Η INALAN προσέλκυσε 40 εκατ. ευρώ ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, τριπλασίασε το προσωπικό της σε ένα χρόνο και παρέχει δυνατότητα σύνδεσης γρήγορου internet σε πάνω από 600.000 νοικοκυριά - Κατά 44% αυξήθηκε ο κύκλος εργασιών της.
Έντιμο, λιτό και ποιοτικό το συναπάντημα…
Έντιμο, λιτό και ποιοτικό το συναπάντημα…
Γοήτευσαν “Attenberg”, “Μέσα από τις φλόγες” και “Morgen” αλλά από κλίμα …χαλαρά και χλιαρά
51ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ,ΗΜΕΡΕΣ 4 / 5 / 6 / 7 (6 – 9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)
Eίμαστε φοβερή φάρα, και σαν λαός και σαν κριτικοκινηματογραφιάδες ακόμα περισσότερο.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, οι μισοί από μας, έβριζαν και φώναζαν για την προηγούμενη διεύθυνση του φεστιβάλ και τις πολυέξοδες βλαχογκλαμουριές (μολονότι αυτοί που συνήθως έβριζαν ήταν κυρίως αυτοί που ωφελήθηκαν από τη σπατάλη διαμένοντας σε σουίτες) και φέτος οι ίδιοι βρίζουν και φωνάζουν για το πώς το φεστιβάλ κατάντησε πτωχοκομείο και το ότι πέρυσι κουβάλησαν στον Όλιβερ Στόουν τρεις πουτάνες να πηδήξει με έξοδα του φεστιβάλ (δεν κάνω πλάκα, δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα).
Αποτέλεσμα, το φεστιβάλ να πλησιάζει στο τέλος του, και ένα 50% των ανθρώπων που ασχολούνται επαγγελματικά με το σινεμά και τα γύρω από αυτό, να μην έχουν ανέβει στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Είτε επειδή το φεστιβάλ δε τους κάνει όπως παλιότερα όλα τα χατίρια, είτε επειδή έπεσαν καμιά πεντάδα press junkets σε πόλεις του εξωτερικού (Παρίσι, Λονδίνο, Λος Άντζελες) και «σιγά αγάπη μη μου μην τρέχω με τη γόβα στην παραλιακή της Σαλονίκης, άμα είναι και με ταϊζουνε στη Σάνσετ Μπούλεβαρντ.»
Τες πα, κάθε κρίση για καλό θα έλεγα, και σιγά σιγά θα ξεκαθαρίσει το τοπίο του τι θέλει και ζητάει και αντιπροσωπεύει ο καθ’ ένας μας.
Eίμαστε φοβερή φάρα, και σαν λαός και σαν κριτικοκινηματογραφιάδες ακόμα περισσότερο.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, οι μισοί από μας, έβριζαν και φώναζαν για την προηγούμενη διεύθυνση του φεστιβάλ και τις πολυέξοδες βλαχογκλαμουριές (μολονότι αυτοί που συνήθως έβριζαν ήταν κυρίως αυτοί που ωφελήθηκαν από τη σπατάλη διαμένοντας σε σουίτες) και φέτος οι ίδιοι βρίζουν και φωνάζουν για το πώς το φεστιβάλ κατάντησε πτωχοκομείο και το ότι πέρυσι κουβάλησαν στον Όλιβερ Στόουν τρεις πουτάνες να πηδήξει με έξοδα του φεστιβάλ (δεν κάνω πλάκα, δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα).
Αποτέλεσμα, το φεστιβάλ να πλησιάζει στο τέλος του, και ένα 50% των ανθρώπων που ασχολούνται επαγγελματικά με το σινεμά και τα γύρω από αυτό, να μην έχουν ανέβει στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Είτε επειδή το φεστιβάλ δε τους κάνει όπως παλιότερα όλα τα χατίρια, είτε επειδή έπεσαν καμιά πεντάδα press junkets σε πόλεις του εξωτερικού (Παρίσι, Λονδίνο, Λος Άντζελες) και «σιγά αγάπη μη μου μην τρέχω με τη γόβα στην παραλιακή της Σαλονίκης, άμα είναι και με ταϊζουνε στη Σάνσετ Μπούλεβαρντ.»
Τες πα, κάθε κρίση για καλό θα έλεγα, και σιγά σιγά θα ξεκαθαρίσει το τοπίο του τι θέλει και ζητάει και αντιπροσωπεύει ο καθ’ ένας μας.
Το φεστιβάλ μια χαρά!
Το φεστιβάλ σαν φεστιβάλ με τα λεφτά που είχε στη διάθεση του μια χαρά τα κατάφερε, και είναι το μόνο που δεν ευθύνεται για την μη γιορτινή εικόνα της υπόθεσης, να ανεβαίνατε να το γιορτάζαμε όλοι μαζί. Που είναι αλήθεια πως αν δεν είσαι του χώρου, ότι γίνεται φεστιβάλ στην πόλη της Θεσσαλονίκης, δεν το αντιλαμβάνεσαι και σε πιάνει και μια θλίψη. Έξω από τις αίθουσες αυτό, στα πάρτι και τα ταβερνεία εννοώ, γιατί μέσα υπάρχει πληρότητα, υπάρχει κόσμος διψασμένος που δίνει το παρών υπάρχει και ένα ωραίο σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης των διαθέσιμων εισιτηρίων για να ξέρεις τι να και τι να μην περιμένεις.
Στην προβολή του ελληνικού «Attenberg» έγινε ο χαμός από την προσέλευση κόσμου όπως ήταν αναμενόμενο, και δημιουργήθηκαν θετικές εντυπώσεις (για τη δική μου διαβάστε τη στήλη της κριτικής). Είναι φιγούρα η Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη με ιδιαίτερο γούστο στα παπούτσια της, και πανέμορφη η πρωταγωνίστρια Αριάν Λαμπέντ ενώ το Q and A που ακολούθησε την προβολή με το κοινό της αίθουσας ήταν από τα ομορφότερα.
Σε αρσενική ομορφιά, νομίζω πως τις εντυπώσεις έκλεψε ο Γαλλοκαναδός σκηνοθέτης Ντενίς Βιλνέβ, του αριστουργηματικού «Μέσα από τις φλόγες» που είχε κι αυτός συνομιλία με το κοινό, αναφέρθηκε στην επιρροή του Σοφοκλή στο έργο του, ενώ αργότερα, που ήταν να τον συναντήσω προσωπικά για να τον συνεντευξιάσω έπεσε σήμα - χαβαλές από φίλους που εργάζονται στο φεστιβάλ, «να μην τον παρουσιάσετε στον Θεοδωρόπουλο χωρίς να του δώσετε (σ.σ. του Θεοδωρόπουλου) υπογλώσσια γιατί θα τον ερωτευθεί. Και τον ερωτεύθηκα, μου μίλαγε ο άνθρωπος κι εγώ κοίταζα τα μάτια του, και ερώτηση δεν μπορούσα να του απευθύνω από τη λιγομάρα.
Standing ovation από το ενθουσιώδες κοινό στην προβολή του «Morgen» της Μαριάν Κριζάν, ένα «fuck» ανά πέντε λέξεις στο στόμα του αθυρόστομου αφγανοβερολινέζου σκηνοθέτη Μπουρχάν Κουρμπάνι, τουλάχιστον συγκινητική η παρουσία του ιρακινού σκηνοθέτη Μοχάμεντ Αλ Νταράτζι, όταν αναλογίζεσαι τους βασανισμούς, τις απαγωγές και τις δολοφονίες φίλων και συγγενών που έχει βιώσει στη ζωή του, μαγκωμένος ο κόσμος (και δικαιολογημένα) απέναντι στον ταϊλανδό φαινόμενο Απισατπόνγκ Βιρασετάκουν που κέρδισε στις Κάνες τον Χρυσό Φοίνικα για το «Ο θείος Μπούνμε θυμάται τις προηγούμενες ζωές του».
Δεν παλεύονται…
Συναντώ δύο κορίτσια έξω από μια αίθουσα, που μου λένε με συγκρατημένη ντροπή, επειδή και καλά μιλάνε σε κάποιον που ξέρει από αυτά φοβούμενες μη φανούν «εκτός» (την τύφλα μου ξέρω και ούτε θέλω να μάθω) «μωρέ Τάσο, σου αρέσει ο Απισατπόνγκ; Πήγαμε να δούμε τις μικρού μήκους του και δεν παλεύονται». Τι να τους πω; Να τους πω ότι παλεύονται; Όχι δεν παλεύονται παρά μόνο ως ένα είδος multi art project, αλλά για σκέτο σινεμά σόρι δεν το ‘χω.
Και κει είναι που διαφωνώ αν θες, με το πώς ορίζεις το ανεξάρτητο και το προχωρημένο. Αν δηλαδή για να είναι κάτι ανεξάρτητο και προχωρημένο, πρέπει να κατάγεται με το στανιό από χώρα του τρίτου κόσμου, ή της εμπόλεμης ζώνης, και να έχει όνομα γλωσσοδέτη, τότε να μου λείπει. Πιάνω και σπίτι μου δορυφορικά κανάλια από το Αζαρμπαϊτζάν.
Ράκος η μητέρα μου από την προβολή του υπερδραματικού «Submarino” του Βίντερμπεργκ, που έχει λίγο τον ασυμμάζευτο σε δραματικότητα και ελαφρά απογοητευμένος κι εγώ αλλά και το κοινό, από το πολυαναμενόμενο αμερικάνικο “Winter’s Bone” που φλερτάρει με τα Οσκαράκια, ως η ανεξάρτητη συμμετοχή της επερχόμενης δεκάδας.
Παρών απών το ελληνικό σινεμά, δεν αφορά κανέναν και καλά κάνει όπως είναι στο σύνολο των δειγμάτων του που το αντιπροσωπεύουν στη Θεσσαλονίκη, χλιαρά τα πάρτι από κέφι και αντιδράσεις, και μια υπέρ του δέοντως καλοδεχούμενη ολονυχτία, στο Ολύμπιον, από βράδυ Σαββάτου ξημερώματα Κυριακής, με δωρεάν σαλέπι και είσοδο στην αίθουσα για την προβολή τριών από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του φεστιβάλ, του «Donkey’s», «Α somewhat gentle man» και «Little Rock» που εύχομαι να θυμίσει φεστιβάλ, δηλαδή γιορτή.
Το φεστιβάλ σαν φεστιβάλ με τα λεφτά που είχε στη διάθεση του μια χαρά τα κατάφερε, και είναι το μόνο που δεν ευθύνεται για την μη γιορτινή εικόνα της υπόθεσης, να ανεβαίνατε να το γιορτάζαμε όλοι μαζί. Που είναι αλήθεια πως αν δεν είσαι του χώρου, ότι γίνεται φεστιβάλ στην πόλη της Θεσσαλονίκης, δεν το αντιλαμβάνεσαι και σε πιάνει και μια θλίψη. Έξω από τις αίθουσες αυτό, στα πάρτι και τα ταβερνεία εννοώ, γιατί μέσα υπάρχει πληρότητα, υπάρχει κόσμος διψασμένος που δίνει το παρών υπάρχει και ένα ωραίο σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης των διαθέσιμων εισιτηρίων για να ξέρεις τι να και τι να μην περιμένεις.
Στην προβολή του ελληνικού «Attenberg» έγινε ο χαμός από την προσέλευση κόσμου όπως ήταν αναμενόμενο, και δημιουργήθηκαν θετικές εντυπώσεις (για τη δική μου διαβάστε τη στήλη της κριτικής). Είναι φιγούρα η Αθηνά Ραχήλ Τσαγκάρη με ιδιαίτερο γούστο στα παπούτσια της, και πανέμορφη η πρωταγωνίστρια Αριάν Λαμπέντ ενώ το Q and A που ακολούθησε την προβολή με το κοινό της αίθουσας ήταν από τα ομορφότερα.
Σε αρσενική ομορφιά, νομίζω πως τις εντυπώσεις έκλεψε ο Γαλλοκαναδός σκηνοθέτης Ντενίς Βιλνέβ, του αριστουργηματικού «Μέσα από τις φλόγες» που είχε κι αυτός συνομιλία με το κοινό, αναφέρθηκε στην επιρροή του Σοφοκλή στο έργο του, ενώ αργότερα, που ήταν να τον συναντήσω προσωπικά για να τον συνεντευξιάσω έπεσε σήμα - χαβαλές από φίλους που εργάζονται στο φεστιβάλ, «να μην τον παρουσιάσετε στον Θεοδωρόπουλο χωρίς να του δώσετε (σ.σ. του Θεοδωρόπουλου) υπογλώσσια γιατί θα τον ερωτευθεί. Και τον ερωτεύθηκα, μου μίλαγε ο άνθρωπος κι εγώ κοίταζα τα μάτια του, και ερώτηση δεν μπορούσα να του απευθύνω από τη λιγομάρα.
Standing ovation από το ενθουσιώδες κοινό στην προβολή του «Morgen» της Μαριάν Κριζάν, ένα «fuck» ανά πέντε λέξεις στο στόμα του αθυρόστομου αφγανοβερολινέζου σκηνοθέτη Μπουρχάν Κουρμπάνι, τουλάχιστον συγκινητική η παρουσία του ιρακινού σκηνοθέτη Μοχάμεντ Αλ Νταράτζι, όταν αναλογίζεσαι τους βασανισμούς, τις απαγωγές και τις δολοφονίες φίλων και συγγενών που έχει βιώσει στη ζωή του, μαγκωμένος ο κόσμος (και δικαιολογημένα) απέναντι στον ταϊλανδό φαινόμενο Απισατπόνγκ Βιρασετάκουν που κέρδισε στις Κάνες τον Χρυσό Φοίνικα για το «Ο θείος Μπούνμε θυμάται τις προηγούμενες ζωές του».
Δεν παλεύονται…
Συναντώ δύο κορίτσια έξω από μια αίθουσα, που μου λένε με συγκρατημένη ντροπή, επειδή και καλά μιλάνε σε κάποιον που ξέρει από αυτά φοβούμενες μη φανούν «εκτός» (την τύφλα μου ξέρω και ούτε θέλω να μάθω) «μωρέ Τάσο, σου αρέσει ο Απισατπόνγκ; Πήγαμε να δούμε τις μικρού μήκους του και δεν παλεύονται». Τι να τους πω; Να τους πω ότι παλεύονται; Όχι δεν παλεύονται παρά μόνο ως ένα είδος multi art project, αλλά για σκέτο σινεμά σόρι δεν το ‘χω.
Και κει είναι που διαφωνώ αν θες, με το πώς ορίζεις το ανεξάρτητο και το προχωρημένο. Αν δηλαδή για να είναι κάτι ανεξάρτητο και προχωρημένο, πρέπει να κατάγεται με το στανιό από χώρα του τρίτου κόσμου, ή της εμπόλεμης ζώνης, και να έχει όνομα γλωσσοδέτη, τότε να μου λείπει. Πιάνω και σπίτι μου δορυφορικά κανάλια από το Αζαρμπαϊτζάν.
Ράκος η μητέρα μου από την προβολή του υπερδραματικού «Submarino” του Βίντερμπεργκ, που έχει λίγο τον ασυμμάζευτο σε δραματικότητα και ελαφρά απογοητευμένος κι εγώ αλλά και το κοινό, από το πολυαναμενόμενο αμερικάνικο “Winter’s Bone” που φλερτάρει με τα Οσκαράκια, ως η ανεξάρτητη συμμετοχή της επερχόμενης δεκάδας.
Παρών απών το ελληνικό σινεμά, δεν αφορά κανέναν και καλά κάνει όπως είναι στο σύνολο των δειγμάτων του που το αντιπροσωπεύουν στη Θεσσαλονίκη, χλιαρά τα πάρτι από κέφι και αντιδράσεις, και μια υπέρ του δέοντως καλοδεχούμενη ολονυχτία, στο Ολύμπιον, από βράδυ Σαββάτου ξημερώματα Κυριακής, με δωρεάν σαλέπι και είσοδο στην αίθουσα για την προβολή τριών από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του φεστιβάλ, του «Donkey’s», «Α somewhat gentle man» και «Little Rock» που εύχομαι να θυμίσει φεστιβάλ, δηλαδή γιορτή.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα