Μύκονος: Εξωση στο θρυλικό «Caprice»

Η δικαστική απόφαση υποχρεώνει τον ιδιοκτήτη της επιχείρησης να παραδώσει τα κλειδιά στον ιδιοκτήτη του ακινήτου και να το εγκαταλείψει βάζοντας λουκέτο στο ιστορικό μπαρ της Μυκόνου. Πιθανή η μετακόμιση σε άλλο σημείο

Ο κάτοχος του ακινήτου στο οποίο στεγάζεται το γνωστό μπαρ «Caprice» είναι ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Semeli» Γιώργος Ζησιμόπουλος.

Ο επιχειρηματίας κατάφερε έπειτα από πολυετή δικαστικό αγώνα να πάρει τα κλειδιά του «Caprice» από τον Νίκο Γρυπάρη, τον άνθρωπο που εκμίσθωνε το ακίνητο επί σειρά δεκαετιών, επιτυγχάνοντας μάλιστα κάτι σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα στον χώρο της διασκέδασης: να συμπεριληφθεί μέσα στα δέκα, σύμφωνα με το «Newsweek», καλύτερα μπαρ του κόσμου. Τις τελευταίες ώρες οι δύο πλευρές διαπραγματεύονται το ενδεχόμενο παράτασης λειτουργίας του «Caprice» ως το τέλος της φετινής σεζόν κι αυτό προκειμένου η μετάβαση στη νέα εποχή να γίνει ομαλά, αλλά και να μην υπάρξουν διαφυγόντα κέρδη σε περίπτωση που αναλάμβανε να το τρέξει από φέτος ο ιδιοκτήτης του ακινήτου.

Ο κ. Ζησιμόπουλος μιλώντας στο «ΘΕΜΑ» τονίζει ότι σκοπός του δεν είναι η μετρατροπή του χώρου σε άλλου είδους επιχείρηση, αλλά μόνο η ανακαίνισή του με κάποιες πρόσθετες βελτιώσεις που δεν θα αλλοιώνουν το στυλ και τον χαρακτήρα του. Σκοπεύει να το παραχωρήσει στα παιδιά του, που θα το λειτουργήσουν με διαφορετική ασφαλώς επωνυμία, δεδομένου ότι τα δικαιώματα της επιχείρησης «Caprice» ανήκουν στον κ. Γρυπάρη. Οπως και να ’χει, ένα μεγάλο κεφάλαιο στη νυχτερινή διασκέδαση της Μυκόνου κλείνει παίρνοντας μαζί  αναμνήσεις ολόκληρων δεκαετιών.



Διασημότητες του Χόλιγουντ όπως η Τζίνα Ντέιβις (με τα ξανθά μαλλιά) παρέλασαν από το «Caprice» 

Μύκονος, 1996. Τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου. Το πλοίο της γραμμής αδειάζει στο παλιό λιμάνι τις στρατιές των Αθηναίων για το καθιερωμένο άτυπο και τελευταίο ραντεβού του καλοκαιριού. Είχαν προηγηθεί δύο ακόμα εθιμοτυπικές συναντήσεις, μία το Πάσχα και μία του Αγίου Πνεύματος. Το σκηνικό φαντάζει με σύναξη... μασόνων δίχως τους μαύρους μανδύες αφού το dress code του νησιού επιβάλλει αυστηρά ένδυμα παραλίας, ήτοι μαγιό-βερμούδα και πόλο μπλουζάκι. Οι μισοί γνωρίζουν τους άλλους μισούς λόγω της κοινής παρουσίας στα νυχτερινά δρώμενα της πρωτεύουσας και όλοι μαζί φαίνεται να έχουν έναν σκοπό: ξεσάλωμα δίχως αναστολές μέχρι πρωίας.

Ενα από τα παράδοξα που συμβαίνουν και προκαλούν εντύπωση στους πρωτοεμφανιζόμενους επισκέπτες είναι ότι οι «παλιοί» δεν σκέφτονται καν, με το που πατούν το πόδι τους στη στεριά, να κάνουν το απαραίτητο και τυπικό τσέκ ιν.



Πατείς με πατώ σε στο «Caprice» πάνω στο κύμα

Με τα σακίδια στον ώμο και τις βαλίτσες ανά χείρας κατευθύνονται σαν τα μυρμήγκια, ο ένας πίσω από τον άλλον, προς τη Μικρή Βενετία. Μια μεγάλη πομπή σχηματίζεται από το λιμάνι προς τα σοκάκια της Χώρας, που γεμίζουν από ενθουσιασμένους σε βαθμό παρεξηγήσεως νεαρούς τουρίστες.

Τελικός τους προορισμός, το θρυλικό «Caprice». Στην αποθήκη του θα στοιβάξουν τα πράγματά τους. Θα ακροβολιστούν στη μεγάλη μπάρα για ένα welcome drink, αναβάλλοντας το τσεκ ιν για πολύ αργότερα.



Ο χώρος του μπαρ, αν και στενός, μοιάζει ιδανικός
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική, η αναγνωρίσιμη με την πρώτη ματιά παλέτα των χρωμάτων, οι μοναδικές συνθέσεις λουλουδιών και φρούτων στα χαρακτηριστικά βάζα, οι πίνακες και οι καθρέφτες, τα περίφημα και καινοτόμα fruit sticks που στολίζουν τα διάσημα Caprice cocktails, τα σοφά παγωμένα σφηνάκια, το αναπάντεχο, ενημερωμένο και διαχρονικό μουσικό στίγμα, η αυθόρμητη και η απροσδόκητα θερμή, ερωτική ατμόσφαιρα, όλα συνθέτουν ένα φαινόμενο εκείνης της εποχής με την ονομασία «Caprice». Ηταν η αίσθηση της μοναδικότητας και της παρέας, η ασφαλής πρόγνωση ότι κάτι μαγικό θα συμβεί. Και συνέβαινε. Μόνο που ό,τι γινόταν πολύ δύσκολα έβγαινε παραέξω, ούτε είχε... μέλλον καθώς οι θαμώνες του ωραιοποιούσαν τις καταστάσεις χάρη στην υπερβολική κατανάλωση των δημοφιλών σέικερ καμικάζι.  Ωστόσο, η επιτυχία του «Caprice» δεν ορίζεται σε 15 ml βότκα, 10 ml κουρακάο triple sec, ελάχιστο φυσικό χυμό λεμονιού και πάγο.


 
Το μυστικό της επιτυχίας
Το μαγαζί που ξεκίνησε να λειτουργεί για πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του ’80 λανσάρει διαφορετική φιλοσοφία από τα υπόλοιπα.

Τα αφεντικά του, ο Νίκος και η Μέλπω, είναι και υπάλληλοί του. Η Μέλπω παίζει μουσική και ο Νίκος κάθεται πίσω από την μπάρα. Η οικογενειακή ατμόσφαιρα μεταδίδεται και στο υπόλοιπο προσωπικό, στον Αντώνη, στον Μαρτίνο, στον Βασίλη, στον Γιώργο καθώς οι θαμώνες τούς γνωρίζουν μόνο με τα μικρά τους ονόματα. Μάλιστα, για ένα διάστημα δούλεψε στο μπαρ του «Caprice» και ο σημερινός συνιδιοκτήτης του διάσημου beach bar «Nammos», Ζαννής Φραντζέσκος. 

 Μια ακόμα ιδιαιτερότητα είναι ότι κάθε μπάρμαν έχει το προσωπικό του πελατολόγιο. «Τα παιδιά δεν δούλευαν για να σε κάνουν να ξοδέψεις αλλά για να περάσεις καλά και να φύγεις με ένα αίσθημα ικανοποίησης ώστε να επιστρέψεις την επομένη», εξηγεί ένας από τους σταθερούς θαμώνες του «Caprice».  



Παροξυσμός για μια θέση
Το προσωπικό του μαγαζιού καταθέτει ψυχή και δουλειά. Η ίδια ομάδα που φροντίζει τα πρωινά για τη διακόσμηση του μπαρ αναζητώντας άνθη που θα ομορφύνουν τις γωνιές του σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο του νησιού, ευθύνεται -μόλις πέφτει το σούρουπο- και για την καταστροφή του. «Το πρωί το έφτιαχναν και το βράδυ το γκρέμιζαν», θυμάται ένας άλλος θαμώνας. 

 Οι πελάτες εισπράττουν το καλό κλίμα και ανταμείβουν το προσωπικό με παχυλά πουρμπουάρ. Ενδεικτικά, οι σερβιτόροι έβγαζαν και 700 ευρώ ο καθένας σε φιλοδωρήματα μέσα σε μια καλή βραδιά, που ξεκινούσε από νωρίς το απόγευμα.



Η ερωτική ατμόσφαιρα σε συνδυασμό με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ οδηγούσε πολλές φορές σε καταστάσεις εκτός ορίων 

 Γύρω στις 6, όποιος περνούσε από τη Μικρή Βενετία έβλεπε καμιά 50αριά -έτοιμους για όλα- να περιμένουν στη σειρά μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες του «Caprice». Και μόλις αυτό γινόταν, ένα μισάωρο αργότερα επικρατούσε παροξυσμός.

Για μια θέση στο μπαρ έπεφταν σπρωξίματα, αγκωνιές και φυσικά δεν έλειπαν οι παρεξηγήσεις. Η κατάσταση δεν ηρεμούσε αν πρώτα δεν τακτοποιούνταν όλοι οι πελάτες. Μέσα στο επόμενο μισάωρο είχαν φτάσει και οι υπόλοιπες παρέες, με αποτέλεσμα να γίνεται το αδιαχώρητο. Μια καθηγήτρια πιάνου, η Βούλα, αναλάμβανε τις μουσικές επιλογές και ένα δίωρο αργότερα οι περισσότεροι ανέβαιναν στα σκαμπό και στην μπάρα, με τους πιο τολμηρούς να αποχωρίζονται και τα ελάχιστα που φορούσαν. Οσοι δεν άντεχαν τον συνωστισμό, τον ιδρώτα και τα υπολείμματα ποτών που εκτοξεύονταν πάνω τους έβρισκαν καταφύγιο στα διπλανά μπαράκια. «Χάρη στον χαμό του “Caprice” καταφέρναμε να δουλέψουμε όλοι μας», παραδέχονταν οι υπόλοιποι καταστηματάρχες.




Ξεσάλωμα δίχως αναστολές μέχρι πρωίας

 Ανάμεσα στο ανώνυμο πλήθος και αρκετοί επώνυμοι. Ξεχωρίζουν δύο προσωπικότητες από τον χώρο του θεάματος: ο Κέβιν Κόστνερ και η Τζίνα Ντέιβις, οι οποίοι μπαίνοντας στο «Caprice» συμπεριφέρονταν ως δυο απλοί τουρίστες, τους οποίους το μόνο που ενδιέφερε ήταν να διασκεδάσουν πίνοντας παγωμένες μαργαρίτες. Για τους δύο διάσημους ηθοποιούς το «Caprice» ήταν το μπαρ όπου «η διασκέδαση ξεκινά από το μαγικό ηλιοβασίλεμα μέχρι το μαγικό ξημέρωμα». 
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr