Αλίκη Διπλαράκου: Η Μανιάτισσα καλλονή που πάτησε το άβατο του Αγίου Όρους, έγινε σαν σήμερα η πρώτη Ελληνίδα Μις Ευρώπη

Μια συναραπαστική ζωή σαν παραμύθι έζησε η Αλίκη Διπλαράκου, ένας μύθος για το «αιώνιον ελληνικόν κάλλος» που γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Αυγούστου 1912, και πέθανε στο Λονδίνο στις 30 Οκτωβρίου 2002 ως Λαίδη Άλις Pάσελ - Στις 6 Φεβρουαρίου 1930, σε ηλικία μόλις 18 ετών, αναδείχθηκε στο Παρίσι η ομορφότερη γυναίκα στην Ευρώπη

Ήταν μία από τις τρεις κόρες του δικηγόρου Γεωργίου Διπλαράκου και της Έλενας Νικολέση και είχε καταγωγή από τη Μάνη. Το πραγματικό επώνυμό της ήταν Βαβούλη από την Κρήνη Γυθείου, αλλά οικογενειακοί λόγοι την ανάγκασαν να χρησιμοποιεί το επώνυμο της μητέρας της, με καταγωγή από τον κοντινό Άγιο Νικόλαο.

Στις 6 Φεβρουαρίου 1930, μόλις 18 ετών, εκπροσώπησε την Ελλάδα στον Ευρωπαϊκό διαγωνισμό ομορφιάς στο Παρίσι όπου στέφθηκε πανηγυρικά Μις Ευρώπη. Νωρίτερα, την ίδια χρονιά, στα καλλιστεία που είχαν πραγματοποιηθεί στο θέατρο «Oλύμπια» της οδού Aκαδημίας, είχε κερδίσει τον τίτλο της Μις Ελλάς. Οι Μανιάτες συγγενείς της είχαν αντίθετη άποψη, θεωρώντας ότι ήταν προσβλητικό για την τιμή της, αλλά η μελαχρινή Ελληνίδα καλλονή ακολούθησε τελικά το πεπρωμένο της. Μάλιστα, επειδή ήταν από «πολύ καλή οικογένεια», απενοχοποίησε πολλά νέα κορίτσια από εξίσου καλές αστικές οικογένειες που έσπευσαν να διαγωνιστούν τα επόμενα χρόνια.




Στον σταθμό του τραίνου, όταν αναχωρεί για το Παρίσι, στήνεται ολόκληρη φιέστα για να την αποχαιρετήσουν. Την επομένη της στέψης της στο Παρίσι ως Μις Ευρώπη 1930, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που την είχε γνωρίσει στις Σπέτσες δηλώνει: «Η ανακήρυξις αύτη αποτελεί αναμφισβητήτως μιας ελληνική δόξαν, δια την οποίαν εκφράζω τη χαρά μου», ο παρισινός Τύπος αναφέρεται στην «ανάσταση της ελληνικής ομορφιάς» και η εφημερίδα «Καθημερινή» μιλάει για τον τέλειο τύπο μιας θρυλικής θεάς: «Η κορμοστασιά της είναι συγχρόνως αθλητική και χαρίεσσα. Είναι υψηλή με μακράν καστανήν κόμη, με καθαρόν μελαχροινόν χρώμα, με μάτια καστανόμαυρα…».






Η πρώτη της συνέντευξη ως «Μις Ευρώπη» στην εφημερίδα «Ακρόπολις»
Στον δημοσιογράφο Ε. Θωμόπουλο, αμέσως μετά την άφιξή της στο λιμάνι του Πειραιά.

«Ο αττικός ουρανός ξαναβλέπει από χθες το εκλεκτό του άνθος. Την βασίλισσα των βασιλισσών της ευρωπαϊκής καλλονής. Η δνις Αλίκη Διπλαράκου ξαναγύρισε στην ολόφωτη πόλι. Ο ενθουσιασμός της, παιδικός και ανυπόκριτος, γιατί ξαναγύριζε στην πατρίδα της, ήταν ασυγκράτητος. Με την αρμονική σιλουέττα της κλεισμένη σ’ ένα μαύρο ταγέρ με μεταξωτό ρεβέρ και άσπρο πουκάμισο με ασπρορόδινο μικρό ντεκολτέ και ένα ολόασπρο λουλούδι στο πέτο, χαιρετούσε σείοντας το μαντηλάκι της τον κόσμο που την καρτερούσε στο λιμάνι, πριν ακόμη το πλοίο αγκυροβολήση. Οπτασία εαρινή και χάδι των ματιών η σιλουέττα της ενεθουσίασε και εκείνους πού εκ προθέσεως είναι έτοιμοι σε τέτοιες περιπτώσεις να τσακίσουν τα χέρια τους με τα παλαμάκια, και εκείνους πού τυχαία ευρέθηκαν στην προκυμαία.

Το πλοίο επρόκειτο να φθάση στας 7 το πρωΐ και κατέπλευσε μόλις στας 10.30 π.μ. Πρωϊνό κρύο, αλλά μήπως η βασίλισσα και η ακολουθία της δεν άξιζαν τέτοιες θυσίες; Κάποιος Πειραιώτης συντάκτης ανεβαίνει στην «Ασπασία» με μια ανθοδέσμη και έχει όρεξι να εκφωνήση λόγο.

-Είμεθα υπερήφανοι ότι εν τω προσώπω σας ενεσαρκώθη…

Τέτοια ώρα… τέτοια λόγια. Ποιος τον ακούει. Όλοι θέλουν να χορτάσουν με τα μάτια την Αλίκη. Έν τούτοις εκείνη ακούει και όταν ο Πειραιώτης συνάδελφος αναγκάζεται από την γενικήν απροσεξίαν προς τα χείλη του, να τελειώνει τον λόγο του, απαντά η Αλίκη. Χαριτωμένα και με το ίδιο χαμόγελο απαντά ότι και αυτή αισθάνεται τον εαυτό της ευχαριστημένο, γιατί η τύχη την ηυνόησε να προσθέση κάτι και αυτή εις την αίγλη της χώρας μας. Χειροκροτήματα και ζητωκραυγαί, γέλια και χαρές. Ξάφνου το πρόσωπό της συνοφρυούται. Την ακούν οι πλησιέστεροι.

-Δεν ήρθε κανείς; Δεν ήρθε κανείς;

Αλλά ποιόν ζητά; Αρχίζει γύρω της το κουτσομπολιό και οι καλώς πληροφορημένοι ανευρίσκουν ποιο είναι το αίτιον της δυσαρέσκειάς της. Η απουσία αντιπροσώπου του Αθηναϊκού Δημοσιογραφικού Σωματείου πού την έστειλε νικήτρια της ελληνικής καλλονής στο Παρίσι. Δεν υπάρχει επίσης ούτε ένας αντιπρόσωπος του Δήμου και του Κράτους. Ευτυχώς ότι η Διπλαράκου αποζημιώνεται με το παραπάνω από τον λαϊκό ενθουσιασμό. Χαλά ο κόσμος από τα χειροκροτήματα και τις ζητωκραυγές στην προκυμαία. Μια βάρκα ολόκληρη γεμίζει από βαλίτσες, γεμάτες από κάθε είδους τουαλέττες και κομψοτεχνήματα. Είναι δώρα από ξένους και ομογενείς της Γαλλίας, θαυμαστάς της ελληνικής καλλονής. Λάφυρα δηλαδή της ωραίας νίκης.

Οι αξιωματικοί του λιμεναρχείου και οι υπάλληλοι του τελωνείου τσακίζονται να την περιποιηθούν. Αλλά μόνον να την περιποιηθούν. Κυττάζει ο ένας τον άλλον μια στιγμή και ενώ η Αλίκη ετοιμάζεται να φύγη κάποιος ρίχνει την ντροπή κάτω. Το καθήκον, καθήκον.

-Δεσποινίς, θα ανοίξουμε τις βαλίτσες σας.

Ουδέποτε βασίλισσα ασφαλώς εδοκίμασε ό, τι η βασίλισσα της ευρωπαϊκής καλλονής ησθάνθη εκείνη την στιγμή. Κοκκίνησε, ξερόβηξε, στριφογύρισε τα ωραία γλαρά μάτια και διεμαρτυρήθη χαριτωμένα.

Οι σκληρόκαρδοι τελωνειακοί επιμένουν.

-Μαμ’ ζέλ δεν έχουμε διαταγή να σας απαλλάξουμε από τον δασμό…

Και οι βαλίτσας ανοίγονται. Κάπ, φορέματα, βαρύτιμα ασπρόρουχα, τουαλέττες, θαύματα μετάξης και κομψότητος, μετρούνται λογαριάζονται. Η Αλίκη ασθμαίνουσα παρακολουθεί.

Και τέλος ένας από τους υπαλλήλους εκφωνεί τον τρομερό λόγο.

-Κάπου διακόσιες χιλιάδες δραχμές!

-Για φόρους;!!

-Μάλιστα!

Η βασίλισσα τρέπεται εις φυγήν.

-Αστειεύεσθε; Να τα γυρίσετε παρακαλώ στο Παρίσι!

Τα κυττάζει θλιβερά για τελευταία ίσως φορά και ρίχνεται στο αυτοκίνητο πού την περιμένει με τις δυό μικρές της αδελφές και τον μπαμπά της. Ο κόσμος πού χειροκροτεί και την ζητωκραυγάζει, την κάνουν να ξαναβρή το καλό της γέλιο. Φθάνουμε πρώτοι στο πατρικό της σπίτι. Τα τραπεζάκια γεμάτα από περιοδικά και εφημερίδες όλου του κόσμου που ησχολήθησαν με την εκλογή της και την ωραιότητά της. Γεμάτο επίσης το σαλόνι της από προσωπογραφίες της σε χίλιων ειδών στάσεις. Αμέτρητα τα μπουκέτα λουλουδιών με κάρτες διαφόρων Αθηναίων θαυμαστών της, που την συγχαίρουν για την νίκη της. Φθάνει σαν προπομπός ένα γκρούπ από χαριτωμένα κορίτσια. Είναι οι φιλενάδες της που δεν επρόλαβαν να την χαιρετίσουν στον Πειραιά. Ως τόσο και η ελαφρά αντιζηλία δεν λείπει. Μια χαριτωμένη μικρούλα γίνεται ηχώ του κρυφού συναισθήματος.

-Να σας πώ, εμένα δεν μ’ αρέσει να είμαι μίς Ευρώπη.

-Γιατί δεσποινίς;

-Μά νάχης αυτές τις σκοτούρες, τις ασχολίες.

Το κουδούνι κτυπά και ο χαρούμενος εσμός φθάνει. Λαχανιασμένη η ζωντανή κούκλα μας χαιρετά μια στιγμή και κατόπιν τρέχει με την ίδια πάντοτε αφέλεια να περιέλθη όλα τα δωμάτια του σπιτιού της. Στην καμαρούλα της, προ παντός, όπου αφήνει μερικά μικροπράγματά της.

Αλλά η Αλίκη βιάζεται.

-Λοιπόν τι θέλετε να με ρωτήσετε;

Την ερωτούμε κατ’ ευθείαν για το θέμα πού απασχολούσε όλη την Ελλάδα τώρα τελευταίως.

-Γιατί αργήσατε να γυρίσετε, δεσποινίς;

-Γιατί… Μήπως και εγώ το ήθελα; Η εκλογή μου μού εδημιούργησε τόσες υποχρεώσεις στο Παρίσι. Καθημερινώς με προσκαλούσαν διάφορες προσωπικότητες. Νομίζω ότι δεν μπορούσα να αρνηθώ. Πιστεύω πώς καλλίτερη δουλειά έκαμα για τον τόπον μας μένουσα εκεί. Όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος, οι διανοούμενοι, πρό παντός, μιλούσαν για την Ελλάδα. Πολλοί μου υπεσχέθησαν ότι θα κατέβουν στην Ελλάδα, μια και τους έκαμα να την αγαπήσουν. Το νομίζετε λίγο αυτό;

Τολμούμε μια άλλη αδιάκριτη ερώτησι.

-Δεσποινίς, είπαν ότι κάποιο συνοικέσιο σας κράτησε εκεί πέρα…

Σκάζει στα γέλια…

-Ένα μόνο … πολλά συνοικέσια μού έγιναν. Δηλαδή προτάσεις. Αλλά εγώ… εγώ γύρισα ελεύθερη.

-Δεν σας άρεσε κανείς , δεσποινίς;

Διστάζει λίγο να μας απαντήση. Και κατόπιν με απόφασι.

-Δεν είναι αυτό και τόσο, όσο ότι δεν ήθελα να φανή ότι περιφρονώ τους συμπατριώτες μου. Τότε και τότε γύρευε τι θα μου έψαλναν…

Τρίτο τόλμημα αδιάκριτο.

-Δεσποινίς, εδώσατε σε κανένα το προνόμιο να διαφημίζη με το όνομά σας προϊόντα του;

Νέα χαριτωμένη χειρονομία διαμαρτυρίας.

-Σε κανένα απολύτως. Φαντασθήτε στάς Κάννας δεν επήγα επειδή επρόκειτο να μου δώσουν ως δώρο ένα βραχιόλι αξίας 150 χιλιάδων φράγκων. Δεν ήθελα να φανή ότι εκμεταλλεύομαι τον εαυτό μου, γιατί, όπως καταλαβαίνετε, αν επήγαινα, οι διοργανωταί της συγκεντρώσεως θα διεφήμιζαν ότι θα μετάσχη η Μίς Ευρώπη και τα λοιπά…

Και με ελαφρό εγωϊσμό.

-Αν ήθελα θα εθησαύριζα. Εγώ για το μόνο πού εφρόντιζα ήτο να δημιουργήσω φιλελληνισμό στα μεγάλα σπίτια και τις προσωπικότητες του Παρισιού…



Σιωπή λίγες στιγμές για νέο τόλμημα.

-Δεσποινίς, είσθε ικανοποιημένη από τον τίτλο σας;

-Είναι να ρωτάτε;

-Τώρα δεσποινίς πού θ’ ασχοληθήτε;

-Δεν έχω αποφασίσει τίποτε ακόμη. Διαρκώς τηλεγραφήματα ελάμβανα τον τελευταίο καιρό να πάω σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Προ παντός θέλω να ησυχάσω λίγο και ύστερα βλέπουμε…

Μια κυρία την ερωτά δίπλα μας.

-Αλίκη μου, είπαν πώς θα πετάξης με αεροπλάνο.

-Ναι, μου επρότειναν. Θέλω να πετάξω γιατί μου αρέσει, αλλά ούτε και αυτό το απεφάσισα ακόμη.

Τελευταία ερώτησις.

-Θα πάτε εις το Ρίον Ιανέϊρον;

Κλείνει τα μάτια της, ωσάν οραματιζομένη την νέα μεγαλείτερη ευτυχία.

-Και να ήθελα να μην πάω δεν ημπορώ. Είμαι υποχρεωμένη να διεκδικήσω για την Ευρώπη την νίκη…

Εδώ τελείωσε η συνέντευξις με την βασίλισσα των βασιλισσών της ευρωπαϊκής ωραιότητος. Πλησιάζουμε τώρα την μητέρα της Αλίκης.

-Αι εντυπώσεις σας μαντάμ;

-Άριστες. Μα μου ήρθαν τόσο αλλεπάλληλες, ώστε ακόμη δεν ημπορώ να τις τακτοποιήσω στο μυαλό μου. Ωραίος λαός οι Γάλλοι. Δεν προλαβαίναμε να δεχώμεθα προσκλήσεις. Οι μεγαλείτεροι συγγραφείς και ζωγράφοι εχάρισαν στην Αλίκη μας τα καλλίτερα έργα τους. Και θα έλθουν εδώ οι περισσότεροι. Εδώ όμως μας…

-Δεν σας έκαμαν καμμιά επίσημη υποδοχή.

-Εσείς το λέτε. Εγώ ένα ξέρω να πώ. Ότι πέρυσι οι Πατρινοί και μόνον γιατί η δνις Καρατζά έγινε Μίς Ελλάς, χάλασαν τον κόσμο. Δεν πειράζει…

Η Αλίκη καθισμένη σ’ ένα ντιβανάκι με τις αδελφές της και τις φιλενάδες της, διηγείται, διηγείται. Η γλώσσα της ψαλλιδίζει σαν αηδονάκι την αυγή.

-Μού είπαν εκείνο. Μού έδειξαν τούτο. Με προσεκάλεσαν εκεί… Είπα ότι…

Η βασίλισσα αυτή την στιγμή έχει βρή την μεγαλείτερη ωραιότητά της. Την αφέλεια της παιδικής καρδιάς πού είναι ενθουσιασμένη από τα πολλά παιχνίδια πού της προσέφεραν.»





Η «νέα Αφροδίτη της Μήλου», όπως την αποκαλούν πλέον, που είναι επιπλέον μορφωμένη και γλωσσομαθής- μιλάει άπταιστα αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά-ταξιδεύει αργότερα τον ίδιο χρόνο στη Βραζιλία για τα καλλιστεία «Μις Υφήλιος», όπου τελικά αναδεικνύεται μόλις δεύτερη, μετά τη Μις Βραζιλία, Γιολάντα Περέιρα.




Ντυμένη ναύτης στο Άγιο Όρος
Λίγους μήνες μετά τη νίκη της στα καλλιστεία, η Αλίκη απασχόλησε ξανά τον Τύπο της εποχής καθώς έσπασε το άβατο του Αγίου Ορους. Ενώ ήταν φιλοξενούμενη στη θαλαμηγό του πρώτου μνηστήρα της Γάλλου εφοπλιστή Μωράν, που είχε αγκυροβολήσει στην Μονή Βατοπεδίου, κατάφερε, ντυμένη ναύτης, να εισέλθει στην Αθωνική Πολιτεία. Η πράξη της αποκηρύχτηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Λίγο αργότερα νοσηλεύτηκε στην Ελβετία και ενώ κινδύνευε η ζωή της, αποφάσισε να γράψει ένα γράμμα στον ηγούμενο της Μονής Διονυσίου, Γέροντα Γαβριήλ, ο οποίος ήταν τότε Αντιπρόσωπος της Μονής στην Κοινότητα, στις Καρυές, εκφράζοντας την ειλικρινή της μεταμέλεια και συνδέοντας την ξαφνική ασθένειά της με την παράβαση των κανόνων του Αγίου Ορους.

Η επιστολή της στον Ηγούμενο της Μονής Διονυσίου, Γέροντα Γαβριήλ
Ο Ηγούμενος Γέροντας Γαβριήλ έδωσε τότε στη δημοσιότητα το περιεχόμενο της επιστολής: «Εν Νταβός Ελβετίας. Σεβάσμιοι Πατέρες, σας εξομολογούμαι ολοψύχως το σφάλμα που διέπραξα τον περασμένον Μάιον εις την Μονήν Βατοπαιδίου… Εφθασα εκεί διά πλοίου του μνηστήρος μου κ. Μωράν, και συνέπεσε να είναι αγκυροβολημένα εκεί και τα θωρηκτά Λήμνος και Κιλκίς, οπότε ο πονηρός μοι ενέβαλε την σκέψην να ανέλθω εις την Μονήν καίτοι εγνώριζα ότι απαγορεύετο. Και δανεισθείσα ναυτικήν στολήν εισήλθον μετά του μνηστήρος μου και περιήλθον εκκλησίας και άλλα μέρη ως ναύτης, χωρίς να με γνωρίσει κανείς… Εκτοτε, Πατέρες μου, έχασα την υγείαν μου και κατήντησα εδώ εις τα σανατόρια της Ελβετίας διά την σωτηρίαν μου, και δυστυχώς δεν βλέπω βελτίωσιν. Εγνώρισα όμως και το πιστεύω ακράδαντα ότι είναι τιμωρία εκ μέρους της Παναγίας προς την οποίαν ησέβησα, δεν έπρεπε εγώ μορφωμένη κοπέλα να κάμω αυτό που έκαμα, και μετανοώ τώρα παρακαλώντας την Παναγία μου να με συγχωρέσει. Παρακαλέσατε και σεις άγιοι Πατέρες. Προς τούτο, δεχθήτε δε και 5.000 δραχμές, ίνα κάμετε λειτουργίας και παρακλήσεις δια την υγείαν μου.».


Η Αλίκη Διπλαράκου με το κοστούμι της Αθηνάς. © Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη, Αρχείο Nelly’s.










Στις Δελφικές Γιορτές με τον Άγγελο Σικελιανό
Η αγάπη της για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό την έφερε κοντά στον Άγγελο Σικελιανό, ο οποίος μαζί με τη σύζυγό του Εύα Σικελιανού, οραματίστηκαν την αναβίωση των Δελφικών Γιορτών, στους Δελφούς. 
Η Αλίκη Διπλαράκου συμμετέχει στον χορό των Ωκεανιδών στην παράσταση του «Προμηθέα Δεσμώτη» που ανέβηκε στο Αρχαίο Θέατρο των Δελφών, καθώς και στις «Ικέτιδες» του Αισχύλου, όπου κλέβει τις εντυπώσεις με το κοστούμι της θεάς Αθηνάς.



Η Αλίκη Διπλαράκου παντρεύτηκε δύο φορές. Το 1932 τον Paul-Louis Weiller, Γάλλο αεροπόρο και διευθυντή του ομίλου Gnome et Rhône, με τον οποίο απέκτησαν μαζί έναν γιο, τον Paul-Annick Weiller, πατέρα της πριγκίπισσας Sibilla του Λουξεμβούργου.Όμως, πήραν διαζύγιο και το 1945 η Αλίκη Διπλαράκου παντρεύτηκε τον Σερ John Wriothesley Russell, Άγγλο διπλωμάτη, πρεσβευτή της Βρετανίας στην Αιθιοπία, τη Βραζιλία και την Ισπανία με τον οποίο απέκτησαν δύο παιδιά, την Τζορτζιάνα - Αλεξάνδρα και τον Αλεξάντερ Τσαρλς Τόμας, εγγόνια και δισσέγγονα. Λόγω αυτού του γάμου, μάλιστα, απέκτησε και τον τίτλο της Λαίδης.

Η Αλίκη Διπλαράκου, που έφυγε πλήρης ημερών στα 90 της, κηδεύτηκε ως Λαίδη Άλις Ράσελ στις 7 Νοεμβρίου 2002, από τον Ορθόδοξο Καθεδρικό Ναό της Αγίας Σοφίας στο Λονδίνο.





Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr