Ο Φαήλος και το «συνταγματικό τόξο»
Γιώργος Διονυσόπουλος
Ο Φαήλος και το «συνταγματικό τόξο»
Η ρήση του Βολταίρου «διαφωνώ με ότι λες αλλά θα υπερασπισθώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να τα λες» είναι στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα περισσότερο, ίσως, επίκαιρη παρά ποτέ.
Από τις «επιτροπές» και τα «διευθυντήρια» που καθόριζαν το πλαίσιο της ελευθερίας της έκφρασης σε αλλοτινές, όσο και αλήστου μνήμης, εποχές του νεοελληνικού κράτους, περάσαμε στη σύγχρονη λογοκρισία του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου». Παρά την πρόοδο της τεχνολογίας και την ανακάλυψη νέων πεδίων γνώσης δεν έχει, βλέπετε, ακόμη εφευρεθεί ένα όργανο που θα μπορούσε, με εγκυρότητα και ακρίβεια, να μετρά το πόσο «δεξιόστροφος» ή «αριστερόστροφος» είναι καθένας από εμάς.
Και όμως, θέτοντας εκτός των ορίων του συστήματος τη «Χρυσή Αυγή» από τη μια πλευρά και την εξωκοινοβουλευτική ριζοσπαστική αριστερά από την άλλη, οι πολιτικές δυνάμεις που απαρτίζουν το «συνταγματικό τόξο» έδωσαν ένα σαφές πλαίσιο λειτουργίας της ελληνικής «πολιτικής ορθότητας». Σύμφωνα με τους θιασώτες του «τόξου», οτιδήποτε δεν κινείται στη σφαίρα των δύο παραπάνω χώρων είναι αποδεκτό, μπορεί και πρέπει προς χάριν της πολυσυλλεκτικότητας, να έχει θέση στο πολιτικό σύστημα.
Η περίπτωση του Φαήλου Κρανιδιώτη όμως και ο αποκλεισμός του από το ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας, δείχνει ότι η συγκεκριμένη θεωρία έχει αρχίσει όχι μόνο να «μπάζει νερά», αλλά να γίνεται και πολιτικά επικίνδυνη. Το ερώτημα είναι από πού αντλεί κανείς το δικαίωμα να καθορίζει ποιος έχει και ποιος δεν έχει το δικαίωμα του «εκλέγεσθαι» στην πολιτική ζωή του τόπου από τη στιγμή που εκείνος είναι μέλος ενός μεγάλου όσο και πλήρως αποδεκτού πολιτικού σχηματισμού της χώρας; Μήπως δεν είναι ο κυρίαρχος λαός που σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να αποφασίζει εάν του κάνει ή δεν του κάνει κάποιος; Εκτός και εάν βεβαίως ορισμένοι του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου» θεωρούν εαυτούς ως «αυθεντίες» στην απόδοση πολιτικών φρονημάτων, πράττοντας προληπτικά προκειμένου να διαφυλάξουν το- σύμφωνα με τη δική τους εκδοχή- καλό του κοινωνικού συνόλου.
Γιατί δηλαδή να θεωρείται «ακραίος» ο Φαήλος Κρανιδιώτης και όχι, από μια άλλη οπτική, η Μαρία Ρεπούση της ΔΗΜΑΡ που στη σφαγή της Σμύρνης διέκρινε «συνωστισμό στην προκυμαία », ο Νίκος Δήμου από το «Ποτάμι» που αμφισβητεί την επανάσταση του 1821, ή η βουλευτής Ιωάννα Γαϊτάνη του Σύριζα που επιμένει να αποκαλεί τα Σκόπια ως «Μακεδονία»; Λόγω παρελθόντος, ο πρώτος πολιτικός χώρος που θα έπρεπε να αντιληφθεί τα επικίνδυνα προηγούμενα που πάνε να δημιουργηθούν με τους αποκλεισμούς στελεχών από τις εκλογές για ιδεολογικούς λόγους, θα έπρεπε να είναι η Αριστερά. Ο λαός λέει ότι όποιος έχει «καεί στο χυλό, φυσάει και το γιαούρτι» και αυτό είναι κάτι που η Αριστερά, προτού σπεύσει να προκαλέσει ή συναινέσει σε κάθε είδους πολιτικούς αποκλεισμούς από δημοκρατικές διαδικασίες, θα πρέπει να το έχει καλά κατά νου. Όσο από την άλλη για τη Δεξιά, ελάχιστες φορές και για μικρές χρονικά περιόδους ήταν πραγματικά σοβαρή σε αυτόν τον τόπο.
Και όμως, θέτοντας εκτός των ορίων του συστήματος τη «Χρυσή Αυγή» από τη μια πλευρά και την εξωκοινοβουλευτική ριζοσπαστική αριστερά από την άλλη, οι πολιτικές δυνάμεις που απαρτίζουν το «συνταγματικό τόξο» έδωσαν ένα σαφές πλαίσιο λειτουργίας της ελληνικής «πολιτικής ορθότητας». Σύμφωνα με τους θιασώτες του «τόξου», οτιδήποτε δεν κινείται στη σφαίρα των δύο παραπάνω χώρων είναι αποδεκτό, μπορεί και πρέπει προς χάριν της πολυσυλλεκτικότητας, να έχει θέση στο πολιτικό σύστημα.
Η περίπτωση του Φαήλου Κρανιδιώτη όμως και ο αποκλεισμός του από το ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας, δείχνει ότι η συγκεκριμένη θεωρία έχει αρχίσει όχι μόνο να «μπάζει νερά», αλλά να γίνεται και πολιτικά επικίνδυνη. Το ερώτημα είναι από πού αντλεί κανείς το δικαίωμα να καθορίζει ποιος έχει και ποιος δεν έχει το δικαίωμα του «εκλέγεσθαι» στην πολιτική ζωή του τόπου από τη στιγμή που εκείνος είναι μέλος ενός μεγάλου όσο και πλήρως αποδεκτού πολιτικού σχηματισμού της χώρας; Μήπως δεν είναι ο κυρίαρχος λαός που σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να αποφασίζει εάν του κάνει ή δεν του κάνει κάποιος; Εκτός και εάν βεβαίως ορισμένοι του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου» θεωρούν εαυτούς ως «αυθεντίες» στην απόδοση πολιτικών φρονημάτων, πράττοντας προληπτικά προκειμένου να διαφυλάξουν το- σύμφωνα με τη δική τους εκδοχή- καλό του κοινωνικού συνόλου.
Γιατί δηλαδή να θεωρείται «ακραίος» ο Φαήλος Κρανιδιώτης και όχι, από μια άλλη οπτική, η Μαρία Ρεπούση της ΔΗΜΑΡ που στη σφαγή της Σμύρνης διέκρινε «συνωστισμό στην προκυμαία », ο Νίκος Δήμου από το «Ποτάμι» που αμφισβητεί την επανάσταση του 1821, ή η βουλευτής Ιωάννα Γαϊτάνη του Σύριζα που επιμένει να αποκαλεί τα Σκόπια ως «Μακεδονία»; Λόγω παρελθόντος, ο πρώτος πολιτικός χώρος που θα έπρεπε να αντιληφθεί τα επικίνδυνα προηγούμενα που πάνε να δημιουργηθούν με τους αποκλεισμούς στελεχών από τις εκλογές για ιδεολογικούς λόγους, θα έπρεπε να είναι η Αριστερά. Ο λαός λέει ότι όποιος έχει «καεί στο χυλό, φυσάει και το γιαούρτι» και αυτό είναι κάτι που η Αριστερά, προτού σπεύσει να προκαλέσει ή συναινέσει σε κάθε είδους πολιτικούς αποκλεισμούς από δημοκρατικές διαδικασίες, θα πρέπει να το έχει καλά κατά νου. Όσο από την άλλη για τη Δεξιά, ελάχιστες φορές και για μικρές χρονικά περιόδους ήταν πραγματικά σοβαρή σε αυτόν τον τόπο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα