Rocketman: «Πυρ, πυρ, πύραυλος» η ταινία για τη ζωή του Έλτον Τζον

Σεξ, ναρκωτικά και ροκ’ν’ρολ - και γκλίτερ: η ζωή του Έλτον Τζον έγινε επιτέλους ταινία!

Ποιο «Bohemian Rhapsody»; Το «Rocketman» είναι σωστή μουσική βιογραφία με τα όλα της: την τεράστια περσόνα του Έλτον Τζον, τα λατρεμένα τραγούδια του (μεταξύ άλλων, τα Crocodile Rock, Your Song, Tiny Dancer, Bennie and the Jets, Goodbye Yellow Brick Road και φυσικά το Rocketman), την επεισοδιακή ζωή του, πολύ πολύ δράμα, άλλο τόσο χιούμορ, τόνους φαντασίας να σπρώχνουν την αφήγηση και να δένουν με τα «γεγονότα», τον αδιανόητα χαρισματικό Τάρον Έτζερτον να τα δίνει όλα, κουστούμια βγαλμένα από όνειρο και τη μουσική αναθεώρηση της μουσικής του Τζον από τον ιδιοφυή Τζάιλς Μάρτιν.


Μετά την παγκόσμια πρεμιέρα του στις Κάνες, η ταινία «Rocketman» προβάλλεται από σήμερα στις ελληνικές αίθουσες.

Το «Rocketman» είναι ένα φαντασμαγορικό μιούζικαλ που αφηγείται την ιστορία του Έλτον Τζον από τότε που ήταν ένα ντροπαλό παιδάκι που λεγόταν Ρέτζιναλντ Ντουάιτ μέχρι τη μεταμόρφωσή του σε σούπερσταρ. Ένα ταξίδι βγαλμένο από το πιο τρελό μυθιστόρημα, η ζωή του Τζον είναι ταμάμ για κινηματογραφική ταινία.

Όπως λέει κι ο ίδιος: «Η ταινία εκτυλίσσεται στην περίοδο που είχα αρχίσει να γίνομαι διάσημος. Ήταν μια εξωπραγματική και σουρεαλιστική περίοδος, κι έτσι ήθελα να είναι και η ταινία». Μαζί με τον Έτζερτον στην ταινία εμφανίζονται ο Τζέιμι Μπελ στο ρόλο του στιχουργού και φίλου του Τζον, Μπέρνι Τόπιν, ο Ρίτσαρντ Μάντεν στο ρόλο του εραστή και μάνατζέρ του, Τζον Ριντ, και η Μπράις Ντάλας Χάουαρντ στο ρόλο της μητέρας του, Σίλα Φέρμπραδερ.
Από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της ταινίας είναι η μίξη φαντασίας και πραγματικότητας - το πώς ο σκηνοθέτης Ντέξτερ Φλέτσερ περνάει αβίαστα από το δράμα στο μιούζικαλ και το φανταστικό, και πάλι πίσω, με ροή και πάθος. Ο Φλέτσερ, να αναφέρουμε εδώ, είναι ο σκηνοθέτης που ανέλαβε να σώσει την κατάσταση όταν αποχώρησε ο Μπράιαν Σίνγκερ από το «Bohemian Rhapsody». Δεν μπόρεσε να κάνει και πολλά ο άνθρωπος τελευταία στιγμή, αλλά εδώ αναπληρώνει και με το παραπάνω.

Όπως δηλώνει ο ίδιος, πιστεύει πως το «Rocketman» είναι η ταινία που γεννήθηκε για να σκηνοθετήσει. «Η ιδέα ήταν να δημιουργήσουμε κάτι που θα ξεπηδούσε από την οθόνη, μια έξαλλη κούρσα φαντασίας, γιορτής και δράματος», εξηγεί ο Φλέτσερ. «Η ζωή μου έχει υπάρξει αρκετά τρελή», συμπληρώνει ο Τζον. «Τα βάθη ήταν πολύ βαθιά, και τα ύψη πολύ ψηλά. Δυστυχώς, δεν υπήρχε πολλή ισορροπία ενδιάμεσα».
Στη νιότη του ο Έλτον Τζον είχε να χειριστεί την προσωπική του εικόνα, τη σεξουαλικότητά του, τις αποσκευές από την δύσκολη παιδική του ηλικία και τους πολλούς εθισμούς στην ενήλικη ζωή του (σε αλκοόλ, ναρκωτικά, χάπια, φαγητό και σεξ). Μέσω της μουσικής του εξέφραζε τον εσωτερικό του κόσμο, παίρνοντας δύναμη από την φανταχτερή περσόνα που είχε δημιουργήσει επί σκηνής. Όπως λέει κι ο μουσικός διευθυντής της ταινίας, Τζάιλς Μάρτιν, «Ο Έλτον χτυπάει τα πλήκτρα του πιάνου σα να δίνει γροθιά στον πλανήτη».

Έχει πάρει χρόνια για να τιθασευθεί όλη αυτή η εκρηκτική ενέργεια και να πάρει κινηματογραφική μορφή - η ταινία βρίσκεται στα σκαριά εδώ και δέκα χρόνια. Ήταν τότε που ο μουσικός σκέφτηκε πρώτη φορά την ιδέα για μια ταινία. Βρισκόταν στα παρασκήνια του Red Piano Show που είχε κάνει ο Τζον στο Λας Βέγκας, μαζί με τον σύζυγό του Ντέιβιντ Φέρνις. Ο Φέρνις, παραγωγός στο «Rocketman», αλλά και το μιούζικαλ του Μπίλι Έλιοτ, είχε φτιάξει μαζί με τον Τζον το Red Piano Show που ήταν μια πρώτη επίσκεψη στην οπτική ιστορία του Έλτον Τζον. «Αυτό ήταν το λαμπάκι για τον Έλτον», θυμάται ο Φέρνις.

Ο Μάθιου Βον, παραγωγός εδώ, είχε σκηνοθετήσει τον Τάρον Έτζερτον στο «Kingsman» και ήξερε από πρώτο χέρι τις ικανότητές του. Επιπλέον, ο Έτζερτον είχε συνεργαστεί πολύ καλά με τον Ντέξτερ Φλέτσερ στην ταινία «Έντι ο αετός». Και εκτός όλων αυτών, όχι μόνο μπορούσε να τραγουδήσει και να μοιάζει η φωνή του με του Τζον, αλλά του έμοιαζε και πολύ.

«Όταν τον άκουσα, αυτό ήταν», λέει ο Τζον με χαμόγελο. «Ήξερα ότι για να με υποδυθεί κάποιος, θα έπρεπε να μπορεί να τραγουδήσει. Ήθελα κάποιον που να μπορεί να με ερμηνεύσει – όχι μόνο με την ηθοποιία του, αλλά και με τη μουσική μου. Είχε υπάρξει τρομερά δύσκολο να βρεθεί κάποιος. Αλλά μετά συναντήσαμε τον Τάρον. Είναι πραγματικά μοναδικός. Είναι ο μόνος άνθρωπος που θα μπορούσε να το κάνει».

«Αυτό που με ενθουσίαζε εξαρχής με το πρότζεκτ», λέει με τη σειρά του ο Έτζερτον, «πέρα από την τιμή του να υποδυθώ τον Έλτον Τζον, ήταν ότι είχαμε την άδεια να ερμηνεύσουμε με τον τρόπο μας τα τραγούδια κι ότι η κινηματογράφηση θα ήταν πρωτότυπη και διαφορετική. Το γεγονός επίσης ότι τα τραγούδια λειτουργούν όχι μόνο ως κομμάτια μιας περφόρμανς, αλλά ως στιγμές ενδοσκόπησης. Αυτό κάνει την ταινία μοναδική. Και την έχω αγαπήσει. Έχω αγαπήσει κάθε λεπτό. Δεν μπορώ καν να σας περιγράψω πόσο περήφανος είμαι που ο Έλτον Τζον με άφησε να ερμηνεύσω μ’ αυτόν τον τρόπο τα τραγούδια του».

Για τον Τζον, η ταινία δεν αφορούσε μόνο τα γεγονότα, αλλά έπρεπε να έχει οπωσδήποτε και μήνυμα. «Η ζωή μου δεν έχει υπάρξει βαρετή. Αυτό που ήθελα να περάσει η ταινία είναι το μεγάλο κόστος της φήμης, την επίδραση που έχει η ανατροφή σ’ έναν άνθρωπο, πόση μοναξιά έχει η ζωή και το τι μπορεί να συμβεί αν δεν αντιμετωπίσεις γρήγορα αυτά που περνάς σε σχέση με τους εθισμούς και τα μοτίβα συμπεριφοράς σου. Αλλά έπρεπε όλο αυτό να έχει και χιούμορ».

Εδώ είναι που έχει βάλει το χέρι του ο Λι Χολ, που έχει γράψει το σενάριο (και ήταν υποψήφιος για Όσκαρ για τον «Μπίλι Έλιοτ»). «Ο Λι έχει κάνει φοβερή δουλειά», λέει ο Βον. «Έχει δημιουργήσει ένα μιούζικαλ που δεν είναι ακριβώς μιούζικαλ, μια βιογραφία που δεν είναι ακριβώς βιογραφία, μια φαντασία που βασίζεται στην πραγματικότητα και μια πραγματικότητα που βασίζεται στη φαντασία».

Ένα βασικό ατού του σεναρίου του Χολ είναι πως δεν αγιοποιεί (τελείως) τον Έλτον Τζον. Κι αυτό είναι κάτι που ήθελε ο ίδιος ο μουσικός. «Έπρεπε να είναι ειλικρινές», επισημαίνει.

«Σ’ αυτήν την περίοδο της ζωής μου, έκανα περισσότερα σ’ αυτά τα 20 χρόνια απ’ όσα κάνουν άλλοι άνθρωποι σ΄ολόκληρη τη ζωή τους». Κάτι παρόμοιο είχε γράψει κάποτε κι ο Λου Ριντ στο δίσκο του «Metal Machine Music»: «Η εβδομάδα μου είναι καλύτερη από τον χρόνο σου». «Συμπεριφέρθηκα σαν τέρας ενίοτε κι ήμουν εντελώς παράλογος, αλλά έτσι είναι η ζωή όταν είσαι καλλιτέχνης», συνεχίζει ο Τζον. «Οι εθισμοί έφεραν στην επιφάνεια την πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής μου και το σιχαινόμουν – γι’ αυτό αποφάσισα να αποτοξινωθώ και να παραμείνω καθαρός.

Η παράλογη συμπεριφορά, η σκοτεινή διάθεση, η κατάθλιψη, το μίσος για τον εαυτό μου προέκυπταν, γιατί δεν είχα ισορροπία στη ζωή μου κι έτσι έπεσα με τα μούτρα στην κοκαΐνη, το αλκοόλ, τη βουλιμία, το σεξ και άλλα, κι όλα αυτά υπάρχουν στην ταινία. Δεν ήθελα να κρύψω κάτι». «Ο Έλτον είναι ένα μουσικό είδωλο, αλλά συχνά ξεχνάμε πως έχει μια πολύ ανθρώπινη ιστορία να πει», λέει ο Έτζερτον.

Οι δυο τους συναντιόντουσαν στο σπίτι του Τζον. Εκεί ο Τζον έδειξε στον Έτζερτον τα απομνημονεύματα και τα κουστούμια του. Και μετά, του τα είπε όλα. «Δεν ένιωσα ποτέ πως δεν μπορούσα να ρωτήσω κάτι», λέει ο Έτζερτον. «Επίσης, κατάλαβα πολύ γρήγορα πως ήθελε να με γνωρίσει κι εκείνος και να γίνει κομμάτι της ζωής μου. Έγινε από πολύ νωρίς μια πολύ προσωπική εμπειρία. Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι το πως μπορεί από τη μία να έχει αυτήν την τρομερή προσωπικότητα που κλέβει την προσοχή όπου βρίσκεται, αλλά από την άλλη να είναι ο πιο ευάλωτος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Κάπως έτσι είμαι κι εγώ, νιώθω τα πάντα πολύ έντονα. Πιστεύω ότι μοιραζόμαστε αυτή την ταυτόχρονη δύναμη και αδυναμία».

Η ταινία κλείνει με ένα ολοκαίνουργιο τραγούδι του Έλτον Τζον - σε στίχους φυσικά του Μπέρνι Τόπιν – το οποίο τραγουδά μαζί με τον Τάρον Έτζερτον. Μετά από 50 χρόνια συνεργασίας και φιλίας, «αυτό που έχουν μεταξύ τους είναι ένα είδος όμορφου, αρμονικού γάμου, κάτι τρομερά δύσκολο», εξηγεί ο Τζέιμι Μπελ. «Όταν πρωτοσυναντιούνται στην ταινία είναι δυο μοναχικοί τύποι που βρίσκουν ο ένας τον άλλον και δημιουργούν μια φιλία που κρατά μια ολόκληρη ζωή».

Ο Έλτον Τζον είναι σα να δικαιώνει τον Μπέρνι Τόπιν στην ταινία, σα να του βγάζει το καπέλο που του στάθηκε όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά εκείνο που απογειώνει φυσικά την ταινία είναι η ίδια η μουσική του. «Η μουσική ήταν η φίλη μου σε περιόδους σύγκρουσης, σε περιόδους απελπισίας και σε περιόδους απόλυτης ευτυχίας», σημειώνει ο Τζον. «Η μουσική ήταν πάντα εκεί, κι εγώ στρεφόμουν προς εκείνη ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές κατάθλιψης και εθισμού».

Η μουσική ήταν – και είναι – η ψυχοθεραπεία του Τζον. Ουσιαστικά είναι σα να έχει μοιραστεί μέσω αυτής τα ημερολόγιά του με τον κόσμο. «Όταν κατάλαβα τη σημασία της ειλικρίνειας, σταμάτησα να υποφέρω γιατί ήταν τρομερή ανακούφιση να μη χρειάζεται να κάνω πια αυτή τη ζωή. Να ξυπνάω το πρωί, να βγάζω βόλτα το σκύλο μου, να συναντώ ανθρώπους που περνούσαν τα ίδια με μένα, να μοιράζομαι. Δεν ήμουν ποτέ καλός στην επικοινωνία.

Βλακωδώς πίστευα πως η κοκαΐνη ήταν το είδος ναρκωτικού που με βοηθούσε να επικοινωνήσω γιατί με έκανε να μιλάω.

Αλλά επικοινωνούσα μπούρδες. Η ειλικρίνεια είναι η λύση, να απελευθερώσεις τα πιο σκοτεινά μυστικά σου, να ξεφορτωθείς τις αποσκευές που κουβαλάς από παιδί. Μίλα. Εκφράσου. Δε θα ήμουν εδώ αν δεν το είχα κάνει αυτό».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr