Και αυτές τις γιορτές το River West είναι ο απόλυτος προορισμός για αγορές, διασκέδαση, και βόλτες για όλη την οικογένεια, ανεβάζοντας την festive διάθεση στα ύψη.
«Ο Λιμός»: Ο Πάνος Αμυράς μας παρουσιάζει το συναρπαστικό του μυθιστόρημα
«Ο Λιμός»: Ο Πάνος Αμυράς μας παρουσιάζει το συναρπαστικό του μυθιστόρημα
Ενα βιβλίο, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα - Στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Διόπτρα
Τα στερεότυπα, ως γνωστόν, είναι για να σπάνε, και γι' αυτό το πιο συναρπαστικό μυθιστόρημα της χρονιάς έχει την υπογραφή ενός ανθρώπου που όλοι έχουμε γνωρίσει από το οικονομικό ρεπορτάζ. Ο λόγος για τον διευθυντή της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος» Πάνο Αμυρα και επί πολλά χρόνια οικονομικό συντάκτη, ο οποίος με το πρώτο του μυθιστόρημα «Ο λιμός» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα μας μεταφέρει στους δρόμους της Αθήνας του 1941 και σε ένα έγκλημα που θα γίνει η αφορμή για να έρθουν στο προσκήνιο συγκλονιστικές ιστορίες. Το βιβλίο είναι βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, και φωτίζει την πιο σκοτεινή περίοδο της Κατοχής αναδεικνύοντας άγνωστους έως τώρα πρωταγωνιστές αλλά και έναν επιθεωρητή που όπως φαίνεται είναι εδώ για να μείνει. Ο συγγραφέας, πλέον, Πάνος Αμυράς μίλησε στο protothema.gr και μας άνοιξε ένα παράθυρο στον κόσμο που και ο ίδιος ανακάλυψε στη διαδικασία συγγραφής του «Λιμού».
Για όσους σας έχουμε γνωρίσει από τη δημοσιογραφική σας καριέρα και μάλιστα από το οικονομικό ρεπορτάζ, αποτελεί έκπληξη το να κρατάμε στα χέρια μας το πρώτο σας μυθιστόρημα. Πώς έγινε αυτή η μετάβαση;
Πράγματι, αρκετοί φίλοι και συνάδελφοι εξεπλάγησαν όταν είδαν ότι το πρώτο μου βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα και μάλιστα με αστυνομική πλοκή που εξελίσσεται στην Κατοχική Ελλάδα του 1941. Μπορεί να ακούγεται υπερβολικό αλλά η συγγραφή του βιβλίου αποτέλεσε για μένα μία εσωτερική λύτρωση. Άφηνα στην άκρη την σκληρή καθημερινότητα των οικονομικών ή πολιτικών εξελίξεων και αφιέρωνα σκέψεις και συναισθήματα στο βιβλίο. Υπό το πρίσμα αυτό η μετάβαση ήταν εύκολη αλλά όχι απλή.
Πόσο καιρό στριφογυρνούσε στο μυαλό σας η ιδέα της συγγραφής, και πόσο ειδικά αυτής της ιστορίας, πριν τελικά πιάσετε το μολύβι και αρχίσετε;
Το θέμα του βιβλίου με απασχολούσε σχεδόν επί δύο χρόνια, πριν γράψω τις πρώτες σελίδες του. Ήθελα να μάθω όσα περισσότερα μπορούσα για τον φονικό λιμό που ξεκίνησε το χειμώνα του 1941 στην Αθήνα και μετατράπηκε σε εφιάλτη για το μεγαλύτερο τμήμα της Ελλάδας. Κάθε στοιχείο που έβρισκα το επεξεργαζόμουν, ήξερα ότι στην πορεία θα το χρειαζόμουν. Όταν ένιωσα σίγουρος με την τεκμηρίωση, άρχισα τη συγγραφή. Μία διαδικασία, που δεν υπόκειται ούτε σε κανόνες, ούτε σε αρχές παρά μόνο σε μία παλλόμενη γραμμή που συνδέει μυαλό, καρδιά και ψυχή.
Μιλήστε μας λίγο για το βιβλίο; Πώς ήρθε η έμπνευση για την υπόθεση;
Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και τις ΗΠΑ, όπου ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί βασικό θέμα σε συγγραφικό ή κινηματογραφικό επίπεδο, στην Ελλάδα πολλά κεφάλαια αυτής της εποχής παραμένουν σκοτεινά. Ορισμένα από τα κεφάλαια αυτά ήθελα να τα ξεκλειδώσω και να τα μοιραστώ με τους αναγνώστες με βάση μία αστυνομική ιστορία που θα συμπλέκει τους παράγοντες της εποχής και θα αναπτύσσει το μυστήριο σε πολλά επίπεδα. Στην περίοδο του λιμού κάποιοι πλούτιζαν και διασκέδαζαν με φόντο τον θάνατο, όπως συμβαίνει στις μεγάλες τραγωδίες. Ήθελα τα γεγονότα να εξελίσσονται με υψηλές ταχύτητες, οι σελίδες του βιβλίου να ζωντανέψουν τις γειτονιές, τα παράνομα στέκια της Αθήνας του 1941 και βέβαια τα κολαστήρια της Γκεστάπο.
Γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο;
Αυτό που με προκάλεσε, καταρχάς να ερευνήσω και τελικώς να φτάσω στη συγγραφή του βιβλίου, ήταν η εσωτερική μου ανάγκη να μάθω για τον μεγάλο λιμό που έπληξε την Αθήνα από το χειμώνα του 1941 και μετά. Είχα διαπιστώσει ότι η περίοδος αυτή παραμένει στο περιθώριο της συλλογικής μνήμης, παρά το γεγονός ότι τα θύματα ήταν περισσότερα και από τους νεκρούς του Αλβανικού Έπους και από τις απώλειες στην αιματοχυσία του Εμφυλίου. Κατά τη διάρκεια της έρευνας ανακάλυψα άγνωστους ήρωες, καλά κρυμμένα γεγονότα και ένιωσα, έστω με την ασφάλεια που παρέχει η απόσταση δεκαετιών, τι σημαίνει να προσπαθείς να επιβιώσεις σε συνθήκες λιμοκτονίας, όπου η έννοια της ζωής δεν θεωρείται σταθερά αλλά πιθανότητα και μάλιστα μικρή.
Ηταν χρήσιμη η δημοσιογραφική σας ιδιότητα και τα εφόδιά της στην πορεία της συγγραφής;
Ναι, σε μεγάλο βαθμό. Η έρευνα, η τεκμηρίωση, η διασταύρωση, ο τρόπος αναζήτησης πηγών αποτελούν βασικά συστατικά της δημοσιογραφίας και για αυτό αισθάνομαι τυχερός. Μόνο που η συγγραφή του βιβλίου είναι ξεχωριστή διαδικασία. Η αναμέτρηση γίνεται με άλλους όρους, μάλλον πιο σύνθετους, όπου η γνώση συνδυάζεται με την έμπνευση, τα γεγονότα με τη μυθοπλασία, ο συγγραφέας με τους ήρωες του.
Πώς βλέπετε τον χώρο του ελληνικού βιβλίου, και μάλιστα σε περίοδο κρίσης, και πόσο εύκολο είναι να ξεχωρίσεις σε αυτόν;
Είμαι φανατικός αναγνώστης βιβλίων, προσεγγίζω το χώρο χρόνια ως δημοσιογράφος αλλά ως νέος συγγραφέας δεν έχω πλήρη εικόνα της απέναντι όχθης. Η κρίση σίγουρα έχει επηρεάσει και την αγορά του βιβλίου αλλά αλήθεια πώς θα ξεπεράσουμε τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα εάν δεν επενδύσουμε στη γνώση, στην παιδεία και στη μόρφωση; Για αυτό παραμένω αισιόδοξος. Σε ο,τι αφορά το βιβλίο μου εύχομαι να έχει ένα συναρπαστικό ταξίδι, τη ρότα του οποίου θα την ορίσουν αποκλειστικά οι αναγνώστες του.
Ποιοι είναι οι στόχοι σας για το μέλλον; Έχετε αρχίσει να σκέφτεστε το επόμενο βιβλίο σας;
Το μυθιστόρημα «Ο λιμός», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα» μόλις ξεκίνησε την πορεία του, επομένως τα συναισθήματά μου αυτή την περίοδο είναι μαζί του. Όμως ο βασικός ήρωας του βιβλίου, ο υπαστυνόμος Νίκος Αγραφιώτης, έχει να κλείσει ορισμένες ακόμη ανοικτές υποθέσεις της Κατοχής και αυτό ήδη με έχει βάλει σε σκέψεις.
Τα αγαπημένα σας
Βιβλίο: «Ο Χορός των Ρόδων» του Αντώνη Σουρούνη
Μυρωδιά: Του πεύκου
Ταινία: «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» του Γούντι Αλεν
Δρόμος της Αθήνας: Ποια άλλη, η Κυδαθηναίων
Τραγούδι: “Wouldn’t it be good” του Nik Kersaw
Προορισμός διακοπών: Ιστιαία, χωρίς δεύτερη σκέψη
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Αθήνα, Δεκέμβριος 1941. Η πόλη έχει βυθιστεί στον εφιάλτη του μεγάλου λιμού. Ένας λοχαγός των Ες Ες, ο οποίος ερευνά μια υπόθεση για λογαριασμό του υπουργού Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς, δολοφονείται άγρια στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία. Την έρευνα της δολοφονίας αναλαμβάνει ο υπαστυνόμος Νίκος Αγραφιώτης, ο οποίος επιστρέφει στην ενεργό δράση ύστερα από το καθεστώς διαθεσιμότητας που είχε τεθεί μετά την κλοπή της σβάστικας στην Ακρόπολη. Η υπόθεση παίρνει γρήγορα απρόβλεπτες διαστάσεις και ο υπαστυνόμος θα διαπιστώσει ότι έχει εμπλακεί σε ένα φονικό παιχνίδι στο οποίο συμμετέχουν μαυραγορίτες, μέλη της δωσιλογικής κυβέρνησης, επίορκα στελέχη της Ειδικής Ασφάλειας και αξιωματικοί των Ες Ες. Μέσα από την περιπλάνησή του σε παράνομα στέκια, καζίνο και καμπαρέ αλλά και στα κολαστήρια της Γκεστάπο, θα αναζητήσει την αλήθεια, ενώ με τη βοήθεια ενός βετεράνου της αστυνομίας και μιας μυστηριώδους κοπέλας θα βρεθεί μπροστά σε ένα παράτολμο σχέδιο που θα κρίνει χιλιάδες ζωές.
Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα του βιβλίου
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Για όσους σας έχουμε γνωρίσει από τη δημοσιογραφική σας καριέρα και μάλιστα από το οικονομικό ρεπορτάζ, αποτελεί έκπληξη το να κρατάμε στα χέρια μας το πρώτο σας μυθιστόρημα. Πώς έγινε αυτή η μετάβαση;
Πράγματι, αρκετοί φίλοι και συνάδελφοι εξεπλάγησαν όταν είδαν ότι το πρώτο μου βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα και μάλιστα με αστυνομική πλοκή που εξελίσσεται στην Κατοχική Ελλάδα του 1941. Μπορεί να ακούγεται υπερβολικό αλλά η συγγραφή του βιβλίου αποτέλεσε για μένα μία εσωτερική λύτρωση. Άφηνα στην άκρη την σκληρή καθημερινότητα των οικονομικών ή πολιτικών εξελίξεων και αφιέρωνα σκέψεις και συναισθήματα στο βιβλίο. Υπό το πρίσμα αυτό η μετάβαση ήταν εύκολη αλλά όχι απλή.
Πόσο καιρό στριφογυρνούσε στο μυαλό σας η ιδέα της συγγραφής, και πόσο ειδικά αυτής της ιστορίας, πριν τελικά πιάσετε το μολύβι και αρχίσετε;
Το θέμα του βιβλίου με απασχολούσε σχεδόν επί δύο χρόνια, πριν γράψω τις πρώτες σελίδες του. Ήθελα να μάθω όσα περισσότερα μπορούσα για τον φονικό λιμό που ξεκίνησε το χειμώνα του 1941 στην Αθήνα και μετατράπηκε σε εφιάλτη για το μεγαλύτερο τμήμα της Ελλάδας. Κάθε στοιχείο που έβρισκα το επεξεργαζόμουν, ήξερα ότι στην πορεία θα το χρειαζόμουν. Όταν ένιωσα σίγουρος με την τεκμηρίωση, άρχισα τη συγγραφή. Μία διαδικασία, που δεν υπόκειται ούτε σε κανόνες, ούτε σε αρχές παρά μόνο σε μία παλλόμενη γραμμή που συνδέει μυαλό, καρδιά και ψυχή.
Μιλήστε μας λίγο για το βιβλίο; Πώς ήρθε η έμπνευση για την υπόθεση;
Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και τις ΗΠΑ, όπου ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί βασικό θέμα σε συγγραφικό ή κινηματογραφικό επίπεδο, στην Ελλάδα πολλά κεφάλαια αυτής της εποχής παραμένουν σκοτεινά. Ορισμένα από τα κεφάλαια αυτά ήθελα να τα ξεκλειδώσω και να τα μοιραστώ με τους αναγνώστες με βάση μία αστυνομική ιστορία που θα συμπλέκει τους παράγοντες της εποχής και θα αναπτύσσει το μυστήριο σε πολλά επίπεδα. Στην περίοδο του λιμού κάποιοι πλούτιζαν και διασκέδαζαν με φόντο τον θάνατο, όπως συμβαίνει στις μεγάλες τραγωδίες. Ήθελα τα γεγονότα να εξελίσσονται με υψηλές ταχύτητες, οι σελίδες του βιβλίου να ζωντανέψουν τις γειτονιές, τα παράνομα στέκια της Αθήνας του 1941 και βέβαια τα κολαστήρια της Γκεστάπο.
Γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο;
Αυτό που με προκάλεσε, καταρχάς να ερευνήσω και τελικώς να φτάσω στη συγγραφή του βιβλίου, ήταν η εσωτερική μου ανάγκη να μάθω για τον μεγάλο λιμό που έπληξε την Αθήνα από το χειμώνα του 1941 και μετά. Είχα διαπιστώσει ότι η περίοδος αυτή παραμένει στο περιθώριο της συλλογικής μνήμης, παρά το γεγονός ότι τα θύματα ήταν περισσότερα και από τους νεκρούς του Αλβανικού Έπους και από τις απώλειες στην αιματοχυσία του Εμφυλίου. Κατά τη διάρκεια της έρευνας ανακάλυψα άγνωστους ήρωες, καλά κρυμμένα γεγονότα και ένιωσα, έστω με την ασφάλεια που παρέχει η απόσταση δεκαετιών, τι σημαίνει να προσπαθείς να επιβιώσεις σε συνθήκες λιμοκτονίας, όπου η έννοια της ζωής δεν θεωρείται σταθερά αλλά πιθανότητα και μάλιστα μικρή.
Ηταν χρήσιμη η δημοσιογραφική σας ιδιότητα και τα εφόδιά της στην πορεία της συγγραφής;
Ναι, σε μεγάλο βαθμό. Η έρευνα, η τεκμηρίωση, η διασταύρωση, ο τρόπος αναζήτησης πηγών αποτελούν βασικά συστατικά της δημοσιογραφίας και για αυτό αισθάνομαι τυχερός. Μόνο που η συγγραφή του βιβλίου είναι ξεχωριστή διαδικασία. Η αναμέτρηση γίνεται με άλλους όρους, μάλλον πιο σύνθετους, όπου η γνώση συνδυάζεται με την έμπνευση, τα γεγονότα με τη μυθοπλασία, ο συγγραφέας με τους ήρωες του.
Πώς βλέπετε τον χώρο του ελληνικού βιβλίου, και μάλιστα σε περίοδο κρίσης, και πόσο εύκολο είναι να ξεχωρίσεις σε αυτόν;
Είμαι φανατικός αναγνώστης βιβλίων, προσεγγίζω το χώρο χρόνια ως δημοσιογράφος αλλά ως νέος συγγραφέας δεν έχω πλήρη εικόνα της απέναντι όχθης. Η κρίση σίγουρα έχει επηρεάσει και την αγορά του βιβλίου αλλά αλήθεια πώς θα ξεπεράσουμε τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα εάν δεν επενδύσουμε στη γνώση, στην παιδεία και στη μόρφωση; Για αυτό παραμένω αισιόδοξος. Σε ο,τι αφορά το βιβλίο μου εύχομαι να έχει ένα συναρπαστικό ταξίδι, τη ρότα του οποίου θα την ορίσουν αποκλειστικά οι αναγνώστες του.
Ποιοι είναι οι στόχοι σας για το μέλλον; Έχετε αρχίσει να σκέφτεστε το επόμενο βιβλίο σας;
Το μυθιστόρημα «Ο λιμός», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα» μόλις ξεκίνησε την πορεία του, επομένως τα συναισθήματά μου αυτή την περίοδο είναι μαζί του. Όμως ο βασικός ήρωας του βιβλίου, ο υπαστυνόμος Νίκος Αγραφιώτης, έχει να κλείσει ορισμένες ακόμη ανοικτές υποθέσεις της Κατοχής και αυτό ήδη με έχει βάλει σε σκέψεις.
Τα αγαπημένα σας
Βιβλίο: «Ο Χορός των Ρόδων» του Αντώνη Σουρούνη
Μυρωδιά: Του πεύκου
Ταινία: «Μεσάνυχτα στο Παρίσι» του Γούντι Αλεν
Δρόμος της Αθήνας: Ποια άλλη, η Κυδαθηναίων
Τραγούδι: “Wouldn’t it be good” του Nik Kersaw
Προορισμός διακοπών: Ιστιαία, χωρίς δεύτερη σκέψη
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Αθήνα, Δεκέμβριος 1941. Η πόλη έχει βυθιστεί στον εφιάλτη του μεγάλου λιμού. Ένας λοχαγός των Ες Ες, ο οποίος ερευνά μια υπόθεση για λογαριασμό του υπουργού Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς, δολοφονείται άγρια στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία. Την έρευνα της δολοφονίας αναλαμβάνει ο υπαστυνόμος Νίκος Αγραφιώτης, ο οποίος επιστρέφει στην ενεργό δράση ύστερα από το καθεστώς διαθεσιμότητας που είχε τεθεί μετά την κλοπή της σβάστικας στην Ακρόπολη. Η υπόθεση παίρνει γρήγορα απρόβλεπτες διαστάσεις και ο υπαστυνόμος θα διαπιστώσει ότι έχει εμπλακεί σε ένα φονικό παιχνίδι στο οποίο συμμετέχουν μαυραγορίτες, μέλη της δωσιλογικής κυβέρνησης, επίορκα στελέχη της Ειδικής Ασφάλειας και αξιωματικοί των Ες Ες. Μέσα από την περιπλάνησή του σε παράνομα στέκια, καζίνο και καμπαρέ αλλά και στα κολαστήρια της Γκεστάπο, θα αναζητήσει την αλήθεια, ενώ με τη βοήθεια ενός βετεράνου της αστυνομίας και μιας μυστηριώδους κοπέλας θα βρεθεί μπροστά σε ένα παράτολμο σχέδιο που θα κρίνει χιλιάδες ζωές.
Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα του βιβλίου
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Πάνος Αμυράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην ΑΣΟΕΕ αλλά γρήγορα στράφηκε στη δημοσιογραφία. Ξεκίνησε την καριέρα του από την οικονομική εφημερίδα Εξπρές. Το 1994 εντάχθηκε στο δημοσιογραφικό δυναμικό του Ελεύθερου Τύπου, ενώ από το 2011 έχει αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας. Έχει εργαστεί στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ (Α΄ Πρόγραμμα) και στον ραδιοφωνικό σταθμό City FM. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών.
Εγραψαν για το βιβλίο
Ο Λιμός του Πάνου Αμυρά, παρά τον τίτλο του, είναι μυθιστόρημα χορταστικό σε δράση, γεμάτο σασπένς· πραγματική λογοτεχνία. Η αστυνομική πλοκή και η νουάρ αφήγηση συγκροτούν ένα ιστορικό μυθιστόρημα με ολοζώντανους και συναρπαστικούς ήρωες, που συνυπάρχουν και διαπλέκονται με αληθινά ιστορικά πρόσωπα, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές της μεγάλης πείνας του 1941. Αξιοποιώντας οικογενειακά βιώματα και ενδελεχή έρευνα, ο συγγραφέας δημιουργεί ένα ευκολοδιάβαστο μυθιστόρημα που ζωντανεύει την Κατοχική Αθήνα.
Ευάγγελος Μαυρουδής, συγγραφέας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα