Ο ακτιβισμός τελείωσε, ο κινηματογράφος επιστρέφει - Το μήνυμα των Όσκαρ του 2025
maketa-oscar

Ο ακτιβισμός τελείωσε, ο κινηματογράφος επιστρέφει - Το μήνυμα των Όσκαρ του 2025

Το παραδοσιακά φιλελεύθερο Χόλιγουντ χάθηκε φέτος στα απόνερα των νέων πολιτικών ηθών περί σεξισμού, ρατσισμού και απελάσεων - Νικήτρια, η ανάγκη επιστροφής στο ποιοτικό σινεμά με διάψευση των προσδοκιών που καλλιέργησαν τα μεγάλα μπάτζετ και οι εισπράξεις των φετινών ταινιών - Οι νικητές και οι χαμένοι της τελετής

Oπως κάθε χρόνο. Κόκκινο χαλί, πυρετώδης ατμόσφαιρα, φρενήρης ρυθμός. Φλας, κάμερες, προβολείς. Βλέμματα των θαυμαστών και πόζες των σταρ. Aνδρες με καλοραμμένα σμόκιν και γυναίκες με σινιέ τουαλέτες. Κυκλωμένοι από μια αύρα απαστράπτουσας ζωτικότητας και κύματα ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας. Το σασπένς στη σπινθηροβόλα περίσταση χάριζε η απονομή του χρυσού αγαλματιδίου. Τα 97α Βραβεία Οσκαρ έμπαιναν στην τελική ευθεία. Η πιο μεγάλη «βραδιά» του Χόλιγουντ -τι ειρωνεία;- ξεκινούσε στις 4 το απόγευμα.

Περίεργο πράγμα. Το διαπίστωσαν όσοι Ελληνες ξενύχτησαν μέχρι τα ξημερώματα της Καθαράς Δευτέρας 3 Μαρτίου για να παρακολουθήσουν ζωντανά από εγχώριο συνδρομητικό κανάλι τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Τι τα θέλετε; Οι εκπομπές απονομής διακρίσεων αποτελούν ένα παράξενο τηλεοπτικό σόου. Ουσιαστικά συνιστούν κάτι σαν πολυτελές επαγγελματικό συμπόσιο οποιασδήποτε κολοσσιαίας βιομηχανίας που τιμά τον εαυτό της και τις δημιουργίες της. Από την άλλη, το τηλεοπτικό προϊόν αποσκοπεί να ψυχαγωγήσει το κοινό που δεν είναι παρόν στην εκδήλωση. Ωστόσο, αυτό που κάνει θεαματική τη βραδιά για έναν επιχειρηματικό κλάδο που γιορτάζει δεν μεταφράζεται πάντα σε κάτι συναρπαστικό για όσους την παρακολουθούν από το σπίτι. Κακά τα ψέματα όμως.

Εδώ δεν πρόκειται για μια αυτοαναφορική τελετή του τμήματος μάρκετινγκ μιας εταιρείας απορρυπαντικών σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση. Μιλάμε για το Χόλιγουντ. Που κατέχει την τέχνη να πλάθει ευφάνταστες ιστορίες, να τις αφηγείται με κινηματογραφικές εικόνες, να δημιουργεί εντυπωσιακές ψυχαγωγικές παραστάσεις. Γνωρίζει, άλλωστε, άριστα πώς να κρατιέται στο προσκήνιο της επικαιρότητας, να αυτομυθοποιείται, να χρησιμοποιεί το επώνυμο και ταλαντούχο δυναμικό του για να τραβήξει την προσοχή. Διαθέτει την ισχύ, τη μαεστρία και την εμπειρία να παραμένει διαρκώς ελκυστικό στην πλατιά μάζα του πληθυσμού. Δεν νοείται εξάλλου βιομηχανία του θέματος χωρίς κοινό. Εστω και αν πλέον τρέμει σιωπηλά στην προοπτική να της πάρει τη δουλειά η Τεχνητή Νοημοσύνη.

Οι εκπλήξεις

Από κάθε άποψη, τα φετινά Οσκαρ, τηρούμενων των αναλογιών, ανταποκρίθηκαν σχεδόν σε όλες τις προβλέψεις. Μπορεί να μη μάγεψαν τα καμιά 20αριά εκατομμύρια τηλεθεατές του καναλιού ABC, τους ανυπολόγιστους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τους αμέτρητους λοιπούς πιστούς τους ανά την υφήλιο, αλλά δεν ήταν μια εντελώς χλιαρή σούπα. Ούτε μια κατατονική απαγγελία των νικητών, οι οποίοι με το τρόπαιο στο χέρι και την περιορισμένη, εκτός σεναριακών διαλόγων, ευγλωττία τους ευχαριστούσαν συγκινημένοι την οικογένεια και τους συνεργάτες τους. Οσο να ’ναι, η εκδήλωση είχε τη χάρη της.

Και κάμποσες έξυπνες ιδέες πρόσφερε και εκπλήξεις δρομολόγησε και θέαμα χάρισε η -ας πούμε- φαντασμαγορική τελετή. Κυρίως, όμως, επανεπιβεβαίωσε χαριτωμένα την ψευδαίσθηση ότι το Χόλιγουντ είναι ένας μοναδικά λαμπερός τόπος απολαυστικών θαυμάτων. Εκεί όπου οι άνθρωποι προσέρχονται για να κυνηγήσουν το όνειρο για μια ζωή δημιουργικής δουλειάς, φήμης, α, ναι, και περιουσίας. Από τη μεριά του, ο πρώτη φορά οικοδεσπότης του σόου Κόναν Ο’Μπράιεν εξέπεμψε έναν τόνο φιλικότητας προς το ακροατήριο κάνοντας χαλαρή τη βραδιά. Ο κωμικός, άλλοτε σεναριογράφος της σειράς κινουμένων σχεδίων «The Simpsons» και πρώην τηλεοπτικός παρουσιαστής νυχτερινών talk shows, επικεντρώθηκε στο δικό του χιούμορ και την προσωπική του ειρωνεία για να αγγίξει το κοινό. Χωρίς να προσβάλει κανέναν στην αίθουσα με τους τρεις και πλέον χιλιάδες καλεσμένους.


Ακόμη, στη σκηνή του θεάτρου Dolby, προηγουμένως γνωστού ως θέατρο Kodak, στο Λος Aντζελες «προσγειώθηκε» αναπάντεχα ο Μικ Τζάγκερ που παρουσίασε τον νικητή του καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού. Το ίδιο απροσδόκητα εμφανίστηκε και ο Κουέντιν Ταραντίνο που ανακήρυξε τον καλύτερο σκηνοθέτη. Απρόοπτα ανέβηκαν επίσης στο παλκοσένικο η Μεγκ Ράιαν και ο Μπίλι Κρίσταλ για να ξαναζωντανέψουν αναμνήσεις από την ταινία «Οταν ο Χάρι γνώρισε τη Σάλι», κολακεύοντας αμφότεροι την αναβίωση κάποιου ρετρό ρομαντισμού. Σε παρόμοιο νοσταλγικό πλαίσιο, η ορχήστρα γιόρτασε την κληρονομιά του 007 με ένα αφιέρωμα στις ταινίες του Τζέιμς Μποντ και μια σειρά από μοναδικές ερμηνείες.

Παρών και ο Μόργκαν Φρίμαν στην παρουσίαση του αφιερωματικού βίντεο με τους καλλιτέχνες που έφυγαν από τη ζωή την περασμένη χρονιά. Ο ίδιος απέδωσε έναν προσωπικό φόρο τιμής στον «αναντικατάστατο» θρύλο Τζιν Χάκμαν και εν μέσω χειροκροτημάτων μνημόνευσε τον Τζέιμς Ερλ Τζόουνς, την Ανούκ Εμέ, τον Κουίνσι Τζόουνς, τον Ντόναλντ Σάδερλαντ, τον Ντέιβιντ Λιντς κ.ά. Μάλλον ξεχάστηκε, παρά σνομπαρίστηκε, η αναφορά στην απώλεια του ακαταμάχητου μύθου του γαλλικού κινηματογράφου Αλέν Ντελόν. Συμβαίνουν «στραβές» και στις πιο επιμελημένες εκδηλώσεις του καλλιτεχνικού σιναφιού.

Τα πλήγματα

Η αλήθεια είναι ότι έχει παρέλθει η εποχή που τα Οσκαρ έριχναν με τη σέσουλα άφθονη ζάχαρη στη λαχταριστή καραμελωμένη τούρτα τους. Ακόμη και φέτος έφτασαν τρικλίζοντας ως την καθιερωμένη τελετή. Τα τελευταία χρόνια η διάσημη κινηματογραφική βιομηχανία πληγώθηκε από την πανδημία και τις απεργίες των συνδικαλιστικών σωματείων. Ενιωσε, επίσης, σαν να αποσταθεροποιείται από τις συνδρομητικές διαδικτυακές τηλεοπτικές πλατφόρμες. Και πρόσφατα χτυπήθηκε βάναυσα από τις πυρκαγιές του Λος Αντζελες που γονάτισαν πολλούς εργαζόμενους στον κλάδο και έθεσαν υπό αμφισβήτηση ως και τη διοργάνωση της διαχρονικής τελετής των βραβείων. Κοντά στις στρεσογόνες αυτές πιέσεις σαν να εξατμίστηκε και το πάθος με το οποίο το πατροπαράδοτα φιλελεύθερο Χόλιγουντ γιόρταζε στα Οσκαρ τις αξίες του πλουραλισμού, της ισότητας και της αντίστασης στην αλαζονεία της εξουσίας. Προηγήθηκαν, βέβαια, οι επιδοκιμασίες και η στήριξη της πλειοψηφίας των σταρ του προς την Κάμαλα Χάρις και τους Δημοκρατικούς -όπως και το 2016 με τη Χίλαρι Κλίντον- που αποδείχθηκαν μάταιες.

Αναγκαστικά το αμερικανικό star system έμεινε μετέωρο μετά τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου. Σε μετατραυματικό σοκ, προσπαθεί πλέον να καταλάβει ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του σε μια κοινή γνώμη που τρομοκρατείται όλο και περισσότερο από τη λογοκρισία, από τις περικοπές στον πολιτισμό, από τη διχαστική πολιτική της αντεκδίκησης και το γενικότερο «σύστημα αξιών» του νέου προέδρου στο οποίο η αλήθεια και η αξιοπρέπεια μοιάζουν με λείψανα του παρελθόντος. Η αυγή της εποχής της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο δοκιμάζει τις αλλοτινές παραδόσεις του. Κάποτε μια φλογερή πολιτική απαγγελία και έκκληση για δράση ήταν σχεδόν εθιμικά καθιερωμένη στη βραδιά των Οσκαρ.

Τότε που οι συντηρητικοί καταδίκαζαν αυτά που έλεγαν οι σταρ στους δημόσιους μονολόγους τους. Σήμερα οι προοδευτικοί τούς αναθεματίζουν για όσα δεν λένε. Η κοινότητα του Χόλιγουντ μοιάζει πια να φοβάται να υψώσει υπερβολικά εκείνη τη φωνή της που παλιότερα είχε απήχηση στην ποπ, αλλά και στην ακτιβιστική κουλτούρα. Φαντάζει να περιορίζεται πλέον στο επαγγελματικό glam, στα ανώδυνα αστεία, στις βολικές προσευχές και για γαρνιτούρα κάποιες σποραδικές αιχμές για τα βάσανα, τις συμφορές και τις καταστροφές αυτού του κόσμου.

Χλιαρές αντιδράσεις

Προφανώς σε μια πολιτικά άνοστη βραδιά δεν αρκούσε ως αλατοπίπερο η αναφορά στη «διχαστική πολιτική» του παρουσιαστή Κόναν Ο’Μπράιεν κατά τον εναρκτήριο μονόλογό του. Ούτε, φυσικά, έφτανε για ξεσηκωμό του κοινού η δήλωση-σύνθημα «Slava Ukraini!» (δόξα στην Ουκρανία) της Ντάριλ Χάνα κατά την παρουσίαση του Οσκαρ καλύτερου μοντάζ. Απαθώς πέρασε και η μακρόσυρτη ομιλία του Εϊντριεν Μπρόντι που βραβεύτηκε ως καλύτερος ηθοποιός για την ταινία «The Brutalist». Μάλλον τσάμπα έκανε έκκληση για «έναν πιο υγιή, πιο χαρούμενο και πάνω απ’ όλα πιο συμπεριληπτικό κόσμο».

Και ίσως άσκοπα πρόσθεσε ότι «αν το παρελθόν μας δίδαξε κάτι, ας μην αφήσουμε το μίσος να κυριαρχήσει», αφού το ζωντανό κοινό κοίταζε ο ένας τον άλλο. Συγκινητική, αλλά ως εκεί, ήταν και η ομιλία της Ζόε Σαλντάνα, η οποία παρέλαβε το βραβείο του β’ γυναικείου ρόλου για την ταινία «Emilia Pérez» περιγράφοντας τον εαυτό της ως «περήφανο παιδί μεταναστών γονέων και της δομινικανής κληρονομιάς της». Τίποτε άλλο αιχμηρά ικανό να σκάσει το πολύχρωμο παραφουσκωμένο μπαλόνι της ναρκισσιστικής περιαυτολογίας που αιωρούνταν ξένοιαστο στην αίθουσα. Καμία παρέμβαση για τις απελάσεις μεταναστών, τον ρατσισμό, τον σεξισμό, τα δικαιώματα των μειονοτήτων που ενδεχομένως θα ενοχλούσαν τον Λευκό Οίκο και τον ένοικό του.

Η ιστορική, περίπλοκη σχέση των Οσκαρ με την πολιτική πέρασε μεμιάς στην αφάνεια. Αγνωστο αν οφείλεται στην υποχώρηση της ασφυκτικής πολιτισμικής αδιαλλαξίας της πολιτικής ορθότητας ή σε δειλία απέναντι σε όσα καταδρομικά καταφθάνουν μέσω MAGA στις τραμπικές ΗΠΑ. Σίγουρα, πάντως, δεν υπήρχε υποψήφια προς βράβευση κάποια ταινία τύπου πολιτικού μανιφέστου για να πυροδοτήσει εντάσεις. Ωστόσο, η σκληρά καυστική ταινία «The Apprentice» (Ο Μαθητευόμενος) που περιγράφει την επιχειρηματική εκκίνηση του Τραμπ και τη μετατροπή του από φιλόδοξο νεαρό σε μια μοντέρνα εκδοχή του συναρμολογημένου τέρατος του Φρανκενστάιν θάφτηκε με εξυπηρετική σχολαστικότητα.

Εξαίρεση στην πολιτικά αδιάφορη αταραξία των Οσκαρ 2025 αποτέλεσε η στιγμή της υποδοχής της γενναίας ομιλίας των δύο από τους τέσσερις από κοινού Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους σκηνοθέτες της ταινίας «No Other Land» που κέρδισε πανάξια το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ. Ωστόσο, παρ’ όλα τα δυνατά εγκάρδια χειροκροτήματα στην αίθουσα για την έκφραση ανυπακοής και τη ρητή καταγγελία της αφόρητης καταπίεσης στη Γάζα, το ντοκιμαντέρ δεν έχει βρει ακόμη διανομή σε αίθουσες προβολής των ΗΠΑ. Απλώς λειτούργησε ως περιστασιακή απάντηση στις γενικεύσεις για το χάος και την ανοικοδόμηση που προσφέρει στη βασανισμένη περιοχή ο Τραμπ. Και ευκαιριακά κάλυψε σαν αποστειρωμένη γάζα τα τραύματα της πιο συνειδητοποιημένης κοινής γνώμης για τους αλλοπρόσαλλους χειρισμούς της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στους κατεδαφιστικά ταλαιπωρημένους τόπους της Γάζας και της Ουκρανίας.

Οι διακρίσεις

Μετά από αυτό το σύντομο διάλειμμα ενσυναίσθησης η βραδιά επέστρεψε στα επαναλαμβανόμενα μοτίβα των οικιακών ευχολογίων. Εστίασε στις ευαίσθητες διακηρύξεις για την κινηματογραφική τέχνη που παίζει αδιαλείπτως τον ρόλο καταφυγίου, αλλά και φάρου ελπίδας των δυνάμεων της αρετής και της προόδου για έναν καλύτερο κόσμο. Με αποτέλεσμα να δακρύσουν όλες οι σταχτοπούτες του ντουνιά που με προσμονή ονειρεύονται να φορέσουν κάποιες από τις κομψές ενδυματολογικές επιλογές των διάσημων σταρ. Αυτές τις δημιουργίες που εκθείαζαν οι παρόντες ρεπόρτερ της μόδας και της κοινωνικής κριτικής. Στριμωγμένοι ανάμεσα στους 175 δημοσιογράφους από περισσότερες από 40 χώρες που  σκυμμένοι πάνω από τους φορητούς υπολογιστές τους έδιναν άμεσες ανταποκρίσεις για το γεγονός από το ξενοδοχείο «Loews» επί της λεωφόρου Χόλιγουντ, ακριβώς δίπλα στο θέατρο Dolby.


Οσο για τις ταινίες που βραβεύτηκαν στα φετινά Οσκαρ, αρμοδιότεροι να τις αξιολογήσουν αναλυτικά είναι οι κινηματογραφικοί κριτικοί. Αν και οι προβλέψεις μεγάλης μερίδας τους διαψεύστηκαν. Ετσι κι αλλιώς, δεν υπήρχε κάποιο μεγάλο φαβορί σαν το περσινό «Οπενχάιμερ». Ως καλύτερη ταινία αναγορεύτηκε ένα οξυδερκές σχόλιο που σύνδεσε την ψευδαίσθηση ενός ρομαντικού έρωτα με το γκρεμισμένο αμερικάνικο όνειρο. Η «Anora», μια νεαρή εργάτρια του σεξ, αναδύθηκε μέσα στο παλλόμενο σκοτάδι των γυμνών καμπυλών και των χρωματιστών φώτων ενός στριπτιζάδικου.

Αναζητώντας μια διέξοδο από την καθημερινή αθλιότητα, το κολ γκερλ έμπλεξε μέχρι ταπείνωσης με έναν ελεεινό, τιγκαρισμένο στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά νεαρό, που μιλούσε σαν τον Μπόρατ, γιο μιας εξίσου χυδαίας οικογένειας Ρώσων ολιγαρχών. Φρέσκια ταινία, έξυπνη και ελκυστική αφήγηση, σκηνοθετημένη με μεταβαλλόμενο ρυθμό και δόσεις σασπένς.Ξεχώρισε επίσης η ταινία «The Brutalist» που ο τίτλος της αναφέρεται στο αρχιτεκτονικό κίνημα της δεκαετίας του 1950 που κατέστησε το τραχύ μπετόν σε γενικό κανόνα δόμησης. Η ταινία αψηφά την κατηγοριοποίηση καθώς αποτελεί μέχρι κορεσμού ένα απέραντο αφηγηματικό μωσαϊκό διάρκειας 3,5 ωρών για τη μετανάστευση, τον εθισμό, τον σιωνισμό, το τραύμα του Ολοκαυτώματος, την τέχνη της αρχιτεκτονικής, την ταξική ανισότητα, την καπιταλιστική βία, τις πολύπλοκες οικογενειακές σχέσεις. Η πολλά υποσχόμενη για οσκαρική επιβράβευση «Emilia Pérez» με τις 13 υποψηφιότητες πάτωσε.

Η σχεδόν παραληρηματική ραψωδία ενός φαντασμαγορικού μελοδράματος, σαγηνευτικά μπερδεμένου σε έναν ανεμοστρόβιλο χορευτικής ενέργειας και εξοντωτικού μουσικού ρυθμού, έπεσε θύμα των δικών της ακροτήτων. Η απίθανη ιστορία ενός Μεξικάνου ναρκοβαρόνου που αλλάζει φύλο, γίνεται φιλάνθρωπος, ενώ παραμένει οικογενειακά κτητικός, παραήταν γκροτέσκο για τα γούστα των μελών της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Ενδεχομένως η ταινία ως τολμηρό αλλά αμφιλεγόμενο μιούζικαλ παραμερίστηκε γιατί είχε Γάλλο σκηνοθέτη και το Netflix ως διανομέα της. Σίγουρα, όμως, προσπεράστηκε εξαιτίας των ρατσιστικών, ξενοφοβικών σχολίων της πραγματικά τρανς πρωταγωνίστριας. Το Χόλιγουντ ανέκαθεν αγαπούσε να κολακεύει τον εαυτό του για τις υψηλές ηθικές αξίες της προσήλωσής του σε ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Δεν θα κουρέλιαζε το γόητρό του για τις υστερικά δημαγωγικές εξαλλοσύνες της πρώτης διεμφυλικής ηθοποιού που προτάθηκε ποτέ για Οσκαρ.

Οπως και να ’χει, πάντως, τα φετινά Οσκαρ παραμέρισαν τις πιο εκρηκτικές κινηματογραφικές επιτυχίες στα ταμεία. Αγνόησαν τις υπερπαραγωγές των μεγάλων και άπληστων αμερικανικών στούντιο. Τα οποία χρηματοδοτούν μεγάλες ταινίες για περαιτέρω εισπρακτική αξιοποίηση με το επικοινωνιακό «δόλωμα» της κατάκτησης βραβείων. Δεν έδωσαν σημασία στο «Wicked» και στο «Dune ΙΙ» και ασχολήθηκαν με σεβασμό υπέρ της τάσης της ανεξάρτητης ταινίας που ολοένα φουντώνει. Προτίμησαν την ασέβεια στους καθιερωμένους κώδικες του παιχνιδιού.

Αψήφησαν την παράδοση επιλέγοντας την απόλαυση της κινηματογραφικής δεινότητας και των πρωτότυπων οραμάτων νέων πολυμήχανων κινηματογραφιστών. Εστίασαν πρόθυμα σε καινοτόμες παραγωγές χαμηλού προϋπολογισμού με μια αναζωογονητική επιθυμία για αλλαγή παραδείγματος. Στην προκείμενη περίπτωση τα Οσκαρ χάνουν σε ακτιβισμό, αλλά κερδίζουν σε επιβράβευση της νεωτερικής δημιουργικότητας. Με δυο λόγια, αποκτούν πλεονέκτημα οι νέοι, πανικοβάλλονται οι παλιοί.


Ανανέωση

Σε έναν κόσμο που οι προηγούμενες σταθερές ξεφτίζουν, τα Οσκαρ του 2025 απέστειλαν ένα ενδυναμωτικό μήνυμα στις επόμενες κινηματογραφικές γενιές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι η 25χρονη Μίκι Μάντισον, η πρωταγωνίστρια της «Anora», κέρδισε το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου με αντίπαλο την 62χρονη Ντέμι Μουρ για τον ρόλο της στην ταινία «The Substance». Πόσο μάλλον που η τελευταία κινηματογραφική αφήγηση πραγματευόταν την εναγώνια, μέχρι κατάθλιψης, απαρηγόρητη δυσφορία μιας ώριμης ηθοποιού σε μια βιομηχανία που έχει εμμονή με τα νέα φιντάνια. Ολα αυτά εν αναμονή της «διάθεσης των καιρών» σε μια τελετή που βαδίζει στα 100ά της γενέθλια. Απομένει προσεχώς να πιστοποιηθεί αν και αυτή ξόφλησε, καθώς κανένας δεν αγαπάει μια υπερήλικη νεράιδα.

Φωτογραφίες: Getty Images/Ideal Image, AFP / VISUAL HELLAS
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης