Μέγας Αλέξανδρος: Η μάχη στα Γαυγάμηλα (331 π.Χ.)

Η σημαντικότερη νίκη του μεγάλου Μακεδόνα στρατηλάτη - Περιγραφή της μάχης - Η πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών

Την άνοιξη του 331 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος έφυγε από τη Μέμφιδα εγκαταλείποντας την Αίγυπτο. Πέρασε από τον Νείλο από τις ειδικά κατασκευασμένες γέφυρες και κατευθύνθηκε προς τη Συρία. Έφτασε στην Τύρο γρήγορα, εκεί όμως καθυστέρησε για να τακτοποιήσει τη διοίκηση της Φοινίκης. Στη συνέχεια κατευθύνθηκε με τον στρατό του στο πέρασμα του Ευφράτη κοντά στη Θάψακο. Εκεί είχε πάει νωρίτερα ο Παρμενίωνας, επικεφαλής εμπροσθοφυλακής και εφοδιοπομπής του μηχανικού για την κατασκευή γεφυρών. Το ίδιο χρονικό διάστημα ο Δαρείος ετοιμαζόταν για την καθοριστική μάχη με τον Αλέξανδρο. Όσο ο Μακεδόνας στρατηλάτης βρισκόταν στην Αίγυπτο και τη Συρία, "συγκέντρωσε από παντού στρατό και προετοίμασε όλα όσα χρειάζονταν για τον πόλεμο" (Διόδωρος). Έτσι έδωσε εντολή στους υπηκόους του να στείλουν τον στρατό που διέθεταν στη Βαβυλώνα. Εκεί, όλοι οι άνδρες που συγκεντρώθηκαν, οργανώθηκαν και εκπαιδεύτηκαν, αφού ο Δαρείος φοβόταν ότι καθώς επρόκειτο για ένα ετερόκλητο στράτευμα ,στη μάχη όλοι όσοι το αποτελούσαν δεν θα μπορούσαν να δράσουν συντονισμένα καθώς δεν θα καταλάβαιναν ο ένας τον άλλον. Ο Αρριανός γράφει με λεπτομέρειες όλες τις φυλές που αποτελούσαν τον στρατό του Δαρείου.

Για βοήθεια του Δαρείου πήγαν Ινδοί και οι γείτονες τους Βακτριανοί και Σογδιανοί. Όλοι αυτοί είχαν αρχηγό τον σατράπη της Βακτριανής Βήσσο. Μαζί με τους Πέρσες ήταν και οι Σάκες ιπποτοξότες με διοικητή τους τον Μαζάκη. Οι Σάκες δεν θεωρούνταν υπήκοοι αλλά σύμμαχοι του Δαρείου. Ο διοικητής της Αραχωσίας έφερε τους Αραχωτούς και τους ορεινούς Ινδούς, ο σατράπης Σατιβαρζάνης, διοικητής της Αρίας, τους Αρίους. Ο Φραταφέρνης έφερε τους Πάρθους, τους Υρκανούς και τους Τάπορους. Στον περσικό στρατό συμπεριλαμβάνονταν επίσης οι Μήδοι, οι Καδούσιοι, οι Σακεσίνες, άνδρες από την Ερυθρά Θάλασσα (ονομασία του περσικού κόλπου από τους αρχαίους), Βαβυλώνιοι, Αρμένιοι Καππαδόκες, Σύριοι από την Κοίλη Συρία και τέλος... Αλβανοί. Όχι φυσικά από την περιοχή της σημερινής Αλβανίας αλλά από τον Καύκασο (στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν και το νότιο Νταγκεστάν) (Αρριανός, ΙΙΙ, 8,3-6).
Σίγουρα ο στρατός του Δαρείου ήταν εντυπωσιακά μεγάλος σε αριθμό. Ο Αρριανός κάνει λόγο για 40.000 ιππείς, 1.000.000 πεζούς, 200 δρεπανηφόρα άρματα και 15 ελέφαντες. Ο Διόδωρος γράφει για 200.000 ιππείς, 800.000 πεζούς και 200 άρματα. Τέλος ο μετριοπαθέστερος όλων Κούρτιος αναφέρει 45.000 ιππείς 200.000 πεζούς και 200 άρματα. Σύμφωνα με τον Αρριανό, η δύναμη του στρατού του Αλέξανδρου ήταν 7.000 ιππείς και 40.000 πεζοί, σαφώς πολύ μικρότερος από τον στρατό του Δαρείου. Όμως υπερτερούσε κατά πολύ ποιοτικά, ιδίως ως προς την οργάνωση, την άσκηση, την πειθαρχία και την πολεμική πείρα.




Πριν τη μάχη - Πού βρίσκονταν τα Γαυγάμηλα;

Συχνά στους αρχαίους συγγραφείς η μάχη των Γαυγαμήλων αναφέρεται ότι έγινε στα Άρβηλα. Ωστόσο τα Άρβηλα που ήταν μεγάλη πόλη απείχαν από τα Γαυγάμηλα 600 στάδια (περίπου 110 χιλιόμετρα) όπως γράφει ο Αρριανός.
Σύμφωνα με τον Στράβωνα, το όνομα Γαυγάμηλα σημαίνει "καμήλου οίκος" και καθιερώθηκε όταν ο βασιλιάς των Περσών Δαρείος ο Υστάσπης έδωσε την πόλη σε κάποιον για να φροντίζει τη διατροφή της καμήλας που μετέφερε τα τρόφιμα του στην έρημο, κατά την εκστρατεία εναντίον των Σκυθών.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η λέξη Γαυγάμηλα προέρχεται από το Gaw -camela (=η καμπούρα της καμήλας). Τα Γαυγάμηλα βρίσκονταν κοντά στον ποταμό Βούμηλο (πρόκειται για τον ποταμό Ghazir ή τον παραπόταμό του Gomel-Su) περίπου 150 στάδια (27 χιλιόμετρα) ανατολικά από τη Νινευή. Όσο για τα Άρβηλα είναι το σημερινό Ερμπίλ, η σημαντικότερη πόλη του Βορείου Ιράκ.

Ο Aurel Stein, προσδιόρισε την τοποθεσία της μάχης στην πεδιάδα κοντά στο χωριό Κεραμλαΐς.
Πάντως δεν έχει ιδιαίτερη σημασία ο ακριβής προσδιορισμός του πεδίου της μάχης καθώς αυτή δόθηκε όπως βεβαιώνουν όλοι οι αρχαίοι ιστορικοί ,σε χώρο ανοιχτό χωρίς ιδιαίτερα γεωμορφολογικά στοιχεία που να προσδιόρισαν τη διάταξη των στρατευμάτων ή την τακτική. Όπως αναφέραμε στην αρχή του άρθρου ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε στο πέρασμα του Ευφράτη κοντά στη Θάψακο. Στην άλλη όχθη του ποταμού βρισκόταν ο Μαζαίος, σατράπης της Κιλικίας με 3.000 ιππείς και 3.000 πεζούς ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και 2.000 Έλληνες μισθοφόροι. Όταν ο Μαζαίος έμαθε ότι ερχόταν ο Αλέξανδρος, τράπηκε σε φυγή με τους άνδρες του, αφήνοντας ελεύθερα τα περάσματα.

Με την άφιξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι μισοκατασκευασμένες γέφυρες στον Ευφράτη ολοκληρώθηκαν και ο μακεδονικός στρατός πέρασε στη Βόρεια Μεσοποταμία. Όπως γράφει ο Αρριανός, ο Αλέξανδρος δεν πήγε στη Βαβυλώνα επειδή ο δρόμος για εκεί περνούσε από τελείως άγονα εδάφη και από μέρη όπου δεν μπορούσε να προμηθευτεί τρόφιμα και γι' αυτό κινήθηκε προς τις βόρειες περιοχές αφήνοντας αριστερά του τον Ευφράτη και τα βουνά της Αρμενίας (Αρριανός, ΙΙΙ, 7,3).



Πέρσες ανιχνευτές που πιάστηκαν αιχμάλωτοι είπαν ότι ο Δαρείος με στρατό βρίσκεται στον ποταμό Τίγρη και ότι αποφάσισε να μην αφήσει τον Αλέξανδρο να περάσει. Επιταχύνοντας την πορεία του στρατού του ο Μακεδόνας στρατηλάτης έφτασε σε τέσσερις μέρες στον ποταμό Τίγρη.
Γύρω από τον ποταμό δεν υπήρχαν εχθροί. Ο ελληνικός στρατός πέρασε με δυσκολία αλλά χωρίς απώλειες τον Τίγρη και βρέθηκε στην ανατολική του όχθη. Εκεί οι άνδρες του Αλέξανδρου σταμάτησαν μία μέρα για να ξεκουραστούν. Ήταν 20 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. Εκείνο το βράδυ έγινε ολική έκλειψη Σελήνης. Ο μάντης Αρίστανδρος είπε στον Αλέξανδρο πως αυτό είναι καλό σημάδι για τον ίδιο και μέσα στο μήνα θα πολεμήσει. Έκαναν ύστερα θυσίες στη Σελήνη, τον Ήλιο και τη Γη και οι οιωνοί ήταν καλοί καθώς προμήνυαν νίκη των Ελλήνων.

Στη συνέχεια ο στρατός του Αλέξανδρου κινήθηκε νοτιοανατολικά προς το ρεύμα του ποταμού Τίγρη στα εδάφη της Ασσυρίας, αφήνοντας αριστερά του τα βουνά των Γορδυηνών. Την τέταρτη ημέρα ανιχνευτές πληροφόρησαν πως στην πεδιάδα φάνηκαν περίπου 1.000 ιππείς του εχθρού. Ο Αλέξανδρος έδωσε διαταγή στον στρατό να παραταχθεί σε θέση μάχης και ο ίδιος επικεφαλής αποσπάσματος ιππικού κινήθηκε για να συναντήσει τους αντιπάλους.
Οι Πέρσες αποφάσισαν να μην πολεμήσουν. Ορισμένοι όμως πιάστηκαν αιχμάλωτοι και αποκάλυψαν ότι ο Δαρείος με πολυάριθμο στρατό βρισκόταν εκεί κοντά.

Ο Δαρείος διάλεξε αυτή τη φορά καταλληλότερη θέση για τη μάχη: την πεδιάδα στον οικισμό Γαυγάμηλα.
Μην θέλοντας να ξανακάνει τα λάθη που έγιναν στην Ισσό, όπου ο περσικός στρατός, περιορισμένος σε στενό χώρο δεν μπορούσε να ελιχθεί, ο Δαρείος έδωσε εντολή να μην εγκαταλείψουν αυτό το στρατηγικά πρόσφορο μέρος και να περιμένουν εκεί τον Μέγα Αλέξανδρο.
Παράλληλα, ο Δαρείος έδωσε εντολή να καθαρίσουν την πλατιά πεδιάδα από κάθε εμπόδιο, μέχρι κι από αγκαθωτούς θάμνους. Ακόμα και αμμόλοφους ισοπέδωσε για να μην βρουν εμπόδιο τα δρεπανηφόρα άρματα ή το ιππικό του.
Αλλά και το μακεδονικό ιππικό με συμβουλή του Παρμενίωνα στρατοπέδευσε για να μελετήσει καλύτερα τους Πέρσες, να συγκεντρώσει πληροφορίες γι’ αυτούς και να ξεκουραστούν οι στρατιώτες πριν τη μάχη.

Ο Αλέξανδρος ενίσχυσε το στρατόπεδο με τάφρο και πασσάλους και άφησε εκεί την εφοδιοπομπή και τους στρατιώτες που δεν μπορούσαν να πολεμήσουν.
Τμήματα με επικεφαλής τον Μέγα Αλέξανδρο, ξεκίνησαν τη νύχτα της 29ης προς 30 Σεπτεμβρίου και το πρωί έφτασαν σε μερικούς λόφους που έκρυβαν τους Πέρσες.
Οι εχθροί απείχαν από εκεί 60 στάδια (περίπου 11 χιλιόμετρα).
Καθώς τα ελληνικά στρατεύματα ανέβηκαν σ’ αυτούς τους λόφους, είδαν τα περσικά  στην πεδιάδα.

Ο Μέγας Αλέξανδρος έδωσε εντολή να σταματήσουν και κάλεσε συμβούλιο των εταίρων, των στρατηγών, των ιλάρχων και των εκπροσώπων των συμμάχων για να συζητήσουν αν έπρεπε, σύμφωνα με την άποψη του Παρμενίωνα, να κατασκηνώσουν και να κάνουν αναγνώριση του εδάφους.
Τελικά, εισακούστηκε ο έμπειρος Παρμενίωνας και ο Αλέξανδρος έδωσε εντολή οι άνδρες του να στρατοπεδεύσουν χωρίς όμως να παραβιαστεί ή παράταξη των μαχητών (Αρριανός, III, 9,4).
Με τη συνοδεία ελαφρά  οπλισμένων μαχητών και εταίρων διέτρεξε την τοποθεσία της αναμενόμενης μάχης και κάλεσε νέο συμβούλιο των στρατιωτικών διοικητών, το βράδυ της 30ης Σεπτεμβρίου.



Οι άνδρες του, δείπνησαν και ξεκουράστηκαν. Από μακριά, μεταξύ του Νιφάτου και των βουνών του Γορδυαίου, το πεδίο της μάχης «καταλαμπόμενον τοις βαρβάροις φέγγεσει» και ακουγόταν ένας ακατάληπτος θόρυβος (Πλούταρχος, Αλέξανδρος 31).
Την προηγούμενη ημέρα της μάχης, ο Αλέξανδρος κάλεσε πάλι τους αξιωματικούς του. Τους είπε ότι την επόμενη σκεπτόταν να χτυπήσει τον εχθρό, ότι ξέρει το θάρρος τους που είχε αποδειχθεί σε πολλές νίκες, αλλά ότι η μάχη αυτή δεν θα γινόταν για την Κοίλη Συρία, τη Φοινίκη ή την Αίγυπτο, αλλά για την Ασία και την Ανατολή γενικότερα. Οι αξιωματικοί του ανταποκρίθηκαν με κραυγές χαράς και τον διαβεβαίωσαν ότι μπορεί να στηρίζεται σ’ αυτούς.
Όπως γράφει ο Κούρτιος (IV, 14, 1-7) «… οι Μακεδόνες, μετρώντας την έκταση των εδαφών, τα ποτάμια και τα βουνά που άφησαν πίσω τους, πρέπει τώρα ν’ ανοίξουν τον δρόμο τους για την πατρίδα, για τα πατρικά τους σπίτια, με τα δικά τους τα χέρια».
Στη σκηνή του Αλέξανδρου, που ξαγρυπνούσε με τον μάντη Αρίστανδρο, μπήκε ανήσυχος ο Παρμενίωνας που διηγόταν τις αμέτρητες φωτιές και τους αλαλαγμούς που άκουσε από το περσικό στρατόπεδο και είπε στον Μακεδόνα στρατηλάτη μήπως είναι καλύτερα να επιτεθούν νύχτα για να αιφνιδιάσουν τους εχθρούς.
Τότε, ο Αλέξανδρος απάντησε: «Ου κλέπτω την νίκην» (Πλούταρχος) ή «Αισχρόν είναι κλέψαι την νίκην», κατά τον Αρριανό. «Δεν κλέβω την νίκη», είπε προσθέτοντας ότι θα έπρεπε ο Δαρείος να νικηθεί φανερά.

Η μάχη των Γαυγαμήλων (1 Οκτωβρίου 331 π.Χ.)

Ωστόσο, ο Δαρείος, φοβόταν νυχτερινή επίθεση από τον Αλέξανδρο και γι’ αυτό όλος σχεδόν ο στρατός του έμεινε άγρυπνος κάτι που επηρέασε την μαχητική του ικανότητα, σύμφωνα με τον Κούρτιο (IV,13,11).
Το πρωί της 1ης Οκτωβρίου του 331 π.Χ., έγινε η μεγάλη μάχη των Γαυγαμήλων. Ο Αλέξανδρος κοιμόταν βαθιά και ο Παρμενίωνας μπήκε στη σκηνή του και τον φώναξε τρεις φορές με το όνομά του για να ξυπνήσει! Την ίδια ώρα, ο στρατός του ήταν έτοιμος.
Ο Αλέξανδρος ξύπνησε και ζώστηκε βιαστικά με τον οπλισμό του. Άφησε στο στρατόπεδο του λόφου τα μεταγωγικά του με Θράκες πεζικάριους για τη φύλαξή τους και κατέβηκε με την υπόλοιπη στρατιά στην πεδιάδα για να τη συντάξει για τη μάχη.
Η παράταξη του στρατού του Αλέξανδρου σύμφωνα με τον Αρριανό και τον Διόδωρο ήταν η ακόλουθη, από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Πρώτη είχε παραταχθεί η βασιλική όλη των εταίρων με επικεφαλής τον Κλείτο και πλάι της οι υπόλοιπες ίλει, του Γλαυκία του Αρίστωνος, του Σωπόλιδος του Ερμοδώρου, του Ηρακλείδου του Αντίοχου, του Δημητρίου του Αλθαιμένους, του Μελέαγρου και τελευταία η ίλη του Ηγελόχου του Ιπποστράτου (η δεύτερη λέξη π.χ. του Ιπποστράτου, δηλώνει το όνομα του πατέρα π.χ. του Ηγελόχου). Τη γενική αρχηγία των εταίρων είχε ο Φιλώτας, γιος του Παρμενίδη.

Δίπλα στους εταίρους βρισκόταν το άγημα και οι άλλοι υπερασπιστές με επικεφαλής τον Νικάνορα του Παρμενίωνα.
Έπειτα, βρισκόταν οι τάξεις της μακεδονικής φάλαγγας, του Κοίνου του Πολεμοκράτους, του Περδίκκα του Ορόντου, του Μελέαγρου του Νεοπτόλεμου, του Πολυπέρχοντος του Συμμία, του Αμύντα του Ανδρομένους με διοικητή της τον αδελφό του Σιμμία, γιατί ο Αμύντας είχε σταλεί στη Μακεδονία «ες ξυλλογήν στρατιάς». Με την τάξη αυτή τελείωνε το δεξιό κέρας στρατιάς.

Ακολουθούσε η τάξη του Κρατερού του Αλέξανδρου απ’ όπου άρχιζε το αριστερό. Δίπλα της ήταν οι σύμμαχοι ιππείς (από την Πελοπόννησο, κυρίως από την Αχαΐα αλλά και Φθιώτες, Μαλιείς, Λοκροί και Φωκείς) με αρχηγό τον Ερίγυιο του Λαρίχου και δίπλα τους οι Θεσσαλοί ιππείς με αρχηγό τον Φίλιππο του Μενελάου.

Πίσω και παράλληλα από την κεντρική αυτή παράταξη, είχαν τοποθετηθεί άλλα τμήματα (Έλληνες πεζοί της Συμμαχίας της Κορίνθου και Έλληνες πεζοί μισθοφόροι), ώστε η όλη παράταξη να είναι αμφίστομη.
Πέρα κι από τα δύο άκρα της παράταξης, είχαν τοποθετηθεί ιππείς και τμήματα ελαφρού πεζικού. Δεξιά, βρισκόταν οι μισοί Αγριάνες με αρχηγό τον Άτταλο, οι μισοί Μακεδόνες τοξότες, με αρχηγό τον Βρίσωνα και «αρχαίοι» μισθοφόροι πελταστές, με αρχηγό τον Κλέανδρο.
Μπροστά από τους Αγριάνες και τους τοξότες, οι πρόδρομοι ιππείς και οι Παίονες ιππείς με αρχηγούς τον Αρέτη και τον Αρίστωνα. Μπροστά και από αυτούς οι Έλληνες μισθοφόροι με αρχηγό τον Μενίδα. Στα αριστερά, παρατάχθηκαν οι Θράκες ιππείς με αρχηγό τον βασιλιά τους Σιτάλκη, οι Έλληνες σύμμαχοι ιππείς με αρχηγό τον Κοίρανο και οι Οδρύσες ιππείς με αρχηγό τον Αγάθωνα του Τυρίμμα.

Μπροστά από τα τρία αυτά τμήματα ιππικού, βρισκόταν οι Έλληνες μισθοφόροι ιππείς με αρχηγό τον Ανδρόμαχο του Ιέρωνα.
Και μπροστά από την κύρια παράταξη, υπήρχαν ελαφρά τμήματα πεζικού από τους εταίρους, οι υπόλοιποι Αγριάνες, οι υπόλοιποι Μακεδόνες τοξότες και οι ακοντιστές του Βαλάκρου, που είχαν ως αποστολή να αντιμετωπίσουν τα δρεπανηφόρα άρματα. Μπροστά από τους Θεσσαλούς ιππείς, σύμφωνα με τον Διόδωρο ήταν παρατεταγμένοι Κρήτες τοξότες και μισθοφόροι πεζοί από την Αχαΐα με ανάλογη αποστολή.
Την ηγεσία του δεξιού κέρατος, την είχε ο Αλέξανδρος και του αριστερού ο Παρμενίωνας.

Ο Αλέξανδρος άλλαξε την τακτική του στα Γαυγάμηλα.
Δεν εξίσωσε το μέτωπο προς το εχθρικό, όπως στον Γρανικό ούτε το ανέπτυξε σε μεγαλύτερο μήκος, όπως στην Ισσό. Προτίμησε να έχει μέτωπο πολύ μικρότερο από το εχθρικό, που να σχηματίζει τετράπλευρο.
Από την άλλη πλευρά, ο Δαρείος ήταν περιτριγυρισμένος από τους «συγγενείς», τους ακολούθους και τη φρουρά του ιππικού. Πίσω από αυτούς, βρίσκονταν οι Ινδοί, οι Κάρες, οι Μάρδοι τοξότες, οι Ούξιοι, οι Βαβυλώνιοι και οι Σιτακηνοί.
Οι Έλληνες μισθοφόροι, όπως γράφει ο Αρριανός, περίπου 2.000, βρίσκονταν κοντά στον Δαρείο.
Στο δεξιό μέτωπο, βρίσκονταν μπροστά Αρμένιοι και Καππαδόκες ιππείς και 50 πολεμικά άρματα. Πίσω απ’ αυτούς παρατάχθηκαν στρατιώτες από την Κοίλη Συρία και τη Μεσοποταμία καθώς και Μήδοι, Πάρθοι, Σάκες, Τάπουροι, Υρκανοί, Αλβανοί (του Καυκάσου) και Σακεσίνοι που έφταναν ως τη μέση ολόκληρης της φάλαγγας.
Όταν οι δύο στρατοί πλησίασαν ο ένας τον άλλον, οι σάλπιγγες έδωσαν το σύνθημα κι απ’ τις δύο μεριές για τη μάχη και οι πολεμιστές με κραυγές όρμησαν στους εχθρούς.

Ο Αλέξανδρος μετακίνησε δεξιότερα την προτεταμένη δεξιά πτέρυγα για να μην μπορούν να την περάσουν οι Πέρσες. Ο Δαρείος έριξε εναντία στον Αλέξανδρο την αριστερή πτέρυγα του στρατού του, όπου βρισκόταν οι Σκύθες ιππείς, όμως ο Μακεδόνας βασιλιάς προχωρούσε με πείσμα προς τα δεξιά. Ο Δαρείος έδωσε εντολή στους ιππείς της αριστερής πλευράς να κυκλώσουν τον εχθρό. Οι Σκύθες και οι Βακτριανοί πλησίαζαν τα πρωτοπόρα μακεδονικά τμήματα. Ο Αλέξανδρος διέταξε το ιππικό του Μενίδα ν’ αρχίσει επίθεση. Όμως αυτό δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τους πολυάριθμους εχθρούς.
Όταν έφτασαν όμως οι ιππείς της δεξιάς πτέρυγας, η ορμή των Βακτριανών και των Σκυθών ανακόπηκε. Μετά από πεισματική μάχη εκ του συστάδην, παρά τις σημαντικές απώλειες, οι άνδρες του Αλέξανδρου διέλυσαν τις εχθρικές σειρές.

Τα δρεπανηφόρα άρματα που έστειλε ο Δαρείος, αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία από τους ακοντιστές του Βαλάκρου, τους Αγριάνες, το ιππικό των εταίρων και τους βασιλικούς σωματοφύλακες.
Όταν ο Δαρείος έριξε στη μάχη όλο το ιππικό, ο Αλέξανδρος έδωσε εντολή στο ελαφρό ιππικό να επιτεθεί εναντίον του. Το ιππικό του Αλέξανδρου και η φάλαγγα με τις σάρισες, κατατρόπωσαν τους Πέρσες.
Έντρομος ο Δαρείος, τράπηκε σε φυγή με ένα γρήγορο άλογο (Αρριανός III, 14,1-3, Πλούταρχος, Αλέξανδρος 3). Τότε άρχισε η καθολική φυγή των Περσών στη δεξιά πτέρυγα. Το ιππικό των εταίρων άρχισε να καταδιώκει τους αντιπάλους.
Τότε, εμφανίστηκαν ιππείς σταλμένοι από τον Παρμενίωνα που ζητούσαν βοήθεια. Το περσικό ιππικό και οι Ινδοί, είχαν διασπάσει και τις δύο γραμμές στην αριστερή πτέρυγα και κινήθηκαν προς την εφοδιοπομπή. Πιθανότατα οι Ινδοί και το περσικό ιππικό ήταν πολυπληθέστερο από τις δυνάμεις του Παρμενίονα.
Άρχισε τότε σκληρή μάχη. Οι Πέρσες υπερείχαν γιατί και όσοι από αυτούς είχαν αιχμαλωτιστεί ,ενώθηκαν με τους άλλους και επιτέθηκαν στους άοπλους άνδρες της εφοδιοπομπής.

Σταδιακά οι άνδρες του Αλέξανδρου ισορρόπησαν την κατάσταση. Σε λίγο εμφανίστηκε και ο ίδιος ο στρατηλάτης με το ιππικό των εταίρων. Οι Πέρσες πολέμησαν αλλά σύντομα τράπηκαν σε φυγή. 60 εταίροι σκοτώθηκαν. Τραυματίστηκαν αρκετοί όπως ο Κοίνος, ο Μενίδας και ο Ηφαιστίωνας.
 Σύντομα το θεσσαλικό ιππικό εξόντωσε και τους υπόλοιπους Πέρσες. Οι Έλληνες κυρίευσαν το εχθρικό στρατόπεδο, τα μεταγωγικά, τους ελέφαντες και τις καμήλες. Ο Αλέξανδρος άρχισε να καταδιώκει τον Δαρείο. Το επόμενο πρωί έφτασε στα Άρβηλα, όμως ο Δαρείος είχε κινηθεί προς τη Μηδία και κρύφτηκε στην πρωτεύουσά της, τα Εκβάτανα.

Στα Άρβηλα βρέθηκαν το ταμείο εκστρατείας του Δαρείου (3.000 αργυρά τάλαντα), το άρμα του, η ασπίδα του το τόξο του καθώς και πολλές προμήθειες και πολεμικό υλικό. Απολογισμός και συνέπειες της μάχης των Γαυγαμήλων
Η νίκη του Αλεξάνδρου στα Γαυγάμηλα ήταν η σημαντικότερη από όλες, είχε όμως και απώλειες μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. 100 άνδρες γράφει ο Αρριανός, 300 ο Κούρτιος και 500 ο Διόδωρος. Οι Πέρσες είχαν τεράστιες απώλειες. 30.000 κατά τον Αρριανό, 40.000 κατά τον Κούρτιο και 90.000 κατά τον Διόδωρο. Η μάχη στα Γαυγάμηλα επισφράγισε την πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών που δεν είχε πλέον άλλες δυνάμεις για να αντισταθεί. Ο δρόμος προς την πρωτεύουσα του βασιλείου ήταν πλέον ανοιχτός για τον Μέγα Αλέξανδρο.

Υ.Γ. Το άρθρο αυτό, το αφιερώνω στη μνήμη του αξέχαστου Θέμου Αναστασιάδη, που υπήρξε θαυμαστής και λάτρης του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Μ.Σ.

Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», Τ.Δ., Εκδοτική Αθηνών
Β. ΓΚΑΦΟΥΡΟΦ- Δ. ΤΣΙΜΠΟΥΚΙΔΗΣ, «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΜΑΚΕΔΩΝ ΚΑΙ Η ΑΝΑΤΟΛΗ», ΕΚΟΔΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ, 2003
 JOHANN GUSTAV DROUSEN, P-H-Σ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ». J. F.C FULLER «Η ΙΔΙΟΦΥΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ, 2004.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr