Εκτός νυμφώνος οι «μικροί» με το σχέδιο στήριξης
Με μικρότερες χρεώσεις και προμήθειες από ό,τι είχε αρχικά διαφανεί θα παράσχει το ελληνικό δημόσιο τη στήριξή του στις τράπεζες.
Αυτό προκύπτει από την απόφαση που υπέγραψε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργος Αλογοσκούφης και εξειδικεύει τους όρους και τα κριτήρια υπαγωγής των τραπεζών στο σχέδιο των 28 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά, το σχέδιο στοχεύει κυρίως στις «συστημικές» μεγάλες τράπ
Με μικρότερες χρεώσεις και προμήθειες από ό,τι είχε αρχικά διαφανεί θα παράσχει το ελληνικό δημόσιο τη στήριξή του στις τράπεζες.
Αυτό προκύπτει από την απόφαση που υπέγραψε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργος Αλογοσκούφης και εξειδικεύει τους όρους και τα κριτήρια υπαγωγής των τραπεζών στο σχέδιο των 28 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά, το σχέδιο στοχεύει κυρίως στις «συστημικές» μεγάλες τράπεζες ενώ αφήνουν «εκτός νυμφώνος» τις μικρού μεγέθους τράπεζες, που έχουν περιορισμένη ρευστότητα και μικρό μερίδιο στην αγορά (δεν έχουν διαθέσει πολλά δάνεια, δεν έχουν μεγάλες καταθέσεις κλπ).
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην υπουργική απόφαση, οι τράπεζες θα λάβουν ενίσχυση από τα ειδικά ομόλογα του δημοσίου με μηδενικό επιτόκιο, αλλά με κόστος προμήθειας από 25 έως 50 μονάδες βάσης (ανάλογα με το αν θα δώσουν πρόσθετες εξασφαλίσεις). Οι ίδιες προμήθειες ισχύουν και για τις εγγυήσεις του δημοσίου.
Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομίας είχε προαναγγείλει πριν δύο εβδομάδες ότι το ύψος των προμηθειών του δημοσίου θα κυμανθεί μεταξύ 100 και 150 μονάδων βάσης.
Όσον αφορά στις κεφαλαιακές ενισχύσεις με αντάλλαγμα προνομιούχες μετοχές, η επαναγορά τους από τις τράπεζες θα γίνεται στην αρχική τιμή διάθεσης, η αγορά τους από το δημόσιο θα γίνεται με ομόλογα ή μετρητά.
Κεφαλαιακή ενίσχυση
Ειδικότερα, τα κριτήρια για την κατανομή των 5 δισ. ευρώ για την αγορά προνομιούχων μετοχών από το δημόσιο, με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών ορίζονται:
1. το επίπεδο της απαιτούμενης κεφαλαιακής επάρκειας του πιστωτικού ιδρύματος όπως καθορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος (ο δείκτης Tier 1 πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 8% έως 10%).
2. το μέγεθος του πιστωτικού ιδρύματος όπως προκύπτει από το μερίδιο αγοράς του στη χρηματοδότηση της οικονομίας, καθώς και του ρόλου του στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
3. τη συμβολή του πιστωτικού ιδρύματος στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των στεγαστικών δανείων.
Η αξία αγοράς των προνομιούχων μετοχών, η οποία ορίζεται ως η ονομαστική αξία των κοινών μετοχών της τελευταίας έκδοσης των εταιρειών αυτών, καλύπτεται από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου με επιτόκιο Euribor. Η επαναγορά των προνομιούχων μετοχών από τα Πιστωτικά Ιδρύματα, που θα εκδώσουν τα ίδια, θα πραγματοποιηθεί στην αρχική τιμή διάθεσης των ανωτέρω προνομιούχων μετοχών, με ίσης αξίας ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ή ίσης αξίας μετρητά.
Στην περίπτωση επαναγοράς με ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου η ονομαστική αξία αυτών θα πρέπει να αντιστοιχεί στην ονομαστική αξία των ομολόγων που αρχικά εκδόθηκαν για την ανάληψη των προνομιούχων μετοχών.
Για την αγορά των προνομιούχων μετοχών με έκδοση ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου καταρτίζεται διμερής σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και πιστωτικού ιδρύματος.
Σε περίπτωση μετατροπής των προνομιούχων μετοχών σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 υποπαράγραφος 3 του σχεδίου νόμου, η τιμή μετατροπής θα ισούται με την τιμή διάθεσης.
Για τον προσδιορισμό της σχέσης μετατροπής των προνομιούχων μετοχών σε κοινές ή μετοχές άλλης υφιστάμενης κατά τον χρόνο της μετατροπής κατηγορίας, θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της αξίας των τίτλων αυτών κατά το τελευταίο έτος διαπραγμάτευσής τους. Σε περίπτωση που οι τίτλοι δεν είναι εισηγμένοι σε οργανωμένη αγορά, για τον προσδιορισμό της σχέσης μετατροπής θα λαμβάνεται υπόψη η εσωτερική λογιστική αξία της τελευταίας λογιστικής χρήσης.
Προϋπόθεση υλοποίησης της ως άνω μετατροπής αποτελεί η υποβολή - στη λήξη της πενταετίας - και έγκριση από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών μετά από σχετική εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, σχεδίου αναδιάρθρωσης του πιστωτικού ιδρύματος που αδυνατεί να ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις εξαγοράς των προνομιούχων μετοχών.
Εγγυήσεις
Τα πιστωτικά ιδρύματα δύνανται να ζητήσουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου για τίτλους που θα εκδώσουν ή δάνεια τα οποία θα συνάψουν ως δανειολήπτες κατά την περίοδο μέχρι 31-12-2009, διάρκειας από 3 μήνες έως 3 έτη. Για τις εγγυήσεις αυτές θα πληρώνουν προμήθειες οι οποίες θα είναι 25 μονάδες βάσης εφόσον υπάρχουν και εξασφαλίσεις ή 50 μονάδες βάσης χωρίς εξασφαλίσεις. Στην απόφαση ορίζεται ότι οι αιτήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων για χορήγηση εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου περιορίζονται μόνο όσον αφορά το ποσό της συνολικής εγγύησης που αντιστοιχεί σε κάθε πιστωτικό ίδρυμα και στην καταληκτική ημερομηνία αιτήσεως (31.12.2009). Η εν λόγω εγγύηση δεν καλύπτει καταθέσεις της διατραπεζικής αγοράς.
Η εγγύηση μπορεί να παρέχεται και με ή χωρίς εξασφαλίσεις και τα πιστωτικά ιδρύματα θα καταβάλλουν προμήθεια υπολογιζόμενη σε ετήσια βάση, η οποία καθορίζεται με βάση την διαδικασία που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και καλύπτει το λειτουργικό κόστος και τον αναλαμβανόμενο από το Ελληνικό Δημόσιο πιστωτικό κίνδυνο, ο οποίος εφόσον παρέχονται εξασφαλίσεις είναι μειωμένος. Ειδικότερα:
Για εγγύηση διάρκειας από 3 – 12 μήνες καταβάλλεται προμήθεια ανερχόμενη σε 50 μονάδες βάσης εφόσον η εγγύηση παρέχεται χωρίς εξασφαλίσεις ή σε 25 μονάδες βάσης εφόσον η εγγύηση παρέχεται με εξασφαλίσεις,
Η προμήθεια καταβάλλεται στην αρχή κάθε εξαμήνου ή στην αρχή της χρονικής περιόδου που υπολείπεται έως τη λήξη της εγγύησης, εφόσον αυτή είναι μικρότερη των έξι μηνών. Το ύψος της προμήθειας δύναται να αναπροσαρμόζεται με Υπουργική Απόφαση, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες στην αγορά, μετά από έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Οι εγγυήσεις θα κατανεμηθούν ανά πιστωτικό ίδρυμα με βάση ειδικότερα τέσσερα κριτήρια:
α) της κατάστασης του πιστωτικού ιδρύματος από πλευράς ρευστότητας και του ενδεχομένου να απειληθεί η κεφαλαιακή του επάρκεια. Το εν λόγω κριτήριο θα έχει συντελεστή βαρύτητας 0,5 στο σύνολο των κριτηρίων.
β) του μεγέθους του πιστωτικού ιδρύματος, όπως αυτό προκύπτει από το μερίδιο αγοράς στη χρηματοδότηση της οικονομίας, καθώς και του ρόλου του στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Το εν λόγω κριτήριο θα έχει συντελεστή βαρύτητας 0,3 στο σύνολο των κριτηρίων.
γ) του μεγέθους και της εναπομένουσας διάρκειας των υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος μέχρι την 31.12.2009. Το εν λόγω κριτήριο θα έχει συντελεστή βαρύτητας 0,1 στο σύνολο των κριτηρίων.
δ) της συμβολής του πιστωτικού ιδρύματος στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των στεγαστικών δανείων. Το εν λόγω κριτήριο θα έχει συντελεστή 0,1 στο σύνολο των κριτηρίων.
Ομόλογα
Τα ειδικά ομόλογα μπορούν να εκδοθούν έως 31 -12-2009 και έχουν διάρκεια μέχρι τρία χρόνια. Εκδίδονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, στην οποία καθορίζονται οι όροι έκδοσής τους, έχουν μηδενικό επιτόκιο και εισάγονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Φέρουν ΙSIN, παρακολουθούνται από το Σύστημα Αϋλων Τίτλων της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο δανεισμός τους στα πιστωτικά ιδρύματα γίνεται σε lots του 1.000.000 ευρώ.
Οι τίτλοι δανείζονται στην ονομαστική τους αξία απευθείας και αποκλειστικά στα πιστωτικά ιδρύματα, μεταβιβαζομένης της νομικής κυριότητας των τίτλων στα ιδρύματα αυτά για όλη την περίοδο δανεισμού και οι τράπεζες πληρώνουν προμήθεια, η οποία ισούται με την προμήθεια που θα κατέβαλε το πιστωτικό ίδρυμα για να λάβει εγγύηση έναντι εξασφαλίσεων ( 25 έως 50 μονάδες βάσης ανάλογα με το αν υπάρχουν εξασφαλίσεις ή μη).
Εκτός από τις προμήθειες , ουδεμία άλλη χρηματική συναλλαγή γίνεται επί των τίτλων ορίζεται στην απόφαση και συνεπώς, «δεν καταβάλλεται από τα πιστωτικά ιδρύματα στο Ελληνικό Δημόσιο το προϊόν του δανεισμού των τίτλων, αλλά ούτε και από το Ελληνικό Δημόσιο στα πιστωτικά ιδρύματα η αξία του κεφαλαίου στη λήξη τους».
Οι δανεισθέντες τίτλοι επιστρέφονται στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ στο σύνολό τους με αποκλειστική ευθύνη των πιστωτικών ιδρυμάτων, είτε την ημερομηνία λήξης της διμερούς συμβάσεως (ανεξαρτήτως της φυσικής λήξης των τίτλων) είτε την ημερομηνία κατά την οποία τα πιστωτικά ιδρύματα παύουν να υπάγονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στο καθεστώς του ανωτέρω Σχεδίου Νόμου. Οι τίτλοι που επιστρέφονται ακυρώνονται.
Τα πιστωτικά ιδρύματα που δανείζονται τους τίτλους αυτούς για τους σκοπούς του σχεδίου νόμου, οφείλουν να τους χρησιμοποιήσουν ως εξασφάλιση (collateral) σε πράξεις αναχρηματοδότησης ή πάγιων διευκολύνσεων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ή/και ως εξασφάλιση (collateral) για χρηματοδοτήσεις μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων για άντληση ρευστότητας.
Σε κάθε περίπτωση το Ελληνικό Δημόσιο διατηρεί την επιφύλαξη για ακύρωση ή την αναμόρφωση των όρων των ανωτέρω μέτρων, ύστερα από σχετική εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη χρήση των κεφαλαιακών ενισχύσεων των τραπεζών. Με βάση τις τριμηνιαίες εκθέσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων η Τράπεζα της Ελλάδος συντάσσει εξαμηνιαία έκθεση, η οποία περιλαμβάνει ανάλυση της χρήσης των κεφαλαιακών ενισχύσεων και περιγραφή της προόδου εφαρμογής των επιχειρησιακών σχεδίων κάθε πιστωτικού ιδρύματος, όπως και τυχόν σχεδίων αναδιάρθρωσης.
Η έκθεση αυτή θα υποβάλλεται στο Συμβούλιο Εποπτείας καθώς επίσης και στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης των όρων και προϋποθέσεων υπό τους οποίους οι τράπεζες υπήχθησαν στις διατάξεις του παρόντος νόμου επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 55 Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και η μερική ή ολική ανάκληση των ανωτέρω μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών έπειτα από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Περιορισμοί
Στο πλαίσιο εφαρμογής των ρυθμίσεων του σχεδίου νόμου, τα δικαιούχα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να μην ασκούν επιθετικές εμπορικές στρατηγικές, περιλαμβανομένης της διαφήμισης των ενισχύσεων που λαμβάνουν σε βάρος των ανταγωνιστών τους που δεν τυγχάνουν παρόμοιας προστασίας. Υποχρεούνται επίσης, να αποφεύγουν την επέκταση των δραστηριοτήτων τους, ή την επιδίωξη άλλων σκοπών, με τρόπους που θα επέφεραν αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.
Για το σκοπό αυτό τα δικαιούχα ιδρύματα οφείλουν να διασφαλίζουν ότι, κατά τη διάρκεια εφαρμογής των μέτρων, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης του ενεργητικού τους δεν θα υπερβαίνει όποιο από τα παρακάτω ποσοστά είναι υψηλότερο, δηλαδή:
α) τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας κατά το προηγούμενο έτος
ή β) τον μέσο ετήσιο ρυθμό των στοιχείων του ενεργητικού της περιόδου 1987-2007 για τον τραπεζικό τομέα
ή γ) τον μέσο ετήσιο ρυθμό των στοιχείων του όγκου του ενεργητικού στον τραπεζικό τομέα στις χώρες της Ε.Ε. των προηγούμενων έξι μηνών.
Η τήρηση όλων των ανωτέρω υποχρεώσεων θα ελέγχεται από το Συμβούλιο Εποπτείας, με βάση τα στοιχεία που θα υποβάλλονται σε αυτό, δια των προβλεπομένων στην παράγραφο 8 εκθέσεων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr