Εισαγγελείς: Η νέα διάταξη για τις λίστες φοροφυγάδων αποτελεί παρέμβαση στη Δικαιοσύνη

Η Ένωση Εισαγγελέων προειδοποιεί για κίνδυνο χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης για πολιτικούς λόγους

«Παρέμβαση»  η οποία «εξυπηρετεί τη διεκπεραίωση εκκρεμούς ποινικής υπόθεσης» (για τις λίστες) αποτελεί η νέα διάταξη που περιελήφθη στο νόμο για την επέκταση του σύμφωνου ελεύθερης συμβίωσης και επιτρέπει τη χρήση παρανόμως αποκτηθέντων αποδεικτικών μέσων που έχουν συλλεγεί με μη νόμιμο τρόπο σε υποθέσεις που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς (σκάνδαλα διαφθοράς).

Αυτό υπογραμμίζει, μεταξύ των άλλων, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος  σε ανακοίνωση της και τονίζει ότι με τον τρόπο αυτό δημιουργείται  η  εντύπωση «εργαλειακής χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης για την επίτευξη ορισμένης πολιτικής ή στόχου», ενώ εκφράζει φόβους ως προς την συνταγματικότητά της.

Στον ψηφισθέντα στις 22.12.2015 νόμο 4356/2015 για την επέκταση του σύμφωνου ελεύθερης συμβίωσης και  στα ομόφυλα ζευγάρια, συμπεριλήφθηκε η διάταξη, «κατά  παρέκκλιση από την εφαρμογή του άρθρου 177 του  Κώδικά Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.) έτσι, ώστε για ορισμένες κατηγορίες κακουργημάτων (αρμοδιότητας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς) να επιτρέπεται η αποδεικτική αξιοποίηση στοιχείων που έχουν συλλεγεί με μη νόμιμο τρόπο».

Με άλλα λόγια επιτρέπει η νέα ρύθμιση την ελεύθερη κυκλοφορία άγνωστης προελεύσεως λιστών με ονόματα, κατά κανόνα φερομένων ως φοροφυγάδων, οι οποίες θα αξιοποιούνται αδιακρίτως  για την απόδειξη οικονομικών εγκλημάτων.  

Οι εισαγγελείς εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για την επίμαχη νέα νομοθετική ρύθμιση, ως προς την σκοπιμότητα, την συνταγματικότητά της, κ.λ.π.
  
Συγκεκριμένα εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους, καθώς:

1) Εξυπηρετεί τη διεκπεραίωση εκκρεμούς ποινικής υπόθεσης (σ.σ.: που αφορά τις λίστες) και, επομένως, υπόκειται ευλόγως σε κριτική ως νομοθετική παρέμβαση ad rem. Συνακόλουθα, δεν αποφεύγει να δημιουργήσει την εντύπωση εργαλειακής χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης για την επίτευξη ορισμένης πολιτικής ή στόχου, που δεν είναι συμβατή με τους κανόνες καλής νομοθέτησης και σεβασμού των διακριτών ρόλων των πολιτειακών λειτουργιών.

2) Δεν είναι εμφανές εάν και πώς συνάδει με τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 19 §3, σύμφωνα με την οποία «απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού (απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας) και των άρθρων 9 (άσυλο κατοικίας) και 9 Α (προστασία προσωπικών δεδομένων)».

3) Εισάγει, με τρόπο νομικά μη αποδεκτό, ειδική δικονομική αντιμετώπιση ορισμένων κατηγοριών εγκλημάτων και κατηγορουμένων, ώστε  η μεταχείρισή τους, στο πεδίο της επί ίσοις όροις άσκησης των υπερασπιστικών τους δικαιωμάτων να εγγράφεται ως ελεγχόμενη, όσον αφορά στη συμβατότητά της με βασικές δικαιοκρατικές παραμέτρους, όπως αυτές έχουν παγιωθεί από την εσωτερική νομολογία, αλλά και από εκείνη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

4) Αφορά βασική διάταξη του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, παρά το γεγονός ότι εκκρεμεί το έργο της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής αναθεώρησης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και παρά το αίτημα που η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος - και άλλοι επιστημονικοί φορείς - έχουν πλειστάκις υποβάλλει, να μην τροποποιούνται τα κείμενα των Κωδίκων με άσχετα νομοθετήματα, χωρίς την απαιτούμενη συστηματική και δογματική επεξεργασία, καθώς οι εφαρμοστές του δικαίου αδυνατούν να παρακολουθήσουν τις συχνές και ευκαιριακές τροποποιήσεις του νόμου, με συνέπεια να γεννάται σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr