FT: Πλησιάζει η στιγμή που ο Αλέξης Τσίπρας θα υπογράψει συνθήκη αλά Μπρεστ-Λιτόφσκ
12.06.2015
19:18
Η συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στους πιστωτές μοιάζει με την ανατροπή των Μπολσεβίκων, προ της μεγάλης πίεσης των γερμανικών στρατευμάτων, όταν έδωσαν το σύνθημα για σύναψη ειρήνης «άνευ προσαρτήσεων - άνευ αποζημιώσεων»
Ως πολιτικοί με μαρξιστικό υπόβαθρο και μια... συγγένεια με τη Ρωσία, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Έλληνας πρωθυπουργός, και οι συνεργάτες του στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν τα πάντα για τη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ το Μάρτιο του 1918. Ή ας ελπίσουμε ότι το κάνουν, αναφέρει σημερινό δημοσίευμα των Financial Times που επιθυμεί να κάνει έναν παραλληλισμό του χθες με το σήμερα.
Όσα η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα αντιμετωπίζει, εφόσον επιθυμεί να επιτύχει μια συμφωνία με τους πιστωτές και να αποφευχθεί η χρεοκοπία και η πιθανή έξοδος από την Ευρωζώνη, δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από μια... έκδοση της συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ, αλλά στον 21ο αιώνα.
Κάτω από σκληρούς όρους, ο Βλάντιμιρ Λένιν και οι μπολσεβίκοι, που είχαν καταλάβει την εξουσία στην Πετρούπολη τον Νοέμβριο του 1917, συνθηκολόγησαν με τη Γερμανία, παραχωρώντας σχεδόν το μισό ευρωπαϊκό έδαφος της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας και τις χώρες της Βαλτικής, και το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού της Ρωσίας. Οι Μπολσεβίκοι εκχώρησαν τον έλεγχο των περισσότερων από τα ορυχεία άνθρακα της Ρωσίας, το ήμισυ των υπόλοιπων βιομηχανιών της και πάνω από το ένα τρίτο των πιο εύφορων περιοχών τους. Ο Λένιν δέχθηκε αυτή συνθήκη ειρήνης για έναν απλό λόγο: Για να επιβιώσει στην εξουσία, έτσι ώστε να μπορέσει να πραγματοποιήσει μια επανάσταση «μέσα στο σπίτι του».
Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις που οι πιστωτές και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θέλουν να επιβάλλουν στην Ελλάδα είναι πολύ λιγότερο επαχθείς, συμπεριλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις κρατικές συντάξεις και το φορολογικό σύστημα, και απαιτούν δέσμευση για μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πειθαρχία σε αντάλλαγμα της οικονομικής βοήθειας που θα κρατήσουν την Ελλάδα εντός Ευρωζώνης.
Αλλά στα μάτια του ΣΥΡΙΖΑ οι όροι αυτοί είναι εξαιρετικά ταπεινωτικοί καθώς απαιτούν από μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση να αθετήσει τις βασικές προεκλογικές της δεσμεύσεις και, στην πραγματικότητα, να παραδοθεί σε όρους που υπαγορεύονται από ξένους.
Όσα η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα αντιμετωπίζει, εφόσον επιθυμεί να επιτύχει μια συμφωνία με τους πιστωτές και να αποφευχθεί η χρεοκοπία και η πιθανή έξοδος από την Ευρωζώνη, δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από μια... έκδοση της συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ, αλλά στον 21ο αιώνα.
Κάτω από σκληρούς όρους, ο Βλάντιμιρ Λένιν και οι μπολσεβίκοι, που είχαν καταλάβει την εξουσία στην Πετρούπολη τον Νοέμβριο του 1917, συνθηκολόγησαν με τη Γερμανία, παραχωρώντας σχεδόν το μισό ευρωπαϊκό έδαφος της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας και τις χώρες της Βαλτικής, και το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού της Ρωσίας. Οι Μπολσεβίκοι εκχώρησαν τον έλεγχο των περισσότερων από τα ορυχεία άνθρακα της Ρωσίας, το ήμισυ των υπόλοιπων βιομηχανιών της και πάνω από το ένα τρίτο των πιο εύφορων περιοχών τους. Ο Λένιν δέχθηκε αυτή συνθήκη ειρήνης για έναν απλό λόγο: Για να επιβιώσει στην εξουσία, έτσι ώστε να μπορέσει να πραγματοποιήσει μια επανάσταση «μέσα στο σπίτι του».
Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις που οι πιστωτές και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θέλουν να επιβάλλουν στην Ελλάδα είναι πολύ λιγότερο επαχθείς, συμπεριλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις κρατικές συντάξεις και το φορολογικό σύστημα, και απαιτούν δέσμευση για μακροπρόθεσμη δημοσιονομική πειθαρχία σε αντάλλαγμα της οικονομικής βοήθειας που θα κρατήσουν την Ελλάδα εντός Ευρωζώνης.
Αλλά στα μάτια του ΣΥΡΙΖΑ οι όροι αυτοί είναι εξαιρετικά ταπεινωτικοί καθώς απαιτούν από μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση να αθετήσει τις βασικές προεκλογικές της δεσμεύσεις και, στην πραγματικότητα, να παραδοθεί σε όρους που υπαγορεύονται από ξένους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται να μην υποκύψει στους πιστωτές - όπως ακριβώς και ο Λέων Τρότσκι δεσμεύθηκε το 1918 να μην δεχθεί τους όρους ειρήνης της Γερμανίας. Στο τέλος, όμως, ο Τρότσκι έχασε τη δύναμή του και ο Λένιν συγκέντρωσε την πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής για την υπογραφή του Μπρεστ-Λιτόφσκ.
Εντυπωσιακές ομοιότητες εμφανίζονται στη συμπεριφορά του Τρότσκι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων των Μπολσεβίκων με τη γερμανική βκυβέρνηση (που προηγήθηκαν της Συνθήκης) και στη συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά στις συνομιλίες του με τους πιστωτές, δεδομένου ότι το κόμμα ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο.
Ο Τρότσκι χρησιμοποίησε τις ειρηνευτικές συνομιλίες στο Μπρεστ-Λιτόφσκ ως ένα φόρουμ για να προπαγανδίσει το μήνυμα της επανάστασης στους εργάτες και τους στρατιώτες της Ευρώπης, που είχαν κουραστεί από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ομοίως, ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, και άλλα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που χαρράσσουν εσωτερικά πολιτική, τους τελευταίους πέντε μήνες προσπαθούν να πείσουν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σχετικά με την ανάγκη να τερματιστεί η «λιτότητα», κόντρα στην πολιτική των πιστωτών.
Ακόμη ένας παραλληρισμός με τους μπολσεβίκους είναι ότι ο κ. Τσίπρας και άλλοι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβαν τα ηνία της κυβέρνησης χωρίς να έχουν προηγούμενη εμπειρία σε θέσεις εξουσίας- και δεν δείχνουν την επιθυμία να ζητήσουν συμβουλές από εκείνους που θεωρούσαν ως «σάπιες δομές του παλαιού καθεστώτος», αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο. Για το λόγο αυτό, οι αρχικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης Τσίπρας και των πιστωτών ήταν χάσιμο χρόνου - τουλάχιστον στα «μάτια» της ΕΕ και του ΔΝΤ- επειδή οι Έλληνες ήταν εντελώς απροετοίμαστοι για λεπτομερείς τεχνικές συζητήσεις.
Την ίδια στιγμή, οι πιστωτές έχουν συνειδητοποιήσει, προς απογοήτευσή τους, από την πρώτη σύνοδο κορυφής για την οικονομική διάσωση της Ελλάδας, ότι όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις - άσχετα αν προέρχονται από το κέντρο, την αριστερά ή τη δεξιά, πως είναι αδύνατο να «καθαρίσουν» το δημόσιο τομέα, τις πελατειακές σχέσεις, την ολιγαρχία στις επιχειρήσεις κ.ά.
Τώρα, για το ΣΥΡΙΖΑ, όπως και για τους Μπολσεβίκους το 1918, η ώρα της αλήθειας πλησιάζει. Μόνο ο Τσίπρας ξέρει τι τιμή είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να κρατήσει ζωντανό το όραμα της αριστεράς στην Ελλάδα.
Οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ειρήνης σχεδόν «άνευ όρων» εκ μέρους των Ρώσων άρχισαν στη πόλη Μπρεστ – Λιτόφσκ πλην όμως ενώ αρχικά τους όρους αυτούς αποδέχθηκαν οι Κεντρικές Δυνάμεις ετέθη όρος της συνομολόγησης εντός 10 ημερών. Στις εκκλήσεις δε του Ρώσου επιτρόπου επί των εξωτερικών Λέοντος Τρόσκυ για συντόμευση, λόγω των εσωτερικών προβλημάτων δεν δόθηκε απάντηση και οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν. Αυτό υπήρξε επ' ωφελεία των Κεντρικών Δυνάμεων διότι διέβλεπαν πλέον την πλήρη αδυναμία της ρωσικής άμυνας, προκειμένου έτσι να θέσουν περισσότερους όρους.
Οι διαπραγματεύσεις ξανάρχισαν πολύ χαλαρά στις 4 Ιανουαρίου του 1918, πλην όμως είχε αρχίσει μια γενικευμένη προέλαση των γερμανικών δυνάμεων σε όλο το μήκος του μετώπου. Ο Τρόσκυ τότε αρνήθηκε ν΄ αναγνωρίσει τα νέα κράτη της Βαλτικής που καταλάμβαναν οι Γερμανοί απωθώντας συνέχεια του Ρώσους μέχρι που ο ίδιος δήλωσε μονομερώς στις 10 Φεβρουαρίου του 1918 ότι ο πόλεμος τελείωσε, χωρίς να έχει συνομολογηθεί κάποια συνθήκη ή άλλη διαβούλευση. Παρά ταύτα στις 18 Φεβρουαρίου οι Γερμανοί αρχίζουν νέες εχθροπραξίες με γενικές εφόδους σ΄ όλο το μέτωπο, όπου κάτω πλέον από την επιμονή και του Λένιν οι διαπραγματεύσεις επαναλήφθηκαν σοβαρότερα όπου και τελικά συνομολογήθηκε η σχετική συνθήκη ειρήνης στις 3 Μαρτίου του 1918.
Εντυπωσιακές ομοιότητες εμφανίζονται στη συμπεριφορά του Τρότσκι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων των Μπολσεβίκων με τη γερμανική βκυβέρνηση (που προηγήθηκαν της Συνθήκης) και στη συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά στις συνομιλίες του με τους πιστωτές, δεδομένου ότι το κόμμα ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο.
Ο Τρότσκι χρησιμοποίησε τις ειρηνευτικές συνομιλίες στο Μπρεστ-Λιτόφσκ ως ένα φόρουμ για να προπαγανδίσει το μήνυμα της επανάστασης στους εργάτες και τους στρατιώτες της Ευρώπης, που είχαν κουραστεί από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ομοίως, ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, και άλλα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που χαρράσσουν εσωτερικά πολιτική, τους τελευταίους πέντε μήνες προσπαθούν να πείσουν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σχετικά με την ανάγκη να τερματιστεί η «λιτότητα», κόντρα στην πολιτική των πιστωτών.
Ακόμη ένας παραλληρισμός με τους μπολσεβίκους είναι ότι ο κ. Τσίπρας και άλλοι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβαν τα ηνία της κυβέρνησης χωρίς να έχουν προηγούμενη εμπειρία σε θέσεις εξουσίας- και δεν δείχνουν την επιθυμία να ζητήσουν συμβουλές από εκείνους που θεωρούσαν ως «σάπιες δομές του παλαιού καθεστώτος», αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο. Για το λόγο αυτό, οι αρχικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης Τσίπρας και των πιστωτών ήταν χάσιμο χρόνου - τουλάχιστον στα «μάτια» της ΕΕ και του ΔΝΤ- επειδή οι Έλληνες ήταν εντελώς απροετοίμαστοι για λεπτομερείς τεχνικές συζητήσεις.
Την ίδια στιγμή, οι πιστωτές έχουν συνειδητοποιήσει, προς απογοήτευσή τους, από την πρώτη σύνοδο κορυφής για την οικονομική διάσωση της Ελλάδας, ότι όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις - άσχετα αν προέρχονται από το κέντρο, την αριστερά ή τη δεξιά, πως είναι αδύνατο να «καθαρίσουν» το δημόσιο τομέα, τις πελατειακές σχέσεις, την ολιγαρχία στις επιχειρήσεις κ.ά.
Τώρα, για το ΣΥΡΙΖΑ, όπως και για τους Μπολσεβίκους το 1918, η ώρα της αλήθειας πλησιάζει. Μόνο ο Τσίπρας ξέρει τι τιμή είναι διατεθειμένος να πληρώσει για να κρατήσει ζωντανό το όραμα της αριστεράς στην Ελλάδα.
Τι ήταν η συμφωνία Μπρεστ-Λιτόφσκ
Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 και συνεχιζόμενου του μεγάλου πολέμου η Ρωσία ουσιαστικά εξήλθε από τη συμμαχία της Αντάντ. Μετά την ανατροπή υπό των Μπολσεβίκων της κυβέρνησης Α. Κερένσκυ (7 Νοεμβρίου 1917), οι ίδιοι προ της μεγάλης πίεσης των γερμανικών στρατευμάτων έριξαν το σύνθημα για σύναψη ειρήνης «άνευ προσαρτήσεων – άνευ αποζημιώσεων». Έτσι στις 28 Νοεμβρίου του 1917 πρότειναν στους Γερμανούς ανακωχή η οποία και συνάφθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.Οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ειρήνης σχεδόν «άνευ όρων» εκ μέρους των Ρώσων άρχισαν στη πόλη Μπρεστ – Λιτόφσκ πλην όμως ενώ αρχικά τους όρους αυτούς αποδέχθηκαν οι Κεντρικές Δυνάμεις ετέθη όρος της συνομολόγησης εντός 10 ημερών. Στις εκκλήσεις δε του Ρώσου επιτρόπου επί των εξωτερικών Λέοντος Τρόσκυ για συντόμευση, λόγω των εσωτερικών προβλημάτων δεν δόθηκε απάντηση και οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν. Αυτό υπήρξε επ' ωφελεία των Κεντρικών Δυνάμεων διότι διέβλεπαν πλέον την πλήρη αδυναμία της ρωσικής άμυνας, προκειμένου έτσι να θέσουν περισσότερους όρους.
Οι διαπραγματεύσεις ξανάρχισαν πολύ χαλαρά στις 4 Ιανουαρίου του 1918, πλην όμως είχε αρχίσει μια γενικευμένη προέλαση των γερμανικών δυνάμεων σε όλο το μήκος του μετώπου. Ο Τρόσκυ τότε αρνήθηκε ν΄ αναγνωρίσει τα νέα κράτη της Βαλτικής που καταλάμβαναν οι Γερμανοί απωθώντας συνέχεια του Ρώσους μέχρι που ο ίδιος δήλωσε μονομερώς στις 10 Φεβρουαρίου του 1918 ότι ο πόλεμος τελείωσε, χωρίς να έχει συνομολογηθεί κάποια συνθήκη ή άλλη διαβούλευση. Παρά ταύτα στις 18 Φεβρουαρίου οι Γερμανοί αρχίζουν νέες εχθροπραξίες με γενικές εφόδους σ΄ όλο το μέτωπο, όπου κάτω πλέον από την επιμονή και του Λένιν οι διαπραγματεύσεις επαναλήφθηκαν σοβαρότερα όπου και τελικά συνομολογήθηκε η σχετική συνθήκη ειρήνης στις 3 Μαρτίου του 1918.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr