Τα παθήματα του ΠΑΣΟΚ: Οι χαρισματικοί και οι αυταπάτες του νέου δικομματισμού
Στέφανος Τζανάκης
Τα παθήματα του ΠΑΣΟΚ: Οι χαρισματικοί και οι αυταπάτες του νέου δικομματισμού
Στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, τα σοσιαλιστικά κόμματα τείνουν να γίνουν είδος εν ανεπαρκεία: αν εξαιρέσει κανείς την Ιβηρική και την Σκανδιναβία – όχι ολόκληρη- θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τέλος εποχής.
Η Γαλλία; Το Σοσιαλιστικό κόμμα διαλύεται. Στην Ιταλία; Ψάχνονται με την κεντροαριστερά, αλλά δεν την βρίσκουν. Στην Γερμανία; Το SPD , κατά τα δημοσκοπικά φαινόμενα, θα είναι τρίτο κόμμα στις εκλογές του φθινοπώρου, πίσω από τους Πρασίνους. Τους λείπει το χάρισμα του μεγάλου ηγέτη; Όχι, τους λείπει η πολιτική.
Στην Ελλάδα; Μετά από το 2015, κυριαρχεί η ιδέα του «νέου δικομματισμού»: O ΣΥΡΙΖΑ έκανε το άλμα από 3% στο 35% και προσγειώθηκε με άνεση στο 32% όταν ήλθε η στιγμή να παραδώσει την διακυβέρνηση.
Την ίδια στιγμή, το ΠΑΣΟΚ – με όλες τις μεταλλάξεις του – έφτανε να γίνει ένα κόμμα που έμπαινε οριακά στη Βουλή: Το 4,7% στις πρώτες εκλογές του 2015, δεν ήταν ένα καμπανάκι. Ήταν ένα αγγελτήριο θανάτου, παρότι η κηδεία δεν έγινε ποτέ.
Η ίδρυση του Κινήματος Αλλαγής, που σηματοδοτήθηκε από την συμμετοχή πάνω από 200.000 πολιτών στην εκλογή της Φώφης Γεννηματά, έδειξε ότι θα μπορούσε να υπάρχει ζωή ακόμα και μετά από το αγγελτήριο θανάτου.
Στις εκλογές που ακολούθησαν – τον Ιούλιο του 2019 – το Κίνημα Αλλαγής έλαβε 8,1%. Τουτέστιν, σχεδόν τα διπλά ποσοστά σε σχέση με το 2015. Αλλά κανείς δεν ήταν χαρούμενος στην Χαριλάου Τρικούπη, από την στιγμή που υπήρχε το παράδειγμα Τσίπρα, ο οποίος παρέλαβε ένα κόμμα στα όρια της κοινοβουλευτικής ανυπαρξίας και το οδήγησε στην ανάληψη της διακυβέρνησης, έστω κι αν χρειάστηκε την βοήθεια των Ανεξαρτήτων Ελλήνων του Πάνου Καμμένου.
Στις εκλογές του 2015, το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε τα πάντα: Κυρίως, πλήρωσε την αδυναμία κάθε αντίδρασης στην οικονομική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και έφτασε με καθυστέρηση κάποιων μηνών στην Ελλάδα, για να γκρεμίσει μέχρι θεμελίων την οικονομία της δεκαετίας του 2000. Τους έλειψε το χάρισμα του μεγάλου ηγέτη; Όχι, τους έλειψε η πολιτική.
Μπορούσε η κυβέρνηση Παπανδρέου να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση χωρίς τα Μνημόνια; Υπήρχαν άλλοι δρόμοι, πριν ο Γιώργος Παπανδρέου φτάσει στο Καστελόριζο; Καθένας μπορεί να έχει την δική του απάντηση, αλλά κανείς δεν θα δικαιωθεί ποτέ: Με τα «αν» και τα «ενδεχομένως» δεν γράφεται Ιστορία, ούτε δημιουργούνται πολιτικές εντυπώσεις. Και το κυριότερο- τα υποθετικά σενάρια δεν έσωσαν ποτέ κανένα κόμμα.
Η ουσία είναι ότι όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες του 2009 και μέχρι τα τέλη του 2011, όταν η ενορχηστρωμένη οργή σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, ήταν ο μοχλός για την μετακίνηση του μεγαλύτερου κομματιού των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Υπό μία έννοια, ήταν η εκδίκηση της Αριστεράς για τα παθήματα της δεκαετίας του ’80, όταν το ΠΑΣΟΚ λεηλατούσε τα συνθήματα και τους ψηφοφόρους της: ήταν η σειρά του Αλέξη Τσίπρα να διεκδικήσει την Εθνική Λαϊκή Ενότητα, στην οποία είχε επενδύσει ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά από την μεγάλη ήττα στις δημοτικές εκλογές του 1986.
Από πολλούς, η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεύτηκε ως η αρχή ενός νέου δικομματισμού: ο Αλέξης Τσίπρας είχε το χάρισμα – που δεν ήταν και κληρονομικό – και θα μπορούσε να «ξεπλύνει» την κεντροαριστερά από τις αμαρτίες των Μνημονίων.
Η συνέχεια είναι γνωστή: Μνημόνιο για άλλα τρία χρόνια- αλλά το κόμμα που συνέχιζε να πληρώνει το μάρμαρο, ήταν το ΠΑΣΟΚ. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να έκανε κυβέρνηση με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, αλλά ήταν το ΠΑΣΟΚ που συνέχιζε να πληρώνει την κυβερνητική συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία.
Γιατί συνέβη αυτό; Πολλοί επικαλούνται το χάρισμα του Αλέξη Τσίπρα για να απαντήσουν. Οι του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, αλλά εκείνος μπορούσε- και μπορεί. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα είναι λίγο πιο «πολιτικά»: Οι ψηφοφόροι που εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ και ελλιμενίστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχαν σχεδόν τίποτα κοινό με το κόμμα που ψήφιζαν, ήδη από την εποχή του Κώστα Σημίτη- κι ας έλαβε το ΠΑΣΟΚ 44% το 2000.
Στην Ελλάδα; Μετά από το 2015, κυριαρχεί η ιδέα του «νέου δικομματισμού»: O ΣΥΡΙΖΑ έκανε το άλμα από 3% στο 35% και προσγειώθηκε με άνεση στο 32% όταν ήλθε η στιγμή να παραδώσει την διακυβέρνηση.
Την ίδια στιγμή, το ΠΑΣΟΚ – με όλες τις μεταλλάξεις του – έφτανε να γίνει ένα κόμμα που έμπαινε οριακά στη Βουλή: Το 4,7% στις πρώτες εκλογές του 2015, δεν ήταν ένα καμπανάκι. Ήταν ένα αγγελτήριο θανάτου, παρότι η κηδεία δεν έγινε ποτέ.
Η ίδρυση του Κινήματος Αλλαγής, που σηματοδοτήθηκε από την συμμετοχή πάνω από 200.000 πολιτών στην εκλογή της Φώφης Γεννηματά, έδειξε ότι θα μπορούσε να υπάρχει ζωή ακόμα και μετά από το αγγελτήριο θανάτου.
Στις εκλογές που ακολούθησαν – τον Ιούλιο του 2019 – το Κίνημα Αλλαγής έλαβε 8,1%. Τουτέστιν, σχεδόν τα διπλά ποσοστά σε σχέση με το 2015. Αλλά κανείς δεν ήταν χαρούμενος στην Χαριλάου Τρικούπη, από την στιγμή που υπήρχε το παράδειγμα Τσίπρα, ο οποίος παρέλαβε ένα κόμμα στα όρια της κοινοβουλευτικής ανυπαρξίας και το οδήγησε στην ανάληψη της διακυβέρνησης, έστω κι αν χρειάστηκε την βοήθεια των Ανεξαρτήτων Ελλήνων του Πάνου Καμμένου.
Στις εκλογές του 2015, το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε τα πάντα: Κυρίως, πλήρωσε την αδυναμία κάθε αντίδρασης στην οικονομική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και έφτασε με καθυστέρηση κάποιων μηνών στην Ελλάδα, για να γκρεμίσει μέχρι θεμελίων την οικονομία της δεκαετίας του 2000. Τους έλειψε το χάρισμα του μεγάλου ηγέτη; Όχι, τους έλειψε η πολιτική.
Μπορούσε η κυβέρνηση Παπανδρέου να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση χωρίς τα Μνημόνια; Υπήρχαν άλλοι δρόμοι, πριν ο Γιώργος Παπανδρέου φτάσει στο Καστελόριζο; Καθένας μπορεί να έχει την δική του απάντηση, αλλά κανείς δεν θα δικαιωθεί ποτέ: Με τα «αν» και τα «ενδεχομένως» δεν γράφεται Ιστορία, ούτε δημιουργούνται πολιτικές εντυπώσεις. Και το κυριότερο- τα υποθετικά σενάρια δεν έσωσαν ποτέ κανένα κόμμα.
Η ουσία είναι ότι όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες του 2009 και μέχρι τα τέλη του 2011, όταν η ενορχηστρωμένη οργή σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, ήταν ο μοχλός για την μετακίνηση του μεγαλύτερου κομματιού των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Υπό μία έννοια, ήταν η εκδίκηση της Αριστεράς για τα παθήματα της δεκαετίας του ’80, όταν το ΠΑΣΟΚ λεηλατούσε τα συνθήματα και τους ψηφοφόρους της: ήταν η σειρά του Αλέξη Τσίπρα να διεκδικήσει την Εθνική Λαϊκή Ενότητα, στην οποία είχε επενδύσει ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά από την μεγάλη ήττα στις δημοτικές εκλογές του 1986.
Από πολλούς, η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεύτηκε ως η αρχή ενός νέου δικομματισμού: ο Αλέξης Τσίπρας είχε το χάρισμα – που δεν ήταν και κληρονομικό – και θα μπορούσε να «ξεπλύνει» την κεντροαριστερά από τις αμαρτίες των Μνημονίων.
Η συνέχεια είναι γνωστή: Μνημόνιο για άλλα τρία χρόνια- αλλά το κόμμα που συνέχιζε να πληρώνει το μάρμαρο, ήταν το ΠΑΣΟΚ. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να έκανε κυβέρνηση με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, αλλά ήταν το ΠΑΣΟΚ που συνέχιζε να πληρώνει την κυβερνητική συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία.
Γιατί συνέβη αυτό; Πολλοί επικαλούνται το χάρισμα του Αλέξη Τσίπρα για να απαντήσουν. Οι του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, αλλά εκείνος μπορούσε- και μπορεί. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα είναι λίγο πιο «πολιτικά»: Οι ψηφοφόροι που εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ και ελλιμενίστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχαν σχεδόν τίποτα κοινό με το κόμμα που ψήφιζαν, ήδη από την εποχή του Κώστα Σημίτη- κι ας έλαβε το ΠΑΣΟΚ 44% το 2000.
Πιο πάνω είπαμε ότι με τα «αν» και τα «ενδεχομένως» δεν γράφεται Ιστορία, αλλά αν υπήρχε η μηχανή του χρόνου θα μπορούσε κανείς να στοιχηματίσει άνετα ότι αν ο αείμνηστος Μητσοτάκης είχε αποφύγει να καταδιώξει τον Ανδρέα Παπανδρέου μετά από το 1989, το ΠΑΣΟΚ θα είχε πολλές πιθανότητες να διαλυθεί: οι εσωκομματικές μάχες είχαν ούτως ή άλλως διαστάσεις εμφυλίου – και αποκρύφθηκαν απλώς επειδή υπήρξε η ποινική δίωξη του ιδρυτή του κόμματος.
Οι ψηφοφόροι που έφεραν πίσω στην εξουσία τον Ανδρέα το 1993, δεν είχαν να κάνουν με τον ρωμαλέο ηγέτη των αρχών του ’80, αλλά με έναν ταλαιπωρημένο άνθρωπο, που είχε σοβαρά προβλήματα υγείας. Και μπορεί ο Ανδρέας να έκανε μεγάλες – υπεράνθρωπες , σε κάποιες περιπτώσεις – προσπάθειες να ανταποκριθεί στις περιστάσεις της εποχής, αλλά οι οπαδοί είχαν διαπαιδαγωγηθεί με τις απαιτήσεις της προηγούμενης περιόδου.
Κάτι ανάλογο έγινε και μεταξύ 2012 και 2015: Σχεδόν οι πάντες εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ – με την επίκληση του χαρίσματος του Αλέξη Τσίπρα. Στην πραγματικότητα, ήταν η αίσθηση ότι πήγαιναν σε ένα δεύτερο ΠΑΣΟΚ, όπου κανείς δεν θα έχανε την δουλειά του, κανείς δεν θα έχανε χρήματα, κανείς δεν θα πλήρωνε κάτι παραπάνω στην Εφορία.
Ποιος «χαρισματικός» από τον χώρο του Κινήματος Αλλαγής μπορεί να αλλάξει αυτή την πεποίθηση; Ποιος «χαρισματικός» από το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να πείσει αυτούς τους ανθρώπους ότι η δεκαετία του ’80 τελείωσε εδώ και 40 χρόνια; Ότι η επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ μοιάζει με τις λέσχες φίλων του Στέλιου Καζαντζίδη, χωρίς τα τσίπουρα και την μουσική; Ποιος μπορεί να τους πείσει ότι η πολιτική είναι μία διαδικασία αλλαγής των πραγμάτων που παίρνει χρόνο και θέλει πολύ κόπο; Και κυρίως, ποιος θα τους πείσει ότι δεν χρειάζεται χάρισμα, αλλά πολιτική;
Οι ψηφοφόροι που έφεραν πίσω στην εξουσία τον Ανδρέα το 1993, δεν είχαν να κάνουν με τον ρωμαλέο ηγέτη των αρχών του ’80, αλλά με έναν ταλαιπωρημένο άνθρωπο, που είχε σοβαρά προβλήματα υγείας. Και μπορεί ο Ανδρέας να έκανε μεγάλες – υπεράνθρωπες , σε κάποιες περιπτώσεις – προσπάθειες να ανταποκριθεί στις περιστάσεις της εποχής, αλλά οι οπαδοί είχαν διαπαιδαγωγηθεί με τις απαιτήσεις της προηγούμενης περιόδου.
Κάτι ανάλογο έγινε και μεταξύ 2012 και 2015: Σχεδόν οι πάντες εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ – με την επίκληση του χαρίσματος του Αλέξη Τσίπρα. Στην πραγματικότητα, ήταν η αίσθηση ότι πήγαιναν σε ένα δεύτερο ΠΑΣΟΚ, όπου κανείς δεν θα έχανε την δουλειά του, κανείς δεν θα έχανε χρήματα, κανείς δεν θα πλήρωνε κάτι παραπάνω στην Εφορία.
Ποιος «χαρισματικός» από τον χώρο του Κινήματος Αλλαγής μπορεί να αλλάξει αυτή την πεποίθηση; Ποιος «χαρισματικός» από το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να πείσει αυτούς τους ανθρώπους ότι η δεκαετία του ’80 τελείωσε εδώ και 40 χρόνια; Ότι η επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ μοιάζει με τις λέσχες φίλων του Στέλιου Καζαντζίδη, χωρίς τα τσίπουρα και την μουσική; Ποιος μπορεί να τους πείσει ότι η πολιτική είναι μία διαδικασία αλλαγής των πραγμάτων που παίρνει χρόνο και θέλει πολύ κόπο; Και κυρίως, ποιος θα τους πείσει ότι δεν χρειάζεται χάρισμα, αλλά πολιτική;
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα