
Έπαιρναν τηλέφωνο για να παραγγείλουν πίτσα!
Πριν από αρκετά χρόνια, ο Τάσος Παπαδόπουλος, πρόεδρος της Κύπρου τότε, σε συνέντευξή του είχε πει για το «κόκκινο τηλέφωνο», την απευθείας γραμμή που είχε με την ελληνική κυβέρνηση ότι «καμιά φορά χτυπάει και είναι κάποιος που θέλει να παραγγείλει πίτσα»
Περιέγραψε με τον καλύτερο τρόπο, το τέλος του «δόγματος» του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας και Κύπρου, που είχε συμφωνηθεί το 1993 από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Γλαύκο Κληρίδη.
Πριν από τον οριστικό ενταφιασμό του δόγματος, είχε προηγηθεί το φιάσκο των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων S300. Για όσους δεν τους θυμούνται, είχαν παραγγελθεί για να εγκατασταθούν στην Κύπρο, μετά από τις έντονες αντιδράσεις ωστόσο, τόσο από την Τουρκία όσο και από τους συμμάχους, κατέληξαν στην Κρήτη. Ήταν το μακρινό 1998, τότε που η κυβέρνηση Σημίτη είχε κάνει την επιλογή να επιδιώξει την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Να δώσει προτεραιότητα με άλλα λόγια στη διπλωματία μέσω της οποίας προσδοκούσε, όπως και πράγματι πέτυχε, πολύ πιο θετικά χειροπιαστά αποτελέσματα.
Το τέλος βέβαια ήταν διαφορετικό από όσα σχεδίαζε. Το σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε από τους Κύπριους κι έτσι η εκκρεμότητα συνεχίζεται. Με την Κύπρο όμως πια να είναι πλήρες μέλος της Ένωσης. Το ότι πρωτεργάτης της καταψήφισης ήταν ο Τάσος Παπαδόπουλος έχει ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, δείχνει πόσο εξωπραγματικό ήταν το «δόγμα» από τη σύλληψη του. Ο τότε πρόεδρος υπήρξε ένας από τους πιο θερμούς υποστηριχτές της εγκατάστασης των πυραύλων στην Κύπρο. Για να λειτουργήσει ωστόσο το ενιαίο δόγμα, προϋπόθεση είναι ο απόλυτος πολιτικός συντονισμός. Διαφορετικά οι αποφάσεις της μίας πλευράς μπορεί να οδηγήσουν σε απρόσμενες περιπέτειες την άλλη.
Ο Κληρίδης, στη σύσκεψη που είχε γίνει και αποφασίστηκε να μην έρθουν οι πύραυλοι στην Κύπρο, το είχε πει ρητά: δεν μπορούμε να πάρουμε μια απόφαση που μπορεί να οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο, όταν διαφωνεί η Αθήνα. Κι όμως ήταν ο Παπαδόπουλος αυτός ο οποίος τορπίλισε το σχέδιο της κυβέρνησης Σημίτη. Έδειξε με άλλα λόγια ότι δεν υπήρχαν οι πολιτικές προϋποθέσεις για να λειτουργήσει το «δόγμα». Δεν ήταν η πρώτη φορά που Αθήνα και Λευκωσία βρισκόντουσαν σε διαφορετικό μήκος κύματος. Αυτά φυσικά πέραν όλων των άλλων και κυρίως της αδυναμίας της Ελλάδας να εγγυηθεί πραγματικά την άμυνα της Κύπρου.
Θυμήθηκα αυτή την ιστορία ακούγοντας τον υπουργό άμυνας, τον κ. Δένδια, ο οποίος δήλωσε πως «για την Ελλάδα των "Belharra”, των "Rafale” και των "Viper” η Κύπρος δεν κείται μακράν». Η επιλογή της διατύπωσης έχει ενδιαφέρον επειδή, όπως είναι γνωστό, στον Κωνσταντίνο Καραμανλή καταλογίζουν τη φράση «η Κύπρος κείται μακράν». Φέρεται να την είπε το 1974, όταν η Ελλάδα δεν μπόρεσε να αντιδράσει στην τουρκική εισβολή. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον φυσικά έχει το ότι διατυπώνεται σε μια περίοδο που επιχειρείται η προσέγγιση Ελλάδας και Τουρκίας και η αντιμετώπιση των προβλημάτων μέσω του διαλόγου. Κι αυτό παρά το ότι στο Κυπριακό ο Ερντογάν υιοθετεί πλέον σκληρή στάση, δεν συζητά τίποτε άλλο πέραν των δύο κρατών.
Δεν χρειάζεται φυσικά να υπερ-αναλύουμε τα λόγια των πολιτικών. Οι πολιτικές σκοπιμότητες είναι προφανείς και προς κάθε κατεύθυνση. Αρκεί να μη τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Οι εξοπλισμοί της Ελλάδας είναι προφανώς αναγκαίοι. Ούτε η φρεγάτες όμως, ούτε τα αεροπλάνα θα λύσουν ποτέ τα προβλήματα. Αντιθέτως, αν καλλιεργηθεί η αντίληψη ότι τώρα η Ελλάδα υπερέχει στρατιωτικά της Τουρκίας, αν παρακολουθήσετε τις πρωινές εκπομπές θα το καταλάβετε τι εννοώ, το μόνο που θα πετύχουμε θα είναι να κάνουμε πολιτικά πιο δύσκολη την επίτευξη οποιασδήποτε λύσης.
Όσο για το Κυπριακό, ο υφυπουργός επί κυβέρνησης Σημίτη, Χρήστος Ροζάκης, το είπε πιο καθαρά από όλους. «Δεν μπορούμε να περιμένουμε επ’ άπειρον να λυθεί το Κυπριακό προκειμένου να λύσουμε τα ελληνοτουρκικά». Αναφερόταν φυσικά στις ευκαιρίες που χάθηκαν, όχι μόνο στο σχέδιο Ανάν αλλά και στην αποτυχία στο Κραν Μοντανά. Και στις δύο περιπτώσεις η ευθύνη ήταν της ελληνοκυπριακής πλευράς. Δύσκολα θα επαναλάμβανε επισήμως μια τέτοια θέση κάποιο κυβερνητικό στέλεχος. Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι στην πράξη αυτό συμβαίνει.
Πριν από τον οριστικό ενταφιασμό του δόγματος, είχε προηγηθεί το φιάσκο των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων S300. Για όσους δεν τους θυμούνται, είχαν παραγγελθεί για να εγκατασταθούν στην Κύπρο, μετά από τις έντονες αντιδράσεις ωστόσο, τόσο από την Τουρκία όσο και από τους συμμάχους, κατέληξαν στην Κρήτη. Ήταν το μακρινό 1998, τότε που η κυβέρνηση Σημίτη είχε κάνει την επιλογή να επιδιώξει την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Να δώσει προτεραιότητα με άλλα λόγια στη διπλωματία μέσω της οποίας προσδοκούσε, όπως και πράγματι πέτυχε, πολύ πιο θετικά χειροπιαστά αποτελέσματα.
Το τέλος βέβαια ήταν διαφορετικό από όσα σχεδίαζε. Το σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε από τους Κύπριους κι έτσι η εκκρεμότητα συνεχίζεται. Με την Κύπρο όμως πια να είναι πλήρες μέλος της Ένωσης. Το ότι πρωτεργάτης της καταψήφισης ήταν ο Τάσος Παπαδόπουλος έχει ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, δείχνει πόσο εξωπραγματικό ήταν το «δόγμα» από τη σύλληψη του. Ο τότε πρόεδρος υπήρξε ένας από τους πιο θερμούς υποστηριχτές της εγκατάστασης των πυραύλων στην Κύπρο. Για να λειτουργήσει ωστόσο το ενιαίο δόγμα, προϋπόθεση είναι ο απόλυτος πολιτικός συντονισμός. Διαφορετικά οι αποφάσεις της μίας πλευράς μπορεί να οδηγήσουν σε απρόσμενες περιπέτειες την άλλη.
Ο Κληρίδης, στη σύσκεψη που είχε γίνει και αποφασίστηκε να μην έρθουν οι πύραυλοι στην Κύπρο, το είχε πει ρητά: δεν μπορούμε να πάρουμε μια απόφαση που μπορεί να οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο, όταν διαφωνεί η Αθήνα. Κι όμως ήταν ο Παπαδόπουλος αυτός ο οποίος τορπίλισε το σχέδιο της κυβέρνησης Σημίτη. Έδειξε με άλλα λόγια ότι δεν υπήρχαν οι πολιτικές προϋποθέσεις για να λειτουργήσει το «δόγμα». Δεν ήταν η πρώτη φορά που Αθήνα και Λευκωσία βρισκόντουσαν σε διαφορετικό μήκος κύματος. Αυτά φυσικά πέραν όλων των άλλων και κυρίως της αδυναμίας της Ελλάδας να εγγυηθεί πραγματικά την άμυνα της Κύπρου.
Θυμήθηκα αυτή την ιστορία ακούγοντας τον υπουργό άμυνας, τον κ. Δένδια, ο οποίος δήλωσε πως «για την Ελλάδα των "Belharra”, των "Rafale” και των "Viper” η Κύπρος δεν κείται μακράν». Η επιλογή της διατύπωσης έχει ενδιαφέρον επειδή, όπως είναι γνωστό, στον Κωνσταντίνο Καραμανλή καταλογίζουν τη φράση «η Κύπρος κείται μακράν». Φέρεται να την είπε το 1974, όταν η Ελλάδα δεν μπόρεσε να αντιδράσει στην τουρκική εισβολή. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον φυσικά έχει το ότι διατυπώνεται σε μια περίοδο που επιχειρείται η προσέγγιση Ελλάδας και Τουρκίας και η αντιμετώπιση των προβλημάτων μέσω του διαλόγου. Κι αυτό παρά το ότι στο Κυπριακό ο Ερντογάν υιοθετεί πλέον σκληρή στάση, δεν συζητά τίποτε άλλο πέραν των δύο κρατών.
Δεν χρειάζεται φυσικά να υπερ-αναλύουμε τα λόγια των πολιτικών. Οι πολιτικές σκοπιμότητες είναι προφανείς και προς κάθε κατεύθυνση. Αρκεί να μη τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Οι εξοπλισμοί της Ελλάδας είναι προφανώς αναγκαίοι. Ούτε η φρεγάτες όμως, ούτε τα αεροπλάνα θα λύσουν ποτέ τα προβλήματα. Αντιθέτως, αν καλλιεργηθεί η αντίληψη ότι τώρα η Ελλάδα υπερέχει στρατιωτικά της Τουρκίας, αν παρακολουθήσετε τις πρωινές εκπομπές θα το καταλάβετε τι εννοώ, το μόνο που θα πετύχουμε θα είναι να κάνουμε πολιτικά πιο δύσκολη την επίτευξη οποιασδήποτε λύσης.
Όσο για το Κυπριακό, ο υφυπουργός επί κυβέρνησης Σημίτη, Χρήστος Ροζάκης, το είπε πιο καθαρά από όλους. «Δεν μπορούμε να περιμένουμε επ’ άπειρον να λυθεί το Κυπριακό προκειμένου να λύσουμε τα ελληνοτουρκικά». Αναφερόταν φυσικά στις ευκαιρίες που χάθηκαν, όχι μόνο στο σχέδιο Ανάν αλλά και στην αποτυχία στο Κραν Μοντανά. Και στις δύο περιπτώσεις η ευθύνη ήταν της ελληνοκυπριακής πλευράς. Δύσκολα θα επαναλάμβανε επισήμως μια τέτοια θέση κάποιο κυβερνητικό στέλεχος. Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι στην πράξη αυτό συμβαίνει.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα