Σκληροί γόηδες, hardcore ταινίες και το ταγέρ της Πόπης

Σκληροί γόηδες, hardcore ταινίες και το ταγέρ της Πόπης

Το ελληνικό στοιχείο επικράτησε στα πηγαδάκια και στα κόκκινα χαλιά του Βερολίνου,ενώ δεν έλειψαν και τα παρατράγουδα με τον Σάια ΛαΜπέφ να καταφθάνει με σμόκιν και χαρτοσακούλα και τα κοριτσόπουλα να μαλλιοτραβιούνται για ένα αυτόγραφο του Νικ Κέιβ κι ένα πεταχτό φιλί από τον Μπράντλεϊ Κούπερ

Σκληροί γόηδες, hardcore ταινίες και το ταγέρ της Πόπης
Το στενάκι όπου φιλοξενούνται οι πρεμιέρες του Φεστιβάλ του Βερολίνου και παρκάρουν οι αστραφτερές Μερσεντές που μεταφέρουν τους διάσημους στο κόκκινο χαλί και στις συνεντεύξεις Τύπου ήταν τις περισσότερες μέρες ασφυκτικά γεμάτο. Χρυσές δουλειές, λένε, κάνουν φέτος το καφέ του «Hyatt», όπου λαμβάνουν χώρα οι συνεντεύξεις, αλλά και το απέναντι «Starbucks» - αλλά όχι πάντα για τους προφανείς λόγους. Ο περισσότερος κόσμος δεν ήταν στημένος επειδή περίμενε την άφιξη του Τζορτζ Κλούνεϊ -μόνιμος πια θαμώνας της Μπερλινάλε- αλλά το καστ του περίοπτου «Nymphomaniac» για τη συνέντευξη Τύπου που φυσικά δεν κατέφτασε ούτε με αδαμιαία περιβολή, ούτε με τρέντι αμφίεση, αλλά άλλος με ξεφτισμένο καπελάκι (Σάια ΛαΜπέφ), άλλος με προκλητικό T-shirt  (persona non grata, special selection, έγραφε το μπλουζάκι του Φον Τρίερ) και άλλος με περιβολή δημοσίας υπαλλήλου (όπως η Ούμα Θέρμαν με το μαύρο μάλλινο και τα εναλλακτικά κρεμαστά σκουλαρίκια). Το παραμύθι με τον Φον Τρίερ ξέφτισε, όμως, εύκολα στις παρυφές της Ποτσντάμερ Πλατς, αφού, όπως μαθαίνουμε, η πολύκροτη συνέχεια του «Nymphomaniac» δεν άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις.



Αντίθετα ο ελληνικός μύθος κράτησε γερά φέτος στο Βερολίνο. Από τη γαλανή θάλασσα της Κρήτης, που κατέπληξε τους θεατές στα «Δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου», μέχρι τα απανωτά βρισίδια στην ταινία του Οικονομίδη, που έκανε εντύπωση στους κριτικούς, δεν υπήρχε περίπτωση να μην ακούς να επαναλαμβάνεται στα παγωμένα χείλη των σινεφίλ ξανά και ξανά η λέξη «Greece». Κι αν σε όλα αυτά προσθέσουμε τον μεγάλο ντόρο που προκάλεσαν οι δηλώσεις του Τζορτζ Κλούνεϊ για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στη συνέντευξη Τύπου μιας ταινίας που δεν περιελάμβανε τίποτα ελληνικό, τότε μπορούμε να μιλάμε για «γαλάζιο» παραλήρημα στον διασημότερο θεσμό των Γερμανών.


Κλείσιμο


Μπράντλεϊ Κούπερ Vs Νικ Κέιβ

Τη σκυτάλη στο ελληνικό πάρε-δώσε πήρε πρώτος ο Γουίλεμ Νταφόε, ο οποίος δήλωνε στο «Πρώτο Θέμα» και στον Δημήτρη Δανίκα ότι δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ τον Αγγελόπουλο, που ήταν μεν πολύ απαιτητικός, αλλά ένας από τους λίγους κινηματογραφιστές στην Ιστορία που διέθεταν γνώση και όραμα. Κατόπιν, η συζήτηση συνεχίστηκε με το ελληνικό παρελθόν και τη δίκαιη διεκδίκηση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, κάτι στο οποίο αναφέρθηκε, στη συνέχεια, όχι μόνο ο Κλούνεϊ αλλά και ολόκληρο το καστ της ταινίας «Μνημείων άνδρες», όπως για παράδειγμα ο Μπιλ Μάρεϊ. Ο τελευταίος, με το γνωστό στυλ που λανσάρει χρόνια τώρα, φόρεσε μια φόρμα, έναν σκούφο και κατέφτασε αξύριστος στο Βερολίνο για να ποζάρει κάπως βαριεστημένα στις γνωστές φωτογραφίες. Τα λευκά του μαλλιά ανέμιζαν επίσης αχτένιστα - μια ατημέλητη νότα σε ένα φεστιβάλ που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από τα υπόλοιπα κόκκινα χαλιά του Χόλιγουντ παρά το κρύο. Πάντως, αν κάποιος προκάλεσε στο κόκκινο χαλί αντιδράσεις μαινόμενου ταύρου, αυτός είναι ο Μπράντλεϊ Κούπερ, που είδε τις κοπελίτσες οι οποίες είχαν πιάσει θέση από το πρωί για να απαθανατίσουν ένα πέρασμά του να παραληρούν φωνάζοντας «Μπραντ, Μπραντ!».




Ο ίδιος βρέθηκε στη γερμανική πρωτεύουσα για την ειδική προβολή της ταινίας «Οδηγός διαπλοκής» (προβάλλεται αυτό τον καιρό και στην Ελλάδα) συνοδευόμενος από τον επίσης γοητευτικό και προφανώς αδυνατισμένο Κρίστιαν Μπέιλ. Κι αν σε αυτά καταγραφεί η άφιξη του λεπτού, μαυροφορεμένου Νικ Κέιβ για τις ανάγκες της προβολής του ντοκιμαντέρ «20.000 days on Earth» («20.000 μέρες στη Γη») που παρουσιάστηκε στο τμήμα Panorama του φεστιβάλ, τότε μιλάμε για την πιο εντυπωσιακή κυριαρχία τεστοστερόνης διασήμων των τελευταίων ετών. Ως γνωστόν, ο Κέιβ δεν είναι μόνο αυτός που έχει γαλουχήσει μουσικά το ελληνικό πόπολο, που πριν από την εμφάνισή του ψαχνόταν με τη σκληροπυρηνική ροκ, αλλά κι αυτός που έχει γράψει καταπληκτική ποίηση και στίχους, έχει εκδώσει πειραματικά βιβλία και έχει αποπειραθεί να συνενώσει διαφορετικές καλλιτεχνικές εκφράσεις σε μία.




Αν κάτι κατάφερε, πάντως, στο Βερολίνο είναι να αυξηθούν άμα τη αφίξει του τα μέτρα ασφαλείας -λόγω των κοριτσόπουλων που παραμόνευαν- και να δώσει την πιο ενδιαφέρουσα συνέντευξη Τύπου του φεστιβάλ. Σε αντίθεση με τον Λαρς (Φον Τρίερ), ο οποίος εννοείται ότι αρνήθηκε να παραστεί στο γνωστό πάνελ που συνοδεύει τις φωτογραφήσεις, ο Κέιβ ήταν ευπροσήγορος και άνετος στις απαντήσεις. Αντίθετα ο Φον Τρίερ, επειδή έχει καεί στον χυλό των Καννών -με τη γνωστή αποπομπή του λόγω των φιλοφασιστικών δηλώσεών του-, είναι φυσικό να φυσάει και το γιαούρτι (των Γερμανών). Απλώς φρόντισε να κάνει επίσημο «statement» με το μπλουζάκι του και άφησε τον ΛαΜπέφ να κάνει τη βρόμικη δουλειά: ο τελευταίος εμφανίστηκε στο κόκκινο χαλί με το γνωστό σμόκιν, αλλά φορώντας στο κεφάλι μια χαρτοσακούλα στην οποία είχε γράψει: «Δεν είμαι διάσημος πια». Κάτι ανάλογο είχε κάνει σαν άλλος ντανταϊστής καλλιτέχνης και στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter, στις 13 Ιανουαρίου. Και στη συνέντευξη Τύπου, όμως, δεν ήταν λιγότερα αλλόκοτος: όταν ρωτήθηκε για τις πολλές σκηνές σεξ που περιλάμβανε η ταινία, απάντησε: «Οταν οι γλάροι ακολουθούν την τράτα, είναι επειδή νομίζουν ότι οι σαρδέλες θα ριχτούν στη θάλασσα». Τρία πουλάκια κάθονταν, που λέμε στην Ελλάδα - κι ας είναι στην περίπτωση του «Nymphomaniac» κάπως μεγαλύτερα.

Η Πόπη, ο ταλαντούχος Βαγγέλης και τα άλλα παιδιά

Ολα αυτά προφανώς τα είδε η δική μας Πόπη Τσαπανίδου, που δεν σταμάτησε να δηλώνει ενθουσιασμένη από την 64η Μπερλινάλε και ναι, όπως είχε γράψει αποκλειστικά το «thema people», έκανε το επαναστατικό κόκκινο πέρασμά της από το χαλί του φεστιβάλ. Επιμένοντας στις στυλιστικές της επιλογές, κάτι που επιβεβαιώνει ότι οι εμφανίσεις της στο STAR δεν είναι αποτέλεσμα τηλεοπτικής επιβολής αλλά προσωπικού γούστου, στη συνέντευξη Τύπου φόρεσε ένα σεμνό κατάμαυρο ταγέρ, ενώ αντίστοιχα συντηρητική φάνηκε και στη βραδινή εμφάνιση (που ήταν άσπρη τουαλέτα σε αντίστιξη με το μαύρο σύνολο του μεσημεριού, που η αλήθεια είναι δεν την κολάκευε ιδιαίτερα). Η διάθεσή της, πάντως, δεν ήταν διόλου ασπρόμαυρη, αλλά ιδιαίτερη ανεβασμένη: με μια κάμερα στο χέρι, δεν σταμάτησε να βιντεοσκοπεί το υπόλοιπο dream team σε διάφορες στιγμές. Για τις ανάγκες της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη, πάντως, η Πόπη Τσαπανίδου είναι απλώς η Μαρία.




Σύζυγος ενός φυλακισμένου γκάνγκστερ, φαίνεται να έχει αποκτήσει τα χούγια του ανδρός της και να έχει δικαιωματικά κατακτήσει το στέμμα της βασίλισσας της κόκας. Προκειμένου να είναι ακόμη πιο πειστική στον ρόλο της η Τσαπανίδου δεν φοβήθηκε να στραπατσάρει την καθωσπρέπει εικόνα της αλλά και να πάρει μέρος, όπως μαθαίνουμε, σε γυρίσματα υπό δύσκολες συνθήκες στις Φυλακές του Μαλανδρίνου. Ωστόσο, οι περισσότεροι στο Βερολίνο δεν σταμάτησαν να μιλάνε για την πανέμορφη Vicky Papadopoulou, θέλοντας να μάθουν περισσότερα για το κινηματογραφικό της παρελθόν - και όχι μόνο.



Οντας στο σύνολό του επαναστατικό -και όχι μόνο σε ό,τι αφορά την Τσαπανίδου- το «Μικρό ψάρι» δεν φάνηκε να φοβάται τα μεγάλα κινηματογραφικά ψάρια, κλέβοντας τις εντυπώσεις και ανεβάζοντας τον πήχη των προσδοκιών για το ελληνικό σινεμά. Την ώρα μάλιστα που γράφονται αυτές οι γραμμές, έντονες είναι οι φήμες που θέλουν τον πρωταγωνιστή Βαγγέλη Μουρίκη να παίρνει σπίτι του τη Χρυσή Αρκούδα, καθώς όλοι παραδέχονταν ότι η ερμηνεία του ήταν η πιο πολυσυζητημένη του φεστιβάλ. Ο Μουρίκης υποδύεται έναν πληρωμένο δολοφόνο που το πρωί δουλεύει ως αρτοποιός και το βράδυ εκτελεί συμβόλαια θανάτου με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων που θα βγάλουν τον μεγάλο του μέντορα στο έγκλημα από τη φυλακή. «Μου αρέσει πολύ αυτός ο ήρωας μου, αρέσει η στάση του, η ηθική του, το κύμα που αφήνει πίσω του», έλεγε ο Μουρίκης απαντώντας σε Τούρκο δημοσιογράφο, ενώ πολλοί ήταν εκείνοι που του ευχήθηκαν καλή τύχη στις υποψηφιότητες, ίσως γιατί θεωρούσαν δεδομένες τις αυξημένες πιθανότητες για κάποιο βραβείο.

Πάντως, ο ίδιος ο Οικονομίδης αρνήθηκε ότι πρόκειται για μια ταινία που αναφέρεται στην κρίση, όπως συνηθίζουν να υποστηρίζουν τελευταία οι Ελληνες δημιουργοί. Περισσότερο αναφέρθηκε στις προσωπικές του επιρροές, όπως η παράδοση του ιαπωνικού κινηματογράφου, οι δωρικές ταινίες που αποφεύγουν τον λυρισμό και είναι ακριβείς στην αφήγηση και την ποιότητά τους. «Ο καμβάς της ταινίας είναι ο καμβάς ενός δυτικού πολιτισμού σε ελεύθερη πτώση - όλα είναι για πούλημα, για κάψιμο. Παρακμή. Η Ελλάδα βρισκόταν σε κρίση εδώ και χρόνια. Ολες μου οι ταινίες μιλούσαν για την κρίση - μια γενικότερη κρίση, όχι τη στενά οικονομική. Ελπίζω στην ταινία να έχω καταφέρει να το δείξω αυτό, να το έχω αποδώσει σωστά», απάντησε σχετικά ο Ελληνας σκηνοθέτης στους δημοσιογράφους. Την ελληνική ομήγυρη συμπλήρωσε ο γνωστός παραγωγός της Faliro House Χρήστος Κωνσταντακόπουλος, ο οποίος εξακολουθεί να χορηγεί γενναία, μαζί με τη Feelgood το ελληνικό σινεμά, οπότε εύλογο ήταν η συζήτηση να έρθει στους πόρους και στο πόσο εύκολο είναι να βρίσκονται σήμερα σε καιρό κρίσης: «Οι πόροι είναι σίγουρα λιγότεροι από τα προηγούμενα χρόνια», απάντησε ο γνωστός παραγωγός.

 «Υπάρχει το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου που βοηθάει. Στην Ελλάδα υπάρχουν θέματα πολύ σοβαρά και έτσι οι πόροι για το σινεμά περιορίζονται. Η κρίση, ωστόσο, έδωσε θέματα στους δημιουργούς για να τα αναδείξουν, έκανε τους σκηνοθέτες πιο ανήσυχους και καθάρισε το τοπίο: όταν έχεις κρατικό δανεισμό, φυσικά θα υπάρχουν άνθρωποι που μπαίνουν γι’ αυτό και μόνο. Οταν κοπεί αυτή η συνεισφορά, μένουν οι άνθρωποι που αγαπούν το σινεμά και είναι εδώ για να κάνουν ταινίες με θυσίες. Από αυτή την άποψη διανύουμε την καλύτερη περίοδο για τον κινηματογράφο στην Ελλάδα».

Οι Ελληνες, όμως, αναφέρθηκαν για καλό και σε άλλα τραπέζια, πάνελ, πηγαδάκια του Βερολίνου - ακόμη και στο μικρό έστω περίπτερο του Κέντρου Κινηματογράφου που είχε την τιμητική του. Πολλοί, για παράδειγμα, μαθαίνουμε ότι επαινούσαν την εξαιρετική ερμηνεία της Μαρίας Καλλιμάνη στον ρόλο της μετανάστριας-εσώκλειστης υπηρέτριας στην ταινία του Καρανικόλα «Στο σπίτι». Για τους Ελληνες  μόνο καλά λόγια είχαν να πουν και οι υπεύθυνοι της ταινίας «Δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου» (βασισμένης στο γνωστό βιβλίο της Πατρίτσια Χάισμιθ): «Χωρίς τη συνδρομή των Ελλήνων το αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο», έλεγε ο Χοσεΐν Αμινί στη συνέντευξη Τύπου. Ο ίδιος συνέχισε: «Η Ελλάδα είναι ένα υπέροχο μέρος για να γυρίζει κανείς ταινίες και με υπέροχους ανθρώπους. Η βοήθειά τους ήταν καθοριστική παρά τις απεργίες», εννοώντας προφανώς τα προσκόμματα που συνάντησαν από τις συνεχιζόμενες απεργίες στους αρχαιολογικούς χώρους όπου γυρίστηκε η ταινία. Κι αν σε όλα αυτά προσθέσεις το όνομα του Πιρς Μπρόσναν, ο οποίος κατέφτασε στο Βερολίνο για την ταινία «A long way down» (βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Νικ Χόρνμπι), δεν αρνήθηκε να τσουγκρίσει ένα ποτηράκι με τους παρευρισκόμενους δημοσιογράφους, τότε μπορούμε να λέμε ότι φέτος καταφέραμε να υψώσουμε με περηφάνια την ελληνική σημαία δίπλα στα εναπομείναντα συντρίμμια του τείχους στην καρδιά της  Ποτσντάμερ Πλατς - μια πολιτιστική εκδίκηση στην καρδιά της πιο βαρβάτης οικονομικής κρίσης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης