The Queen’s Gambit: Η Ανια Τέιλορ - Τζόι είναι η βασίλισσα της νέας εποχής

Μέσα σε επτά ωριαία επεισόδια η ανερχόμενη ηθοποιός, με τις ρίζες από την Αργεντινή και τη Μεγάλη Βρετανία, κατάφερε να κάνει ρουά ματ στον κόσμο του θεάματος αλλά και της μόδας

Στην Αργεντινή ένιωθε Βρετανίδα. Στη Μεγάλη Βρετανία Αργεντίνα.

Οι Αμερικανοί πίστευε πάντα ότι σκόνταφταν σε κάτι υπερβολικό πάνω της - να ήταν το βρετανικό φλέγμα ή μήπως το λατινοαμερικάνικο ταμπεραμέντο;

Η Ανια Τέιλορ-Τζόι ανέκαθεν αντιλαμβανόταν πως δεν χωρούσε και δεν ταίριαζε πουθενά. Σε όποιο γεωγραφικό μήκος και πλάτος και αν προσπάθησε να εντοπίσει αυτό που καθένας αποκαλεί σπίτι του. Τελικά το βρήκε στην υποκριτική.

Και όπως αποδεικνύει η ερμηνεία της στο «Γκαμπί της Βασίλισσας» («The Queen’s Gambit») του Netflix, άξιζαν η αναζήτηση και η αναμονή, η περιπλάνηση και η όποια υπαρξιακή ταλαιπωρία.


Η 24χρονη ηθοποιός για χρόνια έζησε ως νομάς. Γεννήθηκε στο Μαϊάμι, γαλουχήθηκε στο Μπουένος Αϊρες, ενηληκιώθηκε στο Λονδίνο, πλέον ζει όπου την καλεί το υποκριτικό καθήκον. Αυτή την περίοδο, για παράδειγμα, έχει πολιτογραφηθεί μόνιμη κάτοικος Μπέλφαστ. Αν κάτι δεν αντέχει στη Βόρεια Ιρλανδία, αυτό είναι η έμμονη, ασταμάτητη βροχή. Αλλά και πάλι ο σκοπός για τον οποίο βρίσκεται εκεί υπερτερεί από τις καιρικές συνθήκες, είναι σχεδόν ιερός, αφού πρωταγωνιστεί στην ταινία «The Northman» -ένα έπος για τους Βίκινγκ της Ισλανδίας του 10ου αιώνα- μαζί με τον Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ, τη Νικόλ Κίντμαν και τον Γουίλεμ Νταφόε. Στο ξενοδοχείο όπου έχει εγκατασταθεί τους τελευταίους τρεις μήνες τη βρήκαν και τα νέα για τη συμμετοχή της στο spin off «Mad Max: Fury Road», αλλά και η πρεμιέρα του «The Queen’s Gambit», δηλαδή της σειράς που την έκανε διάσημη σε όλη την οικουμένη μέσα σε μια νύχτα ή, αν προτιμάτε, σε επτά καθηλωτικά επεισόδια που βλέπονται απνευστί.

Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Γουόλτερ Τέβις του 1983, η σειρά ακολουθεί την πορεία ζωής ενός χαρισματικού κοριτσιού από τη στιγμή που περνά το κατώφλι ενός ορφανοτροφείου μέχρι την ενηλικίωση και την ανάδειξή του σε σπουδαία, σχεδόν ανίκητη, ευφυή επαγγελματία σκακίστρια. Η Τέιλορ-Τζόι ζωντανεύει αριστοτεχνικά την εσωστρεφή, μυστηριώδη και γοητευτική Μπεθ Χάρμον που προσπαθεί να ισορροπήσει την ευφυΐα και το ταλέντο της με την εξάρτησή της από τα ηρεμιστικά και το αλκοόλ. Κι αυτό δίχως ίχνος περιττής ή φλύαρης δραματοποίησης, σχεδόν αποστασιοποιημένη από τον ίδιο τον εαυτό της, σαν μια σύγχρονη τραγική ηρωίδα.


Η ηθοποιός παραδέχεται πως από τη μέρα που ο δρόμος της διασταυρώθηκε με εκείνον της Μπεθ Χάρμον νιώθει λιγότερο μόνη σε αυτόν τον κόσμο. Είναι σαν ο χαρακτήρας της και η ίδια να αναπαριστούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. «Οταν πρωτοδιάβασα το βιβλίο πόνεσα. Πόνεσα γιατί αναγνώρισα όσα νιώθει η Μπεθ Χάρμον. Οι άνθρωποι μεγαλώνουμε και εκπαιδευόμαστε να μην εκφράζουμε όσα νιώθουμε πραγματικά. Οταν βρίσκεις κάποιον που αισθάνεται ακριβώς όπως εσύ, αρχίζεις να νιώθεις λιγότερο μόνος», είπε σε πρόσφατη συνέντευξή της. Σημείωσε ακόμα πως η ανάγνωση του μυθιστορήματος δεν της πήρε περισσότερο από μιάμιση ώρα.

Προτού μπει στα παπούτσια της σκακίστριας-φαινόμενο, η ηθοποιός δεν είχε ούτε βασικές σκακιστικές γνώσεις. Δούλεψε για εβδομάδες με έναν επαγγελματία παίκτη, όμως και πάλι δεν μπορούσε να απορροφήσει τέτοιο εύρος πληροφοριών σε τόσο βραχύ χρονικό διάστημα. Τελικά αποφάσισε πως πριν από κάθε σκηνή θα μάθαινε τις παρτίδες που καλούνταν να παίξει απέξω. Σαν μια χορογραφία. Αλλωστε από μικρή παρακολουθούσε ανελλιπώς μαθήματα χορού και μπαλέτου, ενώ αν κάτι της λείπει στη δεδομένη περίοδο της ζωής της παραδέχεται πως αυτό είναι ο χορός.

Οι συνάψεις και τα σημεία ταύτισης με την ηρωίδα της στο «Queen’s Gambit» ίσως είναι τελικά το μυστικό της επιτυχίας της μίνι σειράς που ακόμα και έναν μήνα μετά την πρεμιέρα της στο Netflix εξακολουθεί να βρίσκεται σε περίοπτη θέση ανάμεσα στις πιο δημοφιλείς της πλατφόρμας. Πάντως, η απόσταση που διαχρονικά ένιωθε η Ανια Τέιλορ-Τζόι από τους ανθρώπους σίγουρα δεν δικαιολογείται βάσει του οικογενειακού περιβάλλοντός της. Ανατράφηκε σε μια κλασική, πυρηνική οικογένεια, με μητέρα αρχιτέκτονα εσωτερικών χώρων και πατέρα οδηγό σε αγώνες ταχύτητας σκαφών - και κατόπιν τραπεζίτη. Είναι η μικρότερη από τα πέντε αδέλφια της και τα παιδικά της χρόνια τα ανακαλεί με αναπόληση και νοσταλγία. Τουλάχιστον εκείνα που πέρασε στην Αργεντινή. Θυμάται τη μαγεία που ένιωθε στη φύση, αλλά και τις ξέγνοιαστες ώρες που περνούσε μαθαίνοντας ιππασία. Η ιδανική εικόνα που θα μπορούσε να σχηματίσει για την παιδική της ηλικία κηλιδώθηκε από τη μετοίκηση της οικογένειας στο Λονδίνο. Της στοίχισε τόσο πολύ ώστε για δύο χρόνια αρνούνταν να μάθει αγγλικά. «Αν δεν μπορούσα να μιλήσω τη γλώσσα, πίστευα ότι θα με έστελναν πίσω στην Αργεντινή».Τελικά έμαθε τη γλώσσα διαβάζοντας τα άπαντα του Χάρι Πότερ. Στα 16 της χρόνια είχε πια προσαρμοστεί ή τουλάχιστον είχε πάρει απόφαση πως αυτή ήταν η νέα της ζωή - που της επιφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη.

Ενα απόγευμα φόρεσε τις ψηλοτάκουνες γόβες της μητέρας της και έβγαλε βόλτα τον σκύλο της οικογένειας. Ο σκοπός της ήταν να προπονηθεί στο βάδισμα σε ψηλά τακούνια αφού εκείνο το βράδυ ήταν καλεσμένη σε πάρτυ. Καθώς προχωρούσε αντιλήφθηκε ότι την ακολουθούσε ένα αυτοκίνητο. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία, πίστευε πως ήταν μια κατασκευή του μυαλού της ή ίσως συνεκδοχή που δημιουργούσε από υπερβολική κατανάλωση τηλεοπτικών κατασκοπικών περιπετειών. Ξαφνικά ένας άνδρας κατέβασε το παράθυρο του αυτοκινήτου και της φώναξε αν θα μπορούσε να την απασχολήσει. Η έφηβη Τέιλορ- Τζόι άνοιξε το βήμα της - όσο μπορούσε δηλαδή με τα ψηλοτάκουνα. Τελικά, ο άνθρωπος που την καταδίωκε δεν ήταν κάποιος εγκληματίας αλλά ανιχνευτής πρακτορείου μοντέλων. Εκείνη πήρε τελικά την κάρτα του, του τηλεφώνησε και μέσα σε λίγες εβδομάδες εγκατέλειψε το σχολείο και ξεκίνησε μια υποσχόμενη καριέρα στο μόντελινγκ.

Σε μία από τις πρώτες της φωτογραφήσεις συνάντησε τον ηθοποιό Αλαν Λιτς, τότε πρωταγωνιστή στο «Downton Abbey». Η γνωριμία τους ήταν κομβική, μια και εκείνος τη σύστησε στον ατζέντη του και με συνοπτικές διαδικασίες η Τέιλορ-Τζόι αναβαπτίστηκε από φέρελπι μοντέλο σε εκκολαπτόμενη ενζενί. Εβαλε και η ίδια το χέρι της με τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο το 2015 στην ταινία «The Witch» που λατρεύτηκε από το ποίμνιο των θεατών του Sundance Festival, αλλά και με τις επόμενες συμμετοχές της στα θρίλερ «Split» και «Glass» - ναι, στο «Queen’s Gambit» η μεταμόρφωσή της την έχει κάνει αγνώριστη.

Μέσα σε πέντε χρόνια η καριέρα της απογειώθηκε. Προτάθηκε για το BAFTA πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού, τιμήθηκε με τη διάκριση της Chopard στις Κάννες, πρωταγωνίστησε στο «Peaky Blinders», ερμήνευσε 21 ρόλους, εξακολουθεί να εργάζεται ως μοντέλο - αυτή την περίοδο είναι η μούσα του αρώματος Flowerbomb του οίκου Viktor&Rolf. Ούτως ή άλλως η 24χρονη ηθοποιός έχει εμμονή με τα αρώματα. Κι αυτό είναι κάτι που αποδίδει στην αδύναμη όρασή της. Από παιδί αρνούνταν να φορά γυαλιά για τη μυωπία της και έμαθε να γνωρίζει τον κόσμο και να αναγνωρίζει τους ανθρώπους μέσω της μυρωδιάς που αναδίδουν. Η όσφρηση είναι νευραλγικής σημασίας για τη ζωή της. Ενα άρωμα, όπως λέει, μπορεί να την ηρεμήσει και να τη γαληνέψει τις συχνές φορές που καταλαμβάνεται από στρες. Αν δεν δουλέψει ούτε αυτό, τότε πιάνει την κουβέντα με τον εαυτό της στον καθρέφτη. Η πιο συχνή ατάκα που βγαίνει από το στόμα της σε αυτές τις καταστάσεις προσωπικού συναγερμού είναι «μη φοβάσαι, μπορείς να τα καταφέρεις». Το είδωλό της σπάνια διαψεύδει την προφητεία της.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr