Marseaux: Μια διαφορετική προσέγγιση στη μουσική και στην αυθεντικότητα

Σε μια εποχή όπου όλοι θέλουν να γίνουν (ή να φαίνονται) άλλοι, η 22χρονη αλλά ήδη δημοφιλής καλλιτέχνις έχει ταχθεί στο να είναι απλώς ο εαυτός της

Αυτή η συνέντευξη για τη Marseaux ξεκίνησε περίπου 12 ώρες πριν πραγματοποιηθεί, από το προηγούμενο βράδυ δηλαδή. Ναι, η ταλαντούχα καλλιτέχνις δεν είναι η επιτομή του πρωινού τύπου, γι’ αυτό και, όπως λέει η ίδια, φρόντισε να πέσει για ύπνο από τις 11. Είναι, όμως, επαγγελματίας, πράγμα που μαρτυρά μεν η απήχηση της δουλειάς της, επιβεβαιώνει δε η συνέπειά της στο ραντεβού μας. Και μάλιστα με ενέργεια και διάθεση που κάθε άλλο παρά προδίδει ότι το πρωινό εγερτήριο δεν είναι μια από τις αγαπημένες συνήθειές της.

Αλλά, εδώ που τα λέμε, η 22χρονη δημιουργός, που αυτή την περίοδο προετοιμάζει μαζί με το καλλιτεχνικό alter ego της, τον Solmeister, το τρίτο άλμπουμ της, έχει καταφέρει πολλά περισσότερα. Κυρίως έχει κατακτήσει το δικαίωμά της να υπάρχει, να δημιουργεί και να είναι ο εαυτός της σε μια χώρα που δεν αγαπά ιδιαίτερα την ποπ μουσική, κάθε άλλο παρά ευνοεί τους δημιουργικούς ανθρώπους και υποκλίνεται στα στερεότυπα και στις copy paste καλλιτεχνικές περσόνες.

Η Μαρία-Σοφία, κατά κόσμον Marseaux, αποφάσισε από (πολύ) μικρή να κάνει τα πράγματα με τον δικό της τρόπο. Μπορεί να φοίτησε σε καλλιτεχνικό σχολείο, να εντρύφησε στο θέατρο παίζοντας σε σχολικές και αργότερα σε επαγγελματικές παραστάσεις, να μυήθηκε στον χορό -και μάλιστα με διακρίσεις και βραβεία-, τελικά όμως αποφάσισε ότι η κλίση της της ήταν κάτι που αφουγκράστηκε πρώτα η ίδια και όχι οι άλλοι, όπως συνέβαινε στη ζωή της ως τότε.

Τα τελευταία έξι χρόνια η Marseaux γράφει μαζί με τον Solmeister και ερμηνεύει μουσική που ακούγεται πολύ και αγαπιέται άλλο τόσο. Η ίδια πιστεύει ότι η πρώτη ύλη της μουσικής της δεν είναι ούτε το ταλέντο, ούτε κάποια θεόπνευστη έμπνευση, αλλά η αλήθεια. Σε μια εποχή όπου όλοι κρύβονται πίσω από μια οθόνη σχεδόν πεπεισμένοι πως είναι στ’ αλήθεια ο σοσιαλμιντιακός αντικατοπτρισμός τους, η ανερχόμενη καλλιτέχνις επιλέγει να είναι ειλικρινής, αληθινή, ο εαυτός της. Να ακούει Λάνα Ντελ Ρέι, Μπίλι Αϊλις και The Weeknd, να περνά ώρες με τον Ζαζού, τον αγαπημένο της γάτο, και να ομολογεί σχεδόν αποστομωτικά πως αν ήταν διαρκώς και αταλάντευτα χαρούμενη, στ’ αλήθεια δεν θα είχε τι να γράψει και τι να τραγουδήσει.



GALA: Σε τι φάση είσαι;
MARSEAUX: Θα έλεγα ότι είμαι σε μια πολύ δημιουργική φάση. Ετοιμάζω το τρίτο μου άλμπουμ που θα λέγεται «Witch». Μάλλον θα έχει 10 κομμάτια.
G.: Ποιος το αποφασίζει αυτό;
M.: Εγώ και ο Solmeister. Θεωρώ ότι είναι ό,τι πιο ολοκληρωμένο έχω κάνει ποτέ. Το δουλεύουμε εδώ και περίπου έναν χρόνο. Κι ακόμα δεν έχουμε τελειώσει.
G.: Πώς είναι η συνεργασία; Εχει γέλιο; Εντάσεις; Διαφωνίες; Συμφωνίες;
M.: Ο Sol γράφει. Εγώ είμαι περισσότερο στο μελωδικό και το θεματικό κομμάτι. Συγκρούσεις δεν έχουμε και δεν είχαμε ποτέ. Είμαστε πολύ ταιριαστοί στο κομμάτι της δουλειάς. Κι αν συγκρουστούμε, θα είναι για πράγματα που θα βρίσκονται εκτός δίσκου. Από τη στιγμή που ξεκινάμε ένα άλμπουμ έχουμε κοινή πορεία σκέψης.
G.: Και πώς ξεκινάτε;
M.: Με ρωτάει ο Sol: «τι θες να πούμε; Πόσους πρώην σου θες να κράξεις;». (γελάει)
G.: Eχεις χαρακτηρίσει τη σχέση σου μαζί του πατρική. Αναρωτιέμαι πώς γνωριστήκατε.
M.: Τελείως τυχαία. Εγώ μεγάλωσα στη Ραφήνα. Σε μια πόλη δηλαδή όπου όλα μαθαίνονται. Ετσι είχε βγει η φήμη ότι υπήρχε ένα κορίτσι -εγώ- κάτω στο λιμάνι που τραγουδούσε. Με έπιασε λοιπόν μια φίλη μου και με ρώτησε: «Τραγουδάς;». Αυτή είχε κάποιους φίλους που είχαν ήδη γκρουπ και έψαχναν μια φωνή για ένα τραγούδι. Πήγαινα Α’ Λυκείου τότε. Δεν είχα ιδέα από ηχογράφηση, όμως επειδή ήμουν ανέκαθεν ανοιχτή σε νέα πράγματα, είπα να το δοκιμάσω. Γνωριστήκαμε με τα παιδιά, μιλήσαμε, γελάσαμε πολύ και γράψαμε το τραγούδι. Ηταν το «Μια φορά κι έναν καιρό», το οποίο έβαλα τελευταίο τραγούδι στο δεύτερο άλμπουμ μου. Από εκεί ξεκίνησε η φιλία μας με τον Sol.

«Από 16 ετών που είχαμε 20 άτομα κοινό μέχρι σήμερα που έχουμε 2.000, κάνουμε το ίδιο. Καθόμαστε ώρες ολόκληρες και γνωρίζουμε τους fans»

G.: Τότε αποφάσισες να ασχοληθείς με τη μουσική;
M.: Καλλιτεχνικές ανησυχίες είχα από μωρό ακόμα. Οι γονείς μου άκουγαν πολλή μουσική, όλη μέρα, κάθε μέρα. Είναι το χούι που μου έχουν κολλήσει. Ο πατέρας μου είναι της punk, της hardcore και της metal μουσικής. Είναι γεμάτος τατουάζ.
G.: Μαλλί μακρύ;
M.: Θα ’θελε πολύ, αλλά του έχει πέσει. (γέλια) Η μητέρα μου από την άλλη άκουγε ελαφρολαϊκό, έντεχνο, όπερα. Και πολύ Ρουβά. Ο πατέρας μου είχε όνειρο ζωής να παίζει σε μια μπάντα. Είχε πάρει ντραμς και ξεκίνησε να μαθαίνει μόνος του. Τώρα πια έχει τη δική του μπάντα με φίλους του. Και είναι και πάρα πολύ καλός, μπορώ να πω. Απ’ όταν με θυμάμαι, λοιπόν, έκανα μιμήσεις. Εβλεπα την Αλίκη Βουγιουκλάκη ή τη Μάρθα Καραγιάννη ή την Τζένη Καρέζη και προσπαθούσα να τους μοιάσω. Ημουν λίγο σούργελο. Είχα κόλλημα και με το τραγούδι «Η πιο καλή γκαρσόνα». Είχα φτιάξει ολόκληρη χορογραφία. Στα 6 μου ξεκίνησα να κάνω χορό, μετά ερασιτεχνικό παιδικό θέατρο, πήγαινα σε χορούς, σε πανηγύρια.
G.: Θυμάσαι τι είχες παίξει;
M.: Είχαμε ανεβάσει τον «Κύκλο με την κιμωλία», το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» και το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας». Από το Γυμνάσιο ξεκίνησα να παίζω επαγγελματικά σε μιούζικαλ, στο «Αννι», στη «Μελωδία της ευτυχίας», στο «Μπίλι Ελιοτ». Τότε είπα πως αυτό θέλω να κάνω σε όλη μου τη ζωή.
G.: Πώς σε βρήκαν για τις παραστάσεις αυτές;
M.: Πήγα σε οντισιόν. Δεν το περίμενα ότι θα με έπαιρναν. Ηξερα ότι χορεύω καλά και ότι έχω άνεση με τη σκηνή, αλλά δεν είχα ιδέα ότι είχα καλή φωνή. Εκεί το κατάλαβα.
G.: Σκληρό για ένα παιδί να δουλεύει στο θέαμα;
M.: Για μένα είχε μόνο χαρά. Κι επειδή πάντα έπαιζα με άλλα παιδιά, πάντα έβρισκα τρόπο να «κουμπώνω» και να ενταχθώ.


G.: Αλλά τελικά απ’ όλα αυτά σε κέρδισε η μουσική;
M.: Είδες; Ενώ ασχολήθηκα τόσο πολύ με τον χορό και το θέατρο, τελικά αποφάσισα να στραφώ στη μουσική. Γιατί; Διότι για όλα τα άλλα μού είχαν δείξει τον δρόμο οι άλλοι. Ενώ το τραγούδι και η μουσική ήταν κάτι που ανακάλυψα τελείως μόνη μου. Και καθορίζω εγώ την πορεία του.
G.: Μπορείς ακόμα και τώρα που το κάνεις επαγγελματικά;
M.: Φυσικά και μπορώ. Η εταιρεία μου, η Minos-EMI, είναι πολύ ανοιχτή, με αποτέλεσμα να μην καταπιέζω καθόλου τον καλλιτέχνη μέσα μου. Δεν υπάρχει φορά που να έχω ακούσει «όχι».
G.: Δηλαδή δεν προσπάθησαν ποτέ να σε βάλουν σε καλούπι;
M.: Ευτυχώς όχι. Και να το είχαν προσπαθήσει, ο Sol είναι τόσο κέρβερος που δεν θα το αποδεχόταν. (γέλια)
G.: Το γεγονός ότι φαίνεται να είσαι αγαπητή, να έρχεται κόσμος στις συναυλίες σου, να σε ακολουθούν χιλιάδες στα κοινωνικά δίκτυα πώς το προσλαμβάνεις;
M.: Να πω την αλήθεια, δεν το πίστευα ότι θα συνέβαινε. Είναι ωραίο. Πολύ ωραίο. Γιατί νιώθεις ότι δίνεις φωνή σε άτομα που δεν την έχουν και δεν μπορούν να τη βρουν αλλού. Νιώθεις ότι κάνεις μια εικονική αγκαλιά σε ανθρώπους που τη χρειάζονται και δεν την έχουν. Αυτό για μένα είναι ευλογία. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα το καταφέρω και μακάρι να μην το χάσω ποτέ από τη ζωή μου.
G.: Ασχολείσαι με τους followers σου; Συνομιλείς μαζί τους;
M.: Εχω έναν πολύ δυνατό πυρήνα. Και γι’ αυτό ευθύνεται ο Sol, ο οποίος με σύστησε στο δικό του κοινό. Εχω πολύ στενή επαφή με τους ακροατές, μετά τα live μιλάω με όλους και φωτογραφίζομαι με όλους.
«Αυτό που κάνω είναι πολύ αληθινο, είναι εγώ. Εκτίθεμαι πολύ με τη μουσική μου στους άλλους. Ολα τα τραγούδια μου είναι βγαλμένα από τη ζωη μου»

G.: Δεν σνομπάρεις;
M.: Καθόλου. Από 16 χρόνων, που είχαμε 20 άτομα κοινό, μέχρι σήμερα που έχουμε 2.000, κάνουμε το ίδιο. Καθόμαστε ώρες ολόκληρες και γνωρίζουμε τους fans.
G.: Ποια θέματα απασχολούν τους ανθρώπους της γενιάς σου;
M.: Το ερωτικό κομμάτι είναι βασικό. Μας απασχολεί ότι όλα έχουν γίνει πιο απρόσωπα, όλα βρίσκονται πίσω από μια οθόνη, δεν είναι τόσο αθώα όσο φανταζόμαστε ότι ήταν παλιά. Εχω και πολλούς fans από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, οι οποίοι νιώθουν ότι δεν έχουν χώρο να εκφραστούν. Ακόμα καταπιέζονται και κρύβονται. Είναι τα γνωστά αλλά όχι ασήμαντα θέματα.
G.: Θεωρείς ότι οι συνομήλικοί σου ταυτίζονται μαζί σου επειδή δεν ακολουθείς το στερεότυπο;
M.: Νομίζω ότι μπορώ να τους καταλάβω κάπως καλύτερα απ’ ό,τι ένας άνθρωπος μεγαλύτερης ηλικίας.
G.: Πρέπει να δίνεις αγώνες για να είσαι εσύ;
M.: Ναι, θέλει πολύ μεγάλο αγώνα. Οταν κάνεις ποπ στην Ελλάδα ή όταν κάνεις οτιδήποτε στο οποίο εκτίθεσαι, πρέπει για κάποιον λόγο να είσαι συγκεκριμένων κιλών, προδιαγραφών, στυλ κ.λπ.
G.: Γιατί Marseaux;
M.: Γιατί με λένε Μαρία-Σοφία. Το είχε αποφασίσει η μητέρα μου πριν ακόμα γεννηθώ. Ολοι έτσι με φωνάζουν από μικρή.
G.: Η οικογένειά σου, τώρα που πλέον έχεις τη δική σου καριέρα, τι σου λέει;
M.: Ο μπαμπάς μου ήταν λίγο αγχωμένος στην αρχή. Εκείνο που μου έλεγε ήταν ότι υπάρχουν άλλες 150, γιατί εσύ; Το καταλαβαίνω, αλλά δεν το δικαιολογώ. Τώρα καμαρώνει. Δεν έχει χάσει ποτέ live μου.


G.: Αλήθεια, γιατί εσύ;
M.: Ακόμα προσπαθώ να το απαντήσω. Εκείνο που πολλές φορές λέω στον εαυτό μου είναι ότι αυτό που κάνω είναι πολύ αληθινό, είναι εγώ. Εκτίθεμαι πραγματικά πολύ μέσω της μουσικής στους άλλους. Ολα τα τραγούδια μου είναι βγαλμένα από τη ζωή μου.
G.: Εκτιμάται δηλαδή η ειλικρίνεια;
M.: Στη δική μου περίπτωση, πολύ.
G.: Τι σου ’χει μάθει η δουλειά;
M.: Οτι το να μην το παίζεις κάποιος και να δείχνεις ότι είσαι ο εαυτός σου θα σου βγει σε καλό. Οτι το να δίνεις κάποιες μάχες γι’ αυτό που είσαι και να μην καβαλάς και ακολουθείς το κύμα, επίσης, θα σου βγει σε καλό. Να έχω θάρρος και να ακολουθώ την καρδιά μου.
G.: Σε ποιον στίχο που έχεις τραγουδήσει καθρεφτίζεις καλύτερα τον εαυτό σου;
M.: «Ενα μέτρο κι ένα Milko και πενήντα μέτρα γκρίνιας».
G.: Σκληρό.
Μ.: Αλλά αληθινό ◆


Επιμέλεια: Λίζη Παπάζογλου Styling: Antonio Fanable Make up: Νικόλας Παπαδάκης (Gingerbread) Hair: Σπύρος Λιάπης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr