Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου είναι ένα wonder girl του ελληνικού θεάτρου
24.10.202407:58
Συνέντευξη στη Μαριλού Πανταζή
Φωτογράφος Πάνος Γιαννακόπουλος
Επιμέλεια Λίζη Παπάζογλου
Σκηνοθέτις, καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Μπέλλος, μητέρα ενός 4χρονου αγοριού και μόλις 27 ετών. Το κορίτσι που ακολούθησε το όραμά της χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος δεν ισχυρίζεται ότι έχει υπερδυνάμεις, αλλά αγάπη και αφοσίωση σε αυτά που κάνει
Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου ίσως υποσυνείδητα να έχει βάλει στοίχημα με τον εαυτό της για το πόσα πράγματα μπορεί να καταφέρει μέχρι τα 30 της. Στα 22 της σκηνοθέτησε την πρώτη της παράσταση, το έργο «Ο Αλλος» του Φλοριάν Ζελέρ. Στα 23 της απέκτησε εκτός γάμου τον γιο της, απόφαση που πήρε χωρίς να αμφιταλαντευτεί ούτε στιγμή.
Στα 25 της ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου Μπέλλος μαζί με την ομάδα της The Young Quill, που γεννήθηκε τα χρόνια των σπουδών της στο Λονδίνο - τα έτερα μέλη είναι ο Φάνης Μιλλεούνης, ο Τάσος Λέκκας, η Χρυσηίς Λιατζιβίρη, η Ελίζα Σκολίδη και ο Αλέξανδρος Βάρθης. Στα 26 της ξεκίνησε να τρέχει το θεατρικό εργαστήρι στις Φυλακές Κορυδαλλού, όπου τρεις φορές την εβδομάδα μυεί κρατούμενους στη μαγεία του θεάτρου και στο τέλος της σεζόν ανεβάζει παράσταση μαζί τους. Στα 27 της, πλέον, δεν έχει τον χρόνο ούτε και τη διάθεση να κομπάσει για όλα όσα έχει καταφέρει.
Προτιμά να σκέφτεται την επόμενη παράσταση που θα ανεβάσει, τον επόμενο θεατή που θα συγκινήσει και πάνω απ’ όλα τον 4χρονο Ορφέα, το έργο ζωής που δεν θα κουραστεί ποτέ να σκηνοθετεί.
Μπλούζα Rabanne, attica, The Department Store
GALA: Πόσο δύσκολο είναι να μεγαλώνεις μόνη σου ένα παιδί;
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ: Κανένας δεν σε προετοιμάζει για τις δυσκολίες τού να μεγαλώνεις ένα παιδί γενικά, και ίσως το κάνουν εσκεμμένα για να μη σε προϊδεάσουν αρνητικά. Ευτυχώς, έχω τη βοήθεια και τη στήριξη των δικών μου. Ο Ορφέας είναι τώρα 4 χρόνων και πολύ τζόρας. Σε αυτές τις ηλικίες τα αγοράκια αγαπάνε πολύ τις μαμάδες τους. (γελάει)
GALA: Σε άλλαξε η μητρότητα;
ΑΙ.Π.: Με τη μητρότητα νιώθω ότι επαναπροσδιορίστηκα. Είναι πολύ διαφορετικό όταν σκέφτεσαι για τον εαυτό σου μόνο. Χωρίς να το πολυκαταλάβεις, ο τρόπος σκέψης σου περιλαμβάνει έναν ακόμα άνθρωπο. Δεν το κάνεις εξαναγκαστικά, το κάνεις επειδή σου προκύπτει.
G.: Η σκηνοθεσία πώς σου προέκυψε;
ΑΙ.Π.: Από τη στιγμή που αποφάσισα να μην ασχοληθώ περαιτέρω με τον χορό -γιατί έκανα χορό πολλά χρόνια και είχα περάσει και στη σχολή Rambert-, επέλεξα το θέατρο, που ήρθε κυριολεκτικά στη ζωή μου εν μια νυκτί. Σπούδασα Παραστατικές Τέχνες στο Central στο Λονδίνο και έκανα μεταπτυχιακό στη Σκηνοθεσία Θεάτρου με την Κέιτι Μίτσελ. Ποτέ δεν σκέφτηκα κάτι άλλο πλην της σκηνοθεσίας, γιατί μου άρεσε η αίσθηση ότι δημιουργείς μικρές πραγματικότητες στις οποίες καλείς ανθρώπους για να υπάρξουν, να συμμετάσχουν, να συνδημιουργήσουν και μετά καλείς τους θεατές για να τις δει, να τις αφουγκραστεί - και είναι αυτός ένας τρόπος μεγάλης επικοινωνίας και στα μάτια μου μια μεγάλη γενναιοδωρία.
G.: Δυσκολεύτηκες στην αρχή;
ΑΙ.Π.: Και ναι και όχι. Δεν δυσκολεύτηκα με την έννοια ότι δεν ματαιώθηκα, ότι δεν βίωσα την απογοήτευση πως δεν έγινε κάτι που προσπαθούσα να κάνω. Αλλά εννοείται ότι οι δυσκολίες ήταν πάρα πολλές. Πολλές πόρτες, πολλές αρνήσεις, δεν με έπαιρναν στα σοβαρά. Οταν είσαι στην αρχή, ακόμα κι αν έχεις κάνει μια πρώτη δουλειά, δεν σε ξέρει κανείς, δεν είναι εύκολο να έρθει ο κόσμος, το οικονομικό κομμάτι επίσης είναι από μόνο του μια ιστορία στο θέατρο. Στάθηκα τυχερή με την έννοια ότι, ενώ δυσκολευόμουν, πάντα τα πράγματα γίνονταν. Απλώς το θέμα είναι ότι μέχρι να γίνουν περνούσαμε και περνάμε διά πυρός και σιδήρου.
G.: Ποιες παραστάσεις σκηνοθετείς αυτή τη σεζόν στο Θέατρο Μπέλλος;
ΑΙ.Π.: Η μία είναι παλιά, έχει τον πολύ μικρό τίτλο «Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα» του Ματέι Βίζνιεκ, η οποία αφορμάται από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και μέσα από την προσωπική ιστορία δύο γονέων που ήταν πρόσφυγες και επαναπατρίζονται για να αναζητήσουν τον χαμένο τους γιο -που τελικά είναι νεκρός- ξεδιπλώνεται όλη η μεταπολεμική ιστορία των Βαλκανίων. Είχε πάει πολύ καλά πέρυσι, γι’ αυτό και την επαναλαμβάνουμε φέτος, αλλά μέχρι τις 27 Οκτωβρίου. Η καινούρια είναι το «Μεμοράντουμ» του Βάτσλαβ Χάβελ. Εχει πλάκα γιατί ο Χάβελ έγραψε αυτό το έργο ως σχόλιο κατά του σοβιετικού καθεστώτος στην τότε Τσεχοσλοβακία και στην Ελλάδα είχε ανέβει το 1973 ως σχόλιο κατά της χούντας. Αυτό το έργο φτιάχνει ένα πολύ καυστικό σύμπαν μιας δημόσιας υπηρεσίας, οριακά έχει και λίγα στοιχεία επιστημονικής φαντασίας και μιλάει για τη σύγκρουση του ανθρώπου με το σύστημα, με το οτιδήποτε επιβεβλημένο και καθεστωτικό.
G.: Σε ενδιαφέρουν τα έργα με πολιτική χροιά;
ΑΙ.Π.: Εγώ θεωρώ, και το έλεγε και ο Χάβελ αυτό, ότι το θέατρο είναι πολιτική, ακριβώς επειδή δεν έχει κομματικούς σκοπούς και κομματική στόχευση. Πιστεύω ότι ένα από τα προβλήματα που έχουμε ως κοινωνία είναι ότι δεν παίρνουμε θέση απέναντι στα πράγματα.
Οταν μπορείς να κάνεις παραστάσεις στο θέατρο, που σου δίνει ένα τρομερό βήμα γιατί έχεις θεατές κάθε βράδυ να συνομιλούν με τη σκέψη σου και την υπόστασή σου, είναι πολύ σημαντικό να παίρνεις θέση στα πράγματα. Θέλω μετά από μια παράσταση ο θεατής να προβληματιστεί και, το πιο σημαντικό, να νιώσει, να μη μείνει ατάραχος. Εστω και μια στιγμή αν συγκινηθούν, αν θυμώσουν, αν χαρούν, αν αισθανθούν οτιδήποτε, αυτό με κάνει πολύ χαρούμενη. Εναν θεατή να έχεις κάθε βράδυ που με αυτό που θα δει θα μετατοπιστεί είναι επιτυχία.
Φόρεμα Jacquemus, attica, The Department Store. Γόβες Mary Janes Jeffrey Campbell, Favela
G.: Πώς νιώθεις κάθε φορά που ένα έργο σου βγαίνει στη σκηνή;
ΑΙ.Π.: Στην αρχή νιώθω τρομερή εκπλήρωση και ικανοποίηση και μετά παθαίνω το σύνδρομο της άδειας φωλιάς. Οπως είναι αυτό που λέμε για την ενηλικίωση που φεύγει το παιδί από το σπίτι και υπάρχει τρομερή χαρά και ενθουσιασμός γιατί θέλεις να δεις πώς θα πάει, πώς θα εξελιχθεί, πώς θα προχωρήσει, αλλά από την άλλη νιώθεις ότι δεν είσαι πια πολύ σημαντικός, γιατί αυτό που ήταν να κάνεις το έκανες και φεύγει από σένα.
G.: Πώς ξεκίνησε η ανάμειξή σου με το θεατρικό εργαστήρι στις Φυλακές Κορυδαλλού;
ΑΙ.Π.: Τυχαία. Θέλαμε να παρουσιάσουμε μια παράστασή μας σε κρατούμενους στον Κορυδαλλό και πάνω στις διαπραγματεύσεις βρέθηκε στον δρόμο μου η Γιολάντα Κωνσταντινίδη, που είναι κοινωνιολόγος και υπεύθυνη όλων αυτών των θεάσεων, και μου πρότεινε να το αναλάβω. Το ξεκίνησα δοκιμαστικά και το δοκιμαστικά έγινε πια μονιμότητα. Για δεύτερη χρονιά φέτος, λοιπόν, ξεκινάμε από αυτό τον μήνα το θεατρικό εργαστήριο στο οποίο συμμετέχουν 25-35 κρατούμενοι κατόπιν αίτησης, γιατί δεν γίνεται να συμμετάσχουν όλοι και είναι δύσκολη και χρονοβόρα η γραφειοκρατία.
G.: Πώς ανταποκρίνονται οι κρατούμενοι;
ΑΙ.Π.: Κάποιοι άνθρωποι μέσα από αυτή τη διαδικασία νιώθω ότι έχουν μετατοπιστεί συθέμελα. Μέσω του εργαστηρίου μαθαίνουν να συνεργάζονται και να ομαδοποιούνται και το κάνουν πολύ πειθαρχημένα.
G.: Νιώθεις ότι η τέχνη μπορεί να διαπλάσει έναν παραβατικό άνθρωπο;
ΑΙ.Π.: Εννοείται. Θεωρώ ότι σε τέτοιες περιπτώσεις η τέχνη είναι δικαίωμα και όχι προνόμιο. Οι άνθρωποι αυτοί μπαίνουν στον Κορυδαλλό έχοντας ένα πάρα πολύ σκληρό βίωμα, περιθωρίου. Το επόμενο βίωμα είναι τιμωρητικό. Και τους ζητάμε να σωφρονιστούν. Κάπως θα πρέπει να υπάρχει ένα άλλο βίωμα για να δημιουργήσει ένα αντίβαρο. Και ακριβώς επειδή η τέχνη είναι μια διαδικασία βιωματική, μπορεί πολλές φορές να λειτουργήσει ως αυτό το αντίβαρο. Δεν θα πετύχει με όλους αυτό, εξυπακούεται, δεν είναι θαυματουργή η τέχνη, αλλά σε κάποιους θα λειτουργήσει. Κι αυτό μου δίνει μια ελπίδα, γιατί με κάνει να νιώθω ότι το θέατρο είναι ένα πάρα πολύ ισχυρό εργαλείο.
G.: Με τόσο φορτωμένη καθημερινότητα, πότε προλαβαίνεις να δεις τον Ορφέα;
ΑΙ.Π.: Περνάμε χρόνο μαζί το πρωί πριν πάει στο σχολείο, το μεσημέρι πάντα πηγαίνω στο σπίτι για μια-δυο ώρες για να τον δω και τώρα τελευταία έχει αποκτήσει τη συνήθεια να ξυπνάει το βράδυ την ώρα που γυρίζω για να πούμε τα νέα της ημέρας.
G.: Και για τον εαυτό σου τι σου αρέσει να κάνεις όταν έχεις χρόνο;
ΑΙ.Π.: Κάνω πολύ χορό -μπαλέτο και στύλο-, και γυμναστική. Επειδή ξεκίνησα από τον χορό, για μένα είναι και υπαρξιακής σημασίας, δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς να κάνω μπαλέτο. Είναι η ψυχοθεραπεία μου.