Με «δάσκαλο» τον Χουάν Κάρλος: Ο καλλιτέχνης Νικόλαος Ντε Γκρες
29.09.202507:23
Τίνα Μανδηλαρά
Το τρίπτυχο πάνελ για τον Ναό του Ποσειδώνα
Από μικρός ο Νικόλαος Ντε Γκρες κυνηγούσε εμμονικά το φως, λάτρευε τις αντανακλάσεις πάνω στο μάρμαρο, ανακαλούσε στη μνήμη του τη θάλασσα και τις άκρες του Αιγαίου, τις οποίες εξερευνά όχι μόνο ως καλλιτέχνης, αλλά και μέσα από τις εθελοντικές δράσεις της Axion Hellas: οι φωτογραφίες του πολύ σύντομα μετατράπηκαν σε αφορμή για διαρκή καλλιτεχνική εξερεύνηση, στην οποία μένει πιστός και συμπληρώνεται από τον ενθουσιασμό του με τα στοιχεία των arts and crafts που καταπιάνεται τα τελευταία χρόνια.
Ο λόγος για την πολύπλευρη καλλιτεχνική δράση του, η οποία εκτέθηκε στο περίπτερο της Stefanidou Tsoukala Gallery (STG), στο πλαίσιο της μεγάλης εικαστικής γιορτής της πόλης, Art Athina, στο Ζάππειο. Πρόκειται για μια εκφραστική αποτύπωση του Ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο, σε ένα φωτογραφικό τρίπτυχο που συνδέει τους αρχαίους μύθους με την επιβλητική δύναμη του τοπίου μέσα από μια μοντέρνα εικαστική πινελιά και σε ασπρόμαυρη εκδοχή.
Επιρροές
Στο περίπτερο της γκαλερί STG, όπου φιλοξενήθηκε το έργο του, έμοιαζε να στήνεται ένα άλλο τοπίο, με το εντυπωσιακό τρίπτυχο να δίνει τον τόνο και να συνδιαλέγεται μοναδικά με την καρέκλα klismos, εμπνευσμένη και αυτή από την Αρχαία Ελλάδα: η καρέκλα klismos, που πρωτοεμφανίστηκε στην Αθήνα του Περικλή, ενσάρκωνε τα ιδεώδη της αναλογίας, της κομψότητας και του ανθρωποκεντρικού σχεδιασμού.
Το cabinet που σχεδίασε ο Νικόλαος φέρει τη φωτογραφία ενός ελληνικού ιστίου, αποτυπωμένη με πρωτοποριακή τεχνική πάνω σε μάρμαρο Θάσου
Τα κομψά της τοξοειδή πόδια αποτελούσαν δημιουργήματα των εργασιών της ανεπτυγμένης ξυλουργικής τέχνης στην αρχαιότητα, ενώ, ως γνωστόν, τέτοιες καρέκλες βρέθηκαν να δεσπόζουν σε απεικονίσεις αρχαίων επίπλων, σε έργα κεραμικής και σε ανάγλυφα κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ. Στην Ιλιάδα του Ομήρου, μάλιστα, σημειώνεται ότι «μετά από έκκληση του Πριάμου, ο Αχιλλέας σηκώνεται από τον θρόνο του, σηκώνει τον γέροντα στα πόδια του, βγαίνει να προετοιμάσει το σώμα του Εκτορα για την αξιοπρεπή κηδεία και επιστρέφει για να πάρει τη θέση του στον κλισμό του». Στην έκθεση έχουμε διαφορετικές εκδοχές αυτής της καρέκλας, τόσο την αυθεντική πρώτη εκδοχή του 20ού αιώνα, σχεδιασμένη από τον Τέρενς Χάρολντ Ρόμπινσον-Γκίμπινς, όσο και τις κατοπινές εκδοχές, όπως εκείνη τη σπάνια του 1985, επανασχεδιασμένη από τον θρυλικό Ντέιβιντ Χικς, σε μια περίοδο που ήταν μέντορας της ιδιοκτήτριας της γκαλερί, Βέτας Στεφανίδου Τσουκαλά.
Αυτό το χαρακτηριστικό και άκρως εντυπωσιακό έργο συνιστά απτό αποτύπωμα της αρχαιοελληνικής επίδρασης στον σύγχρονο μοντερνισμό, όπως αποτυπώθηκε μέσα από το έργο του Λακορμπιζιέ και ύστερα φτάνει μέχρι την πρόσφατη προσθήκη στο σύγχρονο ντιζάιν που είναι αναμφίβολα το 3d printing: μάλιστα στην έκθεση φιλοξενείται μια τέτοια καρέκλα που αποτελείται αποκλειστικά από ανακυκλωμένα υλικά και πλαστικά, ανοίγοντας μια μεγάλη συζήτηση για την τέχνη και την περιβαλλοντολογική ευθύνη, για τη σύνδεση του μοντέρνου με την αρχαιότητα, θεματικές που έχουν απασχολήσει κατ’ εξοχήν τον Νικόλαο ντε Γκρες ως σχεδιαστή ντιζάιν αντικειμένων, φωτογράφο και καλλιτέχνη.
Το cabinet
Η συνεργασία του με τη Stefanidou Tsoukala Gallery και αυτές οι παράλληλες αναγνώσεις και προσεγγίσεις του ντιζάιν είχαν οδηγήσει στο πρόσφατο παρελθόν στη δημιουργία ενός ιδιαίτερου cabinet, με την υπογραφή του Νικόλαου, που συνόψιζε και αποτύπωνε εξίσου την άμεση σύνδεση της πρωτοποριακής μοντέρνας τέχνης με τις αυστηρές αρχές της αρχαίας αισθητικής.
Εντονες και οι επιρροές από τη σχέση του με τον κόσμο της θάλασσας, καθώς οι πόρτες του cabinet έφεραν τη φωτογραφία ενός ελληνικού ιστίου, αποτυπωμένη με πρωτοποριακή τεχνική πάνω σε μάρμαρο Θάσου, γνωστό για τη λαμπερή λευκή του επιφάνεια. Η άκρως πρωτότυπη και πρωτοποριακή σύνθεση ολοκληρωνόταν με μια βάση από μπρούτζο με πατίνα, σχεδιασμένη σε συνεργασία με την γκαλερί, ενώ το εσωτερικό από ξύλο τικ και καθρέφτη έδινε μια διαφορετική διάσταση αυστηρής και διακριτικής πολυτέλειας. Το έργο είχε παρουσιαστεί από τον Νικόλαο Ντε Γκρες στο πλαίσιο της έκθεσης NOMAD 2025 στο Σεν Μόριτζ, ως αποτέλεσμα της συνεργασίας του με τη Stefanidou Tsoukala Gallery, η οποία έχοντας ως έδρα την Αθήνα, αλλά δραστηριοποιούμενη στο εξωτερικό, λειτουργεί ως ένας χώρος έκφρασης και δημιουργίας που συνδέει τους κόσμους των σύγχρονων Ελλήνων καλλιτεχνών και σχεδιαστών με τις ιστορικές εμπνεύσεις της αρχαίας Ελλάδας.
Η γκαλερί, υπό τη διεύθυνση της άκρως δραστήριας Λώρας Τσουκαλά, δίνει προτεραιότητα στην προώθηση σπάνιων ταλέντων, αλλά και στην ανάδειξη της κληρονομιάς της παραδοσιακής τέχνης και τις καινοτομίες του σύγχρονου ντιζάιν.
Η έμπνευση
Εξηγώντας μας αναλυτικά ο Νικόλαος Ντε Γκρες σε σχετική παρουσίαση και σε prive lunch το σκεπτικό και το παρασκήνιο που οδήγησε στο συγκεκριμένο τρίπτυχο, μίλησε εμφατικά για την επίδραση του φωτός, αλλά συνολικότερα στο έργο του: το φως της Ελλάδας είναι, άλλωστε, λιγότερο απειλητικό από ότι το έντονο φως της Ανατολής, πιο ατμοσφαιρικό, έτοιμο να διαπεράσει με τον δικό του τρόπο τις μνήμες, να γίνει επίκληση, επίγραμμα και προσευχή.
Το Σούνιο, ένας τόπος αφιερωμένος στον κατ’ εξοχήν θεό της θάλασσας, τον Ποσειδώνα -ή μήπως του ήλιου, τον Απόλλωνα;- δεν μπορούσε παρά να εμπνεύσει τον Νικόλαο, ο οποίος μας εκμυστηρεύτηκε ότι φρόντισε να πάει μόνος του, πολύ νωρίς, στον χώρο, προκειμένου να συγκεντρωθεί και να μελετήσει την καλύτερη στιγμή που θα μπορούσε να αποτυπωθεί σε ένα μοναδικό φωτογραφικό ενσταντανέ: η γυναίκα, μάλιστα, που θα του εξασφάλιζε την πρόσβαση στον χώρο εντυπωσιάστηκε που είχε φτάσει πρώτος απ’ όλους, ενώ ο φύλακας, που δεν τον αναγνώρισε, αναρωτήθηκε γιατί είναι μόνος του και γιατί δεν συνοδεύει κάποιο γκρουπ από αυτά που επισκέπτονται μαζικά το Σούνιο.
Οι αρχαίοι ναοί ανέκαθεν συνιστούσαν πηγές έμπνευσης για τον Νικόλαο, λόγω της ενέργειας και της απέριττης μεγαλοπρέπειάς τους, ενώ η θάλασσα συνιστά το μόνιμο σημείο αναφοράς του: από πολύ μικρός αγαπούσε την αλμύρα, την ελευθερία, την αίσθηση της απεραντοσύνης, αλλά και το μέτρο του Αιγαίου. Σήμερα βρίσκεται να το οργώνει απ’ άκρη σ’ άκρη, φτάνοντας στις πιο δυσπρόσιτες περιοχές του με την Axion Hellas, μέλος της οποίας είναι ο ίδιος, που έχει ως στόχο να προσφέρει ιατροφαρμακευτική φροντίδα, ψυχαγωγία και ενημέρωση στους πολίτες και τις ευάλωτες ομάδες των περιοχών αυτών.
Αψηφώντας τις καιρικές συνθήκες, ο Νικόλαος μαζί με τα μέλη της Axion Hellas φτάνει στα πιο απομακρυσμένα νησάκια - εντύπωση του έκανε, για παράδειγμα, πόσο δύσκολες μπορεί να είναι οι συνθήκες στη Θηρασιά, ένα νησάκι ακριβώς απέναντι από τη Σαντορίνη. Δεν δείχνει, μάλιστα, να τον απασχολεί μόνο ο τιμητικός ρόλος και φροντίζει να ταξιδεύει μαζί με την ομάδα συμμετέχοντας ενεργά στις διάφορες δράσεις.
O Χουάν Κάρλος
Οσο για τη φωτογραφία, είναι πολλά χρόνια που ο Νικόλαος ασχολείται επαγγελματικά συμμετέχοντας σε διάφορες εκθέσεις στο εξωτερικό, πριν τη σταθερή πλέον τα τελευταία χρόνια συνεργασία του με τη Stefanidou Tsoukala Gallery, με το ενδιαφέρον του να επεκτείνεται πλέον και σε άλλες περιοχές του ντιζάιν.
Το ενδιαφέρον του για τη φωτογραφία αναπτύχθηκε από μικρή ηλικία, με τον ίδιο να δηλώνει ότι μεγαλύτερη επιρροή του υπήρξε ο θείος του, Χουάν Κάρλος της Ισπανίας. Πιο συστηματική, όμως, η ενασχόλησή του με τη φωτογραφία έγινε μετά το 2012.
Ο Ιωάννης Κάρολος Α΄ ήταν βασιλιάς της Ισπανίας από το 1975 έως την παραίτησή του το 2014
Το 2015 θα παρουσιάσει τη δουλειά του σε ειδική έκθεση του οίκου Christie’s στο Λονδίνο, στην έκθεση δημοπρασιών Christie’s με τον τίτλο «Soundwall and HRH Prince Nikolaos Photography», προσελκύοντας το διεθνές ενδιαφέρον. Αίσθηση θα κάνει, μάλιστα, μια φωτογραφία του που θα παρουσιαστεί στους «New York Times». Με χαρά, μάλιστα, θα δει την πρώτη του καλλιτεχνική έκθεση να οργανώνεται στη Νέα Υόρκη, σε επιμέλεια Μαριλένας Κουτσούκου, με τον χαρακτηριστικό και ακριβέστατο, για την περίπτωσή του, τίτλο «Νόστος».
Η έκθεση παρουσίαζε μια σειρά από φωτογραφικές τοπογραφίες αλλά και με αφηρημένα έργα, εμπνευσμένα, για μια ακόμα φορά, από το παιχνίδι του καλλιτέχνη με το φως, που τους δίνει μια ιδιαίτερη «μαρμάρινη», όπως αποκαλείται, όψη και τα κάνει να μοιάζουν με πίνακες αντικατοπτρίζοντας την εναλλαγή του εφήμερου και του επείγοντος με την αιωνιότητα της φύσης. Ο «Νόστος», ωστόσο, για τον Νικόλαο ήταν και η ζωντανή μεταφορά που μιλούσε για τη μνήμη, την ιστορία, την αιώνια εξερεύνηση, απηχώντας ολόκληρη τη ζωή του. Ηταν ακριβώς τότε που η δουλειά του άρχισε να απασχολεί ευρύτερα τους εικαστικούς κύκλους, με τα ιδιαίτερα αφιερώματα στον διεθνή Τύπο να είναι αφιερωμένα πλέον στο καλλιτεχνικό του έργο.
Το 2016 επιλεγμένες φωτογραφίες του δημοσιεύονται στο βιβλίο «A Taste of Greece: Recipes, Cuisine & Culture» της Τατιάνα Μπλάτνικ. Δύο χρόνια αργότερα πραγματοποιείται έκθεσή του στο ελληνικό μουσείο της Μελβούρνης, με τον τίτλο «Phos: A journey of Light», η οποία εμπνεόταν από τη σχέση του φωτός με το ελληνικό τοπίο, που αποτελεί και σήμα κατατεθέν του εικαστικού του έργου. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους αποδέχεται την πρόσκληση του οίκου Sotheby’s για να παρουσιάσει φωτογραφίες σε κλειστό κύκλο: το όνομά του έχει πλέον καταχωρηθεί ανάμεσα σε αυτό των καταξιωμένων φωτογράφων.
Η σιωπή της φύσης
Το 2019 παρουσιάζεται η ατομική του έκθεση «Celestial Choreography» στον εντυπωσιακό Στρογγυλό Πύργο της Κοπεγχάγης, με μια σειρά φωτογραφιών, εμπνευσμένων από τον ελληνικό ουρανό, να αποτυπώνει τα παιχνίδια του φωτός με τον ουρανό και τη φύση. Η έκθεσή του «Aegean Desert» θα ταξιδέψει την ίδια χρονιά στην Ντόχα, ενώ θα φιλοξενηθεί και στο Μουσείο Μπενάκη και καθόλου τυχαία, αφού συνδέει τα στοιχεία της ερήμου, της θάλασσας και του φωτός.
Η απεραντοσύνη της φύσης και πάλι παρούσα. Είναι, άλλωστε, αυτή που διαπρέπει κατ’ εξακολούθηση στα έργα του, είτε ως σχόλιο είτε ως σημείο αναφοράς, αλλά σίγουρα ως διαρκή ενέργεια που καλύπτει τα πάντα. Η σιωπή της φύσης εξίσου έντονη, καθώς τα τοπία και οι φωτογραφίες του απομονώνουν οτιδήποτε περιττό και οτιδήποτε μπορεί να αποσπά το βλέμμα από τη συνειδητή αυτοαναφορικότητα του τοπίου.
Είτε, επομένως, πρόκειται για τον Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, είτε για τη θάλασσα του Αιγαίου, είτε για μια νύχτα με πανσέληνο, είτε για την ανατολή, αυτό που επιμένει ότι έρχεται διαρκώς στο μυαλό του όταν φωτογραφίζει αυτά τα τοπία είναι ένα: απέραντη και πραγματική ευγνωμοσύνη γι’ αυτό που τον περιβάλλει και γι’ αυτό που του χαρίζεται με τέτοια απλότητα και μεγαλοσύνη.