοιχες με αυτές που έκανε ο Τραμπ ύστερα από την απόπειρα δολοφονίας του το 2024, όπου μίλησε για σημάδι της μοίρας.
Γι’ αυτό ο Σολντίνι συμφωνεί ότι η ταινία όχι μόνο μοιάζει επίκαιρη, αλλά και κάπως δυστοπική, αφού περιγράφει όλα όσα συμβαίνουν και δυστυχώς θα μπορούσαν να συμβούν ξανά στο μέλλον. «Αρκεί να αλλάξετε τις στολές που φορούν οι στρατιώτες, το χρώμα στους τοίχους και τη μόδα στα έπιπλα για να διαπιστώσετε πόσες αναλογίες υπάρχουν με το σήμερα όσον αφορά τον κυρίαρχο χαρακτήρα της καταπίεσης και της βίας». Αυτή, από μόνη της, είναι μια τρομακτική διαπίστωση που καθιστά την ταινία του Σολντίνι όχι μόνο μια ταινία εποχής, αλλά βγαλμένη από τους πιο τρομακτικούς εφιάλτες του σήμερα.