Κική Δημουλά: Η ζωή της με τα δικά της λόγια

Πέθανε χθες το απόγευμα στα 89 της χρόνια η σπουδαία ποιήτρια - Την είχαμε προτείνει για Νόμπελ αποκάλυψε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη

Για το Νόμπελ της Ποίησης είχε προτείνει το υπουργείο Πολιτισμού την Κική Δημουλά, όπως αποκάλυψε το πρωί της Κυριακής η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, μιλώντας στον Αντένα. Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος, αλλά και ο κόσμος των γραμμάτων εξέφρασε τη θλίψη του για τον θάνατο της σπουδαίας ποιήτριας και ακαδημαϊκού που άφησε χθες  το απόγευμα την τελευταία της πνοή, στην εντατική ιδιωτικού θεραπευτηρίου της Αθήνας όπου νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες. Η κηδεία της Κικής Δημουλά, που έφυγε στα 89 της χρόνια θα γίνει δημοσία δαπάνη, ως ελάχιστος φόρος τιμής στην μεγάλη ποιήτρια που μέσα από το έργο της εξύψωσε τον άνθρωπο. 

Μάλιστα, η υπουργός Πολιτισμού έδωσε στη δημοσιότητα την επιστολή με την οποία πρότεινε την Κική Δημουλά για το βραβείο Νόμπελ. Η επιστολή ακολουθεί: 

Στις 16 Ιανουαρίου 2020, η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη απέστειλε επιστολή προς την Επιτροπή Νόμπελ της Σουηδικής Ακαδημίας, με την οποία πρότεινε την υποψηφιότητα της Κικής Δημουλά για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Ακολουθεί η μετάφραση της επιστολής της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού:

Αγαπητοί κύριοι,

Με την παρούσα επιστολή έχω την τιμή να προτείνω την υποψηφιότητα της Κικής Δημουλά για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Η Κική Δημουλά είναι μία ευρέως αναγνωρισμένη ποιήτρια, που τιμάται από τους κριτικούς λογοτεχνίας, τους συναδέλφους της και το κοινό. Έχει βραβευθεί από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, κατέχει την Έδρα Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών -είναι μόλις η τρίτη γυναίκα στην ιστορία της Ακαδημίας- και είναι, επίσης, Επίτιμη Διδάκτωρ του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης.

Η Κική Δημουλά θεωρείται η σημαντικότερη εν ζωή σύγχρονη ποιήτρια. Η ποίησή της μπορεί να φαίνεται αρκετά απλή, καθώς οι στίχοι της συχνά μιλάνε για την καθημερινή γυναίκα, τη ζωή της και τη ρουτίνα της. Ωστόσο, τα ποιήματά της είναι ταυτόχρονα εκλεπτυσμένα, τολμηρά, δημιουργικά. Είναι βιωματικά και φιλοσοφικά, και αυτός είναι ένας από τους λόγους που η Δημουλά, όχι μόνο έχει υπάρξει επιτυχημένη και δημοφιλής ποιήτρια, αλλά συνέβαλε αποφασιστικά στη διεύρυνση του αναγνωστικού κοινού της ποίησης, στην Ελλάδα.

Οι άνθρωποι ταυτίζονται με τα ποιήματά της, γιατί η Κική Δημουλά γράφει για τη θλίψη, το πένθος, την ενοχή, το αναπόφευκτο. Γράφει για τη θλίψη, αλλά τα ποιήματά της δεν είναι λυπηρά. Προσφέρουν ελπίδα και σύνδεση με την εσωτερική μας ανθρωπιά.

Με εκτίμηση,

Λίνα Μενδώνη
Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού






Ποιά ήταν η Κική Δημουλά




Δεν υπήρξε ποτέ συνηθισμένη. Ούτε ως άνθρωπος ούτως ως ποιήτρια. Απλή, ναι. Συνηθισμένη όμως όχι. Γιατί η Κική Δημουλά κατάφερνε να συνδυάζει αριστοτεχνικά τα χαρακτηριστικά μιας καθημερινής γυναίκας, μητέρας κι αργότερα γιαγιάς με την πνευματικότητα ενός σοφού λογοτέχνη. Την λατρεία και τον θαυμασμό της συζύγου προς τον άντρα της με την επιθυμία να μην ζει στη σκιά του. Τη λογική της τραπεζικής υπαλλήλου με την αχαλίνωτη ποιητική φαντασία…Και οι λέξεις που επέλεγε να πει τις μεγάλες αλήθειες της ήταν βαλμένες στη σειρά μαγικά, έτσι ώστε να συνθέτουν, κάθε φορά, ένα μικρό έργο τέχνης απ’ αυτά που μιλούν κατευθείαν στην καρδιά.

Ακόμη και την ιστορία της ζωής της φρόντισε να την διηγηθεί με τα δικά της λόγια, τον δικό της άμεσο τρόπο, χωρίς υπερβολές και μεγαλοστομίες, έννοιες που ουδέποτε συμπάθησε.


«Ένα βιογραφικό σημείωμα πρέπει, αφού γραφτεί, να μείνει επ’ αρκετόν καιρό κρεμασμένο στον αέρα από ένα τσιγκέλι αυστηρότητας, ώστε να στραγγίξουν καλά τα στερεότυπα, οι ωραιοποιήσεις, η ρόδινη παραγωγικότης και ο πρόσθετος ναρκισσισμός, πέραν εκείνου που ενυπάρχει στη φύση μιας αυτοπαρουσίασης. Μόνον έτσι βγαίνει το καθαρό βάρος: το ήθος που επέβαλες να τηρεί η προσπάθειά σου.

Τα πόσα βιβλία έγραψε κανείς, πότε τα εξέδωσε, ποιες μεταφράσεις τα μεταναστεύουν σε μακρινές ξένες γλώσσες και ποιες διακρίσεις τα χειροκροτούν είναι τόσο τρέχοντα, όσο το να πεις ότι μέσα σ’ έναν βαρύτατο χειμώνα υπήρξαν και κάποιες μέρες με λαμπρή λιακάδα.



Ωστόσο, επειδή αυτό είναι το υλικό της πεπατημένης, που δεν μπορεί να συνεχίσει τη χάραξή της με συνεσταλμένες καινοτόμες επιφυλάξεις,

γεννήθηκα στην Αθήνα το 1931. Η παιδική ηλικία πέρασε χωρίς να αναδείξει το “παιδί θαύμα”. Το 1949, τελειώνοντας το Γυμνάσιο, υπέκυψα εύκολα στο “πρέπει να εργαστείς”, και εργάστηκα στην Τράπεζα της Ελλάδος είκοσι πέντε χρόνια.

Ανώτερες σπουδές: η μακρά ζωή μου κοντά στον ποιητή Άθω Δημουλά. Χωρίς εκείνον, είμαι σίγουρη ότι θα είχα αρκεστεί σε μια ρεμβαστική, αμαθή τεμπελιά, προς την οποίαν, ίσως και σοφά, ακόμα ρέπω. Του οφείλω το λίγο έστω που της ξέφυγα, την ατελή έστω μύησή μου στο τι είναι απλώς φωνήεν στην ποίηση και τι είναι σύμφωνον με την ποίηση, του οφείλω ακόμα την πικρότατη δυνατότητα να μπορώ σήμερα, δημόσια, να τον μνημονεύω εις επήκοον της πολυπληθούς λήθης.

Αυταπαρνητική, παραχωρήθηκα στο ρόλο της μητέρας και με τρυφερή γενναιότητα άκουσα να προσφωνούμαι “γιαγιά”. Κυλώ τώρα με ψυχραιμία και χωρίς βλέψεις διαιωνίσεως μέσα σ΄ αυτές τις νέες παρακαμπτήριες του αίματός μου. Κυλώ και, όσο πλησιάζω στις εκβολές, όλο και ονειρεύομαι ότι θα μου πετάξει η ποίηση ένα σωσίβιο ποίημα.

Δεν νιώθω δημιουργός. Πιστεύω ότι είμαι ένας έμπιστος στενογράφος μια πολύ βιαστικής πάντα ανησυχίας, που κατά καιρούς με καλεί και μου υπαγορεύει κρυμμένη στο ημίφως ενός παραληρήματος, ψιθυριστά, ασύντακτα και συγκεκομμένα, τις ακολασίες της με έναν άγνωστο τρόπο ζωής.


Όταν μετά αρχίζω να καθαρογράφω, τότε μόνον, παρεμβαίνω κατ’ ανάγκην: όπου λείπουν λέξεις, φράσεις ολόκληρες συχνά και το νόημα του οργίου, προσθέτω εκεί δικές μου λέξεις, δικές μου φράσεις, το δικό μου όργιο στο νόημα, ότι τέλος πάντων έχει περισσέψει από δικές μου ακολασίες με έναν άλλον, άγνωστο τρόπο ζωής.

Τόσο μεταχειρισμένη και υπηρεσιακή είναι η ανάμειξή μου στη δημιουργία. Φύσει ολιγογράφος, εξέδωσα οκτώ ποιητικές συλλογές μέσα σε σαράντα πέντε χρόνια. Η σημασία τους είναι ακόμα συμβατική. Είναι γραμμένη στη λίστα αναμονής των μεγάλων επερχόμενων κυμάτων του μετα-κριτή χρόνου»



Λόγια και σκέψεις της που έχουν εκφραστεί δημόσια

Τί είναι ποίημα: «Είναι από τα πιο επηρμένα μυστήρια, τα πιο αχανή, και μόνο ικανοποίηση στις παρομοιώσεις δίνεις αν πεις ότι η ποίηση είναι ένα μείγμα εύγευστων δηλητηρίων σε χρυσά δελεαστικά ποτήρια, ή ότι είναι ο πειρασμός, ο δαίμονας που μπαίνει ξαφνικά στο σώμα του κανονικού, προκαλώντας ένα σεληνιασμό γόνιμο, ή ακόμα ότι είναι ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων που υποφέρουν μέσα μας, είτε ως ανικανοποίητα είτε ως προδομένα…»

Πώς ορίζεται η έννοια ποιητή: «Ο ποιητής είναι ο συναγερμός που έχει τοποθετήσει η ποίηση στα τρωτά της σημεία για να μην την διαρρήξουν. Είναι το κόκκινο ματάκι που αρχίζει να βαράει δαιμονισμένα, μόλις περάσει μπροστά από την ακτίνα του ύποπτος, γάτα, κουνούπι ή και κάποια σωματώδης αδιαφορία. Ο ποιητής εξαπολύει αμέσως όλες τις αστυνομικές του δυνάμεις που τρέχουν να συλλάβουν το ερέθισμα»

Πώς γράφεται ένα ποίημα: Με τόσους τρόπους όσοι και οι ποιητές στον κόσμο. Τώρα, πώς γράφεται ένα καλό ποίημα, ε! αυτό πια πραγματικά μόνον ένας θεός το ξέρει. Πάντως με σκληρή δουλειά και εσωτερικές αιμορραγίες. Με άγρυπνη τη δυσπιστία του ποιητή απέναντι σ’ αυτό που γράφει. Με γενναιότητα αυτοκριτικής. Σκίζοντας.
Τα καλά ποιήματα που γράφτηκαν ανεμπόδιστα απ’ την αρχή ως το τέλος μονορούφι, πιστεύω ότι είναι τόσο σπάνια όσο και η ευτυχία. Ο μύθος της έμπνευσης, που στα φέρνει όλα μασημένα, που την μυρίζεις ως κρίνο και γεννάται θείον ποίημα, έχει καταρριφθεί. Η έμπνευση είναι μόνο η κατάλληλη χρονική στιγμή, ένα ανήσυχο ξυπνητήρι, που εγείρει τη διάθεσή σου από τη μακάρια αφασία της.Από κει και πέρα γίνεται ένας χειρώναξ που κουβαλάει τόνους άμορφο υλικό, από τη μια λύση στην άλλη, από τη μια αστοχία στην άλλη, χτίζει γκρεμίζει, κινείται κάθε φορά σαν αρχάριος, βάζει στη θέση της πόρτας το παράθυρο. Το ανεξήγητο και το θαυμαστό μυστήριο της τέχνης είναι ότι, συχνά αυτή
η λάθος κίνησή σου, να βάλεις δηλαδή στη θέση της πόρτας το παράθυρο,αυτή αποβαίνει να είναι η ευτυχισμένη τελείωση του ποιήματος…»

Για τον έρωτα:« Ο έρωτας είναι η επιμονή μας. Αυτό θα πει ανάγκη για έρωτα. Γιατί ενώ έχουμε την πείρα και του ανεκπλήρωτου, και της μικρής του διάρκειας, και της ταλαιπωρίας που μας γεννά αυτή η αγωνία αν είναι έρωτας ή δεν είναι, όμως επανερχόμαστε σ' αυτό το θέμα».

Για το θάνατο: «Τον θάνατο τον τρέμω. Πραγματικά τον τρέμω. Γιατί ξέρω ότι τότε δεν θα συμβαίνει τίποτα απ’ αυτά που συμβαίνουν τώρα. Αυτός είναι ο παντοδύναμος τελικά και όχι άλλος τις. Σκέψου ότι από τη στιγμή που γεννιέσαι, είσαι ετοιμοθάνατος. Διότι περί αυτού πρόκειται. Αυτό εγώ δεν το συνήθισα και δεν το συγχώρησα. Και είμαι ακόμα πεινασμένη για ζωή. Ισως και η κίνηση να γράφω ακόμα ποιήματα στα ογδόντα πέντε μου να είναι η έκφραση αυτής της απροθυμίας μου να πεθάνω, της αδυναμίας μου να φανταστώ τι μπορεί να υπάρξει όταν ένα σώμα νεκρωθεί. Διότι, κακά τα ψέματα, ποια ψυχή χωρίς σώμα; Χωρίς σώμα ποια ψυχή; Το σώμα είναι το επιχείρημα της ψυχής για να υπάρχει».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr