«Έτσι σκότωσαν την αδερφή μου»: 39 χρόνια μετά το πραξικόπημα στην Κύπρο

Ο Κύπριος Λεωνίδας Αργυρίδης περιγράφει το θάνατο της 18χρονης αδερφής του τον Ιούλιο του 1974 και αναζητεί απαντήσεις

Σήμερα συμπληρώνονται 39 χρόνια από το πραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Κύπρο, που στάθηκε η αφορμή για την τουρκική εισβολή 5 μέρες μετά. Στη Κύπρο συνηθίζεται ο Ιούλης να χαρακτηρίζεται «μαύρος», αν και τα χρώματα έχουν αρχίσει να ξεθωριάζουν όσο περνούν τα χρόνια.

Για τον Λεωνίδα Αργυρίδη μαύροι δεν είναι μόνο οι Ιούληδες που πέρασαν από το ΄74 μέχρι σήμερα, αλλά όλες οι μέρες, όλοι οι μήνες και όλα τα χρόνια. Ίσως ακόμα και να αδιαφορεί για την πολιτική αντιπαράθεση που κίνησε τα τανκς το πρωί της 15ης Ιουλίου. Εκείνη την ημέρα ο ίδιος έχασε την παιδική του αθωότητα και την 18χρονη αδελφή του. Ήταν η μέρα που σημάδεψε τη ζωή του, τα κομμάτια της οποίας προσπαθεί να μαζέψει ανεπιτυχώς για 39 χρόνια. Η προσωπική του ιστορία είναι η ιστορία των ανθρώπων που, με την κυνική ορολογία που εισήγαγαν και στο δικό μας λεξιλόγιο οι Αμερικανοί...χαρακτηρίζονται «παράπλευρες απώλειες».


Κόλαση
Το πρωί της 15ης Ιουλίου του 1974 ο 12χρονος Λεωνίδας εργαζόταν σε ένα καφενείο στην οδό Ονασαγόρου στο κέντρο της παλιάς Λευκωσίας. Η αδελφή του Αντρούλλα, λίγα μέτρα πιο πέρα στην οδό Λήδρας, σε ένα τουριστικό γραφείο, διευθετούσε ταξίδια για άλλους, μη γνωρίζοντας ότι σε λίγες ώρες θα έκανε η ίδια το πιο αποκρουστικό ταξίδι. Θα περνούσε τον Αχέροντα, κρατώντας το χέρι του αδελφού της.

Όταν ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί και άρχισε να κυκλοφορεί η φήμη του πραξικοπήματος, η Αντρούλλα έφυγε από τη δουλειά της και έτρεξε στην οδό Ονασαγόρου για να πάρει τον Λεωνίδα και να γυρίσουν στο σπίτι τους που βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα μακριά.. «Δεν είχε εμπιστοσύνη σε κανέναν και δεν δέχθηκε να επιβιβαστούμε σε αυτοκίνητο για να μας πάνε στο σπίτι, θυμάται ο Λεωνίδας. Τα δύο αδέλφια, όταν έφτασαν έξω από το Δημαρχείο της Λευκωσίας στη Πλατεία Ελευθερίας όταν άκουσαν πυροβολισμούς. «Ένας στρατιώτης που βρισκόταν με άλλους σε ένα στρατιωτικό φορτηγό αναγνώρισε στη στάση τη μητέρα του», θυμάται ο Λεωνίδας, «και της φώναξε ότι τον στέλνουν σε πόλεμο στον οποίο θα χυθεί αδελφικό αίμα και δεν ξέρει αν θα γυρίσει ζωντανός».

Αμέσως ακούστηκαν ριπές από τους πραξικοπηματίες και τραυμάτισαν το στρατιώτη στα πόδια. Λίγα μέτρα παρακάτω, στο απέναντι πεζοδρόμιο βρισκόταν ξαπλωμένος στο έδαφος ένας άντρας ο οποίος είχε πυροβοληθεί στην κοιλιά και ήταν νεκρός. Ο Λεωνίδας δεν άντεξε την οσμή και την όψη του θανάτου και λιποθύμησε. Τον συνέφερε ένας ιερέας που βρέθηκε εκεί και ο οποίος καθοδήγησε τα δύο αδέλφια για το πώς θα αποφύγουν τα μπλόκα των πραξικοπηματιών.
«Στην αγορά του Αγίου Αντωνίου δεχθήκαμε πυρά και ευτυχώς μας έκρυψε στην είσοδο μιας κλινικής ένας μπακάλης, ο οποίος μας προστάτευσε με τα χέρια του», λέει ο Λεωνίδας Αργυρίδης, ο οποίος σημειώνει ότι τα σημάδια από τις σφαίρες βρίσκονται ακόμα στον τοίχο. Τα δύο αδέλφια κατάφεραν να φτάσουν λίγο έξω από το κέντρο της Λευκωσίας στην εκκλησία της Παναγίας της Ευαγγελίστριας όπου είδαν ένα στρατιωτικό όχημα με έναν στρατιώτη να πυροβολεί στους τοίχους του ναού, καλώντας τον Παπά-Φονιά (γνωστός εφημέριος) να βγει έξω. Δύο ιερωμένοι έκρυψαν τα δύο αδέλφια στο υπόγειο της εκκλησίας και μετά από μία ώρα, όταν ησύχασαν τα πράγματα, μπόρεσαν να περπατήσουν μέχρι το σπίτι τους.
Δολοφόνοι
Η 18χρονη Αντρούλλα έστειλε τον Λεωνίδα με το ποδήλατό του στο περίπτερο της γειτονιάς για να της φέρει ασπιρίνες γιατί ένιωθε έντονο πονοκέφαλο. «Πήγα στο περίπτερο και όταν επέστρεφα στο σπίτι άκουσα σφαίρες να σφυρίζουν γύρω μου.
Τα βλήματα χτύπησαν τις ακτίνες του ποδηλάτου κι εγώ έπεσα κάτω και φώναζα», λέει ο Λεωνίδας, ο οποίος θυμάται ότι αμέσως πετάχτηκε έξω από το σπίτι η μητέρα του και έτρεξε προς το μέρος του. Η αδελφή του Αντρούλλα άνοιξε το παράθυρο για να δει τι συμβαίνει και φώναζε να μπούνε στο σπίτι.

«Μείναμε στο σπίτι για μία ώρα και 15 λεπτά και έξω επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Η αδελφή μου μου ζήτησε να βγούμε και να πάμε στο διπλανό σπίτι που είχαν χτίσει οι γονείς μου για την Αντρούλλα. Μόλις βγήκαμε έξω στη βεράντα και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τα σκαλοπάτια για την αυλή δεχθήκαμε πυροβολισμούς. Η Αντρούλλα άφησε το χέρι μου και με έστειλε στο σπίτι. Μπήκα στην κουζίνα, αλλά η αδελφή μου δεν με ακολούθησε. Κοίταξα από το παράθυρο και δέχθηκα πυροβολισμούς. Είδα την αδελφή μου να προχωράει στην τουαλέτα και να πέφτει κάτω, κρατώντας την πόρτα της τουαλέτας». Ο Λεωνίδας θυμάται ότι είδε δύο ένοπλους με μπλε φόρμες μηχανικού που ήταν σε ημι-ανεγειρόμενη διώροφη κατοικία. Σε ένα κυπαρίσσι σκαρφαλωμένος ήταν ακόμα ένας. Ήταν οι δολοφόνοι!

 
Τους πετύχαμε;
Με την Αντρούλλα να κείτεται τραυματισμένη στο έδαφος και τις σφαίρες να πέφτουν βροχή, ο 5χρονος αδελφός τού Λεωνίδα, ο Μάριος, κλείστηκε έντρομος στο ντουλάπι της κουζίνας ενώ η μητέρα τους έπεσε λιπόθυμη. Ο Λεωνίδας βγήκε έξω από το σπίτι και άκουσε τον ένα ένοπλο να λέει στους άλλους: «Ρε, τους πετύχαμε; Αν δεν τους πετύχαμε τελειώνετε, γιατί ο μπάσταρδος φωνάζει βοήθεια και βγήκαν οι γείτονες έξω και θα μας πάρουν χαμπάρι». Ο Λεωνίδας άνοιξε την πόρτα της τουαλέτας και αντίκρισε την αδελφή του πεσμένη να βαριανασαίνει. «Ήταν ζωντανή και έκανε τον σταυρό της και μου είπε να μην φοβάμαι. Μου έλεγε ότι τους είδε τους οπλοφόρους». Ο Λεωνίδας, έντρομος, βγήκε στο δρόμο και άρχισε να φωνάζει για βοήθεια.

 

Από αιμορραγία
Όσο τραγικές και αν ήταν οι στιγμές της άνανδρης επίθεσης των πραξικοπηματιών εναντίον των δύο παιδιών, ακόμα πιο τραγικές είναι οι μνήμες των όσων ακολούθησαν. Ενώ η Αντρούλλα βρισκόταν ακόμη ξαπλωμένη στο έδαφος, έφτασαν στην αυλή του σπιτιού γείτονες για να βοηθήσουν.
Ούτε ίχνος ανθρωπιάς
Την σκέπασαν  σε ένα άσπρο σεντόνι και την έβαλαν στο αυτοκίνητο ενός γείτονα που εργαζόταν στον ΟΗΕ και είχε και σημαία της ειρηνευτικής δύναμης. Η Αντρούλλα ακόμα ζούσε και έδειξε στον Λεωνίδα με το δάκτυλό της την απέναντι οικοδομή λέγοντας:«Τους είδα...». Οι πραξικοπηματίες δεν επέτρεψαν στο αυτοκίνητο που μετέφερε την τραυματισμένη κοπέλα να πάει στο νοσοκομείο. Μάλιστα, τους κατέβασαν κάτω και τους απείλησαν ότι θα τους πυροβολήσαν εάν συνεχίσουν. Αναγκάστηκαν να πάνε στο στρατιωτικό νοσοκομείο όπου άφησαν τη 18χρονη για να μεταφερθεί με στρατιωτικό ασθενοφόρο στο Γενικό νοσοκομείο Λευκωσίας. Χάθηκε πολύτιμος χρόνος, αλλά η Αντρούλλα συνέχιζε να διατηρεί τις αισθήσεις της, αφού, σύμφωνα με μαρτυρία, όταν την έβαζαν στο φορείο τραβούσε τη φούστα της προς τα κάτω για να καλύψει τα πόδια της.

Αβοήθητη
Η Αντρούλλα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου κανείς για χρόνια δεν έμαθε τι συνέβη μέχρι να αφήσει την τελευταία της πνοή. Ο Λεωνίδας μάς λέει ότι το 1996 εντελώς τυχαία γνώρισε μια νοσοκόμα που στις 15 Ιουλίου του 1974 είχε κληθεί εκτάκτως στο νοσοκομείο για βάρδια. Όπως του αποκάλυψε, την ημέρα του πραξικοπήματος είχαν φέρει βαριά τραυματισμένη μια κοπέλα την οποία όμως οι πραξικοπηματίες δεν άφησαν να εισαχθεί στην μονάδα εντατικής θεραπείας. Την είχαν αφήσει σε ένα ράντζο έξω στο διάδρομο της χειρουργικής κλινικής χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί για αυτήν. Η νοσοκόμα είπε στον Λεωνίδα ότι η Αντρούλλα ήταν ζωντανή, αλλά έχανε πολύ αίμα. Έμεινε δίπλα της κρατώντας της το χέρι μέχρι τη στιγμή που ξεψύχησε. Οι πραξικοπηματίες δεν την κατέγραψαν στους καταλόγους των νεκρών και όταν ο πατέρας της άρχισε να την ψάχνει δεν μπορούσε να βρει κανένα ίχνος της. Τελικά, η Αντρούλλα ήταν στο νεκροτομείο μαζί με άλλα 30 πτώματα τα οποία οι πραξικοπηματίες ετοιμάζονταν να θάψουν σε ομαδικό τάφο χωρίς διατυπώσεις.

 
Tους θάβουν ζωντανούς!
Ο πατέρας της Αντρούλλας την ημέρα του πραξικοπήματος είχε αποκλειστεί και δεν βρισκόταν σπίτι όταν οι δολοφόνοι πυροβόλησαν την κόρη του. Όταν κατάφερε να επιστρέψει, άρχισε αγωνιωδώς να ψάχνει να βρει την Αντρούλλα. Αφού στο νοσοκομείο δήλωναν ότι δεν γνωρίζουν τίποτα, πήγε στο Κοιμητήριο Κωνσταντίνου και Ελένης όπου γινόντουσαν ταφές δολοφονημένων. Ο Παπάς του νεκροταφείου, λέει ο Λεωνίδας, του είπε ότι δεν είχε θάψει καμία κοπέλα στην ηλικία της κόρης του, παρά μόνο ένα κοριτσάκι επτά χρονών με το όνομα Δώρα Γιάγκου. Ο Παπάς είπε στον πατέρα της Αντρούλλας να φύγει από το κοιμητήριο γιατί κινδυνεύει από τους πραξικοπηματίες. «Φύγε», του είπε, «γιατί θάβουν νεκρούς μαζί με ζωντανούς και εγώ κάνω τρισάγια πάνω από τους τάφους...». Η Αντρούλλα, όταν πια εντοπίστηκε στο νεκροτομείο, και έγινε η κηδεία της στις 19 Ιουλίου. Ο ιερέας είπε στην οικογένεια να κλάψουν, αλλά να μην διαμαρτύρονται γιατί παρακολουθούν πραξικοπηματίες.

 
Χωρίς απάντηση
Ο Λεωνίδας Αργυρίδης μέχρι σήμερα αναζητεί απαντήσεις για τον άδικο χαμό της αδελφής του. Η αστυνομία τον πληροφόρησε ότι, από τα στοιχεία που συνέλεξε, η Αντρούλλα είχε μεταφερθεί νεκρή στο νοσοκομείο στις 15 Ιουλίου του 1974. Ωστόσο, ο Λεωνίδας κατάφερε και εντόπισε έγγραφο του νοσοκομείου το οποίο δείχνει ότι η αδελφή του είχε καταγραφεί ως ζωντανή κατά την εισαγωγή της. Μάλιστα, εξασφάλισε μαρτυρίες από νοσοκόμες ότι η Αντρούλλα υποβλήθηκε σε εγχείρηση και της αφαιρέθηκε η σφαίρα από τον αυχένα. Στη συνέχεια όμως αφέθηκε χωρίς περίθαλψη και πέθανε από αιμορραγία.
Ο Λεωνίδας είναι πεπεισμένος ότι στόχος της δολοφονικής επίθεσης ήταν δύο γείτονές του και οι οπλοφόροι από λάθος σκότωσαν την αδελφή του. Ο ένας ήταν στέλεχος του ΑΚΕΛ και ο άλλος αξιωματικός της αστυνομίας. Δύο άνθρωποι που ασχολήθηκαν με το θάνατο της Αντρούλλας, διεξάγοντας έρευνα, σκοτώθηκαν ή πέθαναν μυστηριωδώς μέσα σε διάστημα τριών χρόνων, κάτι που δημιουργεί υποψίες για προσπάθεια κάποιων να καλύψουν αυτούς που βρίσκονταν πίσω από τη δολοφονία. Μάλιστα ένας από τους οπλοφόρους είχε αναγνωριστεί και είχε ειδοποιηθεί η αστυνομία, η οποία στο αυτοκίνητό του βρήκε όπλα και πυρομαχικά.


*Στη φωτογραφία είναι ο Λεωνίδας Αργυρίδης που αφήνει λουλούδια στο τάφο της αδελφής του
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr