«Δεν μπορώ να δαμάσω την ερωτική μου απληστία»

«Δεν μπορώ να δαμάσω την ερωτική μου απληστία»

Λίγο προτού ανέβει στη σκηνή του θεάτρου «Ακροπόλ» για τον «Επιθεωρητή» του Γκόγκολ, βάφει τα μαλλιά του ξανθά και δείχνει πιο ορμητικός και ζωντανός από ποτέ. Τι απαντά όμως στα σενάρια που τον θέλουν είτε να παντρεύεται σύντομα, είτε να ζει μια καταραμένη ζωή;  

«Δεν μπορώ να δαμάσω την ερωτική μου απληστία»
Για χρόνια φανταζόμουν τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη να είναι από τους σπασίκλες του σχολείου που σηκώνουν πρώτοι το χέρι, έχουν πάντα κάτι έξυπνο να πουν, γίνονται δεινοί ρήτορες και δεν αφήνουν ποτέ περιθώριο στην ασάφεια. Η προβεβλημένη ευφυΐα του παραήταν έντονη για να πιστέψω ότι ο άνθρωπος αυτός μπορεί να διαθέτει μια αιφνιδιασμένη ψυχή ή να χαλαρώνει κάνοντας αηδίες με τους φίλους του. Μέχρι που τον γνώρισα από κοντά σε μια κοινή παρέα και είδα έναν άνθρωπο με αχαλίνωτο ενδιαφέρον για τα πάντα, έντονα πολιτικοποιημένο, φιλοπερίεργο με καθετί και, παραδόξως, για όσους δεν τον ξέρουν, χαλαρό και αστείο. Τον ίδιο Μαρκουλάκη είδα και τώρα να χαίρεται σαν μικρό παιδί με τις πρόβες του «Επιθεωρητή» του Γκόγκολ στο θέατρο «Ακροπόλ». «Ελα, κάτσε να δεις λίγο από τις πρόβες», μου λέει παιχνιδιάρικα γνωρίζοντας ότι απαγορεύεται και γλιστράω στα κρυφά βλέποντάς τον με ξανθιά πλέον κόμη, ειρωνικό μουστακάκι και μια φλόγα στη ματιά να το απολαμβάνει με την ψυχή του.

Εντύπωση μου κάνει το εντελώς μειλίχιο ύφος του Σπύρου Ευαγγελάτου, ο οποίος σκηνοθετεί κωμωδία στο «Ακροπόλ», αλλά και το φανερό ταλέντο της Δανάης Σκιάδη - αυτό το κορίτσι πρέπει να κάποια στιγμή αναγνωριστεί περισσότερο. Λαχανιασμένος από τις πρόβες, ο Κωνσταντίνος παραδέχεται ότι μάλλον το έχει παρακάνει -όπως πάντα- με τις πολλές και διαφορετικές παραστάσεις: το καλοκαίρι Επίδαυρο, μέχρι πριν από λίγες μέρες «Σικάγο» και τώρα «Επιθεωρητής», αλλά μου θυμίζει ότι «δεν είμαι διπλοθεσίτης. Δηλώνω μάλιστα ευτυχής που μπορώ και δοκιμάζομαι σε θεατρικά είδη με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Ανέκαθεν άλλωστε με ενδιέφερε η δυνατότητα εναλλαγής του περιεχομένου και της φόρμας, ειδικά σε ιδανικές συνθήκες, όπως μου συμβαίνει τώρα με τον Ευαγγελάτο». Τον ρωτάω αν τον ενοχλεί το γεγονός ότι τόσο πολλοί δημιουργοί φέτος σε άπειρες παραστάσεις αυτοπλασάρονται ως μοναδικοί. «Δεν  μου αρέσει να καταδικάζω καμία έκφανση της πραγματικότητας παρά μόνο αυτές που παρέχουν κακό σπέρμα στην κοινωνία. Κάθε παράσταση μπορεί να προσφέρει με τον δικό της τρόπο. Αρκεί να πηγαίνει ο κόσμος στο θέατρο - είτε πρόκειται για εμπορικό, είτε για εναλλακτικό ή ερευνητικό. Ο Φελίνι είχε πει κάποτε ότι κάνει σινεφίλ ταινίες ακριβώς επειδή υπάρχει το εμπορικό σινεμά. Τα πράγματα, άλλωστε, είναι πάντα ανάμικτα και επιτρεπτά εφόσον δεν προσπαθούν να επιβληθούν με τον δικό τους τρόπο. Το μόνο που καταδικάζω είναι το να γίνεται μια τάση τόσο κυρίαρχη ώστε να στρέφει τους ανθρώπους, μέσω της καθοδήγησης, προς συγκεκριμένη κατεύθυνση».



Εξάλλου είναι γνωστή η ευαισθησία που έχει ο Μαρκουλάκης σε τέτοιου είδους θέματα - δεν χάνει στιγμή να σου ανοίξει συζήτηση για την πολιτική και να σου αραδιάσει μια σειρά από βιβλία για τη «βία», τον «πολιτικό δογματισμό», κείμενα αρθρογράφων που εκτιμά. Ρουφάει διαρκώς τα πάντα, τα οποία σχεδόν θυμάται απέξω. Απορώ αν ήταν πάντα το ίδιο τελειομανής σε όλα και με εκπλήσσει όταν, αντί να μου μιλήσει για ευφυή και καταραμένα ταλέντα, μιλώντας για τον εαυτό του, μου αραδιάζει τη θεωρία περί πτήσεων. «Για να μπορέσεις να αριστεύσεις σε μια δραστηριότητα χρειάζονται συγκεκριμένες ώρες πτήσης. Σε ένα βιβλίο διάβασα ότι είναι περίπου 10.000 ώρες και είναι καλό να συμβαίνουν σε αντίξοες καιρικές συνθήκες. Γι’ αυτό και μου αρέσει που δοκιμάζω τις δικές μου ώρες πτήσης παίζοντας με διαφορετικούς θεατρικούς κώδικες και παραστάσεις».
Κλείσιμο

Τύχη, έρωτας και χρήμα

Παρατηρώντας τον πάντως, πιο άνετο, ώριμο και ειλικρινή, βλέπω έναν άνθρωπο που έχει αλλάξει κατεύθυνση και συντεταγμένες. Δείχνει να έχει συμβιβαστεί με το γεγονός ότι τα πράγματα είναι δύσκολα αλλά ότι αξίζει να δίνεις τη μάχη με αυτά και πιστεύει ότι, εκτός από την πολλή δουλειά, τον έχει βοηθήσει και η θεά Τύχη. «Η τύχη διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στο θέατρο και στη ζωή. Για την ακρίβεια, το θέατρο σε βοηθάει να ακουμπάς την τύχη με μεγαλύτερη αισιο­δοξία και σε κάνει να αντιλαμβάνεσαι με ουσιαστικότερο τρόπο τη θνησιγένειά της. Βλέποντας τη ζωή μου, καταλαβαίνω ότι η τύχη μπορεί να ευνοεί τους τολμηρούς, αλλά μέχρι ενός σημείου αφού διαμορφώνει καταλυτικά τα πράγματα. Είναι σημαντικό να το αντιληφθείς αυτό σε μια κοινωνία που σου διδάσκει ότι τα πάντα είναι θέμα προσωπικής πάλης και ικανοτήτων. Το βλέπουμε από τις ταινίες μέχρι τις διαφημίσεις, με το κυρίαρχο δυτικό πρότυπο να προβάλλει τον άνθρωπο που τα καταφέρνει ενάντια στις αντιξοότητες. Μπορεί κάτι τέτοιο να φαντάζει μεν παροτρυντικό και αισιόδοξο, αλλά ταυτόχρονα είναι και πολλαπλά επικίνδυνο. Καταδικάζει πολλούς, επειδή ακριβώς νιώθουν ένοχοι που δεν τα κατάφεραν, στην κατάθλιψη και τη μελαγχολία». Στο σημείο αυτό μου μιλάει για έναν φυσικό επιστήμονα, τον Μαξ Πλανκ, και τις θεωρίες του και του θυμίζω ότι είναι ο ίδιος επιστήμονας που επέμενε ότι η ανθρώπινη φύση είναι σχιζοφρενική. Πόσο το βλέπει αυτό στον εαυτό του; «Ποτέ δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απολύτως από οτιδήποτε φυσικό. Αλλά η ιστορία του πολιτισμού στους αιώνες είναι μια ιστορία απομάκρυνσης από το φυσικό», μου απαντά σαν να συμφωνεί. «Απορώ γιατί λένε τι καλή θα ήταν η επιστροφή στη φύση! Προσωπικά το διαπίστωσα όταν έκανα το “Survivor” τι σημαίνει να βρίσκονται άνθρωποι δίπλα στη φύση σε αντίξοες συνθήκες. Ο ανθρώπινος πολιτισμός προσπαθεί να μας μάθει πράγματα ώστε να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας, που είναι εκ των πραγμάτων ατελής». Τον ρωτάω τι κάνει τον ίδιο να γίνεται από ατελής καλύτερος άνθρωπος. «Θα σου απαντούσα το κλισέ ‘‘η τέχνη μου’’, αλλά θα έλεγα ψέματα. Εχω δει ανθρώπους να είναι ελλειμματικοί παρότι θα έπρεπε να έχουν επηρεαστεί σε μεγαλύτερο βαθμό από την τριβή τους με σπουδαία έργα και με την τέχνη. Καλύτερο άνθρωπο σε κάνει μια φυσική προδιάθεση και μια όσο γίνεται τιμιότερη επαφή με τους άλλους ανθρώπους επί τη βάσει της παραδοχής ότι όλοι τελικά αντικρίζουμε ένα κομμάτι από την ίδια σφαίρα που λέγεται πραγματικότητα».



Ο έρωτας και ο θάνατος

Γνωρίζοντας ότι η σκέψη και ο διάλογος, όσο κι αν τα πολυδιαφημίζει ο Μαρκουλάκης, δεν είναι αρκετά για να σε σώσουν από τους δαίμονές σου, επικαλούμαι πιο σκοτεινά μονοπάτια και δείχνει να συμφωνεί. Τα άγρια ένστικτα, για τα οποία κάνει λόγο, χτυπάνε κόκκινο και στον ίδιο. Παραδέχεται ότι «τέλεια ισορροπία, ψυχική και συναισθηματική, δεν υπάρχει. Ή, μάλλον, μπορεί να υπάρχει, αλλά όχι για όσους ασχολούνται με την τέχνη. Δεν μπορεί να είσαι καλλιτέχνης και να είσαι ισορροπημένος». Ο πρισματικός χαρακτήρας είναι μόνο για τις καλά διατυπωμένες θεωρίες. Στην πράξη μιλάμε για έναν «άπληστο» άνθρωπο που δεν ησυχάζει ποτέ. Κι αυτό μάλλον είναι άσχετο με την ιδανική συνθήκη που μπορεί να διαμορφώνει μια συναισθηματική σχέση. Αντικειμενικά ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης μοιάζει να είναι στην καλύτερη φάση της ζωής του: διατηρεί άριστη σχέση με την πρώην σύζυγό του και τον γιο του, ενώ είναι ευτυχισμένος με τη σκηνογράφο Αναστασία Σμαραγδή, με την οποία το τελευταίο διάστημα φωτογραφίζεται διαρκώς σε κοινές εξόδους. Παρότι δεν του αρέσει να αποκλείει τίποτα στη ζωή του, ούτε έναν ενδεχόμενο γάμο, ωστόσο υπενθυμίζει ότι το ερωτικό βάσανο του καλλιτέχνη είναι πιο βαθύ. «Οπως κάθε καλλιτέχνης, είμαι ‘‘άπληστος’’ άνθρωπος. Αν μπορούσε κανείς να δαμάσει την ερωτική μου απληστία -γιατί εγώ δεν μπορώ-, την ανάγκη μου για αποδοχή και τον φόβο του θανάτου, θα ήμουν ένας ευτυχής άνθρωπος - αν και απόλυτα λοβοτομημένος. Βέβαια, η ζωή η ίδια σού τοποθετεί τα πράγματα σε μια βάση, αν και στην πραγματικότητα δεν ησυχάζεις ποτέ». Ισως αυτό να έχει να κάνει με την «ανδρική φύση», επιμένει ο Μαρκουλάκης - πέρα από τα καλλιτεχνικά απωθημένα. «Για τους άνδρες δύο πράγματα είναι κυρίαρχα: ο έρωτας και ο θάνατος. Ισως και η ανάγκη να δημιουργήσουν και να αφήσουν κάτι πίσω τους ως υστεροφημία. Αν είσαι τυχερός, και προσωπικά θεωρώ ότι είμαι, η τέχνη μπορεί να σου κάνει πιο ευχάριστη την καθημερινότητα σε σχέση με αυτή κάποιου άλλου ανθρώπου. Επιπλέον, η τέχνη σού επιτρέπει να διατηρείς την παιδικότητά σου, είτε παίζεις τον Οιδίποδα είτε μια φαρσοκωμωδία με έναν τέτοιο τρόπο ώστε αυτού του είδους η σχέση να είναι, ως έναν βαθμό, πάντοτε πρωτόγνωρη και παρθένα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ηθοποιοί χρησιμοποιούν το ρήμα ‘‘παίζω’’ για να περιγράψουν το επάγγελμά τους. Ποια άλλη επαγγελματική κάστα χρησιμοποιεί τον όρο "παίζω";».

Ωστόσο ο κόσμος πάντα θέλει να θεωρεί τον Μαρκουλάκη έναν από αυτούς, να περιμένει με τις ώρες το πρωί στην ουρά του ΙΚΑ, να βασανίζεται από την καθημερινότητα, να έχει μια φυσιολογική οικογένεια και παιδιά. Διαβάζει γι’ αυτόν στα εξώφυλλα, έχει προσδοκίες. «Καταρχάς ο κόσμος δεν είναι ένα πράγμα. Μιλάμε για διαφορετικές ομάδες και με διαφορετικού είδους προσδοκίες. Φροντίζω, σε κάθε περίπτωση, να διατηρήσω ακέραια την ιδιοσυγκρασία μου, που ευτυχώς είναι ευρείας γκάμας. Σέβομαι την ανάγκη των ανθρώπων να μαθαίνουν ασήμαντα πράγματα για μένα ή να περιμένουν να εκπέμψω συγκεκριμένο σήμα, αλλά αναγνωρίζω στον εαυτό μου τη δυνατότητα να είμαι αταξινόμητος». Επιμένει ότι δεν αυτολογοκρίνεται παρ’ όλα όσα γράφονται γι’ αυτόν και ότι απολαμβάνει τη δυνατότητα που του δίνει η δημόσια εικόνα του να παρεμβαίνει ενεργά σε έναν ζωντανό διάλογο - ας μην ξεχνάμε ότι παλαιότερα είχε πολιτικοποιηθεί ακόμη πιο ενεργά με τη Δράση. Παραδόξως, ωστόσο, και παρά τα όσα συμβαίνουν, δηλώνει πολιτικά αισιόδοξος. «Ευτυχώς βλέπω μια Ελλάδα που αναγκάζεται, επιτέλους, να μετακινηθεί από τη θέση της, είτε πρόκειται για τους φορείς της εξουσίας, είτε για όσους ζουν στα τελευταία σκαλοπάτια. Προσωπικά κάτι μου λέει το ότι πανίσχυροι υπουργοί και πρώην δήμαρχοι, έστω και για τα μάτια του κόσμου, μπαίνουν στη φυλακή. Κάτι φαίνεται να αλλάζει σ’ αυτή τη χώρα και αυτός είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος να δεις τα πράγματα διαφορετικά - όπως συνέβη και με τον Γκόγκολ και με τον "Επιθεωρητή" του. Παρότι ο ίδιος περιγράφει μια σαθρή κοινωνία, προσεγγίζει τους ήρωές του με αγάπη, τους καταλαβαίνει και τους κάνει να γελάσουν με τα χάλια τους, χτυπώντας τους φιλικά και συμβολικά στον ώμο. Εν ολίγοις, παραδέχεται ότι είναι ευάλωτοι - κάτι φυσικό για τους ανθρώπους. Ετσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς ως Ελληνες. Δεν χρειάζεται να θεωρούμε ούτε ότι είμαστε ο περιούσιος λαός που αδικείται, ούτε να αυτομαστιγωνόμαστε επειδή, υποτίθεται, είμαστε η χειρότερη φυλή στον κόσμο. Αρκεί να γελάμε, να μαθαίνουμε από τα λάθη μας και να αντιμετωπίζουμε όσα μας συμβαίνουν αντί με απελπισία με συμπάθεια. Στο κάτω-κάτω, τα γνωρίσματα αυτά είναι παναθρώπινα - γιατί να αποτελούμε εμείς την εξαίρεση;». 





Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης