Με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργείας του Ξενώνα Προσωρινής Διαμονής, η Εταιρία Προστασίας Σπαστικών/ Πόρτα Ανοιχτή βράβευσε την bwin για την πολύπλευρη στήριξη της.
«Γεύση εκδίκησης» vs «Ξέχασε το»: Όλες είναι ρεπλίκες
«Γεύση εκδίκησης» vs «Ξέχασε το»: Όλες είναι ρεπλίκες
Βρε τους αθεόφοβους. Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Αδειάζουν τα ράφια. Ανασύρουν τσίτια. Και προβάλλουν ό,τι να ’ναι. Και μετά οδύρονται και κλαίνε. Οτι το σινεμαδάκι περνάει μεγάλη κρίση. Οσο και να τους πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς. Τουτέστιν, και οι πέντε νέες αφίξεις εντελώς ρεπλίκες παλιών επιτυχιών!
Βρε τους αθεόφοβους. Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Αδειάζουν τα ράφια. Ανασύρουν τσίτια. Και προβάλλουν ό,τι να ’ναι. Και μετά οδύρονται και κλαίνε. Οτι το σινεμαδάκι περνάει μεγάλη κρίση. Οσο και να τους πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς. Τουτέστιν, και οι πέντε νέες αφίξεις εντελώς ρεπλίκες παλιών επιτυχιών!
What is this? Μα φυσικά ταινία. Στην πραγματικότητα εντελώς ρεπλίκα. Του Τσαρλς Μπρόνσον και του «Death Wish» (Ο εκτελεστής της νύχτας). Σε πέντε -αν δεν με απατά η μνήμη μου- παραλλαγές. Αλλά και του προσφάτως κουμπουροφόρου Λίαμ Νίσον στο «Taken» (Η αρπαγή). Αλλά και σχεδόν όλων των ιστοριών του Κουέντιν Ταραντίνο. Που πάει να πει, εκδίκηση με σύνθημα «κill them all».
Απορείτε; Λάθος. Αυτό γουστάραμε. Αυτό πουλάει τρελά. Αυτό γεμίζει τα ταμεία με πολλά, πάρα πολλά λεφτά. Ως εκ τούτου μία από τα ίδια. Δηλαδή, προσέξτε ιστορία που ούτε ο Φώσκολος δεν θα είχε το θράσος να εμπνευστεί: o Βίκτορ -που τον υποδύεται ο Κόλιν Φάρελ- σε στυλ «νεκρής φύσης» -τόσες οι ερμηνευτικές, του ρόλου του, οι απαιτήσεις- είναι Αμερικανός πολίτης. Στην πραγματικότητα, Λάζλο το όνομά του. Ως Ούγγρος μετανάστης. Εντάξει; Καθόλου. Διότι η αμερικανική μαφία με εκτελεστές άθλιους Αλβανούς δολοφόνους ξεπάστρεψε τη γυναίκα και το παιδί του. Ετσι είστε; Τώρα θα δείτε... Αρπάζει κουμπούρια, βόμβες, νάρκες, μαχαίρια και χειροβομβίδες. Και με πλαστή ταυτότητα, ως Βίκτορ, διεισδύει στη μαφία. Κι έτσι αρχίζει να καθαρίζει ό,τι βρει μπροστά του. Μπαμ-μπουμ και κάτω. Οχι μόνος του, αλλά με παρέα την Μπεατρίς (Νούμι Ράπας). Μια Γαλλίδα μετανάστρια με τσαλακωμένο πρόσωπο από σύγκρουση με BMW. Θυγατέρα της Ιζαμπέλ Ιπέρ, που ολημερίς κι ολονυχτίς σουλατσάρει μεταξύ καθιστικού και κουζίνας. Η οποία θυγατέρα του λέει «σου έσωσα τη ζωή, τώρα πρέπει να μου δώσεις πίσω τη δική μου». Δηλαδή; «Να», του λέει, «ως αντάλλαγμα, να σκοτώσεις τον οδηγό του αυτοκινήτου που με τσαλάκωσε». «Το αυτοκίνητο επιδιορθώθηκε. Το πρόσωπό μου, όχι». Κοντολογίς, κάτι η BMW, κάτι οι απρόσεκτοι οδηγοί, κάτι οι μαφιόζοι, οι Αλβανοί, να μια ιστορία που μαϊμουδίζει και παριστάνει την ταινία!
Ο Κόλιν Φάρελ και τα κουμπούρια του
«Η γεύση της εκδίκησης». Που πάει να πει the same old story. Τι ’χες μπάρμπα; Τι ’χα πάντα. Με σκηνοθέτη τον Νιλς Αρντεν Οπλεβ. Εκ Δανίας προερχόμενο. Γνωστός από τη σουηδική original ιστορία «Το κορίτσι με το τατουάζ». Ετσι, από Σκανδιναβία εκτινάχτηκε στην... αγγλοφωνία. Με cast από Κόλιν Φάρελ, Τέρενς Χάουαρντ αλλά και Νούμι Ράπας (το τατουάζ, ντε), που βαρέθηκα να τη βλέπω να μπαινοβγαίνει από ταινία σε ταινία. Και μαζί με όλους αυτούς η κυρία Ιζαμπέλ Ιπέρ. Κρίμα. Η πριμαντόνα της γαλλικής σκηνής και οθόνης. Η πρωταγωνίστρια της «Δασκάλας πιάνου». Του νοσηρού αριστουργήματος του Μίκαελ Χάνεκε. Καταλήγει εδώ, ξεπουπουλιασμένη, νερόβραστη, άχρωμη και άγευστη. Στη χειρότερη στιγμή της καριέρας της. Pourquoi, madame Isabelle Huppert? Στου μωροφιλόδοξου καλλιτέχνη την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα!What is this? Μα φυσικά ταινία. Στην πραγματικότητα εντελώς ρεπλίκα. Του Τσαρλς Μπρόνσον και του «Death Wish» (Ο εκτελεστής της νύχτας). Σε πέντε -αν δεν με απατά η μνήμη μου- παραλλαγές. Αλλά και του προσφάτως κουμπουροφόρου Λίαμ Νίσον στο «Taken» (Η αρπαγή). Αλλά και σχεδόν όλων των ιστοριών του Κουέντιν Ταραντίνο. Που πάει να πει, εκδίκηση με σύνθημα «κill them all».
Απορείτε; Λάθος. Αυτό γουστάραμε. Αυτό πουλάει τρελά. Αυτό γεμίζει τα ταμεία με πολλά, πάρα πολλά λεφτά. Ως εκ τούτου μία από τα ίδια. Δηλαδή, προσέξτε ιστορία που ούτε ο Φώσκολος δεν θα είχε το θράσος να εμπνευστεί: o Βίκτορ -που τον υποδύεται ο Κόλιν Φάρελ- σε στυλ «νεκρής φύσης» -τόσες οι ερμηνευτικές, του ρόλου του, οι απαιτήσεις- είναι Αμερικανός πολίτης. Στην πραγματικότητα, Λάζλο το όνομά του. Ως Ούγγρος μετανάστης. Εντάξει; Καθόλου. Διότι η αμερικανική μαφία με εκτελεστές άθλιους Αλβανούς δολοφόνους ξεπάστρεψε τη γυναίκα και το παιδί του. Ετσι είστε; Τώρα θα δείτε... Αρπάζει κουμπούρια, βόμβες, νάρκες, μαχαίρια και χειροβομβίδες. Και με πλαστή ταυτότητα, ως Βίκτορ, διεισδύει στη μαφία. Κι έτσι αρχίζει να καθαρίζει ό,τι βρει μπροστά του. Μπαμ-μπουμ και κάτω. Οχι μόνος του, αλλά με παρέα την Μπεατρίς (Νούμι Ράπας). Μια Γαλλίδα μετανάστρια με τσαλακωμένο πρόσωπο από σύγκρουση με BMW. Θυγατέρα της Ιζαμπέλ Ιπέρ, που ολημερίς κι ολονυχτίς σουλατσάρει μεταξύ καθιστικού και κουζίνας. Η οποία θυγατέρα του λέει «σου έσωσα τη ζωή, τώρα πρέπει να μου δώσεις πίσω τη δική μου». Δηλαδή; «Να», του λέει, «ως αντάλλαγμα, να σκοτώσεις τον οδηγό του αυτοκινήτου που με τσαλάκωσε». «Το αυτοκίνητο επιδιορθώθηκε. Το πρόσωπό μου, όχι». Κοντολογίς, κάτι η BMW, κάτι οι απρόσεκτοι οδηγοί, κάτι οι μαφιόζοι, οι Αλβανοί, να μια ιστορία που μαϊμουδίζει και παριστάνει την ταινία!
Ο τρόπος για να μπει το παιδί σας στο Πρίνστον
Ετερη ρεπλίκα. Θυμίζει αμυδρά τον «Εξαιρετικό Γουίλ Χάντινγκ» του Γκας Βαν Σαντ. Το θυμάστε; Εκεί όπου το 1997 Ματ Ντέιμον και Μπεν Αφλεκ καθιερώνονται ως ηθοποιοί και σεναριογράφοι στο αμερικανικό σινεμά. Ομως ανάμεσα στις δύο ιστορίες μεσολαβεί χάος. Απροσμέτρητο. Αλλα τα μάτια του λαγού, άλλα της κουκουβάγιας. Κρίμα.Και ξέρετε γιατί; Επειδή ως σκηνοθέτης υπογράφει ο Πολ Γουέιτζ. Who is this? Ο τύπαρος που το 2002 σκηνοθετεί το «About a boy» (Για ένα αγόρι). Με πρωταγωνιστή τον Χιου Γκραντ. Ανάμεσα στις δέκα καλύτερες και πιο ιδιαίτερες κομεντί των τελευταίων είκοσι χρόνων.
Διπλό το εμπόδιο πάνω στο οποίο σκόνταψε ο Γουέιτζ. Το «κολλημένο» σενάριο και το χλομό έως ασήμαντο casting. Το στόρι, δηλαδή, εξαντλείται σε κάτι σαν διαφημιστική καμπάνια του θρυλικού αμερικανικού Πανεπιστήμιου Πρίστον. Κάτι σαν «πώς θα μπει ο κανακάρης σας σ’ ένα από τα δέκα καλύτερα ιδρύματα της υδρογείου». Αν είναι δυνατόν! Στο δίδυμο των πρωταγωνιστών, επικεφαλής η Τίνα Φέι. Με συγκρατημένη υστερία. Σαν σαραντάρα που επειδή στα νιάτα της δεν βρήκε τον πρίγκιπα των ονείρων της κατέληξε στο ράφι και ως εκ τούτου της φταίει ολόκληρος ο αρσενικός πληθυσμός. Και όχι μόνο. Από κοντά και ο Πολ Ραντ. Αδιάφορος, ασήμαντος, δευτεροκλασάτος. Μπροστά σ’ αυτούς τους δύο ο Παπακαλιάτης και η Καλογήρου φαντάζουν σαν μέρος της παγκόσμιας ερμηνευτικής αριστοκρατίας.
Ποιο το στόρι; Αυτός (ο Πολ Ραντ ντε) ως φιλάνθρωπος και ουμανιστής με υιοθετημένο μαυράκι ως δικό του παιδί. Εκείνη (η Τίνα Φέι) με παιδί που όταν το γέννησε, το παρέδωσε για υιοθεσία στο πι και φι. Ελα όμως που ανακαλύπτει ότι ο γιόκας της, με όνομα Τζερεμάια Μπαλάκιαν (και ουχί Μαλάκιαν), είναι παιδί-θαύμα! Ελα που βάζει τα δυνατά της και δολίως επιχειρεί να τον μπάσει από την πίσω πόρτα του Πρίνστον. Και έλα που εγώ ως θεατής τσιμπιόμουνα από την πρώτη στιγμή. Μα τώρα τι βλέπω; Ταινία ή διαφημιστικό σποτάκι των αμερικανικών πανεπιστημίων;
ΥΓ.: Να μην ξεχάσω. Δύο οι εξαιρέσεις. Η πρώτη από τη Λίλι Τόμλιν των 74 Μαΐων, που υποδύεται τη μητέρα της Τίνας Φέι. Μεγάλη καπάτσα. Η δεύτερη από μια ρήση ενός μαθητή. Μια ρήση που με στοίχειωσε και που λέει: «Θέλουμε ν’ αφήσουμε τον κόσμο καλύτερο απ’ ό,τι τον βρήκαμε». Από το στόμα σου και στης νεολαίας τ’ αφτί!
IN A FEW WORDS
ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ |
ΕΤΣΙ ΚΙ ΕΤΣΙ |
«Μια καλύτερη ζωή» (Une Vie Meilleure).
Οταν το όνειρο έγινε εφιάλτης. Με σκηνοθέτη τον (σοβαρό) Γάλλο Σεντρίκ Καν. Και καστ από Γκιγιόμ Κανέ και την αιλουροειδή Λιβανέζα Λεϊλά Μπεκτί. Το μανούλιον οf the week. Οπου το ζεύγος τα φτιάχνει εν μια νυκτί. Οπου εντελώς συμπτωματικά πέφτει πάνω σε ξεχαρβαλωμένη εξοχική κατοικία με θέα τη λίμνη. Οπου αμέσως σχεδιάζουν να στεγάσουν εκεί ένα restaurant που θα τροφοδοτεί οικονομικά τον έρωτά τους. Και όπου αρχίζουν να δανείζονται από τράπεζες πολλά λεφτά, κι έτσι χωρίς να το καταλάβουν «πνίγονται» από χρέη τρελά. Οπως ακριβώς έχει συμβεί σε εκατομμύρια Νεοελλήνων. Η συνέχεια; Η γκόμενα την κοπανάει κατά μεριά Καναδά. Και ως πεσκέσι τού αφήνει τον γιο της, έναν ατίθασο πιτσιρικά. Αυτό ήταν. Εκείνος να εκλιπαρεί «λίγα ψίχουλα για να μη με χώσουν στη στενή». Και ο εγκαταλειμμένος από τη μητέρα γιος να τον ρωτάει διαρκώς «πότε θα επιστρέψει η μαμά;». Ξέρω κι εγώ; Συμπέρασμα; Η αφήγηση αρχίζει σαν ταινία Κώστα Γαβρά και προχωράει κατά μεριά αδελφών Νταρντέν. Καλή προσπάθεια, χωρίς στυλ.Βαθμολογία = 5
(ο μονόφθαλμος της εβδομάδας)
ΑΣΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ |
«Τζακ, κυνηγός γιγάντων» (Jack the Giant Slayer).
Σε 3D παραμύθι μεταξύ γκόθικ και κλασικών εικονογραφημένων. Με σκηνοθέτη τον Μπράινα Σίνγκερ και καστ από Νίκολας Χουλτ, Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Ελινορ Τόμλινσον και Ιαν ΜακΣέιν. Από την πασίγνωστη ιστορία του Τζακ με τα φασόλια, της εποχής του βασιλιά Αρθούρου. Οπου σπόροι δηλητηριασμένοι από κακό μάγο εγκλωβίζουν την όμορφη πριγκίπισσα σε γιγαντιαίες φασολιές. Ποιος θα την ελευθερώσει; Μα φυσικά ο φτωχός πλην χαρισματικός Τζακ. Αυτοί έζησαν καλά, εγώ πάλι με βαθιά ροχαλητά.Βαθμολογία = 2
(άνοστη φασολάδα)
«Hasta La Vista».
Από το Βέλγιο της Φλάνδρας με σκηνοθέτη τον κάποιον Τζέφρι Εντχοβεν. Το στόρι συμπαθητικό. Δύο νεαροί παραπληγικοί και ένας φίλος τους τυφλός αποφασίζουν, με τη βοήθεια μιας ευτραφούς νοσηλεύτριας, να την κοπανήσουν κατά μεριά Ισπανία με σκοπό να καταλήξουν σε φημισμένο οίκο ανοχής ώστε επιτέλους να γ@μ... σαν άντρες κανονικοί. Σωστοί οι τρεις φίλοι οι καρδιακοί. Ελα όμως που μέχρι να γ@μ... εκείνοι, αισθάνθηκα να με γ@μ... η πλήξη από την πρώτη στιγμή!Βαθμολογία = 2
(βασανιστικό)
«Μια καλύτερη ζωή» (Une Vie Mellieure)
«Η γεύση της εκδίκησης» (Dead Man Down)
«Ξέχασε το!» (Admission)
«Hasta La Vista»
«Τζακ ο κυνηγός γιγάντων»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα