Το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού έχει μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β
Το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού έχει μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β
Ο Σπήλιος Μανωλακόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Η ηπατίτιδα Β είναι μια μεταδοτική ασθένεια του ήπατος που οφείλεται
στον ομώνυμο ιό. Περίπου το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού (περισσότεροι
από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι) έχουν μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας
Β και από αυτούς 350 εκατομμύρια άνθρωποι είναι χρόνιοι φορείς του ιού.
Το ποσοστό των χρόνιων φορέων στο σύνολο του πληθυσμού
ποικίλλει από 10% σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής μέχρι <0,5%
στις ΗΠΑ και στην Βορειοδυτική Ευρώπη. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό
εκτιμάται στο 2-3%.
Η μετάδοση του ιού της ηπατίτιδας Β
προκαλείται από την έκθεση σε μολυσμένο αίμα ή σωματικά υγρά. Οι τρόποι
μετάδοσης περιλαμβάνουν την σεξουαλική επαφή, την μετάγγιση αίματος, τη
χρησιμοποίηση μολυσμένων συριγγών και τη μετάδοση από την μητέρα στο
έμβρυο κατά τη γέννηση.
Όταν ένας άνθρωπος μολυνθεί με τον ιό
της ηπατίτιδας Β είτε παρουσιάζει οξεία ηπατίτιδα είτε γίνεται χρόνιος
φορέας. Η οξεία ηπατίτιδα Β ξεκινάει με αδυναμία και αίσθημα κακουχίας,
προκαλεί φλεγμονή του ήπατος, ίκτερο (κιτρίνισμα του δέρματος και του
άσπρου των ματιών), εμέτους και σπάνια θάνατο.
UPD:
Η ηπατίτιδα Β είναι μια μεταδοτική ασθένεια του ήπατος που οφείλεται στον ομώνυμο ιό. Περίπου το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού (περισσότεροι από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι) έχουν μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β και από αυτούς 350 εκατομμύρια άνθρωποι είναι χρόνιοι φορείς του ιού.
Το ποσοστό των χρόνιων φορέων στο σύνολο του πληθυσμού ποικίλλει από 10% σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής μέχρι <0,5% στις ΗΠΑ και στην Βορειοδυτική Ευρώπη. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό εκτιμάται στο 2-3%.
Η μετάδοση του ιού της ηπατίτιδας Β προκαλείται από την έκθεση σε μολυσμένο αίμα ή σωματικά υγρά. Οι τρόποι μετάδοσης περιλαμβάνουν την σεξουαλική επαφή, την μετάγγιση αίματος, τη χρησιμοποίηση μολυσμένων συριγγών και τη μετάδοση από την μητέρα στο έμβρυο κατά τη γέννηση.
Όταν ένας άνθρωπος μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β είτε παρουσιάζει οξεία ηπατίτιδα είτε γίνεται χρόνιος φορέας. Η οξεία ηπατίτιδα Β ξεκινάει με αδυναμία και αίσθημα κακουχίας, προκαλεί φλεγμονή του ήπατος, ίκτερο (κιτρίνισμα του δέρματος και του άσπρου των ματιών), εμέτους και σπάνια θάνατο.
Πως γίνονται χρόνιοι φορείς
Οι χρόνιοι φορείς μπορεί να παραμείνουν χωρίς συμπτώματα για πολλά έτη ή μπορεί να παρουσιάσουν μια «βουβή» (που δεν γίνεται αντιληπτή) προοδευτική καταστροφή του ήπατος (χρόνια ηπατίτιδα Β) που καταλήγει σε κίρρωση. Οι άνθρωποι με κίρρωση έχουν υψηλή πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του ήπατος.
Το ποσοστό των χρόνιων φορέων στο σύνολο του πληθυσμού ποικίλλει από 10% σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής μέχρι <0,5% στις ΗΠΑ και στην Βορειοδυτική Ευρώπη. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό εκτιμάται στο 2-3%.
Η μετάδοση του ιού της ηπατίτιδας Β προκαλείται από την έκθεση σε μολυσμένο αίμα ή σωματικά υγρά. Οι τρόποι μετάδοσης περιλαμβάνουν την σεξουαλική επαφή, την μετάγγιση αίματος, τη χρησιμοποίηση μολυσμένων συριγγών και τη μετάδοση από την μητέρα στο έμβρυο κατά τη γέννηση.
Όταν ένας άνθρωπος μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας Β είτε παρουσιάζει οξεία ηπατίτιδα είτε γίνεται χρόνιος φορέας. Η οξεία ηπατίτιδα Β ξεκινάει με αδυναμία και αίσθημα κακουχίας, προκαλεί φλεγμονή του ήπατος, ίκτερο (κιτρίνισμα του δέρματος και του άσπρου των ματιών), εμέτους και σπάνια θάνατο.
Πως γίνονται χρόνιοι φορείς
Οι χρόνιοι φορείς μπορεί να παραμείνουν χωρίς συμπτώματα για πολλά έτη ή μπορεί να παρουσιάσουν μια «βουβή» (που δεν γίνεται αντιληπτή) προοδευτική καταστροφή του ήπατος (χρόνια ηπατίτιδα Β) που καταλήγει σε κίρρωση. Οι άνθρωποι με κίρρωση έχουν υψηλή πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του ήπατος.
Ο ανθρώπινος οργανισμός μέσω του ανοσοποιητικού του συστήματος έχει την ικανότητα να καταπολεμά τις λοιμώξεις και να παράγει αντισώματα που τον προφυλάσσουν σε μια ενδεχόμενη νέα επαφή.
Στην περίπτωση της ηπατίτιδας Β το κατά πόσο το ανοσοποιητικό σύστημα θα καταφέρει να καταπολεμήσει τον ιό και να δημιουργήσει ανοσία (παραγωγή αντισωμάτων και δια βίου προφύλαξη) εξαρτάται κυρίως από την ηλικία που συμβαίνει η μόλυνση.
Οι ενήλικες και τα μεγάλα παιδιά καταπολεμούν τον ιό και παράγουν αντισώματα σε ποσοστό 90-95% μέσα σε 6 μήνες από τη μόλυνση. Αντιθέτως, το ποσοστό αυτό είναι 30-50% για τα παιδιά που μολύνονται μεταξύ 1 και 4 ετών και μόλις 5% για τα νεογέννητα. Όσοι δεν «καθαρίσουν τον ιό», όπως λέγεται, γίνονται χρόνιοι φορείς.
Παρακολούθηση και όχι θεραπεία
Η οξεία ηπατίτιδα Β δεν απαιτεί θεραπεία αλλά μόνο παρακολούθηση γιατί σε ένα πολύ μικρό ποσοστό μπορεί να μεταπέσει σε οξεία ηπατική ανεπάρκεια. Οι άνθρωποι με χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β διακρίνονται στους ανενεργούς φορείς και σε αυτούς που αναπτύσσουν χρόνια φλεγμονή του ήπατος, δηλαδή χρόνια ηπατίτιδα.
Οι χρόνιοι φορείς πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά με εξετάσεις αίματος, διότι ο ιός της ηπατίτιδας Β μπορεί να «ξυπνήσει» και να προκαλέσει ηπατίτιδα, η οποία δεν δίνει συμπτώματα και δεν γίνεται τις περισσότερες φορές αντιληπτή παρά όταν έχει φτάσει στο στάδιο της κίρρωσης.
Ειδική αντι-ιική θεραπεία χρειάζεται να πάρουν μόνο τα άτομα με χρόνια ηπατίτιδα. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι ασθενείς που χρειάζεται να λαμβάνουν για άλλους λόγους φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα (χημειοθεραπεία, κορτιζόνη, βιολογικούς παράγοντες) πρέπει να ελέγχονται αν πάσχουν από χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β, γιατί σε αυτήν την περίπτωση χρειάζεται να πάρουν προληπτικά και αντι-ιική θεραπεία. Αν δεν την λάβουν το ποσοστό αναζωπύρωσης του ιού αγγίζει το 50-60% και πολλές φορές μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες.
Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός από το 1998
Η πρόληψη της μόλυνσης από τον ιό της ηπατίτιδας Β πραγματοποιείται με τον εμβολιασμό. Στην Ελλάδα ο εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών από το 1998 και είναι υποχρεωτικός σε βρέφη και παιδιά με στόχο όλα τα παιδιά να έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό πριν από την εφηβεία.
Ένδειξη για να εμβολιαστούν έχουν επίσης άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, δηλ. οι επαγγελματίες υγείας, φυλακισμένοι και προσωπικό φυλακών που βρίσκονται σε στενή επαφή με άτομα υψηλού κινδύνου (π.χ. χρήστες ενδοφλεβίων εξαρτησιογόνων ουσιών), ασθενείς σε αιμοκάθαρση ή πολυμεταγγιζόμενοι, άτομα σε στενή επαφή (σεξουαλική ή ενδοοικογενειακή) με φορείς του ιού, ταξιδιώτες σε χώρες υψηλής ενδημικότητας της ηπατίτιδας Β.
Γράφει ο Σπήλιος Μανωλακόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Στην περίπτωση της ηπατίτιδας Β το κατά πόσο το ανοσοποιητικό σύστημα θα καταφέρει να καταπολεμήσει τον ιό και να δημιουργήσει ανοσία (παραγωγή αντισωμάτων και δια βίου προφύλαξη) εξαρτάται κυρίως από την ηλικία που συμβαίνει η μόλυνση.
Οι ενήλικες και τα μεγάλα παιδιά καταπολεμούν τον ιό και παράγουν αντισώματα σε ποσοστό 90-95% μέσα σε 6 μήνες από τη μόλυνση. Αντιθέτως, το ποσοστό αυτό είναι 30-50% για τα παιδιά που μολύνονται μεταξύ 1 και 4 ετών και μόλις 5% για τα νεογέννητα. Όσοι δεν «καθαρίσουν τον ιό», όπως λέγεται, γίνονται χρόνιοι φορείς.
Παρακολούθηση και όχι θεραπεία
Η οξεία ηπατίτιδα Β δεν απαιτεί θεραπεία αλλά μόνο παρακολούθηση γιατί σε ένα πολύ μικρό ποσοστό μπορεί να μεταπέσει σε οξεία ηπατική ανεπάρκεια. Οι άνθρωποι με χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β διακρίνονται στους ανενεργούς φορείς και σε αυτούς που αναπτύσσουν χρόνια φλεγμονή του ήπατος, δηλαδή χρόνια ηπατίτιδα.
Οι χρόνιοι φορείς πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά με εξετάσεις αίματος, διότι ο ιός της ηπατίτιδας Β μπορεί να «ξυπνήσει» και να προκαλέσει ηπατίτιδα, η οποία δεν δίνει συμπτώματα και δεν γίνεται τις περισσότερες φορές αντιληπτή παρά όταν έχει φτάσει στο στάδιο της κίρρωσης.
Ειδική αντι-ιική θεραπεία χρειάζεται να πάρουν μόνο τα άτομα με χρόνια ηπατίτιδα. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι ασθενείς που χρειάζεται να λαμβάνουν για άλλους λόγους φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα (χημειοθεραπεία, κορτιζόνη, βιολογικούς παράγοντες) πρέπει να ελέγχονται αν πάσχουν από χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β, γιατί σε αυτήν την περίπτωση χρειάζεται να πάρουν προληπτικά και αντι-ιική θεραπεία. Αν δεν την λάβουν το ποσοστό αναζωπύρωσης του ιού αγγίζει το 50-60% και πολλές φορές μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες.
Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός από το 1998
Η πρόληψη της μόλυνσης από τον ιό της ηπατίτιδας Β πραγματοποιείται με τον εμβολιασμό. Στην Ελλάδα ο εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών από το 1998 και είναι υποχρεωτικός σε βρέφη και παιδιά με στόχο όλα τα παιδιά να έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό πριν από την εφηβεία.
Ένδειξη για να εμβολιαστούν έχουν επίσης άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, δηλ. οι επαγγελματίες υγείας, φυλακισμένοι και προσωπικό φυλακών που βρίσκονται σε στενή επαφή με άτομα υψηλού κινδύνου (π.χ. χρήστες ενδοφλεβίων εξαρτησιογόνων ουσιών), ασθενείς σε αιμοκάθαρση ή πολυμεταγγιζόμενοι, άτομα σε στενή επαφή (σεξουαλική ή ενδοοικογενειακή) με φορείς του ιού, ταξιδιώτες σε χώρες υψηλής ενδημικότητας της ηπατίτιδας Β.
Γράφει ο Σπήλιος Μανωλακόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
UPD:
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα