O μεγάλος φωτογράφος πέθανε μόλις 50 ετών, αλλά είχε καταφέρει ήδη να μπει στο ολιγομελές κλαμπ της αθανασίας. Την ίδια αύρα διατηρούν ακόμα όλα τα πρόσωπα που τόσο αυθεντικά απαθανάτισε
Η λάμψη των σταρ στο Λος Αντζελες συναντά τη μαγεία του φακού στην έκθεση «Herb Ritts: Allies & Icons» της Fahey/Klein Gallery που ξεκινά σε λίγες ημέρες. Μια αναδρομή στο έργο ενός από τους πιο εμβληματικούς φωτογράφους του 20ού αιώνα, που συνέδεσε την τέχνη της φωτογραφίας με την έννοια της διασημότητας και της τελειότητας. Στις ασπρόμαυρες εικόνες του, κάθε πρόσωπο, από τον Ελτον Τζον μέχρι τη Σίντι Κρόφορντ, δεν είναι απλώς μια φωτογραφία, αλλά ένας μύθος αποτυπωμένος με το κατάλληλο φως: αυτό της Καλιφόρνιας.
k.d. Lang και Σίντι Κρόφορντ, Λος Αντζελες (1993)
Η έκθεση, που φιλοξενεί μερικά από τα πιο γνωστά πορτρέτα του, όπως τα «Elizabeth Taylor» (1991), «Madonna» (True Blue Profile, 1986) και «Keith Haring» (1989), λειτουργεί σαν ένα ταξίδι στον τρόπο που ο Χερμπ Ριτς αντιλαμβανόταν την ανθρώπινη ομορφιά. Ενας τρόπος προσωπικός, που όμως κατάφερε να τον επικοινωνήσει στην οικουμένη. «Η συλλογή περιλαμβάνει εικόνες που έχουν πλέον χαραχτεί στη συλλογική μνήμη της ποπ κουλτούρας, με άλλα λόγια, φωτογραφίες που αποτελούν ταυτόχρονα αρχειακό υλικό και σύγχρονη αισθητική αναφορά», σημειώνει η Fahey/Klein Gallery.
Μια λέξη-κλειδί που χαρακτηρίζει την τέχνη του Χερμπ Ριτς είναι η απλότητα. Η αισθητική του διαύγεια, βασισμένη στο φως, στη σκιά και τη γεωμετρία του σώματος, καθιέρωσε ένα νέο είδος «φωτογραφικής πορνογραφίας» της ομορφιάς. Στον φακό του η μορφή γινόταν γλυπτό. Οι φωτογραφίες του συνδύαζαν το κλασικό με το σύγχρονο, τη λιτότητα με τη λάμψη, το φυσικό με το θεϊκό.
Κιθ Χάρινγκ, Νέα Υόρκη (1989)
Γεννημένος το 1952 στο Λος Αντζελες, μεγάλωσε μέσα στην κουλτούρα της Καλιφόρνιας, τον ήλιο, την παραλία, την αίσθηση ελευθερίας. Το φως της Δυτικής Ακτής ήταν ο πρώτος του δάσκαλος. Ξεκίνησε τη φωτογραφική του πορεία σχεδόν τυχαία, όταν το 1978 τράβηξε μια σειρά από πορτρέτα του νεαρού τότε Ρίτσαρντ Γκιρ. Οι φωτογραφίες εκείνες έγιναν viral -προτού γεννηθεί ο όρος- για την εποχή τους, ανοίγοντας τον δρόμο για μια καριέρα που θα τον έφερνε στα εξώφυλλα της «Vogue», του «Vanity Fair» και του «Rolling Stone».
Ο Χερμπ Ριτς δεν φωτογράφιζε απλώς τις διασημότητες, τις κατανοούσε. Στον κύκλο των στενών φίλων του βρίσκονταν η Μαντόνα, ο Ελτον Τζον, η Τίνα Τέρνερ, η Σίντι Κρόφορντ και ο Τζορτζ Μάικλ. Η σχέση του με αυτούς τους ανθρώπους δεν ήταν μόνο επαγγελματική, αλλά και προσωπική. Αυτό το στοιχείο είναι που κάνει τις φωτογραφίες του τόσο αληθινές: πίσω από τον φακό υπήρχε εμπιστοσύνη, οικειότητα και συχνά φιλία.
Σάρον Στόουν, Μαλιμπού (1993)
Η Μαντόνα, για παράδειγμα, συνεργάστηκε μαζί του για το εξώφυλλο του άλμπουμ «True Blue» που καθόρισε την αισθητική των 80s. Η Τίνα Τέρνερ, σε ένα από τα πιο δυναμικά του πορτρέτα, τον κοιτάζει κατάματα με τη δύναμη μιας γυναίκας που έχει επιβιώσει από τα πάντα. Ο Ριτς είχε το χάρισμα να συλλαμβάνει τη δύναμη μέσα στη γαλήνη, τη θεατρικότητα μέσα στο απλό.
Ερβιν Μάτζικ Τζόνσον (1992)
Δεν είναι τυχαίο ότι τα μεγαλύτερα περιοδικά και οι διαφημιστικές της εποχής τον επέλεγαν συνεχώς. Από φωτογραφήσεις για καμπάνιες των οίκων Calvin Klein και Giorgio Armani μέχρι σκηνοθεσία μουσικών βίντεο όπως το «In the closet» του Μάικλ Τζάκσον, ο Ριτς κατάφερε να συνδυάσει την εμπορική επιτυχία με την καλλιτεχνική αξία χωρίς να προδώσει την αισθητική του. Αυτό που τον ξεχώριζε ήταν η ικανότητά του να μετατρέπει την πραγματικότητα σε κάτι εξιδανικευμένο χωρίς να χάνει την αλήθεια της.
Η φωτογραφία για εκείνον ήταν ένα μέσο αναζήτησης της τελειότητας όχι μέσα από την τεχνολογία, αλλά μέσα από τη μοναδική οπτική του. Το φως ήταν ο πρωταγωνιστής του. Γι’ αυτό και οι εικόνες του μοιάζουν διαχρονικές: είναι ταυτόχρονα ανθρώπινες και θεϊκές, φυσικές και απόκοσμες. Από τον Μάτζικ Τζόνσον του 1992, λίγο μετά τη δημοσιοποίηση της ασθένειάς του, μέχρι το αισθησιακό πορτρέτο των k.d. lang και Σίντι Κρόφορντ (1993), ο δημιουργός κατέγραφε τη διαφορετικότητα, τη φιλία, τη δύναμη και την αποδοχή. Το έργο του, αν και συνδέθηκε με τη λάμψη του Χόλιγουντ, έκρυβε πάντα μια διάσταση ανθρωπιστική.
Ελτον Τζον, Λος Αντζελες (1989)
Ο τίτλος της έκθεσης «Allies & Icons» αποδίδει αυτήν ακριβώς τη διπλή υπόσταση: οι σύμμαχοι και τα είδωλα δεν είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, αλλά όψεις της ίδιας ανθρώπινης εμπειρίας. Ο Αμερικανός φωτογράφος πέθανε το 2002, σε ηλικία μόλις 50 ετών, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια κληρονομιά.
Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Μαλιμπού (1991)
Η Herb Ritts Foundation, που διαχειρίζεται σήμερα το έργο του, συνεργάζεται με τα σημαντικότερα μουσεία και τις μεγαλύτερες γκαλερί του κόσμου, όπως τα Getty Museum στο Λος Αντζελες και Museum of Fine Arts στη Βοστόνη. Κάθε νέα έκθεση υπενθυμίζει ότι η δουλειά του δεν ήταν απλώς φωτογραφία, αλλά μια μορφή μοντέρνου μύθου. Η επίδρασή του παραμένει έντονη και στη σύγχρονη φωτογραφία μόδας: από τον Μάριο Τεστίνο μέχρι τον Μερτ Αλας, πολλοί σημερινοί «σταρ» του χώρου παραδέχονται ότι διδάχτηκαν από την περίφημη απλότητά του.
Τίνα Τέρνερ, Χόλιγουντ (1989)
Ο Χερμπ Ριτς στην 68η Τελετή Απονομής των Οσκαρ (1996)
Παρά τη διεθνή φήμη, ο Χερμπ Ριτς διατηρούσε πάντα χαμηλούς τόνους. Απέφευγε τα φώτα της δημοσιότητας, προτιμώντας να αφήνει τις εικόνες του να μιλούν. Οι φίλοι του τον περιγράφουν ως έναν ήρεμο, καλλιεργημένο και βαθιά ευγενικό άνθρωπο. Ενδιαφερόταν ειλικρινά για εκείνους που φωτογράφιζε, προσπαθώντας να τους αποδώσει με σεβασμό και αυθεντικότητα. Ισως αυτό να είναι το μεγάλο του μυστικό: δεν προσπαθούσε να δείξει ποιος ήταν ο ίδιος, αλλά ποιος θα μπορούσε να είναι ο άλλος.