Ένα «Καγκουρώ» στην Ελλάδα του σήμερα
Ένα «Καγκουρώ» στην Ελλάδα του σήμερα
Ο νέος σκηνοθέτης Δημήτρης Μυλωνάς μιλάει για το «Καγκουρώ» του Βασίλη Κατσικονούρη στο Εθνικό Θέατρο, αλλά και για τις παραστάσεις του που έρχονται
«Το θέατρο είναι η επιστήμη της φαντασίας», μου λέει ο σκηνοθέτης και ηθοποιός, Δημήτρης Μυλωνάς, για τον οποίο η φετινή σεζόν αναμένεται κάτι παραπάνω από δημιουργική, αφού μέχρι τον Μάιο θα έχει σκηνοθετήσει τέσσερις παραστάσεις! Εν αρχή ην το «Καγκουρώ», το νέο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη με πρωταγωνιστές τη Λένα Δροσάκη, τον Χρήστο Σαπουντζή, τον Γιώργο Παπαπαύλου, τον Ηλία Μελέτη και τον Σπύρο Τσεκούρα, που έκανε πρεμιέρα μόλις χθες στο Εθνικό Θέατρο.
«Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στη δραματουργία του Κατσικονούρη;», τον ρωτάω. «Αντλεί την έμπνευσή του και γράφει για τη σκηνή ιστορίες που γεννιούνται μέσα από τις κοινωνικές δονήσεις. Με την ευαισθησία και τα αντανακλαστικά του καλλιτέχνη αποκωδικοποιεί τα όσα συμβαίνουν γύρω μας και ταυτόχρονα τα μεταποιεί σε δραματουργία μεστή, ευφάνταστη, συγκινητική, που αφήνει χώρο για τη σκηνική τους απόδοση. Δεν αναζητάει το "εξεζητημένο", δημιουργεί γερές συνθήκες για να ακουστεί μία ιστορία δυνατή όσο και η ζωή», μου απαντά.
Εννέα χρόνια μετά το «Γάλα», που αιχμαλώτισε κοινό και κριτικούς, ο Βασίλης Κατσικονούρης επιστρέφει στο Εθνικό Θέατρο με το «Καγκουρώ» για να διηγηθεί μία ιστορία που αφορά το σήμερα της Ελλάδας. Κεντρικός του ήρωας ο Ορφέας, ένας νέος-θύμα της κρίσης που, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Μία σειρά όμως από αναπάντεχες εξελίξεις, που έχουν να κάνουν με την οικογένειά του, θα μετατρέψουν αυτό το ταξίδι σε όνειρο απατηλό.
«Στο πρόσωπο του Ορφέα αντικρίζουμε την αντανάκλαση όλων εκείνων που αναζητούν κάτι καλύτερο απ’ αυτό που απλώς ή τυχαία βρέθηκε μπροστά τους, που νιώθουν ότι έχουν αναξιοποίητες δυνάμεις, που δεν επαναπαύονται, που ασφυκτιούν σε ένα μέλλον χωρίς όραμα. Με λίγα λόγια όλων εκείνων των ανήσυχων πνευμάτων που δεν παραδίδονται σε ένα συμβιβασμό απέναντι στη ζωή», σχολιάζει ο Δημήτρης.
«Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στη δραματουργία του Κατσικονούρη;», τον ρωτάω. «Αντλεί την έμπνευσή του και γράφει για τη σκηνή ιστορίες που γεννιούνται μέσα από τις κοινωνικές δονήσεις. Με την ευαισθησία και τα αντανακλαστικά του καλλιτέχνη αποκωδικοποιεί τα όσα συμβαίνουν γύρω μας και ταυτόχρονα τα μεταποιεί σε δραματουργία μεστή, ευφάνταστη, συγκινητική, που αφήνει χώρο για τη σκηνική τους απόδοση. Δεν αναζητάει το "εξεζητημένο", δημιουργεί γερές συνθήκες για να ακουστεί μία ιστορία δυνατή όσο και η ζωή», μου απαντά.
Εννέα χρόνια μετά το «Γάλα», που αιχμαλώτισε κοινό και κριτικούς, ο Βασίλης Κατσικονούρης επιστρέφει στο Εθνικό Θέατρο με το «Καγκουρώ» για να διηγηθεί μία ιστορία που αφορά το σήμερα της Ελλάδας. Κεντρικός του ήρωας ο Ορφέας, ένας νέος-θύμα της κρίσης που, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Μία σειρά όμως από αναπάντεχες εξελίξεις, που έχουν να κάνουν με την οικογένειά του, θα μετατρέψουν αυτό το ταξίδι σε όνειρο απατηλό.
«Στο πρόσωπο του Ορφέα αντικρίζουμε την αντανάκλαση όλων εκείνων που αναζητούν κάτι καλύτερο απ’ αυτό που απλώς ή τυχαία βρέθηκε μπροστά τους, που νιώθουν ότι έχουν αναξιοποίητες δυνάμεις, που δεν επαναπαύονται, που ασφυκτιούν σε ένα μέλλον χωρίς όραμα. Με λίγα λόγια όλων εκείνων των ανήσυχων πνευμάτων που δεν παραδίδονται σε ένα συμβιβασμό απέναντι στη ζωή», σχολιάζει ο Δημήτρης.
Ο Ορφέας είναι παιδί χωρισμένων γονιών. Ζει με τον πατέρα του, με τον οποίον όμως δεν έχει τις καλύτερες σχέσεις. Η δε μητέρα του τον έχει παρατήσει σε μικρότερη ηλικία. Είναι ένα παιδί μίας διαλυμένης οικογένειας, που ζει σε μία διαλυμένη χώρα παλεύοντας να κρατήσει το όνειρο ζωντανό. «Το “Καγκουρώ” είναι μία ιστορία σύγχρονη, με πρωταγωνιστές καθημερινούς ανθρώπους και γεγονότα οικεία, που θα μπορούσαν να είχαν συμβεί στον οποιονδήποτε από εμάς. Ταυτόχρονα όμως αντανακλά έναν ολόκληρο τόπο και αποδίδει μία εποχή. Το ιδιωτικό, οικογενειακό, προσωπικό μετατρέπεται σε δημόσιο και κοινωνικό», παρατηρεί ο Δημήτρης.
Ο ίδιος προσπάθησε σκηνοθετικά να αποδώσει αυτή την ασφυκτική κοινωνική συνθήκη, που βιώνει ο Ορφέας, μέσα από τη σύμπτυξη όλων των δράσεων εντός του σπιτιού του. «Κάθε δωμάτιο του σπιτιού είναι ταυτόχρονα ο χώρος κάπου αλλού εκτός, έτσι ώστε το δημόσιο να εισβάλει στο ιδιωτικό και τα σύνορα του μέσα με το έξω να βρίσκονται σε διαρκή διάλογο», μου εξηγεί.
Με δεδομένο ότι η υπόθεση του έργου ακούγεται άκρως δραματική αναρωτιέμαι αν υπάρχει φως μέσα στο «Καγκουρώ». «Στις οριακές καταστάσεις οι άνθρωποι αναγκάζονται και μιλούν. Μπορεί τα πρόσωπα του “Καγκουρώ” να βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση, ταυτόχρονα όμως ξεθάβουν από τη μνήμη τους στιγμές γλυκές ή πικρές. Λένε αλήθειες. Και στην αλήθεια υπάρχει πάντα φως τελικά», μου απαντά.
«Τι λείπει από την Ελλάδα σήμερα; Εκτός από λεφτά», τον ρωτάω. «Οργάνωση, ορθολογισμός, μακροπρόθεσμο πλάνο και φαντασία», μου λέει. Κι όταν του ζητάω να μου πει τι θα έλεγε σε έναν νέο σαν τον Ορφέα σήμερα κι αν θα προσπαθούσε να τον κρατήσει στην Ελλάδα, ο Δημήτρης μου απαντά: «Θα προσπαθούσα να τον κρατήσω στο όνειρό του όπου κι αν αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί».
Ο ίδιος αισθάνεται μεγάλη τιμή, που σκηνοθετεί μία παράσταση στο Εθνικό. Ανήκει στους σκηνοθέτες της νέας γενιάς κι αυτό φυσικά δεν είναι αυτονόητο. «Υπήρξα μαθητής του Στάθη Λιβαθινού αμέσως μόλις επέστρεψε από τη Ρωσία, ηθοποιός στις παραστάσεις του εντός κι εκτός Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού και τώρα, μετά από παράλληλες πορείες, ξανασυναντιόμαστε σε αυτήν τη συνθήκη που μόνο συγκίνηση και χαρά μπορεί να προσφέρει», μου εξομολογείται.
Άλλωστε πιστεύει ότι κάθε ηθοποιός έχει με έναν τρόπο τον σκηνοθέτη μέσα του. «Στα χρόνια της θητείας μου δίπλα στον Λιβαθινό διδάχτηκα τη ρώσικη μέθοδο υποκριτικής, η οποία αντιμετωπίζει τον ηθοποιό ως μία ολότητα, ικανό και υπεύθυνο για καθετί που συμβαίνει στη σκηνή. Με λίγα λόγια ο ηθοποιός γίνεται ταυτόχρονα και σκηνοθέτης του εαυτού του, πάντα φυσικά στην κατεύθυνση που δίνει ο σκηνοθέτης της παράστασης. Ηθοποιός και σκηνοθέτης δεν είναι διαφορετικοί κόσμοι. Τουναντίον, βρίσκονται σε διαρκή διάλογο κι ο ένας τροφοδοτεί κι ενεργοποιεί τον άλλο».
Κάπως έτσι ο Δημήτρης Μυλωνάς θα συνεχίσει να κάθεται στην σκηνοθετική καρέκλα και μετά την πρεμιέρα του «Καγκουρώ». Μέσα στον φετινό χειμώνα τον περιμένουν άλλωστε νέα θεατρικά ταξίδια. Από τις 6 Νοεμβρίου θα κάνει πρεμιέρα υπό τις σκηνοθετικές του οδηγίες στο Θέατρο του Νέου Κόσμου η παράσταση «Τσέχωφ», «μία σύνθεση από διηγήματα, νουβέλες, θεατρικά έργα και αλληλογραφία του Α.Π.Τσέχωφ με μουσική επένδυση που φτάνει ως και το μιούζικαλ», όμως με ενημερώνει. Στη συνέχεια θα σκηνοθετήσει τη μαύρη κωμωδία του Τζο Όρτον «Διασκεδάζοντας με τον κύριο Σλόουν», που θα κάνει πρεμιέρα στις 5 Φεβρουαρίου στο Αγγέλων Βήμα, ενώ στο ίδιο θέατρο θα σκηνοθετήσει και θα παίξει μαζί με τον Ηλία Μελέτη στο «Μια πάπια μα ποια πάπια» του Ντέιβιντ Μάμετ, που θα ανέβει μετά το Πάσχα. Βαθιά ανάσα λοιπόν και η σεζόν μοιάζει να του ανήκει.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα