Από το έλεος της Μέρκελ ως τη γοητεία του Σουλτς
tziovaras_grigoris

Γρηγόρης Τζιοβάρας

Από το έλεος της Μέρκελ ως τη γοητεία του Σουλτς

Ηχεί ακόμη στα αυτιά όλων μας ο θόρυβος από τη δικαιολογημένη ενόχληση που είχαν αισθανθεί αρκετοί εδώ στη χώρα μας εξαιτίας της «απομόνωσης» την οποία είχαν επιφυλάξει οι ευρωπαίοι ομόλογοί του στον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη.

Παρά, πάντως, το γεγονός ότι ο έλληνας υπουργός είχε υπερβεί επανειλημμένως τα εσκαμμένα, δηλώνοντας διάθεση να μην αποδεχθεί τους κανόνες που ίσχυαν στη λειτουργία του Eurogroup ή ισχυριζόμενος με υπαινικτικό τρόπο ότι κατέγραφε τα όσα διαμείβονταν στις απόρρητες συνεδριάσεις του εν λόγω θεσμικού οργάνου της ευρωζώνης, ουδείς διεθνής παράγων διανοήθηκε να ζητήσει δημοσίως από την ελληνική κυβέρνηση να τον αποπέμψει ή, έστω, να τον «συμμαζέψει». 

Όπως όλοι καλά θυμούμαστε, τον απέπεμψε ουσιαστικά μήνες αργότερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όταν έπαψε να του είναι χρήσιμος στο παιχνίδι της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης που έκανε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 και κορυφώθηκε με την παρωδία του δημοψηφίσματος.

Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον πως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θα ανέβαινε –και δικαίως- στα… κεραμίδια εφόσον του έκανε κανείς υποδείξεις για τους συνεργάτες του, υποδεικνύει σε άλλους ηγέτες να εγκαλέσουν τους δικούς τους υπουργούς. 

Κλείσιμο
«Θέλω να αξιοποιήσω την παρουσία μου σ’  αυτό εδώ το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής (σ.σ.: του ΣΥΡΙΖΑ!) και να παρακαλέσω θερμά την καγκελάριο (σ.σ.: Άνγκελα Μέρκελ, που από τα προεκλογικά μπαλκόνια της φώναζε «Go back») να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της, απ’ αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας», είπε το περασμένο Σάββατο αναφερόμενος στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το κομματικό του βήμα. 

Ακόμη και αν του πιστώσει κανείς όλα το δίκια του κόσμου όταν ισχυρίστηκε ότι θεωρεί «υποτιμητικές» τις αναφορές του γερμανού υπουργού ότι «η Ελλάδα και οι Έλληνες ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για τη σκοπιμότητα της απροσχημάτιστης ανάμειξης του πρωθυπουργού της Ελλάδας στην προεκλογική περίοδο μιας άλλης χώρας. 

Ισχυρίστηκε αρχικώς ότι οι «αφορισμοί» Σόιμπλε σχετίζονται με προσπάθεια για «συγκράτηση των διαρροών (σσ.: των χριστιανοδημοκρατών) προς το κόμμα της “Εναλλακτικής για τη Γερμανία”», για να τοποθετηθεί εν συνεχεία αναφανδόν υπέρ των θέσεων του βασικού αντιπάλου κόμματος προς το CDU των Μέρκελ - Σόιμπλε.
«Πιστεύω ότι δικαίως το SPD, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, επισήμως μετά από αυτές τις δηλώσεις, εγκάλεσε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι επιχειρεί να συντηρήσει ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, προσπαθώντας να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα», υποστήριξε.

Μπορεί, αλήθεια, κανείς να φανταστεί τι θα γινόταν αν το Βερολίνο αποφάσιζε να ανταποδώσει τα ίσα και έβγαιναν, για παράδειγμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε ή οποιοσδήποτε άλλος γερμανός πολιτικός παράγων και έπαιρνε δημόσια θέση για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στην Ελλάδα; 

Για λόγους οι οποίοι, προφανώς, έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, η άλλη πλευρά επέλεξε να μην απαντήσει στην πρόκληση, παρότι η παρουσία στη γερμανική πρωτεύουσα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφορμή για να εκφράσουν προτίμηση, αν όχι σε πρόσωπα, ενδεχομένως σε πολιτικές. 
Επέλεξαν να μην το κάνουν. Δημοσίως τουλάχιστον. Υποδέχθηκαν χωρίς φανφάρες τον κ. Μητσοτάκη, τηρώντας το ίδιο ακριβώς πρωτόκολλο που είχαν εφαρμόσει και όταν ο κ. Τσίπρας με την αντίστοιχη ιδιότητα του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε πριν από τρία χρόνια περάσει το κατώφλι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο.
Πρόκειται για μια επιλογή η οποία είναι μάλλον η ουσιωδέστερη διαφορά που χωρίζει τις σοβαρές χώρες που διαθέτουν στιβαρές ηγεσίες οι οποίες ασκούν πολιτικές που υπακούουν στο εθνικό τους συμφέρον, από τις αποτυχημένες χώρες («failed states», όπως τις αποκαλούν οι αγγλοσάξωνες) που… ατύχησαν να έχουν ηγεσίες οι οποίες θεωρούν ότι προέχει η δική τους παραμονή στην εξουσία. 

Γι΄ αυτό φυσικά οι μεν ηγούνται της Ευρώπης και οι δε εκλιπαρούν για το έλεος των άλλων, ακόμη και όταν φαντασιώνονται ότι αλλάζουν τον κόσμο, κλείνοντας τα αυτιά τους στις επισημάνσεις των ίδιων των ηγετικών στελεχών τους, όπως ο Νίκος Φίλης, που τους λένε κατάμουτρα ότι «δεν επιβεβαιώθηκε καμία εκτίμησή μας».
Ο κίνδυνος να βρεθεί η κυβέρνηση και μαζί της και η χώρα ενώπιον μιας ακόμη διάψευσης είναι αναμφισβήτητος. Παρά ταύτα, η ηγεσία της -«αμέριμνη», όπως παρατηρεί και ο κ. Φίλης τώρα που είναι εκτός νυμφώνος- τρενάρει το κλείσιμο της αξιολόγησης σε πείσμα φίλων και εχθρών που προτείνουν το αντίθετο. 

Ο κ. Τσίπρας, όμως, δεν το κάνει, προσδοκώντας να λειτουργήσει η… φιλευσπλαχνία της Μέρκελ που έχει την αυταπάτη ότι μπορεί να λυπηθεί τους Έλληνες και να ανακαλέσει στην τάξη τον στενό της συνεργάτης Β. Σόιμπλε. Ή, εναλλακτικά, -γιατί αυτή η κυβέρνηση είναι γνωστό ότι δεν… πορεύτηκε ποτέ «χωρίς plan b»- στη γοητεία που μπορεί να ασκήσει ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς στους γερμανούς ψηφοφόρους το προσεχές φθινόπωρο.
Στην οπτική ενός εχέφρονος ανθρώπου, άραγε, πόσες πιθανότητες έχουν να ευοδωθούν σχεδιασμοί αυτού του είδους; 

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα