Έκθεση του Μουσείου Μπενάκη: Η Σαντορίνη με τα μάτια της Nelly’s

Η διακεκριμένη φωτογράφος ταξίδεψε στο νησί το 1928 και αποτύπωσε μοναδικές εικόνες, από τις ελάχιστες που υπάρχουν πριν από τον μεγάλο καταστροφικό σεισμό του 1956 και εκτίθενται αυτή την περίοδο στο Καστέλι Πύργου Σαντορίνης

Μπορεί η διεθνούς φήμης φωτογράφος Ελλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη ή αλλιώς Nelly’s, όπως ήταν το καλλιτεχνικό της όνομα, να έχει συνδεθεί, κατά κύριο λόγο, με τα αριστουργηματικά γυμνά διάσημων μπαλαρίνων στην Ακρόπολη, υπάρχει ωστόσο μια άλλη, σημαντική πτυχή του έργου της, αυτή της φωτογραφικής αποτύπωσης της μεσοπολεμικής Σαντορίνης.

Οι σπάνιες φωτογραφίες της που αποκαλύπτουν τη διαφορετική, άγνωστη εικόνα του νησιού πριν από τον μεγάλο καταστροφικό σεισμό του 1956, με επίκεντρο την Αμοργό, εκτίθενται αυτή την περίοδο στο Κέντρο Φωτογραφίας Καστελάνα στο Καστέλι Πύργου Σαντορίνης, στο πλαίσιο της έκθεσης με τίτλο «Nelly’s - Η Σαντορίνη του Μεσοπολέμου», που διοργανώνουν το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Φωτογραφίας, με την επιμέλεια της Αλίκης Τσίργιαλου, και θα είναι ανοιχτή για το κοινό μέχρι τις 20 Οκτωβρίου.


Το «φαινόμενο της ελληνικής φωτογραφίας» βρέθηκε για πρώτη φορά στη Σαντορίνη το καλοκαίρι του 1928, παρακινούμενη από την αδελφή και τον γαμπρό της Σπυρίδωνα Αλ. Μαλασπίνα, ο οποίος καταγόταν από το νησί. Για εκείνη, η Σαντορίνη υπήρξε κεραυνοβόλος έρωτας, ένας τόπος που τη συγκλόνισε, τη μάγεψε από την πρώτη ματιά και της δημιούργησε την ανάγκη να τον ανακαλύψει σπιθαμή προς σπιθαμή και να τον αποτυπώσει με τον δικό της μοναδικό τρόπο.

Η ίδια είχε περιγράψει χαρακτηριστικά αναφερόμενη στην πρώτη φορά που αντίκρισε αυτό το οπτικό θαύμα του Αιγαίου: «Ηταν στα μέσα της δεκαετίας του ’20 και ερχόμασταν στη Σαντορίνη μετά από ένα ταξίδι στην Κρήτη. Δεν έβλεπα την ώρα να ξεκινήσω με τα σύνεργά μου. Τότε η συγκοινωνία γινόταν διά θαλάσσης. Το πλοίο που ταξίδευσα έφτασε τα ξημερώματα. Ηταν, θυμάμαι, καλοκαίρι. Στις 5.30 π.μ. βρισκόμουν στο κατάστρωμα. Ηθελα να απολαύσω τη θέα από απόσταση, πριν φτάσουμε στο λιμάνι, για να πάρω από εκεί μερικές φωτογραφίες. Μου φάνηκε πως έβλεπα μια μεγάλη σοκολατένια τούρτα γαρνιρισμένη με σαντιγί. Οταν ανέτειλε ο ήλιος και έριξε πάνω του τις χρυσές του αχτίδες, δεν χόρταινα να το κοιτάω. Τέτοιο θέαμα δεν είχα ξαναδεί και προσπάθησα να επωφεληθώ από τις αξέχαστες εκείνες στιγμές και να τις απαθανατίσω με μερικές φωτογραφίες. Κι ευγνωμονούσα τον γαμπρό μου και την αδελφή μου που με έπεισαν να αποφασίσω το ταξίδι αυτό».


Πράγματι, με το που πάτησε το πόδι της στο νησί ετοίμασε τα φωτογραφικά σύνεργά της και ξεχύθηκε στα σοκάκια, στους χωμάτινους δρόμους, στα λευκά ξωκλήσια, στους άγριους γκρεμούς με θέα στο απόλυτο γαλάζιο. Φηρά, Φηροστεφάνι, Ημεροβίγλι, Πύργος, Καμάρι, Εξω Γωνιά, Περίσσα και Οία έγιναν τα ιδανικά μοντέλα της, τα οποία απαθανάτισε με εξαιρετική τεχνική αλλά και πρωτοφανή ευαισθησία ανοίγοντας ένα νέο, σημαντικό κεφάλαιο για τα ελληνικά δεδομένα, αυτό της φωτογραφικής τοπιογραφίας.

Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες της μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής, παίζουν με τα χρώματα, το φως και τη γεωμετρία των όγκων. Οι σκούρες αποχρώσεις της λάβας του ηφαιστείου που είχε εκραγεί, για μία ακόμη φορά, λίγα χρόνια πριν, το καλοκαίρι του 1925, δένουν αρμονικά με το απόλυτο λευκό της εντυπωσιακής κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου. Το πιο εντυπωσιακό, όμως, είναι ο τρόπος που μελετά και αιχμαλωτίζει το εκτυφλωτικό κυκλαδίτικο φως έτσι όπως αποτυπώνεται στις επιφάνειες των σπιτιών αλλά και τις σκιές που δημιουργούν οι καμπύλες των κτιρίων και οι καμάρες στα στενά σοκάκια. Εντονη είναι όμως στις φωτογραφίες της και η λεπτομερής αποτύπωση της ιδιαίτερης μορφολογίας του εδάφους μέσα από την ιδιαίτερη και πρωτοποριακή για την εποχή τεχνική της.


Η ανθρώπινη παρουσία είναι εξαιρετικά διακριτική στις εικόνες αυτές. Δυο-τρεις ηλικιωμένες γυναίκες με σκληροτράχηλο πρόσωπο και μαντίλι στο κεφάλι που στέκουν ακίνητες και λίγα μικρά παιδιά που παίζουν ανέμελα στα σοκάκια και τις πλατείες δίνουν την αίσθηση ενός ζωντανού θεατρικού σκηνικού από το παρελθόν που έχει παγώσει στον χρόνο.

«Με την εκλογή κατάλληλων πραγμάτων και με τη χρησιμοποίηση του κατάλληλου πνεύματος έκανε πορτρέτα σπιτιών και ανθρώπων που αντικαθιστούσαν το πνεύμα του εικονιζόμενου. Είχε ταλέντο για να δοξάζει τη ζωή, μα ήξερε επίσης να δίνει ένα νόημα στη δυστυχία. Οι φωτογραφίες που έκανε είναι ντοκουμέντα σπουδαία για την ιστορία της φωτογραφίας, γιατί είχε στοιχεία ζωντάνιας και επαναστάσεως», έγραφε με νόημα ο σπουδαίος και σκηνογράφος Γιάννης Τσαρούχης στο λεύκωμα «Nelly’s, Σαντορίνη, 1925-1930» του Αρχείου Θηραϊκών Μελετών - Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα.


Ο συλλέκτης Δημήτρης Τσίτουρας κατάφερε να εντοπίσει το 1987 τη φωτογράφο με αφορμή ένα δημοσίευμα της Μαρίας Καραβία στην «Καθημερινή», στο οποίο αναφερόταν πως είχε επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα από την Αμερική και ζούσε στην Αθήνα. Οι δυο τους συναντήθηκαν στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη. Οταν αντίκρισε τις φωτογραφικές λήψεις της από τη Σαντορίνη, ενθουσιάστηκε, μαγεύτηκε και, κυρίως, αντιλήφθηκε την ιστορική αξία τους. Εκείνη του χάρισε τις λήψεις αυτές που ήταν αποτυπωμένες πάνω σε γυάλινες πλάκες, ενώ ανταποκρίθηκε και στην προτροπή του να δωρίσει το πολύτιμο φωτογραφικό της αρχείο στο Μουσείο Μπενάκη, το οποίο έχει διοργανώσει κι άλλες εκθέσεις με έργα της.

Την ίδια χρονιά ο Δημήτρης Τσίτουρας εκδίδει τις φωτογραφίες της Nelly’s από τη Σαντορίνη σε ένα βιβλίο 2.000 αντιτύπων, το οποίο γίνεται ανάρπαστο. Ακολουθούν κι άλλες εκδόσεις, με τελευταίο το λεύκωμα που κυκλοφόρησε το 2015. Η φωτογράφος, η οποία έφυγε από τη ζωή το 1998, είχε αποκαλύψει στον συλλέκτη πως από το σύνολο της δουλειάς της η πιο εμπορική φωτογραφία της στην Αμερική ήταν εκείνη του ναού του Πύργου της Σαντορίνης! Ανάμεσα στο πλήθος των αγοραστών μάλιστα ήταν και πολλοί φωτογράφοι που θέλησαν να μελετήσουν τις τεχνικές που διαχειριζόταν το φως, τις σκιές και τους όγκους.


Η Nelly’s αναφερόμενη σε αυτή τη φωτογραφία κατά τη διάρκεια ομιλίας της στα τέλη της δεκαετίας του ’30 στη Νέα Υόρκη είπε: «Οπως ο ιμπρεσιονισμός στη ζωγραφική από τις αρχές του αιώνα και ύστερα άρχισε να επηρεάζει τους φωτογράφους που δημιούργησαν ατμόσφαιρες παρόμοιες με εκείνες που βλέπουμε στους πίνακες ενός Κορό ή ενός Μονέ, έτσι μετά τον Παγκόσμιο Πόλεμο ο κυβισμός κι άλλες σύγχρονες τάσεις στη ζωγραφική και την αρχιτεκτονική επηρέασαν τη φωτογραφία με τις συχνά τολμηρές αντιθέσεις φωτός και σκιάς και με τις νέες αντιλήψεις στα ζητήματα της προοπτικής».  Η Nelly’s παραδόθηκε σε εκείνο το πρώτο ταξίδι της στη Σαντορίνη παθιασμένα, ολοκληρωτικά. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο πως όταν επέστρεψε στην Αθήνα συνειδητοποίησε ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής της στο νησί είχε υποστεί ένα βαρύ έμφραγμα, κι ας ήταν μόλις 26 ετών!

Από το Αϊδίνι στη Νέα Υόρκη

Γεννημένη στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας το 1899 και έχοντας βιώσει τα σκληρά απάνθρωπα γεγονότα της άγριας σφαγής που τη σημάδεψαν, η Ελλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη είχε αρχικά αναπτύξει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική. Με σκοπό να σπουδάσει αυτή την τέχνη ταξίδεψε, μαζί με τον αδελφό της, στη Δρέσδη, τελικά όμως ήταν η φωτογραφία που την κέρδισε. Μαθήτευσε στο πλευρό του Ούγκο Ερφουρτ και του Φραντς Φίντλερ και ειδικεύτηκε στη φωτογραφία πορτρέτου και χορού.


Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, το 1924, έφτιαξε ένα μικρό ατελιέ στην Ερμού, όπου εργάστηκε και ζούσε ταυτόχρονα. Εως το 1939 επιδόθηκε σε φωτογραφίες πορτρέτων, μεταξύ των οποίων και σημαντικών προσώπων όπως ο Κωστής Παλαμάς και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ιδιαίτερα δημοφιλείς έγιναν οι γυμνές φωτογραφήσεις της στην Ακρόπολη, αρχικά της πρώτης μπαλαρίνας της Opera Comique, Μόνα Πάεβα, οι οποίες προκάλεσαν σάλο στις συντηρητικές κοινωνίες όταν δημοσιεύτηκαν το 1929 στο γαλλικό περιοδικό «Illustration», και στη συνέχεια, το 1930, της Ρωσίδας χορεύτριας Ελιζαμπέτα Νικόλσκα, σε μία από τις πιο συγκλονιστικές χορευτικές φωτογραφήσεις του Μεσοπολέμου που παραμένει κλασική μέχρι σήμερα.

Το 1936 ταξίδεψε στο Βερολίνο προκειμένου να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες στους οποίους συμμετείχε ο αδελφός του συζύγου της Αγγελου Σεραϊδάρη. Οταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρέθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου έζησε για 27 ολόκληρα χρόνια. Εκεί διευρύνθηκαν οι φωτογραφικοί της ορίζοντες και ανέπτυξε νέες πτυχές της δημιουργίας της μέσα από την ιδιαίτερα ζωντανή αποτύπωση καθημερινών τοπίων και ανθρώπων. Επέστρεψε μόνιμα στην Ελλάδα το 1966 εγκαταλείποντας οριστικά την ενασχόλησή της με τη φωτογραφία και πλέον έζησε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr